Τετάρτη 2 Μαρτίου 2011

Πατερική Θεολογία, Καθολικότης, Ελληνισμός και Ιστορικότης

Του π. Γεωργίου Φλορόφσκυ

"Δεν θα ημπορούσε κανείς να υποστήριξη ότι η ρωσική θεολογία, εις την δημιουργικήν της ανάπτυξιν, ησθάνθη αρκετά πλήρως η αρκετά βαθέως εις τους κόλπους της την παρουσίαν των Πατέρων και του Βυζαντίου. Της απομένει ακόμη να το κάμη. Της απομένει ακόμη να φοιτήση εις το αυστηρόν σχολείον του χριστιανικού ελληνισμού. Ο ελληνισμός έχει αποκτήσει αιώνιον χαρακτήρα μέσα εις την Έκκλησίαν έχει ενσωματωθή εις την σάρκα της· έχει γίνει αιωνία κατηγορία της χριστιανικής υπάρξεως. Δεν εννοώ φυσικά τον ελληνισμόν ως εθνικήν ίδέαν η τον έλληνισμόν της συγχρόνου Ελλάδος η εκείνον τον καθυστερημένον και κάθε άλλο παρά νόμιμον ελληνικόν "φυλετισμόν". Εννοώ την χριστιανικήν αρχαιότητα, τον ελληνισμόν των δογμάτων, τον ελληνισμόν της λατρείας, τον έλληνισμόν της εικόνος. Η χριστιανική λατρεία έχει σφραγισθή διά παντός με το ελληνικόν ύφος της "ευσέβειας των μυστηρίων". Και αυτό έχει γίνει μέχρι τοιούτου βαθμού, ώστε να μη ημπορούμεν να διεισδύσωμεν εις τον ρυθμόν της λειτουργικής μυσταγωγίας, αν πρηγουμένως δεν υποβληθώμεν εις ένα είδος μυστικού "εξελληνισμού".

Μόνον παράφρονες θα απεφάσιζαν ποτέ να "αφελληνίσουν" την Λειτουργίαν και τας άλλας εκκλησιαστικός ακολουθίας και να δώσουν εις αυτάς ένα ύφος περισσότερον "σύγχρονον". Το στερεώτερον στοιχείον του ρωσικού εκκλησιαστικού πολιτισμού είναι κατά γενικήν ομολογίαν η εικών. Πού οφείλεται όμως η σταθερότης αύτη; Μήπως εις το γεγονός ότι οι μεγάλοι Ρώσοι εικονογράφοι κατώρθωσαν να αφομοιώσουν πνευματικώς την ελληνικήν εικονογραφικήν πείραν και να την αποδώσουν εις τα καθ' ημάς με μίαν οικειότητα γνησίως δημιουργικήν; Αυτή είναι η λογικωτέρα απάντησις. Όχι. Ο ελληνισμός δεν είναι απλώς μία φάσις της εκκλησιαστικής ιστορίας, ένας σταθμός εις την πορείαν της Εκκλησίας. Όταν ο θεολόγος αρχίζη να πιστεύη ότι αι "έλληνικαί κατηγορίαι" έχουν ξεπερασθή, αυτό σημαίνει απλούστατα ότι ο ίδιος έχει εξέλθει από τον ρυθμόν της εκκλησιαστικής κοινωνίας, ότι ο ίδιος έχει χάσει το αίσθημα της εκκλησιαστικής ζωής.

Ένας μόνον τρόπος υπάρχει διά να είναι η θεολογία μας καθολική: να είναι ελληνική. Μόνον εν τω ελληνισμώ ημπορεί να είναι κανείς αληθώς καθολικός (δηλ. Ορθόδοξος). Αυτό το τελευταίον είναι κάπως διφορούμενον. Το αντιχριστιανικόν στοιχείον εδέσποζεν, ως γνωστόν, εις το αρχαίον πνεύμα. Ακόμη και σήμερον πολυάριθμοι είναι εκείνοι πού καταφεύγουν εις τον Ελληνισμόν, διά να υψώσουν το ανάστημα των και να καταπολεμήσουν τον Χριστιανισμόν. (Κλασσικόν παράδειγμα ο Nietzche). Δεν πρέπει όμως να λησμονήται ότι ο ελληνισμός ενεσωματώθη εις την Εκκλησίαν. Αυτό ακριβώς είναι το ιστορικόν νόημα της πατερικής θεολογίας.

Και αυτή η ενσωμάτωσις του ελληνισμού εις την Εκκλησίαν εχάραξεν επί του σώματος της ιστορίας μίαν μόνιμον και οριστικήν τομήν πασίδηλον σημείον της οποίας παραμένει το ευαγγελικόν κήρυγμα, η ιστορική φανέρωσις του σαρκωθέντος Λόγου. Ο χριστιανικός ελληνισμός, ο μεταμορφωθείς διά της επιφανείας του Λόγου και της ελεύσεως του Πνεύματος, είναι πλέον εξ ολοκλήρου γεγονός της ιστορίας. Η πατερική θεολογία είναι "θεολογία των γεγονότων", μας καθιστά δηλαδή συγχρόνους ωρισμένων ιστορικών γεγονότων, των γεγονότων της Ιεράς Ιστορίας. Αλλά το βασικώτερον και αποφασιστικώτερον από τα γεγονότα αυτά είναι ακριβώς η σάρκωσις του Θεού και η εν μέσω ημών σκήνωσίς του, η οποία εσημειώθη ιστορικώς διά της εντάξεως και της ενσωματώσεως του ελληνισμού εις την Έκκλησίαν. Όλα τα λάθη, όλαι αι πλάναι, όλοι οι πειρασμοί ενός υπερβολικού εξελληνισμού του Ευαγγελίου, φαινόμενον αρκετά συχνόν κατά την διάρκειαν των αιώνων, δεν είναι δυνατόν να εξασθενήσουν την σημασίαν του θεμελιώδους αυτού γεγονότος: διά την κήρυξιν και την διάδοσιν του χαρμόσυνου αγγέλματος της εν Χριστώ σωτηρίας, διά την έκθεσιν και την διατύπωσιν της χριστιανικής θεολογίας έχρησιμοποιήθησαν ευθύς έξ αρχής κατηγορίαι ελληνικαί. Πατερική θεολογία και καθολικότης, ελληνισμός και ιστορικότης αποτελούν τας συζύγους όψεις ενός μοναδικού και αδιαιρέτου δεδομένου".
Από το βιβλίο: "Η πορεία της Ρωσικής Θεολογίας", Θεολογία, Αλήθεια και Ζωή. Αθήναι 1962, σελ. 32 κ.ε.
Πηγή: εδώ

1 σχόλιο: