Γράφει ο π. Βασίλειος Καλλιακμάνης
α) Η Β’ Κυριακή της αγίας και Μεγάλης Τεσσαρακοστής είναι αφιερωμένη στον Άγιο Γρηγόριο Παλαμά (14ος αιώνας). Το έργο του, που στηρίζεται στην προγενέστερη χριστιανική παράδοση, έγινε συνοδικώς αποδεκτό από την Εκκλησία, που τον κατέταξε στη χορεία των μεγάλων διδασκάλων της. Οπότε, μετά την Κυριακή της Ορθοδοξίας τιμάται ο κατεξοχήν διδάσκαλος της ορθόδοξης πίστης, που λάμπρυνε την Εκκλησία και συνδέθηκε στενά με την ιστορία της Θεσσαλονίκης.
β) Ο Θεός, για τον Άγιο Γρηγόριο, δεν είναι αφηρημένη έννοια ή φιλοσοφική ιδέα, αλλά πρόσωπο ζων που καλεί σε κοινωνία τον άνθρωπο. Στους προφήτες και πατριάρχες της Παλαιάς Διαθήκης παρουσιαζόταν ως Μεγάλης βουλής Άγγελος ή «εν είδει ανθρώπου», αλλά στην περίοδο της Καινής Διαθήκης ο Θεός «κατ’ ουσίαν γέγονεν αληθώς άνθρωπος». Έτσι, κάθε βαπτισμένος χριστιανός κατά το μέτρο της δεκτικότητάς του μπορεί να γνωρίζει τον Θεό στο πρόσωπο του ενανθρωπήσαντος Υιού και Λόγου, που μετέχεται διά των μυστηρίων.
γ) Ακολουθώντας τους παλαιούς Πατέρες ο Άγιος Γρηγόριος διακρίνει στον Θεό την απρόσιτη και ακατάληπτη θεία ουσία από τις άκτιστες μεθεκτές θείες ενέργειες. Στην προνοητική και δημιουργική ενέργεια μετέχουν όλα τα όντα, ενώ στη ζωοποιό ενέργεια τα ζωντανά και στη σοφοποιό τα λογικά. Ο Θεός κάνει τα πάντα για να θεώσει τον άνθρωπο. Η άσκηση, η νηστεία και η προσευχή αποτελούν θετική απάντηση στη θεία πρόσκληση και συμβάλλουν στην άνθηση της χάρης του αγίου Βαπτίσματος και των δωρεών του αγίου Χρίσματος. Με τη χάρη αποκαλύπτεται η «εντός ημών βασιλεία» (Λουκ. 17,21) και ο «κρυπτός της καρδίας άνθρωπος» (Α’ Πέτρ. 3,4).
α) Η Β’ Κυριακή της αγίας και Μεγάλης Τεσσαρακοστής είναι αφιερωμένη στον Άγιο Γρηγόριο Παλαμά (14ος αιώνας). Το έργο του, που στηρίζεται στην προγενέστερη χριστιανική παράδοση, έγινε συνοδικώς αποδεκτό από την Εκκλησία, που τον κατέταξε στη χορεία των μεγάλων διδασκάλων της. Οπότε, μετά την Κυριακή της Ορθοδοξίας τιμάται ο κατεξοχήν διδάσκαλος της ορθόδοξης πίστης, που λάμπρυνε την Εκκλησία και συνδέθηκε στενά με την ιστορία της Θεσσαλονίκης.
β) Ο Θεός, για τον Άγιο Γρηγόριο, δεν είναι αφηρημένη έννοια ή φιλοσοφική ιδέα, αλλά πρόσωπο ζων που καλεί σε κοινωνία τον άνθρωπο. Στους προφήτες και πατριάρχες της Παλαιάς Διαθήκης παρουσιαζόταν ως Μεγάλης βουλής Άγγελος ή «εν είδει ανθρώπου», αλλά στην περίοδο της Καινής Διαθήκης ο Θεός «κατ’ ουσίαν γέγονεν αληθώς άνθρωπος». Έτσι, κάθε βαπτισμένος χριστιανός κατά το μέτρο της δεκτικότητάς του μπορεί να γνωρίζει τον Θεό στο πρόσωπο του ενανθρωπήσαντος Υιού και Λόγου, που μετέχεται διά των μυστηρίων.
γ) Ακολουθώντας τους παλαιούς Πατέρες ο Άγιος Γρηγόριος διακρίνει στον Θεό την απρόσιτη και ακατάληπτη θεία ουσία από τις άκτιστες μεθεκτές θείες ενέργειες. Στην προνοητική και δημιουργική ενέργεια μετέχουν όλα τα όντα, ενώ στη ζωοποιό ενέργεια τα ζωντανά και στη σοφοποιό τα λογικά. Ο Θεός κάνει τα πάντα για να θεώσει τον άνθρωπο. Η άσκηση, η νηστεία και η προσευχή αποτελούν θετική απάντηση στη θεία πρόσκληση και συμβάλλουν στην άνθηση της χάρης του αγίου Βαπτίσματος και των δωρεών του αγίου Χρίσματος. Με τη χάρη αποκαλύπτεται η «εντός ημών βασιλεία» (Λουκ. 17,21) και ο «κρυπτός της καρδίας άνθρωπος» (Α’ Πέτρ. 3,4).