Πέμπτη 17 Ιουλίου 2014

Ο ΑΓΙΟΣ ΚΟΣΜΑΣ ΤΗΣ ΜΟΥΖΑΚΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ


Μιχ. Παντούλας, Φιλόλογος - Ερευνητής 

Στην εφημερίδα «Dita» των Τιράνων δημοσιεύθηκε, προσφάτως, άρθρο του καθηγητή κ. Πελούμπ Τζούφι με τίτλο: «Ο Άγιος Κοσμάς και η αποστολή του στην Αλβανία»1. Στόχος του, όπως ο ίδιος ομολογεί στην αρχή του κειμένου, ήταν “να απογυμνωθεί ο Άγιος Κοσμάς από το μυθολογικό φλοιό που περιβάλλει την προσωπικότητα του”. Η απολυτότητα, που διακρίνει τη συγκεκριμένη διατύπωση, δημιουργεί από την αρχή προβλήματα αντικειμενικότητας στην αναζήτηση της αλήθειας από τον κ. Τζούφι. Υποθέτω πως ο ίδιος γνωρίζει καλύτερα όλων ότι η στρατευμένη αρθρογραφία είναι έννοια παντελώς ασύμβατη με την επιστημονική έρευνα, που θεραπεύει ο ακαδημαϊκός χώρος. Αλλά αυτό αφορά τον καθηγητή κ. Τζούφι και την επιστημονική αξιοπιστία του, που εκ του αποτελέσματος φαίνεται να μην τον απασχολεί σοβαρά. Προφανώς ο σκοπός του άρθρου ήταν άλλος!!! 

Ας πάρουμε, όμως, τα πράγματα από την αρχή. Κατά πρώτον ο τίτλος του άρθρου είναι διατυπωμένος έτσι, ώστε να υπονοείται διατεταγμένη υπηρεσία του ιερομόναχου Κοσμά στην Αλβανία. Αυτό δεν είναι αληθές. Και τούτο γιατί η μελέτη των σωζόμενων επιστολών και διδαχών του καταδεικνύει ότι δεν υπήρξε καμία διαφοροποίηση όσον αφορά το περιεχόμενο του βασικού μηνύματος του Κοσμά προς τους χειμαζόμενους ορθόδοξους πληθυσμούς των Βαλκανίων, που ήταν η διατήρηση της ορθόδοξης χριστιανικής πίστης ως ιδεολογικού όπλου επιβίωσης των ραγιάδων απέναντι στον κυρίαρχο μωαμεθανισμό του Τούρκου κατακτητή2. 

Το δεύτερο που διαπιστώνει ο αναγνώστης του άρθρου του κ. Τζούφι είναι τα προφανή ιστορικά λάθη, που εμφυλοχωρούν στο κείμενο του. Για παράδειγμα:

1.Είναι λάθος ότι ο απαγχονισμός του ιερομόναχου Κοσμά έγινε στο Κολικόντασι. Το σωστό είναι ότι ο Κοσμάς μαρτύρησε στο χωριό Μόγιαλι του Φίερι3 και η ταφή του έγινε στο Κολικόντασι, καθώς εκεί βρέθηκε το νεκρό σώμα του παρασυρμένο από τα νερά του ποταμού Άψου (Σέμανι). 2.Η εικοσάχρονη περιοδεία του ιερομόναχου Κοσμά από τα περίχωρα της Κωνσταντινούπολης, την Ανατολική Ρωμυλία, την Ανατολική–Κεντρική και Δυτική Μακεδονία, τη Θεσσαλία, τα νησιά του Αιγαίου και του Ιονίου, τη Στερεά Ελλάδα, το Μοναστήρι και την Αχρίδα έως την Αλβανία και την Ήπειρο πραγματοποιήθηκε με την άδεια και ευλογία των Οικουμενικών Πατριαρχών Σεραφείμ Β΄, Σαμουήλ και Σωφρονίου Β΄. Ουδέποτε εκδόθηκε ειδικό φιρμάνι από Σουλτάνο για τις περιοδείες του Κοσμά. Ο ισχυρισμός αυτός του κ. Τζούφι καταρρίπτεται από τον ίδιο, όταν στο συγκεκριμένο άρθρο επικαλείται επιστολή του Κοσμά προς τον καδή των Φιλιατών Θεσπρωτίας να επιτραπεί η περιοδεία στην περιοχή ευθύνης του. Το ερώτημα είναι απλό. Εάν υπήρχε το ειδικό φιρμάνι του Σουλτάνου προς τι το γραπτό αίτημα για το ίδιο θέμα σε έναν τοπικό ιεροδικαστή; Κι ακόμη πώς θα τολμούσε ο Κουρτ Πασάς του Βερατίου να διατάξει τον απαγχονισμό του Κοσμά; 

3.Η αναφορά του κ. Τζούφι ότι το Οικουμενικό Πατριαρχείο διόρισε τον ιερομόναχο Κοσμά “Γενικό Επιθεωρητή των Ελληνικών Σχολείων” είναι ψευδής. Το αληθές είναι ότι ορίστηκε “Γενικός Αποστολικός Ιεροκήρυκας της Ανατολικής Εκκλησίας”4. Με αυτή την ιδιότητα περιόδευσε στα Βαλκάνια. Το πρώτο με το δεύτερο δεν έχουν καμία σχέση. Είναι δε απορίας άξιο πώς κατάφερε και τα ταύτισε ο κ. Τζούφι. 

4.Ο ιερομόναχος Κοσμάς δεν ήταν “ο ημιμαθής άγιος από την Αιτωλία”, όπως σημειώνει ο κ. Τζούφι. Ισχύει το αντίθετο, καθώς, εκτός από τα εγκύκλια γράμματα και την πολυετή μελέτη του στις βιβλιοθήκες του Αγίου Όρους, ήταν γνώστης τριών τουλάχιστον γλωσσών πέραν της Ελληνικής και διετέλεσε φοιτητής στην περίφημη Αθωνιάδα Ακαδημία5, από τα αρχαιότερα ευρωπαϊκά ακαδημαϊκά ιδρύματα, με διευθυντή τον Ευγένιο Βούλγαρη το σημαντικότερο διαφωτιστή στη Νοτιοανατολική Ευρώπη.

5.Στις 24 Αυγούστου κάθε χρόνου η μνήμη του Αγίου Κοσμά δεν εορτάζεται μόνο από την Εκκλησία της Ελλάδας και την Ορθόδοξη Αυτοκέφαλη Εκκλησία της Αλβανίας, όπως ισχυρίζεται ο κ. Τζούφι. Στις 20 Απριλίου 1961, όταν η Ορθόδοξη Εκκλησία της Αλβανίας είχε διαλυθεί από το καθεστώς Ενβέρ Χότζα, το Οικουμενικό Πατριαρχείο, με τη σύμφωνη γνώμη όλων των Ορθόδοξων Πατριαρχείων και των Αυτοκέφαλων Εκκλησιών, κατέταξε τον Κοσμά στη χορεία των αγίων της Οικουμενικής Ορθοδοξίας6. Είμαι βέβαιος ότι το γεγονός αυτό το γνωρίζει ο καθηγητής κ. Τζούφι, όπως επίσης ότι η αγιότητα του Κοσμά είχε καταγραφεί στη συνείδηση του λαού, χριστιανών και μουσουλμάνων, πολύ πριν το μαρτύριό του. Γι’ αυτό και στον τάφο του, στο Κολικόντασι, προσέτρεχαν από την πρώτη στιγμή χιλιάδες λαού ανεξαρτήτως θρησκεύματος7. Το ίδιο και στο μοναστήρι που έχτισε προς τιμή του ο Αλή Πασάς το 1814-1815, ενώ λατρευτικές εικόνες του Αγίου Κοσμά άρχισαν να φιλοτεχνούνται σε όλη τη βαλκανική από το 1779 κ.ε.8. Η μελέτη των επιγραφών των εικόνων αυτών ακυρώνει τον ισχυρισμό του κ. Τζούφι ότι στον ελλαδικό χώρο καταγράφεται ως “εθνομάρτυρας ή απόστολος του Ελληνισμού”. Τα προσωνύμια, που ακολουθούν το όνομα Κοσμάς, είναι παντού τα ίδια. Τα συναντά κανείς στις εικόνες ανεξαρτήτως αν αυτές βρίσκονται στην Αλβανία, στην Ελλάδα ή αλλού και αποτυπώνουν αυτό που πραγματικά ήταν: ιερομόναχος, ιεροκήρυξ, ασκητής, αθλητής, νεομάρτυς, ιερομάρτυς, οσιομάρτυς, απόστολος, ισαπόστολος και μετά το 1961 Αιτωλός. Εξαίρεση σε αυτόν τον κανόνα αποτελεί φορητή εικόνα (Μονή Αγίου Κοσμά στην Αρναία Χαλκιδικής, αρχές 20ου αιώνα) στο άνω μέρος της οποίας υπάρχει η επιγραφή: Ο ΑΓΙΟΣ ΙΕΡΟΜΑΡΤΥΣ ΚΑΙ ΙΣΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΤΗΣ ΑΛΒΑΝΙΑΣ ΚΟΣΜΑΣ που επίσης απηχεί την πραγματικότητα, όπως αυτή είναι καταγεγραμμένη διαχρονικά στη συνείδηση των Αλβανών ορθοδόξων και όχι μόνο. Αψευδής μάρτυρας η τοιχογραφία του Αγίου Κοσμά του έτους 1960, μεσούντος του κομμουνιστικού καθεστώτος, στο χωριό Bubullima της Λιούσνιας9. 

6.Και το τελευταίο προφανές ιστορικό λάθος του. Την άδεια για τη δεύτερη περιοδεία του ιερομόναχου Κοσμά τη χορήγησε ο Οικουμενικός Πατριάρχης Σαμουήλ και όχι “το όργανο του Σουλτάνου, Σωφρόνιος Β΄”, όπως τον χαρακτηρίζει ο κ. Τζούφι. Ο συγκεκριμένος Πατριάρχης χορήγησε την άδεια για την τρίτη περιοδεία με το εξής αιτιολογικό: “Τον κίνδυνον των εξισλαμισμών κατειδών ο αείμνηστος τότε αρχηγός της Εκκλησίας Πατριάρχης Σωφρόνιος ο Β’ έγνω ν’ αποστείλει τον σοφόν τούτον κληρικόν Κοσμάν, εις τα απειλούμενα διαμερίσματα”10. Ο αγώνας, λοιπόν, για την αποτροπή των ομαδικών εξισλαμισμών, που απειλούσαν να αλλοιώσουν την φυλετική και εθνολογική σύνθεση των λαών της βαλκανικής, ακυρώνει την εκτίμηση του κ. Τζούφι ότι ο Πατριάρχης Σωφρόνιος Β’ ήταν “όργανο του Σουλτάνου”. Εκτός κι αν στη συγκεκριμένη διατύπωση υποκρύπτεται η λύπη του για το γεγονός ότι η παρουσία του ιερομόναχου Κοσμά απέτρεψε σημαντικό αριθμό Αλβανών να ασπαστούν τη θρησκεία (μωαμεθανισμό) του Τούρκου κατακτητή, παραμένοντας σταθεροί στην πατρώα πίστη. Τούτο, όμως, δεν είναι προς κατηγορία αλλά προς έπαινο. 

Η τρίτη παρατήρησή μου στο άρθρο του καθηγητή κ. Τζούφι έχει σχέση με την αλλοίωση, κατά την μεταφορά στην αλβανική γλώσσα, αποσπασμάτων από τις γραπτές πηγές που επικαλείται. Η πράξη αυτή είναι επιστημονικά απαράδεκτη, ηθικά ανεπίτρεπτη και καταδικαστέα από το σύνολο της ακαδημαϊκής κοινότητας. Ας πάρουμε δύο παραδείγματα: α) Μεταξύ του τίτλου του άρθρου και της πρώτης παραγράφου του κειμένου, ο κ. Τζούφι παραθέτει το εξής απόσπασμα: “Μάθετε τα παιδιά σας να μιλούν την ελληνική γλώσσα διότι η εκκλησία και το έθνος μαςείναι ελληνικά… Καλύτερα να έχετε ένα σχολείο ελληνικό στο χωριό σας παρά να έχετε κήπους, δάση ή ποτάμια”. Το απόσπασμα είναι από την 5ηΔιδαχή του ιερομόναχου Κοσμά11, που στην αυθεντική του διατύπωση είναι το παρακάτω: “…να σπουδάζετε τα παιδιά σας να μανθάνουν ελληνικά, διότι η εκκλησία μας είναι εις την ελληνικήν. Και αν δεν σπουδάσεις ελληνικά, αδελφέ μου, δεν ημπορείς να καταλάβεις εκείνα όπου ομολογεί η εκκλησία μας. Καλύτερον, αδελφέ μου, να έχεις ελληνικόν σχολείον εις την χώρα σου, παρά βρύσες και ποτάμια. Και ωσάν μάθεις το παιδί σου γράμματα, τότε λέγεται άνθρωπος”. Από την αντιπαραβολή των δύο κειμένων γίνεται αμέσως αντιληπτή η βάρβαρη παραχάραξη, στην οποία κατέφυγε ο κ. Τζούφι προκειμένου να αλλοιωθεί και να ενοχοποιηθεί το πραγματικό νόημα των λόγων του Κοσμά, ώστε οι αναγνώστες να παρασυρθούν σε λάθος συμπεράσματα. Συγκεκριμένα στην αυθεντική φράση του ιερομόναχου Κοσμά “… διότι και η εκκλησία μας είναι εις την ελληνικήν [γλώσσαν]” ο κ. Τζούφι πρόσθεσε αυθαίρετα τις λέξεις “και το έθνος μας”. Κατασκεύασε, έτσι, την πρόταση “διότι η εκκλησία και το έθνος μας είναι ελληνικά” και για προπαγανδιστικούς λόγους την απέδωσε στον Κοσμά. Γνωρίζει, βεβαίως, ο καθηγητής κ. Τζούφι ότι η λέξηέθνος απουσιάζει παντελώς απ’ το λεξιλόγιο του, ενώ τη λέξη γένος τη χρησιμοποιεί μόνο όταν αναφέρεται στο ανθρώπινο γένος ή στο γένος των ορθοδόξων. Υπάρχει και κάτι άλλο, που, επίσης, δεν αγνοεί ο κ. Τζούφι. Τη λέξηΈλληνες ο ιερομόναχος Κοσμάς τη μεταχειρίζεται πάντοτε με τη σημασία του ειδωλολάτρη. Είναι χαρακτηριστικό το παρακάτω απόσπασμα από διδαχή του: “Δεν είσθε Έλληνες, δεν είσθε ασεβείς, αιρετικοί, άθεοι, αλλ’ είσθε ευσεβείς ορθόδοξοι Χριστιανοί”12. Από τα προαναφερθέντα γίνεται φανερό ότι ο ιερομόναχος Κοσμάς πίστευε πως η στερέωση της ορθόδοξης χριστιανικής πίστης και εξ αυτού του γεγονότος η αποτροπή των εξισλαμισμών ήταν ταυτόσημα με τη γνώση της ελληνικής γλώσσας, καθώς στα ελληνικά ήταν πρωτοδιατυπωμένα όλα τα ιερά βιβλία και τα δόγματά της. Αλήθεια αυτονόητη που βρήκε την απόλυτη δικαίωση στο πρόσωπο του Φαν Νόλι, ο οποίος μετέφρασε επιτυχώς από την ελληνική στην αλβανική γλώσσα μεγάλο μέρος από τον πλούτο της ορθόδοξης θεολογίας και λατρείας, όντας ο ίδιος βαθύς γνώστης της αρχαίας, μεσαιωνικής και νέας ελληνικής γλώσσας13. Ο κ. Τζούφι τα γνωρίζει όλα αυτά γι’ αυτό και επιχείρησε τη λαθροχειρία στο συγκεκριμένο απόσπασμα από τη Διδαχή του Κοσμά. Μόνο που ψεύτης και ο κλέφτης τον πρώτο χρόνο χαίρονται… β) Στο άρθρο του κ. Τζούφι εμπεριέχεται, επίσης, απόσπασμα επιστολής του ιερομόναχου Κοσμά προς τον κατή (ιεροδικαστή) των Φιλιατών Θεσπρωτίας, για τη χορήγηση άδειας να περιοδεύσει στην περιοχή του. Το απόσπασμα που δημοσίευσε έχει ως εξής: “Εγώ, κύριε μου, ως υπηρέτης του κυρίαρχου μου, του Σουλτάνου Χαμίτ, περιέρχομαι από χωριό σε χωριό για να πείσω τους Χριστιανούς να τηρήσουν την πίστη του Θεού και να υπακούσουν στις εντολές του σουλτάνου, όπως έχω εντολή από τον Πατριάρχη και τους προύχοντες της Εκκλησίας…”. Το αυθεντικό, όμως, κείμενο της επιστολής του Κοσμά είναι το παρακάτω: “… εγώ, αφέντη μου, ωςΧριστιανός και ανάξιος δούλος του αγίου Θεού και ραγιάς του βασιλέως μου Σουλτάν Χαμίτ, προσταζόμενος υπό πατριαρχών και αρχιερέων μου περιπατώ και διδάσκω τους Χριστιανούς να φυλάγωσι τας εντολάς του Θεού και να πείθονται εις τας κατά Θεόνβασιλικάς προσταγάς…”. Από το πρωτότυπο κείμενο ο κ. Τζούφι αφαίρεσε δύο κρίσιμα στοιχεία. Το πρώτο είναι ο αυτοπροσδιορισμός του ιερομόναχου Κοσμά “Χριστιανός και ανάξιος δούλος του αγίου Θεού”, που προηγείται της ιδιότητας “ραγιάς του σουλτάν Χαμίτ”.Tο δεύτερο είναι το προσδιοριστικό “κατά Θεόν”, που ορίζει με απόλυτη σαφήνεια το περιεχόμενο των σουλτανικών διαταγών με τις οποίες θα μπορούσαν να συμφωνήσουν οι ορθόδοξοι χριστιανοί. Προφανής στόχος του κ. Τζούφι ήταν να παρουσιαστεί ο ιερομόναχος Κοσμάς ως όργανο του σουλτάνου. Δεν σταματά, όμως, εδώ. Για να προσδώσει περισσότερη αληθοφάνεια στις συκοφαντίες του εναντίον του Κοσμά, τις περιπλέκει με κινήσεις εξεγερμένων Αλβανών εναντίον της Υψηλής Πύλης, τοποθετώντας χρονικά την επιστολή του προς τον κατή των Φιλιατών στις 13 Ιουνίου 1767. Γνωρίζει, βεβαίως, ο κ. Τζούφι, ότι ο αληθής χρόνος σύνταξης της επιστολής αυτής είναι το έτος 177914, δώδεκα χρόνια αργότερα, χρονική περίοδος κατά την οποία η ιστορία δεν καταγράφει καμία επαναστατική κίνηση παρά μόνο τη σκληρή προσωπική σύγκρουση του Αλή πασά με τον Κουρτ Αχμέτ πασά από το 1779 έως το 178215. Εν τέλει στην περίπτωση του Κοσμά ο κ. Τζούφι είναι πολλαπλά έκθετος, καθώς κακοποίησε συνειδητά την ιστορία, δεν σεβάστηκε τη ζώσα λαϊκή παράδοση του τόπου του και περιφρόνησε την αγαθή μνήμη των Αλβανών, χριστιανών και μουσουλμάνων, που για διακόσια τριάντα πέντε χρόνια τώρα καταθέτουν απλόχερα την τιμή και την ευγνωμοσύνη για όσα πρόσφερε ο Κοσμάς στους ίδιους και στην πατρίδα τους. Και θα συνεχίσουν να το πράττουν όσο κι αν αυτό στενοχωρεί τον καθηγητή κ. Τζούφι. 

Η τελευταία απέλπιδα προσπάθεια του κ. Τζούφι να ακυρώσει το βαθύ σεβασμό του αλβανικού λαού στη μνήμη του Αγίου Κοσμά εμπεριέχει απίστευτη εμπάθεια. Στο άρθρο του υποστηρίζει ότι οι περιοδείες του ιερομόναχου Κοσμά αποτελούσαν μέρος σχεδίου, που σκοπό είχε να: α) κρατήσει υπόδουλους στην Οθωμανική Αυτοκρατορία τους χριστιανικούς λαούς της βαλκανικής και β) διαδώσει την ελληνική γλώσσα στις αλβανικές περιοχές με την ίδρυση ελληνικών σχολείων. Ας εξετάσουμε με νηφαλιότητα και τα δύο. 

Είναι γνωστό ότι στην επιστημονική και ακαδημαϊκή κοινότητα η ενασχόληση με οποιοδήποτε θέμα, πολύ δε περισσότερο με τη συγγραφή ενός άρθρου, προϋποθέτει σοβαρή μελέτη και ενδελεχή έρευνα. Στην περίπτωση του Αγίου Κοσμά ο κ. Τζούφι θεώρησε περιττά και τα δύο. Δεν τον ενδιέφερε η αλήθεια, αλλά η “σκηνοθέτηση” του ψεύδους, ακόμη κι αν αυτό είναι τόσο χονδροκομμένο, όπως ο ισχυρισμός του ότι ο Κοσμάς έπαιξε το παιχνίδι του σουλτάνου σε βάρος των χριστιανικών λαών της βαλκανικής. 

Εάν ο κ. Τζούφι μελετούσε στοιχειωδώς την εποχή, το έργο και τη ζωή του ιερομόναχου Κοσμά θα είχε τη γενναιότητα να παραδεχθεί ότι το ιστορικό υπόβαθρο των ιδεών του δεν ήταν η ανατροπή του φεουδαρχικού οθωμανικού καθεστώτος, η ιστορία δεν του είχε αναθέσει αυτό το καθήκον, αλλά η απόλυτη πίστη στην πνευματική ανωτερότητα του χριστιανισμού. Για τη διάδοση των ιδεών του ο Κοσμάς εκμεταλλεύτηκε την ιστορική ιδιομορφία της διχοτόμησης της οθωμανικής κοινωνίας σε προνομιούχους πιστούς (μουσουλμάνους) και υποτελείς απίστους (χριστιανούς), που αντανακλούσε τις σχέσεις κατακτητή και κατακτημένων. Η κοινωνική αυτή διχοτόμηση, στη βάση της θρησκευτικής πίστης, επηρέασε αποφασιστικά την εθνογενετική εξέλιξη των υπόδουλων χριστιανικών λαών της περιοχής. Η φεουδαρχική κοινωνική σκλαβιά πήρε τη μορφή θρησκευτικής υποδούλωσης και ο χριστιανισμός αποτέλεσε ιστορικό στοιχείο της εθνογένεσης. Ο σταυρός από θρησκευτικό σύμβολο έγινε το σύμβολο αποτίναξης του οθωμανικού ζυγού. Απέναντι στη θρησκεία του κατακτητή ο ιερομόναχος Κοσμάς ύψωσε με τη διδασκαλία του την ορθόδοξη πίστη των κατακτημένων. Για τούτο και ο αγώνας του κατά των εξισλαμισμών υπήρξε ένα από τα σπουδαιότερα και θετικότερα κεφάλαια της δράσης του. 

Τη σημαία αυτή δεν την υπέστειλε ακόμη και όταν αξιολογούσε τη σκλαβιά των Τούρκων ως ανεκτικότερη από την αποικιοκρατία των Φράγκων ή των Βενετών κάτω από το επιχείρημα “ο Τούρκος άσπρα (γρόσια) άμα του δώσης κάμνεις ότι θέλεις”, ενώ οι άλλοι “θα μας έβλαπτoν την πίστιν”. Και κάτι ακόμη πολύ σημαντικό. Στο όνομα της ορθόδοξης πίστης δεν υπερασπίστηκε την πατρίδα του εναντίον των Τούρκων και ο εθνικός ήρωας των Αλβανών Γεώργιος Καστριώτης (Σκεντέρμπεης); Με τη φόρα, όμως, που πήρε ο κ. Τζούφι δεν το έχει σε τίποτα να καταγγείλει και αυτόν ως κρυφό πράκτορα των Τούρκων!!! 

Απομένουν προς απάντηση τα αναγραφόμενα στο σχετικό άρθρο σε ό,τι αφορά τη θέση του ιερομόναχου Κοσμά απέναντι στην ελληνική γλώσσα και παιδεία. Τα πράγματα είναι πολύ απλά όσο κι αν η προπαγάνδα του κ. Τζούφι καταβάλλει ατελέσφορες προσπάθειες να “ανακαλύψει” κρυμμένες πολιτικές σκοπιμότητες. Η απάντηση βρίσκεται στη φράση του Κοσμά, που περιλαμβάνεται σε αρκετά σημεία των διδαχών του, την οποία ο κ. Τζούφι απέκρυψε όταν έκανε χρήση του σχετικού αποσπάσματος: “Και αν δεν σπουδάσεις τα ελληνικά, αδελφέ μου, δεν ημπορείς να καταλάβης εκείνα οπού ομολογεί η εκκλησία μας”. Χωρίς αυτή την αιτιολογική βάση η προτροπή του Κοσμά προς τους ξενόφωνους ορθόδοξους πληθυσμούς των Βαλκανίων (αλβανόφωνους, βλαχόφωνους, σλαβόφωνους, τουρκόφωνους) να “σπουδάσουν ελληνικά” θα φαινόταν ότι έρχεται σε αντίθεση με τις αρχές της φιλελεύθερης ανεκτικότητας. Στον πυρήνα, όμως, της σκέψης του Κοσμά η στερέωση της ορθόδοξης χριστιανικής πίστης, μέσω της ελληνικής γλώσσας και παιδείας, είχε βαρύνουσα σημασία και αποτελούσε κυρίαρχο στοιχείο του ιδεολογικού αγώνα του κατά των εξισλαμισμών. Ήταν δύσκολο, για παράδειγμα, να τον αφήσει ασυγκίνητο η στρατολόγηση εκατοντάδων χιλιάδων παιδιών από τις βαλκανικές χώρες στο σώμα των Γενιτσάρων, υπολογίζονται σε ένα εκατομμύριο τουλάχιστον, που εξ αυτού του γεγονότος έχασαν για πάντα την πίστη και τον εθνισμό τους. 

Επιπλέον, η συγκεκριμένη προτροπή του Κοσμά φαίνεται ότι ικανοποιούσε την ανάγκη ισότιμης συμμετοχής των ανθρώπων στο κοινωνικό, οικονομικό και πολιτιστικό γίγνεσθαι, καθόσον τη συγκεκριμένη χρονική περίοδο η γνώση της ελληνικής γλώσσας αποτελούσε αναγκαία προϋπόθεση για κάτι τέτοιο. Και κάτι ακόμη. Η λειτουργία σχολείων σε περιοχές με έντονα συντηρητικούς πληθυσμούς συνέβαλε καθοριστικά στη δημιουργία θετικού περιβάλλοντος παιδείας, ικανό να τους πείσει ότι η κατάκτηση της γνώσης αποτελεί το μοναδικό δρόμο, που οδηγεί τους ανθρώπους, τις κοινωνίες και τους λαούς στην ευημερία και στην πρόοδο. Υπό αυτήν την έννοια ο ιερομόναχος Κοσμάς υπήρξε ο πρόδρομος της πνευματικής αναγέννησής τους και όχι μόνο. Στις 18 Οκτωβρίου 1848 ο Άγγλος περιηγητής και ζωγράφοςEdward Lear επισκέφτηκε ένα τέτοιο σχολείο, που λειτουργούσε σε χωριό δίπλα από το μοναστήρι του Αγίου Κοσμά στο Κολικόντασι16. Η περιγραφή είναι εκπληκτική και θα ήταν πολλαπλώς ωφέλιμο για τον κ. Τζούφι να την μελετήσει. 

Η αποδοχή του μηνύματος του Κοσμά από την αλβανική κοινωνία ήταν άμεση και τα αποτελέσματα διαχρονικά και εντυπωσιακά. Ας τα καταγράψουμε: Οι συντελεστές της αλβανικής αναγέννησης Ναϊμ και Σαμί Φράσερι υπήρξαν μαθητές της Ζωσιμαίας Σχολής των Ιωαννίνων17. Το ίδιο ο ιδρυτής του σύγχρονου αλβανικού κράτους Ισμαήλ Κεμάλ Βλόρα18 και ο συγγραφέας του Αλβανικού Λεξικού Κωνσταντίνος Χριστοφορίδης19, που ολοκλήρωσε τις σπουδές του στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Απόφοιτοι του Πανεπιστημίου αυτού υπήρξαν, επίσης, ο Φαν Νόλι20 που μετέφρασε από τα ελληνικά στα αλβανικά μεγάλο μέρος εκκλησιαστικών βιβλίων και ο Αλέξανδρος Τζουβάνι21που μετέγραψε από το ελληνικό στο αλβανικό αλφάβητο το Λεξικό του Κωνσταντίνου Χριστοφορίδη. Μένω μόνο σε αυτούς για να επισημάνω το αυταπόδεικτο, ότι οι σπουδές τους στην ελληνική γλώσσα όχι μόνο δεν άμβλυναν αλλά ενίσχυσαν το αίσθημα της εθνικής καταγωγής τους, προς μεγάλη θλίψη του κ. Τζούφι. Το αυτό αποτέλεσμα είχαν και οι λόγοι του ιερομόναχου Κοσμά προς τους κατοίκους της Μουζακιάς και των υπόλοιπων περιοχών, όπου περιόδευσε και δίδαξε. Μήπως δεν συμβαίνει το ίδιο και σήμερα με τους χιλιάδες μαθητές και σπουδαστές αλβανικής καταγωγής, που φοιτούν στα δημόσια ελληνικά σχολεία και Πανεπιστήμια; Ο κ. Τζούφι κάνει πως αγνοεί κάτι, που αποτελεί κοινό τόπο στη διεθνή ακαδημαϊκή κοινότητα. Το οικουμενικό, δηλαδή, μήνυμα που εκπέμπει η ελληνική γλώσσα και παιδεία, εξ ου και η καλλιέργεια των ελληνικών σπουδών σε όλα τα επιφανή πανεπιστήμια του κόσμου. 

Ο καθηγητής κ. Τζούφι κλείνει το άρθρο του με αρνητικούς σχολιασμούς για τους Αλβανούς που δεν συμμερίζονται τις απόψεις του. Τους θεωρεί θύματα του ιερομόναχου Κοσμά. Στην κατηγορία αυτή συμπεριέλαβε και τον Αλή πασά με το σκεπτικό ότι “με την ανοικοδόμηση του μοναστηριού του Αγίου Κοσμά στο Κολικόντασι βοήθησε πολύ στην ανύψωση της λατρείας του μοναχού Κοσμά”. Είμαι βέβαιος ότι την επόμενη φορά θα τον καταδικάσει ως πράκτορα των Ελλήνων, γιατί αλληλογραφούσε στην ελληνική γλώσσα22. Φοβάμαι δε ότι για τον ίδιο λόγο δεν θα τη βγάλει, τελικώς, καθαρή ούτε ο Γεώργιος Καστριώτης (Σκεντέρμπεης)23. Για τούτο και δεν αποτελεί έκπληξη, που στον υστερικό λόγο του ο κ. Τζούφι δεν παρέλειψε να αναφερθεί στον Αρχιεπίσκοπο Αλβανίας κ. Αναστάσιο. Η προσωπικότητα, άλλωστε, του Αρχιεπισκόπου των ορθοδόξων Αλβανών ήταν από την αρχή ο βασικός στόχος του. Τι κι αν λίγες ημέρες πριν τη συγγραφή του άρθρου αυτού, κατά τα εγκαίνια του νέου Καθεδρικού Ναού των Τιράνων, αληθινό στολίδι της πόλης, σύσσωμη η πολιτειακή, πολιτική και πνευματική αλβανική ηγεσία και χιλιάδες λαού τίμησαν το τεράστιο έργο προσφοράς και θυσίας του κ. Αναστασίου προς το ποίμνιο του, αλλά και προς το σύνολο των ανθρώπων που ζουν στην αλβανική επικράτεια χωρίς καμία διάκριση. Κατά πως φαίνεται ο κ. Τζούφι έχει να φέρει σε πέρας άλλη αποστολή. Κρίμα γιατί φέρει τον τίτλο του καθηγητή!!! 

Μιχαήλ Χρ. Παντούλας, φιλόλογος – ερευνητής 
τ. Βουλευτής Ιωαννίνων 
τ. Πρόεδρος τηςΕπιτροπής 
Φιλίας του Ελληνικού με το Αλβανικό Κοινοβούλιο 
τ. Γενικός Γραμματέας της ΔιακοινοβουλευτικήςΣυνέλευσης Ορθοδοξίας 

1. Εφημερίδα “Dita”, Τίρανα 10.6.2014, σ. 9. 

2. Μάρκος Α. Γκόλιας, Ο Κοσμάς Αιτωλός και η εποχή του, Αθήνα 1971, σ. 329-344. 

3. Theofan Popa,Mbishkrime të Kishave në Shqipëri, Akademia e Shkencave e Shqipërisë- Instituti i Historisë, Tiranë 1998,σ. 307. 

4. Β.Δ. Ζώτος Μολοσσός, Λεξικόν των Αγίων Απάντων της Ορθοδόξου Εκκλησίας, Αθήναι 1904, σ. 616. 

5. Χειρόγραφο σημείωμα που απόκειται στο Αρχείο της Μονής Βατοπεδίου Αγίου Όρους. 

6. Αρχείο Οικουμενικού Πατριαρχείου, Πατριαρχική και Συνοδική Πράξη της 20ηςΑπριλίου 1961 επί Πατριάρχου Αθηναγόρα. 

7. Δωδώνη, Εικονογραφημένον Ηπειρωτικόν Ημερολόγιον, έτος πρώτον, εν Αθήναις 1895, σ.20. 

8. Ιδιωτική συλλογή [Οι εικονογραφικές παραστάσεις του Αγίου Κοσμά από το 1779 έως το 1961 πρόκειται να περιληφθούν στον υπό έκδοση ειδικό επετειακό τόμο]. 

9. Η αγιογράφηση του Ναού του Αρχαγγέλου Μιχαήλ στο χωριόBubullimë της Λιούσνιας έγινε το 1960 από το ζωγράφο TheodorQendro από τη Libofshaτου Φίερι. Δωρητής της τοιχογραφίας του Αγίου Κοσμά ήταν ο Vasil JotBardho. 

10. Σπ. Π. Αραβαντινός, Ιστορία του Αλή Πασά του Τεπελενλή, εν Αθήναις 1895, σ. 29 & Διδαχή του εν αγίοις… , έκδοση Γ. Αποστολιά, εν Πύργω 1897, σ. 8. 

11. Μάρκου Γκόλια, ο.π., σ. 375. 

12. Διδαχή του εν αγίοις πατρός ημών Κοσμά του ιερομάρτυρος, εν Πύργω 1897, σ. 6-7. 

13. Αρχείο Ινστιτούτο Ιστορίας και Φιλολογίας Πανεπιστημίου Τιράνων. 

14. Ηλίας Τσιτσέλης, Κεφαλληνιακά Σύμμικτα, τ. Α (1904), σ. 273. 

15. Κωνσταντίνος Απ. Βακαλόπουλος, Ιστορία της Ηπείρου, Γ’ έκδοση (2007), Θεσσαλονίκη, σ. 133 & Ενθύμηση του έτους 1782 στο ναό Αγ. Νικολάου Μαρμάρων Ιωαννίνων. 

16. Edward Lear nëshqipëri-ditar udhëtimesh1848-1849 (përkthyernga origjinali MajlindaNishku), Tiranë 2008, σσ. 145-147. 

17. ΓΑΚ Ιωαννίνων, Μητρώο μαθητών Ζωσιμαίας Σχολής Ιωαννίνων (σχολικά έτη 1865 έως 1870) &Akademia e Shkencavee RPSSH, FjalorEnciklopedik Shqiptar,Tiranë 1985, σσ. 289-290. 

18. ΓΑΚΙωαννίνων, ο.π., (σχολικά έτη 1856 έως1870), Akademia Shkencave RPSSH,ο.π., σ. 887. 

19. ΓΑΚ Ιωαννίνων, ο.π., (σχολικό έτος 1848) & Κωνσταντίνος Χριστοφορίδης, Λεξικόν της Αλβανικής Γλώσσης, εν Αθήναις 1904 [το Λεξικό εκδόθηκε με δαπάνη του ελληνικού κράτους] & Αρχείο Πανεπιστήμιου Αθηνών. 

20. Αρχείο Πανεπιστημίου Αθηνών. 

21. Konstantin Kristoforidhi, Fjalor Shqip–Greqisht (prej prof. Aleksander Xhuvanit), Tiranë 1961.& Αρχείο Πανεπιστημίου Αθηνών. 

22. Αρχείο Αλή Πασά Γενναδείου Βιβλιοθήκης, τόμοι 4 (2007), Αθήνα, & Αναστάσιος Παπασταύρος, Αλή Πασάς, Ιωάννινα 2013, σ. 198-199. 

23. Εκθέματα Μουσείου Κρούγιας Αλβανίας, & Αλέξ. Χ. Μαμμόπουλος, Γεώργιος Καστριώτης (Σκεντέρμπεης) εν Αθήναις 1988. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου