Κυριακή 22 Δεκεμβρίου 2013

Η πολιτισμική επίδραση στην Ορθόδοξη Εκκλησία της Αμερικής




του Π. Εμμανουήλ Κλάψη, Καθηγητού της Θεολογικής Σχολής του Τιμίου Σταυρού της Βοστώνης, ΗΠΑ


Πως η εμπειρία της ζωής και γενικά το περιβάλλον έχει επιδράσει στη ζωή, τη πίστη, και το ήθος των Ορθοδόξων που ζουν στην Αμερική; Ποιά είναι η σχέση της Ορθόδοξης πίστης και της καθημερινής ζωής στην Αμερική; Η προσπάθεια να απαντήσουμε σ’ αυτές τις ερωτήσεις μας οδηγούν σ’ επανεκτίμηση της ιστορικής ταυτότητας της Ορθοδοξίας στην Αμερική σε σχέση με τα πολιτισμικά ερεθίσματα της Αμερικανικής κοινωνίας. Οι αλλαγές που η ταυτότητα των Ορθόδοξων Εκκλησιών έχει υποστεί στην Αμερική μπορεί να γίνουν κατανοητές μόνο αν ανατρέξουμε στίς αρχές του ερχομού της Ορθοδοξίας στη Αμερική όχι σαν αποτέλεσμα ιεραποστολής αλλά σαν ανάγκη των ανθρώπων που μετανάστευσαν από Ορθόδοξες χώρες για να βιώσουν την πολιτιστική και θρησκευτική τους ταυτότητα.

Γενικά, οι Ορθόδοξες εκκλησίες έφθασαν στο δυτικό ημισφαίριο πολύ αργότερα απο τις άλλες χριστιανικές εκκλησίες. Το πρώτο κύμα μετανάστευσης από την Ελλάδα στην Αμερική ήταν περίπου το 1880 και συνέχισε μέχρι που η Αμερική επέβαλε ποσοστώσεις στον αριθμό μεταναστών τη δεκαετία του 70’. Οι Ορθόδοξοι μετανάστες ήταν από την Ελλάδα και άλλες ορθόδοξες χώρες, τη Ρωσία, τη Ρουμανία, τη Σερβία, τον Λίβανο, τη Συρία. Οι μετανάστες από αυτές τις χώρες έφυγαν από τα σπίτια τους κυρίως για οικονομικούς λόγους. Αν και έφεραν μαζί τους στην Αμερική την Ορθόδοξη πίστη τους σαν βασική έκφραση της πολιτισμικής τους ταυτότητας, δεν έφεραν μαζί τους στην αρχή και τις εθνικές τους Ορθόδοξες εκκλησίες.

Η ίδρυση των Ορθόδοξων ενοριών και η παρουσία διαφόρων εθνικών Ορθόδοξων εκκλησιών έγινε πολύ αργότερα μετά την εγκατάστασή των μεταναστών σε διάφορες περιοχές της Αμερικής και την αναγνώριση από αυτούς πως είναι ανάγκη να οργανωθούν σε ενορίες για να κρατήσουν την συνοχή τους στο Νέο Κόσμο. Πολλαπλές ενορίες ενωμένες στην πίστη και τη λατρεία ιδρύθηκαν από τις διάφορες εθνικότητες ορθοδόξων από άκρη σε άκρη της Αμερικής για να εξυπερετήσουν τις ανάγκες των Ελλήνων, Ρώσων, Αλβανών, Λιβανέζων, Ιορδανών, Ρουμάνων, Σέρβων, Ουκρανών. 

Η ίδρυση εθνικών Ορθοδόξων εκκλησιών από Ορθόδοξου εκκλησιολογικής άποψης δεν ήταν βέβαια κανονική ή επιθυμητή αλλά ιστορική ανάγκη αφού η ενορία για τους μετανάστες δεν ήταν μόνο τόπος λατρείας αλλά και τόπος βίωσης της πολιτισμικής και συλλογικής τους ταυτότητας.

Το ήθος των Ορθοδόξων εκκλησιών στην Αμερική αρχικά διαμορφώθηκε από τις θρησκευτικές και κοινωνικές ανάγκες των μεταναστών που επιθυμούσαν να ακούνε και να διατηρούν τη γλώσσα τους, τον εθνικό πολιτισμό τους, και την θρησκευτική τους ταυτότητα, ελπίζοντας κάποια μέρα να επιστρέψουν στην πατρίδα τους. Οι ενορίες αρχικά είχαν ιερείς που έφεραν από τις χώρες της καταγωγής των μεταναστών και δεν είχαν κανένα ενδιαφέρον να συμμετέχουν καθ’ οιονδήποτε τρόπο στη ζωή της Αμερικανικής κοινοπολιτείας αφού ο μόνος σκοπός τους ήτανε να καλλιεργούν την πίστη, τη γλώσσα και τον εθνικό πολιτισμό των μεταναστών.

Η ίδρυση των Θεολογικών σχολών του Τιμίου Σταυρού το 1937 από την Ελληνική Αρχιεπισκοπή και του Αγίου Βλαδιμήρου το 1938 από τη Ρωσική Εκκλησία σημειώνουν ένα σημαντικό στάδιο στην ιστορία των Ορθοδόξων εκκλησιών της Αμερικής. Η ίδρυση τους σηματοδοτεί την αναπόφευκτη περίπλοκη διαπραγμάτευση και προσαρμογή των ορθοδόξων με τις υπάρχουσες κοινωνικές πραγματικότητες της Αμερικής και έτσι η Ορθοδοξία αρχίζει να αποτελεί μία ορατή παρουσία στο θρησκευτικό χώρο της Αμερικής. Η μεγάλη πλειοψηφία των μεταναστών αντί να επιστρέψουν στις χώρες καταγωγής τους αποφάσισαν να εγκατασταθούν μόνιμα στην Αμερική και να διαμορφώσουν την δική τους Αμερικανική ταυτότητα χωρίς βέβαια να εγκαταλείπουν την εθνική και θρησκευτική τους ταυτότητα. Η σχέση της Αμερικανικής τους πολιτισμικής ταυτότητας, της Ορθόδοξης πίστης και της εθνικής τους κληρονομιάς έχει περάσει από διαφορετικά στάδια ανάπτυξης , σύγκρουσης, αποσύνθεσης, σύνθεσης και ανασύνθεσης αντανακλώντας τις συναφειακές κοινωνικές πραγματικότητες που προκαλούν την αποσύνθεση και την ανασύνθεση παραδοσιακών δομών ζωής και πολιτισμικών ταυτοτήτων.

Ποια είναι όμως σήμερα η σημερινή κατάσταση των Ορθοδόξων στην Αμερική; Πως διαμορφώνεται η Ορθόδοξη ταυτότητα τους σε σχέση με τη πολιτισμική κληρονομιά των χωρών από τις οποίες πολλοί απ’ αυτούς μετανάστευσαν και την Αμερικανική πολιτισμική πραγματικότητα; Οι Ορθόδοξες εκκλησίες έχουν πλέον γίνει ένα αναπόσπαστο στοιχείο της Αμερικάνικης θρησκευτικής γεωγραφίας και αντιμετωπίζουν όλα τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι άλλες θρησκευτικές και πολιτισμικές κοινότητες της Αμερικής. 

Η έρευνα για τη θρησκευτική γεωγραφία της Αμερικής του Pew Forum on Religion and Public Life του 2008 μας προσφέρει πολλά διαφωτιστικά στοιχεία για να κατανοήσουμε την Ορθόδοξη ταυτότητα των πιστών σε σχέση με τη θρησκευτική ταυτότητα των Αμερικανών.

Οι Ορθόδοξοι της Αμερικής υπολογίζονται να είναι περίπου το 1% του Αμερικανικού πληθυσμού και το εισόδημά τους τους τοποθετεί στη μέση και στην ανώτερη τάξη των Αμερικανών.


Το 28% των Ορθοδόξων είναι απόφοιτοι Πανεπιστημίων και 18% έχουν μεταπτυχιακά διπλώματα, ενώ 22% έχουν μερική πανεπιστημιακή μόρφωση. Το 58% είναι παντρεμένοι αλλά μόνο το 30% έχουν από ένα μέχρι τρία παιδιά. Το 45% των Ορθοδόξων αυτοπροσδιορίζονται πολιτικά μετριοπαθείς στην πολιτική τους ιδεολογία, ενώ το 30% τοποθετούνται σαν συντηρητικοί και το 20% σαν φιλελεύθεροι.

Σχετικά με τη πίστη τους, το 71% έχουν δυνατή πίστη στο Θεό αλλά μόνο 56% θεωρούν τη πίστη τους αναγκαία για τη ζωή τους. Το 60% προσεύχεται στο Θεό καθημερινά και οι υπόλοιποι εβδομαδιαίως ή σπάνια. Οι περισσότεροι Ορθόδοξοι πηγαίνουν στην Εκκλησία μία φορά το μήνα ή μερικές φόρες το χρόνο ενώ το 26% εκκλησιάζεται κάθε Κυριακή. Η Αγία Γραφή θεωρείται στην κυριολεξία ο Λόγος του Θεού μόνο από το 26% των Ορθοδόξων ενώ το 33% θεωρεί πως δεν είναι ο Λόγος του Θεού λέξη προς λέξη και το 29% πως η Αγία Γραφή έχει γραφτεί από ανθρώπους. Όσον αφορά την ερμηνεία της Ορθόδοξης πίστης το 68% πιστεύει πως υπάρχουν περισσότερες από μία ερμηνείες και μόνο 28% πιστεύουν πως υπάρχει μόνον ένας τρόπος ερμηνείας και διδασκαλίας της Ορθόδοξης πίστης. Σχετικά με την σωτηρία, το 70% των Ορθοδόξων πιστεύουν πως πολλές άλλες θρησκείες μπορεί να οδηγήσουν στην αιώνιο ζωή και μόνο το 20% πιστεύει πως μόνο στη Ορθόδοξη εκκλησία υπάρχει σωτηρία. Το 43% των Ορθοδόξων πιστεύουν πως η κυβέρνηση θα πρέπει να προστατεύει και να καλλιεργεί ηθικές αξίες και αρχές στη κοινωνία ενώ το 48% πιστεύει πως πολυανακατεύεται κάνοντας νόμο την ηθική. Το 60% των Ορθοδόξων υποστηρίζουν την ανάγκη να προστατεύει η κυβέρνηση νομοθετικά το περιβάλλον, ενώ μόνο 30% πιστεύει πως αυτό δεν είναι αναγκαίο. Για το θέμα της Ομοφυλοφιλίας, το 48% πιστεύει πως η κοινωνία πρέπει να την αποδεχθεί, ενώ το 30% πιστεύει πως η κοινωνία δεν θα πρέπει να την ενθαρρύνει. Για το θέμα των αμβλώσεων το 24% (18% σε γενικό εθνικό επίπεδο) πιστεύει πως θα πρέπει να νομιμοποιηθούν για όλες τις περιπτώσεις, τό 28% για τις περισσότερες και 20% θέλει να είναι παράνομες χωρίς εξαιρέσεις.

Ανάφερα όλες αυτές τις λεπτομέρειες από την ερεύνα προκειμένου να εμπεδώσω τη θέση πως οι Ορθόδοξοι χριστιανοί της Αμερικής έχουν πλήρως ενσωματωθεί στην θρησκευτική και ηθική γεωγραφία της Αμερικανικής κοινοπολιτείας. Η πίστη και οι ηθικές τους αρχές αντανακλούν τις αντιλήψεις και την πίστη της μέσης και ανώτερης τάξης των Αμερικανών. Βασισμένοι στα αποτελέσματα αυτής της έρευνας είναι φανερό πως οι αντιλήψεις για τις πολλαπλές ερμηνείες της πίστης, για τη σωτηρία μέσω άλλων θρησκευτικών παραδόσεων, την ομοφυλοφιλία και τις αμβλώσεις αποδεικνύουν πως ένα σημαντικό κομμάτι των Ορθοδόξων της Αμερικής διαμορφώνουν τη θρησκευτική και ηθική τους ταυτότητα ανεξάρτητα από την επίσημη διδασκαλία της ποιμένουσας εκκλησίας. Έχουν διαμορφώσει αυτή τη διαφοροποίηση χωρίς να αρνούνται τη βαθυά πίστη τους στο Θεό και παράδοση σαν αντανάκλαση του μορφωτικού τους επιπέδου και των συναφειακών πραγματικοτήτων της Αμερικανικής κοινωνίας.

Την τελευταία τριακονταετία η ιδιομορφία των Ορθοδόξων ενοριών στην Αμερική είχε υποστεί σημαντικές αλλαγές σαν αποτέλεσμα της ραγδαίας κοινωνικής ανόδου των Ορθοδόξων, το μορφωτικό τους επίπεδο και την άμεση και έμμεση επικοινωνία και σχέση με την Αμερικανική κοινωνία και συγκεκριμένα με ανθρώπους άλλων θρησκειών, εθνότητας, φύλου και πολιτισμού. Οι γάμοι μεταξύ ορθοδόξων και άλλων χριστιανικών κοινοτήτων και θρησκειών βρίσκονται σε ανοδική πορεία. Στην Ελληνική Αρχιεπισκοπή, οι μεικτοί γάμοι ξεπερνούν το 60% που τελούνται κάθε χρόνο. Για τους νέους ούτε η εθνότητα αλλά ούτε και η θρησκευτική και πολιτισμική ετερότητα αποτελούν εμπόδιο για να ενώσουν τη ζωή τους με το άνθρωπο που αγαπούν. 

Η δεύτερη και τρίτη γενιά ομογενών προτιμούν να ομιλούν και να εκφράζονται με την γλώσσα της χώρας στην οποία ζουν, την αγγλική και όχι στα ελληνικά, αραβικά, ρωσικά ή σλαβικά. Αντιλαμβάνονται την Ορθόδοξη ταυτότητά τους πολύ διαφορετικά από τους γονείς τους η όπως αυτοί οι ίδιοι την είχαν αντιληφθεί πρίν μια ή δυό δεκαετίες. Αποδεσμεύουν την θρησκευτική τους ταυτότητα από τις πολιτισμικές και εθνικές της εκφράσεις και αναζητούν να την ανασυγκροτήσουν σε σχέση με επιλεγμένα πολιτισμικά στοιχεία που διαμορφώνουν την Αμερικανική ιδιομορφία. 

Η βασική αρχή που κατευθύνει αυτή την επαναδιαπραγμάτευση της ορθόδοξης ταυτότητας από τη δεύτερη και τρίτη γενιά είναι η προσωπική αυτονομία. Συνειδητά ή ασυνείδητα οι νέοι έχουν κάποια σχετική αντιπάθεια και δεν εμπιστεύονται τους θεσμούς, τις οργανώσεις και τις παραδόσεις που διαμόρφωναν στα παραδοσιακά πλαίσια την θρησκευτική και πολιτισμική ταυτότητα και συμπεριφορά τους. Κάθε άτομο διεκδικεί το δικαίωμα να διαμορφώσει ο ίδιος την ιδιοπροσωπία του σύμφωνα με τις προσωπικές του υπαρξιακές αναζητήσεις και αντλώντας στοιχεία από την Ορθόδοξη παράδοση, το Αμερικανικό πολιτιστικό περιβάλλον και την εθνική πολιτιστική του κληρονομιά. Δεν αποδέχεται εξ ολοκλήρου τη δεδομένη θρησκευτική και πολιτισμική ταυτότητα η οποία διαμόρφωνε αποκλειστικά την ανθρώπινη ταυτότητα σε παραδοσιακές κοινωνίες. Βέβαια μέσα στα ατομικά πλαίσια προσδιορισμού της ατομικής ταυτότητας υπάρχει αναζήτηση αληθινής κοινωνίας και επικοινωνίας, αλλά κατά τη γνώμη μου αυτή η αναζήτηση γίνεται πάντοτε από τη σκοπιά του ατομισμού.

Η ατομικοποίηση της Ορθοδοξίας και η αποδέσμευσή της από τις παραδοσιακές εθνικές και πολιτιστικές εκφράσεις οδηγεί στην ανάπτυξη πολλαπλών αντιλήψεων και εκφράσεων της Ορθοδοξίας μέσα στην Ορθόδοξη εκκλησία. Αυτή η πολλαπλότητα μπορεί να βάλει σε κίνδυνο την ενότητα της Εκκλησίας αφού οι θεσμικοί παράγοντες της εκκλησίας έχουν εκ των πραγμάτων περιορισμένες δυνατότητες να πείσουν αυτούς που έχουν διαμορφώσει τη δική τους ορθόδοξη ταυτότητα για την ανάγκη να διορθώσουν, να εμπλουτίσουν ή να επαναπροσδιορίσουν την εξατομικευμένη ορθόδοξη ταυτότητα τους. Ίσως η Ορθόδοξη Εκκλησία θα πρέπει να μάθει να ζει και να εκφράζεται με πολλαπλές διαφοροποιημένες Ορθοδοξίες και να ανακαλύπτει την ενότητα της πίστης στο Θεό, στην ευχαριστία, τη Βίβλο και τη διακονία του φτωχού. 

Τι σημαίνει όμως αυτή η εξατομίκευση της Ορθοδοξίας στην μετανεωτερική κοινωνία όπως βιώνεται στην Αμερική; Η απάντηση σ’ αυτό το ερώτημα θα φωτιστεί από τις παρατηρήσεις του Αμερικανού Φιλοσόφου Charles Taylor. Αναμφίβολα η βασική πολιτισμική αλλαγή της μετανεοτερικότητας είναι σύμφωνα με τον Taylor η μαζική στροφή στο υποκείμενο. Η μαζική στροφή στο υποκείμενο αναφέρεται στην αποστροφή του μετανεοτερικού ανθρώπου από μία ζωή που βιώνεται σαν συμμόρφωση σε εξωτερικούς ή αντικειμενικούς ρόλους και υποχρεώσεις, και στροφή σε τρόπο ζωής που διαμορφώνεται από υποκειμενικές υπαρξιακές αναζητήσεις. Σ’ αυτή την περίπτωση οι υποκειμενικές αρχές και αναζητήσεις γίνονται τα προνομιακά κριτήρια που νοηματοδοτούν και καθορίζουν την ταυτότητα του μετανεωτερικού ανθρώπου. Η καλή ζωή στη προκειμένη περίπτωση ταυτίζεται με το να ζει κανείς με συνείδηση της αυτοΰπαρξης του, με το να εμπλουτίζει το είναι του με τρόπους αντιμετώπισης των αρνητικών συναισθημάτων και ανακαλύπτοντας τρόπους και τόπους στους οποίους η ατομική ή συλλογική ποιότητα της ζωής μπορεί να καλυτερεύσει.

Ο σκοπός είναι όχι να ακολουθήσεις την πεπατημένη οδό αλλά να χαράξεις τη δική σου πορεία βασισμένος στις υποκειμενικές σου τάσεις, επιθυμίες και ευχαριστήσεις. Να γίνεις όχι αυτό που οι άλλοι θέλουν αλλά αυτό που πραγματικά είσαι, να ανακαλύψεις τον εαυτό ςου και να ζήσεις το είναι σου. Έτσι η βασική ανθρωπολογική αξία είναι η υποκειμενικότητα, να ζει κανείς πρωταρχικά σε άμεση σχέση με τον βαθύτερο εαυτό του.

Αυτή η στροφή στο υποκείμενο έχει περιγραφεί σαν απόλυτη επικράτηση και θρίαμβος του ατομικισμού, και αποθέωση του εγωκεντρισμού, που απειλεί κάθε μορφή συλλογικής ζωής, θρησκευτικής, πολιτισμικής, εθνικής , και πολιτικής. Άλλοι θεωρούν πως αυτός ο πολιτισμός του υποκειμενισμού είναι η μεγαλύτερη απελευθέρωση των ανθρωπίνων δυνατοτήτων, γιατί δίνει τη δυνατότητα στους ανθρώπους να είναι υπεύθυνοι για τις επιλογές της ζωής. Σύμφωνα με τον Taylor, ο πολιτισμός του υποκειμενισμού δεν θα πρέπει να απορριφθεί εξ ολοκλήρου, αλλά ούτε να γίνει αποδεκτός χωρίς κριτική. Θα πρέπει να δώσουμε την δυνατότητα στους ανθρώπους της μετανεωτερικότητας να διακρίνουν πως οι ανθρώπινες σχέσεις και ηθικές αξίες χρειάζονται για την κατανόηση του υποκειμένου και την υπαρξιακή ολοκλήρωση. Μια τέτοια αντίληψη προϋποθέτει πως οι άνθρωποι δεν δεσμεύονται από διάφορες κοινωνικές εξελίξεις που τους καθορίζουν και μπορούν να απελευθερωθούν απ’ αυτές αν τους παρουσιάσουμε δυνατά επιχειρήματα εναντίον του ατομικισμού και του χρησιμοθηρικού λόγου.

Σε μια ελεύθερη δημοκρατική κοινωνία, οι άνθρωποι έχουν τη δυνατότητα να επιλέξουν τι θέλουν να είναι και με ποιόν να συνάψουν σχέσεις. Η φύση αυτής της ελευθερίας σημαίνει πως οι άνθρωποι με τις επιλογές τους μπορεί να υποβιβάσουν την ηθική τους υπόσταση με το να χάσουν την ανθρωπιά τους ή να εκφράσουν με το τρόπο της ζωής τους το καλύτερο της ανθρώπινης φύσης. Τίποτε δεν μας διαβεβαιώνει πως ο άνθρωπος στην ελεύθερη του ύπαρξη θα οδηγηθεί αναγκαστικά μόνο προς τις καλύτερες εκφράσεις της ανθρώπινης φύσης του. Τα θετικά στοιχεία συνυπάρχουν με τα αρνητικά, το καλό με το κακό, το ωραίο με το άσχημο, το δημιουργικό με το καταστρεπτικό. 

Ο φιλόσοφος Charles Taylor τονίζει ότι αν το καλό σε μιά ελεύθερη κοινωνία δεν είναι προκαθορισμένο, τότε και το κακό δεν είναι και αυτό εκ των προτέρων προκαθορισμένο. Είναι στη φύση της ελεύθερης κοινωνίας να διαμορφώνει το είναι της σαν μια συνεχόμενη αντιπαράθεση μεταξύ θετικών και αρνητικών εκφράσεων της ελευθερίας. Όσο ζούμε, η πάλη θα είναι διαρκής και ούτε η μία ούτε η άλλη έκφραση της ελευθερίας αφ’ εαυτής μπορεί να επιβληθεί στο ιστορικό γίγνεσθαι. Προς το παρόν μπορεί η μία διάσταση να φαίνεται πως επικρατεί τουλάχιστον για λίγο χρόνο κατά κάποιο τρόπο. Υπάρχει πάντοτε η δυνατότητα μέσα από κοινωνική δράση, πολιτική αλλαγή και το κέρδισμα της καρδιάς και του νου των ανθρώπων να αυξήσουμε τις δυνατότητες μιας καλύτερης κοινωνίας τουλάχιστον για λίγο.

Οι σκέψεις του Charles Taylor μας βοηθούν να απελευθερωθούμε από τη κουλτούρα της απαισιοδοξίας που έχει δραματικά αναπτυχθεί τοn τελευταίο καιρό. Κατά τη κρίση του η κουλτούρα της απαισιοδοξίας δεν είναι μόνο λανθασμένη αλλά και αντιπαραγωγική. Ένας τρόπος για να διαλεχθούμε με το μετανεωτερικό άνθρωπο είναι να εισέλθουμε στον κόσμο του, προκειμένου να διαλέχθούμε για τις προϋποθέσεις και τις επιπτώσεις του υπερτονισμού της υποκειμενικότητας. Παράλληλα να αναζητήσουμε από κοινού όλα τα στοιχεία και τις αξίες που οδηγούν στην ανθρώπινη ολοκλήρωση. Όταν εκ των προτέρων ο πολιτισμός του υποκειμενισμού απορρίπτεται ή γελοιοποιείται μαζί με τις πρακτικές του εφαρμογές, τότε ο διάλογος σταματάει και σταματάει κάθε δυνατότητα επαναπροσδιορισμού του.

Έχοντας υπ’ όψιν την σπουδαιότητα και την επίδραση του υποκειμενισμού στην θρησκευτική γεωγραφία, είναι βέβαιο πως οι εκφράσεις των θρησκειών που καθοδηγούν τους πιστούς να ζούν την πίστη τους συμμορφούμενοι σε εξωτερικές αρχές, αγνοώντας τις υποκειμενικές διαστάσεις της πίστης, θα είναι σε διαρκή πτώση και παρακμή. 

Αντίθετα αυτές οι εκφράσεις της θρησκευτικής ζωής που βοηθούν τους πιστούς να ζούν την πίστη τους σε άμεση σχέση με τις υπαρξιακές υποκειμενικές τους αναζητήσεις θα αυξάνονται. Επανερχόμενοι στα ορθόδοξα εκκλησιολογικά πλαίσια, αυτό που προτείνει ο Taylor είναι να δοθεί προτερεότητα στις χαρισματικές και όχι θεσμικές διαστάσεις της εκκλησίας στο σύγχρονο κόσμο, χωρίς αυτό να σημαίνει πως το θεσμικό στοιχείο δεν είναι αναγκαίο. Εάν η Εκκλησία βασισμένη στη χαρισματική της αλήθεια νοηματοδοτήσει τη ζωή των πιστών τότε η αναγκαιότης της θεσμικής εκκλησίας θα είναι αυτονόητη.

http://www.amen.gr/article16319

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου