Σάββατο 23 Μαΐου 2015

Η Ακαδημαϊκή Θεολογία κατά τον Αρχιμανδρίτη Σωφρόνιο τού Έσσεξ

Εικόνα: π. Σωφρόνιος Σαχάρωφ

Διπλωματική Μεταπτυχιακή εργασία
π. Matthew Penney

Εισαγωγή



"Πας άνθρωπος οιοσδήποτε και εάν είναι, οπουδήποτε και εάν ζη, οιανδήποτε θέσιν και εάν κατέχη, πεπαιδευμένος ή απαίδευτος, πλούσιος ή πένης, επιφανής ή παντελώς άσημος, εν νεότητι, εν ωρίμω ηλικία ή εν γήρατι, εν ημέραις χαράς ή συμφοράς προβληματίζεται "εκ βαθέων" και μετ' εντάσεως, ή ακροθιγώς, επί του νοήματος της ζωής και θέτει προ εαυτού το ερώτημα: Τι εστιν αλήθεια;" [1,2]
Με αυτά τα λόγια ο Αρχιμανδρίτης Σωφρόνιος, θέτει την υπαρξιακή αγωνία που διακατέχει τον άνθρωπο για το νόημα της αλήθειας. «Τι εστιν αλήθεια;» ένα διαχρονικό ερώτημα της ανθρωπότητας αλλά και ένα ζητούμενο στην εποχή μας, χωρίς όμως την προσδοκία μιας απάντησης. Όπως στην εποχή του Αγίου Σιλουανού και του π. Σωφρονίου, έτσι και τώρα είκοσι χρόνια μετά την κοίμησή του η αγωνία στην αναζήτηση της αλήθειας είναι ακόμα πιο εμφανής. Και εδώ ακριβώς βρίσκεται η μεγάλη προσφορά του π. Σωφρονίου. Οι διδαχές του είναι η θεοφόρος προσπάθεια να προσφέρει ελπίδα στους ανθρώπους της εποχής του αγγίζοντας, ακόμη εναργέστερα θα λέγαμε, και το σήμερα. Οι πνευματικές νουθεσίες του είναι καρπός εμπειρίας· της πολύπειρης γνώσης και εκπαίδευσής του, της ιδιαίτερης σχέσης με τον πνευματικό του πατέρα τον Άγιο Σιλουανό, και το πιο σημαντικό, των επανειλημμένων επισκέψεων της μυστικής εμπειρίας της θείας χάρης.

Η γλώσσα του π. Σωφρονίου είναι κατανοητή και εύληπτη. Καταγράφει τις εμπειρίες της Ιεράς παράδοσης και τις προσωπικές του με τρόπο χαριτωμένο. Στηρίζεται σε διάφορες πηγές, θεολογικές και φιλοσοφικές, για να μεταφέρει στη σύγχρονη γενιά την αλήθεια της Ορθόδοξης θεολογίας. Προσφέρει πάμπολλες γνώσεις σε πλειάδα θεμάτων, αν και ο ίδιος δεν καταβάλλει προσπάθεια για μία συστηματική παρουσίασή τους[3]. Αυτό άλλωστε είναι το αντικείμενο της ακαδημαϊκής θεολογίας.
Στα γραπτά του π. Σωφρονίου είναι σαφές ότι η ακαδημαϊκή θεολογία δεν μπορεί να εκληφθεί αυτονομημένη από την θεολογία ως καρπό του Αγίου Πνεύματος. Πιο συγκεκριμένα, οι απόψεις του για την ακαδημαϊκή θεολογία προϋποθέτουν σε μεγάλο βαθμό τη βίωση της ασκητικής ζωής, της Ιεράς Παραδόσεως και των δογμάτων της Εκκλησίας.
Το ερώτημα που αυθόρμητα θα μπορούσε κάποιος να θέσει σχετίζεται με το αν δύναται ο π. Σωφρόνιος να καταγίνεται με την ανάλυση θεμάτων παρόμοιων με αυτό; αντί άλλης απαντήσεως θα προσφέρουμε ένα απόσπασμα από το βιβλίο I Love Therefore I Am, του π. Νικολάου (Σαχάρωφ). Γράφει:
Ο οικουμενικός χαρακτήρας των λόγων του (ενν. π. Σωφρόνιος) καθορίζεται από τον καθολικό χαρακτήρα της ζωντανής εμπειρίας του. Επειδή ο π. Σωφρόνιος βίωσε τα σημαντικότερα θρησκευτικά κινήματα και τα κινήματα των διανοούμενων της εποχής μας, ο πνευματικός του χαρακτήρας είναι εμπλουτισμένος με τα διάφορα ρεύματα της διανόησης. Ωστόσο παρά την ποικιλομορφία, η θεολογία του ποτέ δεν υπερβαίνει τα όρια που καθορίζονται από την Ορθόδοξη παράδοση… Ο ίδιος αφομοίωσε τους Πατέρες στο όλο τους το βάθος… Αφομοιώνει τον πλούτο της φιλοσοφίας, της λογοτεχνίας, της ποίησης, της τέχνης. Μέσα στη μυστική του εμπειρία ενσωματώνει τα διαφορετικά αυτά στρώματα σκέψης σε ένα ενιαίο όραμα. Αυτό το τελευταίο αποτελεί αυτό που θα ονομάζαμε η «διδασκαλία του Αρχιμανδρίτη Σωφρονίου». [4]
Σ' αυτή την περιγραφή συνειδητοποιείται η μεγάλη εμπειρία που εξέφραζε το βίωμα του π. Σωφρονίου κατά τη διάρκεια της ζωής του. Η παιδική και εφηβική του ηλικία στη Ρωσία, οι σπουδές ζωγραφικής στο Παρίσι, η διείσδυση στον Ανατολικό μυστικισμό, οι σπουδές Ορθόδοξης θεολογίας στο Ινστιτούτο του Αγίου Σεργίου, η μοναχική του εμπειρία στο Άγιον Όρος, όπου έζησε για είκοσι πέντε χρόνια ως μοναχός, ερημίτης και πνευματικός πατέρας πριν επιστρέψει στη Γαλλία, η ίδρυση του κοινοβίου στην Αγγλία αποδεικνύουν αναντίρρητα το πολύμορφο πλέγμα πολιτιστικών και πνευματικών γεγονότων που διεξήλθε, γεγονότα που βρέθηκαν στο επίκεντρο του γίγνεσθαι της ανθρωπότητας και διαμόρφωσαν τον εικοστό αιώνα[5]. Σε όλα αυτά χάρισε το καθολικό βλέμμα της κατανόησης και της πνευματικότητας στη ζωή των ανθρώπων .
Σε όλα αυτά οφείλουμε να συνυπολογίσουμε τα ιδιαίτερα πνευματικά χαρίσματα και εμπειρίες που προσδίνουν ειδικό βάρος στη διδασκαλία του. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν οι περιγραφές που δίδει περί του Ακτίστου φωτός, περιγραφές βιωματικές που κατείχε από την παιδική του ηλικία:
Εγνώρισα τον Ζώντα Θεόν εξ αυτής της τρυφεράς μου ηλικίας. Υπήρξαν περιπτώσεις, ότε, εξερχόμενος και, ακριβέστερον, φερόμενος εις την αγκάλην έξω του ναού, έβλεπον την πόλιν, ήτις εκείνον τον καιρόν ήτο δι' εμέ ο κόσμος άπας, φωτιζομένην υπό δύο ειδών φώτων. Το ηλιακόν φως δεν παρημπόδιζε να αισθανθώ την παρουσίαν του άλλου Φωτός… Όλα σχεδόν τα γεγονότα της περιόδου εκείνης εξηλείφθησαν εκ της μνήμης μου, ουχί όμως η μνήμη του Φωτός Εκείνου. [6]
Σε άλλο σημείο σημειώνει: «Ουχί άπαξ ηξιώθην της θεωρίας του Θείου Φωτός»[7].
Ο σημαντικότερος ίσως λόγος της ενασχόλησης του π. Σωφρονίου με το ζήτημα της ακαδημαϊκής θεολογίας είναι η επίδραση που έχει στους ανθρώπους:
Πιστεύουμε ότι δεν κινδυνεύουμε να σφάλουμε στην εκτίμησή μας ότι το προσωπικό παράδειγμα του Γέροντος Σωφρονίου είναι η καλύτερη επαλήθευση των όσων γράφει για την ακαδημαϊκή θεολογία. Η επιστήμη της θεολογίας ανταποκρίνεται στο σκοπό της, όταν όχι μόνον δεν αδιαφορεί, αλλά οδηγεί στην προσωπική προσέγγιση και επαφή με το περιεχόμενο της πίστης. [8]
Και εδώ ακριβώς βρίσκεται το επίκεντρο των αντιλήψεων του π. Σωφρονίου για την ακαδημαϊκή θεολογία.
Παρότι κοιμήθηκε πρόσφατα, το 1993, παρατηρείται ένας διογκούμενος αριθμός επιστημονικών μελετών γύρω από το πρόσωπο του π. Σωφρονίου. Σε αυτό συνέβαλε ότι τα έργα του έχουν μεταφρασθεί σε πολλές γλώσσες και έχουν προκαλέσει διεθνές ενδιαφέρον. Συνέπεια η προσπάθεια αποτίμησης από διάφορους ερευνητές της κειμενικής παραγωγής του Πατέρα. Πονήματα δευτερεύουσας βιβλιογραφίας έχουν γραφεί σε διάφορες γλώσσες, κυρίως όμως στην Ελληνική και αγγλική.
Μία από τις πρώτες ακαδημαϊκές μελέτες συνεγράφη από τον Αρχιμανδρίτη Ζαχαρία (Ζαχάρου) ως διδακτορική διατριβή που κατατέθηκε στη Θεολογική Σχολή του ΑΠΘ το 1998. Δημοσιεύθηκε ως βιβλίο με τον τίτλο: Αναφορά στη θεολογία του Γέροντος Σωφρονίου, το 2000. Το βιβλίο αυτό αποτελεί μια γενική εισαγωγή και παρουσίαση της συνολικής θεολογίας του π. Σωφρονίου.
Άλλη, εξίσου σημαντική μελέτη, προήλθε από τη γραφίδα του Ιερομονάχου Νικόλαου (Σαχάρωφ), η οποία ξεκίνησε επίσης ως συγγραφή διδακτορικής διατριβής (Οξφόρδη, 1999). Στη συνέχεια δημοσιεύθηκε με τίτλο: Αγαπώ άρα υπάρχω: Η θεολογική παρακαταθήκη του Γέροντα Σωφρονίου (2007), το οποίο αποτέλεσε «μια πρώτη προσπάθεια να παρουσιάσω», όπως σημειώνει ο π. Νικόλαος, «στο δυτικό ακαδημαϊκό κόσμο, μια κριτική μελέτη του π. Σωφρονίου ως θεολόγου» [9]. Η ιδιαιτερότητα αυτού του βιβλίου είναι η λεπτομερή περιγραφή της ζωής και της θεολογίας του π. Σωφρονίου. Είναι αξιομνημόνευτο για την παρουσίαση των πνευματικών, φιλοσοφικών και ακαδημαϊκών επιρροών που συνέβαλαν στην θεολογική διαμόρφωση του γέροντος.
Ένα ακόμη βιβλίο είναι του Μητροπολίτη Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου Ιεροθέου (Βλάχου). Επιγράφεται: Οίδα άνθρωπον εν Χριστώ: Βίος και πολιτεία του Γέροντος Σωφρονίου του ησυχαστού και θεολόγου (2007). Παρουσιάζει τη ζωή, τη θεολογική διαμόρφωση και τις επιρροές του π. Σωφρονίου. Γνώρισμα του βιβλίου είναι η παρουσίαση επιλεγμένων θεολογικών θεμάτων που παρατηρούνται στα γραπτά και την καθημερινή ζωή του π. Σωφρονίου. Επίσης καταγράφει τις προσωπικές συζητήσεις που ο Μητροπολίτης Ναυπάκτου είχε μαζί του.
Σε δύο ακόμη έργα είναι σημαντικό να κάνουμε ιδιαίτερη μνεία, καθώς σχετίζονται με το θέμα μας και τις τοποθετήσεις του π. Σωφρονίου για την ακαδημαϊκή θεολογία.
Το πρώτο γράφηκε από τον Δρ. Θεολογίας Νικόλαο Γ. Κόϊο, Θεολογία και εμπειρία κατά τον Γέροντα Σωφρόνιο (2007). Καταπιάνεται με τη θεολογία ως «εμπειρία». Το βιβλίο αναλύει κυρίως τα θέματα της «χαρισματικής γνώσης» και της «χαρισματικής θεολογίας», ως απαραίτητων προϋποθέσεων για την κατανόηση του π. Σωφρονίου και των θεμελιωδών απόψεών του σχετικά με την ακαδημαϊκή θεολογία.
Το άλλο έργο είναι η διδακτορική διατριβή κατατεθείσα στο Τμήμα Θεολογίας του ΑΠΘ του Αρχ. Αρσενίου (Adnan) Dahdal, Η θεολογική γνωσιολογία στον π. Σωφρόνιο Σαχάρωφ, (2009). Κεντρικά θέματα συνιστούν η θεολογική γνώση, ακαδημαϊκή και πνευματική, η οδός της Θεογνωσίας και των προϋποθέσεών της και η θεοπτία. Αν και δε σχολιάζει ο εν λόγω συγγραφέας εκτενώς τις απόψεις του π. Σωφρονίου σχετικά με την ακαδημαϊκή θεολογία, προσφέρει μερικές αξιοσημείωτες παρατηρήσεις. Επίσης εξετάζει τη χαρισματική γνώση και τις προϋποθέσεις της, θέματα τα οποία θα μας αποσχολήσουν στο δικό μας πόνημα.
Μια εξίσου σημαντική συνεισφορά στον επιστημονικό χώρο αποτελεί το ακαδημαϊκό συνέδριο που πραγματοποιήθηκε στην Αθήνα το 2007 για το πρόσωπο του π. Σωφρονίου. Το συνέδριο είχε τον τίτλο, Γέροντας Σωφρόνιος ο Θεολόγος του Ακτίστου Φωτός Τα πρακτικά δημοσιεύθηκαν με τον τίτλο: Πρακτικά Διορθόδοξου Επιστημονικού Συνεδρίου: Γέροντας Σωφρόνιος ο Θεολόγος του Ακτίστου Φωτός (2008). Το συνέδριο είχε πάνω από τριάντα εισηγητές. Μεταξύ αυτών ήταν Μητροπολίτες, Πρεσβύτεροι, καθηγητές, ακαδημαϊκοί από διάφορες χώρες. Αναφέρθηκαν σε μια ποικιλία θεμάτων σχετικά με τη ζωή και τα έργα του π. Σωφρονίου. Καμία ωστόσο από τις εισηγήσεις δεν ανέλυσε το θέμα μας ρητά, παρότι σε ορισμένα άρθρα υπάρχουν αξιοσημείωτες αναφορές.
Από τα παραπάνω, πιστεύουμε, ότι έχει δειχθεί επαρκώς η έλλειψη συγκεκριμένης μελέτης που να αφιερώνεται εξ ολοκλήρου στην προσέγγιση της Ακαδημαϊκής Θεολογίας από τον αρχ. Σωφρόνιο Σαχάρωφ, παρόλη την πληθώρα βιβλίων και άρθρων για επιμέρους πτυχές της διδασκαλίας του γέροντα. Αναλύοντας τη θεματογραφία μας θα επιχειρήσουμε να παρουσιάσουμε τις τοποθετήσεις ενός προσώπου που συνδυάζει τη θεωρητική και την εμπειρική γνώση περί του Θεού. Και όχι μόνο. Ο γέροντας ήταν σε θέση να εκφράζει αυτόν τον συνδυασμό και να τον μεταδίδει κατανοητά και παραστατικά. Πράγματι ο π. Σωφρόνιος ακολούθησε την πορεία των Αγίων Πατέρων και η θεολογία του αποτελεί έκφραση του μεγαλείου του Αγίου Πνεύματος. Ως εκ τούτου το θέμα, που επιλέξαμε να μελετήσουμε, προσδοκούμε να συντελέσει σε μία βαθύτερη προσέγγιση της σχέσης μεταξύ ακαδημαϊκής και αγιοπνευματικής θεολογίας.
Στο πρώτο κεφάλαιο, θα περιγράψουμε αυτό που αποκαλούμε αυθεντική γνώση του Θεού διακρίνοντάς την από το τι δεν είναι.
Στο δεύτερο κεφάλαιο, θα εξετάσουμε τις προϋποθέσεις πρόσκτησης αυτής της γνώσης στη βάση κυρίως της αληθινής πίστης και της ασκητικής ζωής.
Στο τρίτο, θα εξετάσουμε την ιδιαίτερη σημασία των δογμάτων για την άνοδο του ανθρώπου στην κατάσταση της Θεογνωσίας, στη διαμόρφωση της Δογματικής συνείδησης και πώς αυτή η συνείδηση οδηγεί στην αυθεντική και αποκαλυπτική θεολογία της Εκκλησίας, την «χαρισματική θεολογία».
Προϋποθέτοντας όλα τα προηγούμενα, το τέταρτο κεφάλαιο παρουσιάζει τις τοποθετήσεις του π. Σωφρονίου σχετικά με τα όρια της ακαδημαϊκής θεολογίας, του κορυφαίου των ακαδημαϊκών θεολόγων, ενώ το πέμπτο αναλύει το ρόλο και το όραμά του για την ίδια τη φύση της ακαδημαϊκής θεολογίας.

Σημειώσεις

1,2. Αρχιμ. Σωφρονίου (Σαχάρωφ), Οψώμεθα τον Θεόν καθώς εστί, μεταφραστής Ιερομον. Ζαχαρίας (Ζάχαρος), Έσσεξ, 19963, σελ. 391(221). Η πρώτη σελίδα αναφέρεται σε εκδόσεις ελληνικών έργων, με την αγγλική (όπου υπάρχει) σε παρένθεση.
3. Ιερομον. Νικολάου (Σαχάρωφ), Αγαπώ άρα υπάρχω: Η θεολογική παρακαταθήκη του Γέροντα Σωφρονίου, μεταφραστής Χρήστος Μακρόπουλος, Αθήνα, 20082, σελ. 55(39), «Τα κυριότερα έργα του Γέροντα [Σωφρονίου] δεν είναι αφιερωμένα σε κάποια συστηματική παρουσίαση πατερικών εννοιών (όπως συμβαίνει με τον Λόσκυ) ούτε αποσκοπούν στη δημιουργία ενός καινοτόμου και ολοκληρωμένου θεολογικού συστήματος (κάτι που επιχείρησε ο Μπουλγκάκωφ)· αυτό το οποίο συναντούμε στα έργα του γέροντα Σωφρονίου είναι μία αναλυτική περιγραφή της ασκητικής εμπειρίας».
4. Ιερομον. Νικολάου (Σαχάρωφ), I Love Therefore I Am, (Αγγλική έκδοση του Αγαπώ άρα υπάρχω), New York, 2002, σελ. 11. Το συγκεκριμένο απόσπασμα υπάρχει μόνο στην Αγγλική έκδοση.
5. Βλέπε Μητρ. Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου Ιεροθέου (Βλάχου), «Οίδα άνθρωπον εν Χριστώ» Βίος και πολιτεία τού Γέροντος Σωφρονίου τού ησυχαστού και θεολόγου, Ιερά Μονή Γενεθλίου της Θεοτόκου (Πελαγίας), Λεβαδαία, 2007, σελ. 33.
6. Οψώμεθα τον Θεόν καθώς εστί, σελ. 56(37).
7. Αρχιμ. Σωφρονίου (Σαχάρωφ), Περί προσευχής, μεταφραστής Ιερομον. Ζαχαρίας (Ζάχαρος), Έσσεξ, 19942, σελ. 70(48).
8. Νικολάου Γ. Κόϊου, Θεολογία και εμπειρία κατά τον Γέροντα Σωφρόνιο, Ιερά Μεγίστη Μονή Βατοπαιδίου, Άγιον Όρος, 20072, σελ. 101-2.
9. ΙερομονΝικολάου (Σαχάρωφ), I Love Therefore I Am, σελ. 12. Το απόσπασμα εκ της Αγγλικής έκδοσης.


Πρώτο Κεφάλαιο:

Η γνώση κατά τον Αρχιμανδρίτη Σωφρόνιο

Προκειμένου να εξετάσουμε τις απόψεις του Αρχιμανδρίτη Σωφρονίου σχετικά με τη φύση και το ρόλο της ακαδημαϊκής θεολογίας, είναι απαραίτητο πρώτα να αναλογιστούμε τα σχετικά με την κατανόηση της γνώσης του Θεού. Τα γραπτά του πατέρα Σωφρόνιου είναι γεμάτα με παραδείγματα που δείχνουν μια πολύ λεπτομερή και προσεκτική κατανόηση της φύσης της ανθρώπινης γνώσης και ιδιαίτερα τον τρόπο πρόσκτησής της. Αν κάποιος δεν αποκτήσει σαφή αντίληψη της γνώσης αυτής, καθώς και των διακρίσεων που την χαρακτηρίζουν, θα είναι αδύνατο να καταλάβει με κάθε σαφήνεια τις απόψεις του π. Σωφρόνιου σχετικά με την ακαδημαϊκή θεολογία.
Ο π. Σωφρόνιος ήρθε σε επαφή με πολλές και διαφορετικού είδους επιρροές κατά τη νεαρή του ηλικία. Ο Υιός του ανιψιού του, ο π. Νικόλαος Ζαχάρωφ (Σαχάρωφ) σημειώνει:
Γεννήθηκε στη Ρωσία, αλλά έζησε στη Δύση. Καταγόμενος από αστική οικογένεια, ξεκίνησε τη σταδιοδρομία του ως καλλιτέχνης. Αν και ανατράφηκε ως Χριστιανός, γνώρισε και το μη Χριστιανικό μυστικισμό της Ανατολής. Ζυμωμένος μέσα στο πολιτιστικό χωνευτήρι της ρωσικής διανόησης, αλλά και με την εμπειρία της αίγλης ενός πετυχημένου καλλιτέχνη του Παρισιού, εγκαταλείπει τα εγκόσμια ενδυόμενος το μοναχικό σχήμα και ζώντας ως ερημίτης σε συνθήκες έσχατης πτωχείας. Ως Ιερέας ποίμανε χιλιάδες ανθρώπων με την καρδιά του πάντα ανοιχτή σε όλους και σε καθέναν ξεχωριστά. [10]
Αυτό ακριβώς το πολυποίκιλο της εμπειρίας του, ο π. Σωφρόνιος χρησιμοποιεί, όταν διατυπώνει τις ιδέες και τη θεολογία του. Δεν διστάζει να χρησιμοποιεί την ορολογία και τις διατυπώσεις των θεολόγων και των φιλοσόφων της εποχής του[11] ακόμα κι αν δεν είναι πάντα σύμφωνος μαζί τους. Σκοπός του είναι να εντοπίσει το κατάλληλο εργαλείο για να αποδώσει τη δική του χαρισματική εμπειρία με λεκτικά σχήματα[12], σχήματα τα οποία απευθύνονται και συνάδουν με τη γλώσσα των συγχρόνων του. Ως εκ τούτου, επαναπροσφέρει τις διδασκαλίες των Αγίων Πατέρων ως «οίνον νέον εις ασκούς καινούς» (Ματθαίος 9, 17). Στη βάση όλων αυτών θα εξετάσουμε την γνωσιολογία του π. Σωφρόνιου.

Α) Η θεολογική γνωσιολογία

1. Τρεις μορφές γνώσης στους ανθρώπους

Στα γραπτά του π. Σωφρονίου διατυπώνεται μια διάκριση για τρεις βαθμίδες ωριμότητας -τύπους ανθρώπων[13], οι οποίοι δε διακρίνονται με βάση τις «εγγενείς» ικανότητες, αλλά κυρίως από τον τρόπο με τον οποίο προχωρούν για την απόκτηση της γνώσης του Θεού.
Ο πρώτος τύπος αναφέρεται σ' αυτόν που με πίστη και άσκηση, χωρίς να καταφεύγει σε κάποια συγκεκριμένη διανοητική δραστηριότητα, αποκτά ένα είδος υπαρξιακής γνώσης του Θεού μέσα από την εμπειρία του Ακτίστου Φωτός. Σε αυτήν την κατηγορία ανήκουν οι ομολογητές, οι μάρτυρες και οι απλοί μοναχοί[14] ή πιστοί.
Ο δεύτερος τύπος ανθρώπου συνοψίζεται στην «επαγγελματική καθέδρα του πολυμαθούς»[15], ο οποίος διαθέτει διανοητικές ικανότητες και φιλοσοφικά ενδιαφέροντα αλλά δεν κατέχει την αληθινή πίστη και δεν διάγει ασκητικά.
Ο τρίτος τύπος αναφέρεται στο άνθρωπο που είναι σε θέση να συνδυάσει τα χαρακτηριστικά των δύο προηγούμενων περιπτώσεων. Σε αυτήν την τρίτη ομάδα υπάγονται οι Μεγάλοι και Οικουμενικοί δάσκαλοι της Εκκλησίας οι μεγάλοι θεολόγοι που συνδυάζουν τη ζωντανή πίστη με τις διανοητικές ικανότητες με συνέπεια να εκφράζουν αυτή τη ζωντανή πίστη ως δόγματα και διδασκαλίες της Εκκλησίας. Λέγει ο π. Σωφρόνιος: «Η ακαδημαϊκή θεολογία εν συνδυασμώ μετά της ζώσης πίστεως δίδει αγαθά αποτελέσματα»[16]. Αυτή η περίπτωση βρίσκει την καλύτερή της αντιπροσώπευση σε αυτό το τρίτο είδος ανθρώπων. Σε άλλο σημείο τονίζει: «Όταν κάποιος έχει άγια και αναμάρτητη ζωή, η διανοητική γνώση μπορεί να παράγει θαυμάσιους καρπούς. Αντιθέτως, μία γνώση χωρίς αγάπη δεν μπορεί να σώσει τον άνθρωπο»[17]. Στη βάση αυτών των τριών τύπων ανθρώπων σ' αυτές τις τρεις διακρίσεις κατά την απόκτηση της γνώσης του Θεού[18] θα αναδείξουμε τα ουσιαστικής σημασίας στοιχεία για την κατανόηση των θέσεων του π. Σωφρόνιου περί της ακαδημαϊκής θεολογίας.

2. Γνώσις προσωπική

Το μεγάλο ερώτημα σχετικά με την γνωσιολογία του π. Σωφρόνιου είναι το πώς αποκτάται η γνώση και κυρίως η γνώση του Θεού. Ο π. Σωφρόνιος προσφέρει έναν πολύ περιεκτικό ορισμό της γνώσης:
Για μας γνώση είναι πρωτίστως η μετοχή στην ίδια τη ζωή, η προσωπική επαφή, η προσωπική συνομιλία, η κοινωνία στο Είναι, η ταύτιση με αυτόν που θέλουμε να γνωρίσουμε. Η έννοιά μας για τη γνώση περικλείει μέσα της τα στοιχεία εκείνα που δεν βλέπουμε στις άλλες απόψεις για τη γνώση. [19]
Σε αυτό το απόσπασμα παρατηρούμε ότι η γνώση είναι «προσωπική», δηλαδή, αναφέρεται πάντοτε σε μια κοινωνία μεταξύ προσώπων[20]. Η κοινωνία αυτή συνίσταται στη «μετοχή της ίδιας της ζωής» και μάλιστα σε κοινωνία «στο Είναι». [21] Αρχικά θα εξετάσουμε το χαρακτηριστικό γνώρισμα της γνώσης του Θεού ως προσωπικής γνώσης.
Σε αυτή την πτυχή, διακρίνουμε ένα από τα κύρια θέματα που συνέχουν στο σύνολό τους τα γραπτά του π. Σωφρόνιου· η έμφαση στην υπόσταση-πρόσωπο και ιδιαίτερα στο ρόλο που διαδραματίζει στη σχέση Θεού και ανθρώπου[22]. Θα τοποθετηθούμε παραθέτοντας μια εξαιρετική σύνοψη του π. Νικολάου (Σαχάρωφ):
Η έννοια της γνώσης στον γέροντα Σωφρόνιο είναι στενά συνδεδεμένη με την περί προσώπου διδασκαλία του: η αληθής γνώση είναι πάντοτε προσωπική. Ο ίδιος εκκινεί απ' τη διαπίστωση ότι «η οντολογική γνώση είναι αποτέλεσμα υπαρκτικής κοινωνίας, όχι μία διανοητική εικασία». Συνεπώς, ό,τι δεν μπορούμε να κοινωνήσουμε, δεν μπορούμε και να γνωρίσουμε… Έτσι, η θεογνωσία αναφέρεται πάνω απ' όλα στην υποστατική πτυχή της ύπαρξης· ερχόμαστε σε επίγνωση του Θεού στο επίπεδο του προσώπου Του, όχι της ουσίας Του. Μιλώντας για τη γνώση του Θεού, ο γέροντας Σωφρόνιος μετέρχεται προσωπικών και εικονολογικών γλωσσικών μέσων: ο άνθρωπος έρχεται εις γνώσιν του Θεού «πρόσωπον προς Πρόσωπον»23
Το παραπάνω απόσπασμα, άκρως διασαφηστικό, περιγράφει τη γνώση του Θεού ως κάτι προσωπικό, είναι υποστατική. Για τον π. Σωφρόνιο, η γνώση είναι μια συνάντηση «πρόσωπο με πρόσωπο», εμπειρία και ό,τι αυτό συνεπάγεται24. Δεν πρόκειται για τη συλλογή στοιχείων ούτε για διανοητική αξιολόγηση ενός αντικειμένου, που ακολουθείται από τη συστηματική καταγραφή του και αφομοίωση αυτών που έχουμε προσεγγίσει. Πρόκειται για μια συνάντηση που αφορά τον όλο άνθρωπο, το νου, το πνεύμα, την καρδιά, την ψυχή και το σώμα25. Πρόκειται για μια διαδικασία που εδράζεται στη συναίνεση και την ελεύθερη βούληση κάθε υπόστασης-προσώπου: Ο άνθρωπος δεν μπορεί να υποχρεώσει26 τον Θεό σ' αυτή τη συνάντηση. Ο Θεός δεν υποχρεώνει τον άνθρωπο να συμμετάσχει σ' αυτή τη διαδικασία. Αναμένει την ελεύθερη ανταπόκριση του λογικού δημιουργήματος. Ο π. Σωφρόνιος γράφει: «Το άναρχον απόλυτον οο Θεός εφανερώθη εις ημάς ως Υποστατικόν Ον. Η γνώσις του Θεού υφ' ημών των κτιστών υποστάσεων είναι διμερής πράξις: του Παρέχοντος και του αποδεχομένου. Η γνώσις αυτή φέρει πάντοτε προσωπικόν και ουχί αντικειμενικόν χαρακτήρα»27.
Ο π. Σωφρόνιος διευκρινίζει περαιτέρω την αναγκαιότητα αυτής της προσωπικής συνάντησης Θεού και ανθρώπου βασιζόμενος στην υποστατική αρχή του κατ' εικόνα: «Η Υποστατική Αλήθεια γνωρίζεται δια της αυτής υποστατικής αρχής, ήτις κατετέθη εν ημίν εν τη πράξει της κατ' εικόνα και καθ' ομοίωσιν Θεού δημιουργίας ημών»[28]. Και αλλού ακόμα πιο ευκρινώς: «Η αιωνία Αλήθεια μεταδίδεται εις την εν ημίν υποστατικήν αρχήν. Και καθώς η υπόστασις γεννάται κατάρχάς εν τω ανθρώπω μόνον δυνάμει, ούτω και το εν ημίν σπέρμα της Αληθείας οφείλει να αναπτυχθή εκ της εν δυνάμει καταστάσεως αυτού»[29]. Το πέρασμα «εκ της εν δυνάμει» καταστάσεως του σπέρματος της Αληθείας στο «να αναπτυχθή», αποτελεί τη δεύτερη πτυχή της προσωπικής γνώσης: την κοινωνία της ζωής και την κοινωνία στο Είναι.
Πριν προχωρήσουμε πρέπει να διευκρινίσουμε ότι ο π. Σωφρόνιος όταν μιλά για την κοινωνία στο Είναι δηλαδή, με τον Θεό δεν εννοεί μετοχή στην ουσία του Θεού. Περιγράφοντας την κοινωνία στο Είναι, ο π. Σωφρόνιος χρησιμοποιεί μια ποικιλία όρων: «στο Είναι»[30], «μεταδίδει… Του Είναι»[31], «εν τω Είναι αυτού»[32], «υπαρκτικής κοινωνίας»[33], «υπαρκτική ενώσει»[34], «μετέχ[ει]… ολόκληρη η ύπαρξη [μας]»[35], κ.λπ. Ωστόσο, ο ίδιος ποτέ δεν χρησιμοποιεί τη λέξη «ουσία» όταν μιλάει για το ζήτημα αυτό. Ο π. Σωφρόνιος δίνει έμφαση στο περιεχόμενο αυτής της ένωσης. Η κοινωνία, που λαμβάνει χώρα, αναφέρεται στην όλη υπόσταση πρόσωπο, σύμφωνα με την οποία γινόμαστε «θείας κοινωνοί φύσεως» (Β Πέτρ. 1, 4) ώστε «ημείς θεοποιηθώμεν»[36]. Απορρίπτεται κατηγορηματικά οποιουδήποτε είδους μίξη με τη θεϊκή και υπερβατική ουσία.

3. Γνώσις ως κοινωνία και ένωση

Στη συνέχεια θα παραθέσουμε ορισμένα επεξηγηματικά αποσπάσματα από τον π. Σωφρόνιο σχετικά με την κοινωνία της ζωής και ύπαρξης. Διαβάζουμε: «Η γνώσις του Ζώντος Θεού μεταδίδεται εις ημάς εν τη πράξει της ενώσεως ημών μετ' αυτού εν τω ιδίω αυτού Είναι»[37]. Δεν είναι μόνο η κοινωνία στο Είναι που απαιτείται για την γνώση του Θεού. Ο π. Σωφρόνιος θα φθάσει στο σημείο να επισημάνει ότι η ένωση με τον Θεό μεταδίδει στον άνθρωπο τη θεία μορφή του Είναι: «Η Αλήθεια είναι το όντως Ον, "καθώς (Τούτο) εστιν". Απεκαλύφθη εις ημάς ως το Προσωπικόν Απόλυτον Τριάς Προσώπων εν πλήρει ενότητι και ταυτότητι του Είναι. Η ένωσις μετ' αυτού μεταδίδει και εις ημάς την Θείαν μορφήν του Είναι, αμετάθετον εις τους αιώνας»[38]. Σε άλλο σημείο σημειώνει: «αποκαλύπτει εις ημάς τα μυστήρια, ουχί δι' αφηρημένης φιλοσοφίας, αλλ' υπαρκτικώς, τουτέστι συμπεριλαμβάνων ημάς εν τω Είναι αυτού ούτως, ώστε να γίνηται τούτο ημέτερον. Ούτως ακριβώς ζώμεν την δωρεάν ταύτην»[39]. Αυτό που παρατηρούμε σε αυτά τα δύο αποσπάσματα είναι ότι όχι μόνο έχουμε κοινωνία στο Είναι, αλλά αυτή η κοινωνία αφορά στη γνώση της μετάδοσης της θείας μορφής ως το δώρο της μέθεξης στη ζωή του Θεού[40]· Μέσω αυτής της διαρκούς εμπειρίας ο θεοφόρος άνθρωπος οδηγείται στη γνώση: «την γνώσιν ηννόει ως κοινωνίαν εις το είναι, τουτέστιν ως την πείραν της ζώσης μετοχής εις το Θείον Φως και ουχί ως "γνωστικάς" θεολογικάς επινοήσεις»[41].

4. Γνώσις υπαρξιακή

Ποια είναι ωστόσο η τελική πτυχή της απόκτησης της γνώσης για τον π. Σωφρόνιο; Είναι παρόμοια με όσα περιγράψαμε παραπάνω αλλά προσδίδει μια ελαφρώς διαφορετική έμφαση. Δεν είναι μόνο η γνώση που αποκτήθηκε μέσα από μια «προσωπική κοινωνία στο Είναι», αλλά αυτή η κοινωνία είναι «υπαρξιακή», δηλαδή εμπειρική[42]. Θα λέγαμε είναι απλά η άλλη όψη του ίδιου νομίσματος. Η γνώση για να έχει τα γνωρίσματα του υποστατικού-προσωπικού και του δυναμικού, θα πρέπει την ίδια στιγμή να είναι εμπειρία που μοιράζεται (ή μετέχεται στην περίπτωση με τον Θεό) ανάμεσα σε δύο ξεχωριστές υποστάσεις-πρόσωπα Με άλλα λόγια, είναι υπαρξιακή. Διαφαίνεται επίσης μια οξύτερη αντίθεση μεταξύ της διανοητικής, θεωρητικής γνώσης και της υπαρξιακής ή βιωματικής.
Θα επανέλθουμε στον π. Νικόλαο (Σαχάρωφ) και ποιο συγκεκριμένα σε μία του τοποθέτηση:
Η βασική αυτή αντίθεση που επισημαίνει ο υπαρξισμός (προσωπική υποκειμενικότητα σε αντιδιαστολή προς την απρόσωπη αντικειμενικότητα) μοιάζει να αντανακλά τον τρόπο με τον οποίο ο γέροντας Σωφρόνιος έβλεπε τη γνώση. Στο επίπεδο της θεολογίας, ο υπαρξισμός τονίζει την αντίθεση ανάμεσα στα "αντικείμενα" της επιστήμης και της θεολογίας. Η γνωσιολογική αντίθεση επιστήμης και θρησκείας περιγράφεται από τον υπαρξισμό ως η διαφορά ανάμεσα στην υποκειμενική συμμετοχή και την αντικειμενική αποστασιοποίηση η ανάμεσα στη σφαίρα της προσωπικής αυτοσυνειδησίας και τη σφαίρα των απρόσωπων αντικειμένων. 42
Η σύνδεση μεταξύ «προσωπικής κοινωνίας» και του υπαρξιακού ή εμπειρικού χαρακτήρα της είναι προφανής όταν έρχεται σε αντίθεση με τις «αντικειμενικές», «απρόσωπες», και θεωρητικές γνώσεις των επιστημών. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα όταν εφαρμόζεται στον Θεό ο οποίος είναι ακατάληπτος. Το πρόβλημα που διαβλέπει ο π. Σωφρόνιος στην προσπάθεια του να γνωσθεί ο Θεός ως «αντικείμενο» σχετίζεται με την απρόσωπη σύλληψη Αυτού. Καταγίνεται με το ζήτημα αυτό σε διάφορα σημεία των γραπτών του43. Ωστόσο ο ίδιος δεν ισχυρίζεται ότι η γνώση των φιλοσόφων και των επιστημόνων είναι ψευδής γνώση, αλλά ότι είναι ελλιπής, αποσπασματική, αφού είναι μονόπλευρη, αποκλειστικά αφορά τα του ανθρώπου44. Τα οποία σοβαρά προβλήματα προκύπτουν είναι αποτέλεσμα αποκλειστικά της θεοποίησης της αποσπασματικής γνώσης που επιδιώκει την υποταγή ή την απόρριψη της υπαρξιακής45[46]
Η υπαρξιακή γνώση ως βιωματική περιλαμβάνει επίσης και αποσπά ενέργεια από την πλευρά του ανθρώπου. Ο άνθρωπος ενώνεται με τον Θεό οντολογικά[47] και αποκτά γνώση και εμπειρία:
Ούτος ο Θεός, εν τω απ' αιώνος Είναι αυτού, είναι η αναζητουμένη υφ' ημών απόλυτος Αλήθεια. Η γνώσις της Αληθείας ταύτης είναι δυνατή ουχί άλλως, ει μη δια της ελεύσεως εν ημίν της δυνάμεως αυτής, δια της υπαρκτικής ενώσεως μετ' αυτής… Η υπαρκτική γνώσις της Αληθείας δίδεται εις ημάς ως δώρον αγάπης του Δημιουργού προς την λογικήν κτίστιν.[48]
Αυτό το δώρο της αγάπης με τη σειρά του επιτρέπει και ενθαρρύνει τον άνθρωπο να ζήσει τη ζωή του Θεού την κοινωνία στο Είναι. Η οδός «προς την υπαρκτικήν κατανόησιν του Προαιωνίου Όντος» ταυτίζεται με την τήρηση τωνεντολών του Θεού: «Η διαλεκτική ημών διανόησις δεν συμπίπτει προς τα δεδομένα της Αποκαλύψεως. Και ο Κύριος δεν προσεπάθησε καθ' υπερβολήν να εξηγήση το Μυστήριον τούτο, αλλ' υπέδειξεν εις ημάς την οδόν προς την υπαρκτικήν κατανόησιν του Προαιωνίου Όντος: την οδόν των εντολών»[49].
Είναι σημαντικό πριν στραφούμε στις θέσεις του γέροντα Σωφρονίου περί των φιλοσοφικών και επιστημονικών μεθόδων για την απόκτηση της γνώσης, να κάνουμε μία διευκρινιστική παρέμβαση. Ενώ ο π. Σωφρόνιος ήταν γνώστης του φιλοσοφικού και θεολογικού υπαρξισμού των αρχών του 20ου αιώνα, οι ομοιότητες που έχει με αυτά τα ρεύματα σκέψης είναι μόνο εξωτερικές:
Ωστόσο παρά τα κοινά στοιχεία και τις πιθανές επιρροές σε φιλοσοφικό επίπεδο είναι παρακινδυνευμένο και λάθος να θεωρήσουμε ότι η γνωσιολογία του εν λόγω συγγραφέα πηγάζει από τον υπαρξισμό, ή έστω στηρίζεται σε αυτόν κατά ένα μέρος της. Η γνώση στην οποία στοχεύει ο υπαρξισμός είναι κατεξοχήν υποκειμενική και ανεπιβεβαίωτη. Ο Γέρων Σωφρόνιος όμως, όλη του η θεολογία, εννοούμενη ως αποκρυσταλλωμένη δογματική συνείδηση, εκφράζεται με βεβαιότητα και παρρησία. [50]
Ο π. Σωφρόνιος αντικρίζει την φιλοσοφική κουλτούρα της εποχής του και την χρησιμοποιεί ως μέσο για να εκφράσει με ακρίβεια τη δική του «προσωπική κοινωνία στη ζωή και στο Είναι του Θεού» σε μια κατ' ουσίαν υπαρξιακή, και όχι διανοητική, συνάντηση.
Στην Γνωσιολογία του π. Σωφρόνιου συναντούμε περιγραφές του τρόπου με τον οποίο οι άνθρωποι προσπαθούν να αποκτήσουν τη γνώση καθώς και τις διακριτές ομάδες στις οποίες οι άνθρωποι τελικά εντάσσονται. Με βάση την προαναφερθείσα ανάλυση της υποστατικής αρχής για την απόκτηση της γνώσης και ιδιαίτερα της γνώσης του Θεού, ως προσωπικής, ζωντανής και υπαρξιακής, θα προσεγγίσουμε τις αντιλήψεις του π. Σωφρονίου περί της φιλοσοφικής και επιστημονικής γνώσης. [51]
Σημειώσεις:

10.  Ιερομον. Νικολάου (Σαχάρωφ), Αγαπώ άρα υπάρχω, σελ. 19(13).
11.  Μητρ. Ιεροθέου (Βλάχου), σελ. 34-35: «η ορολογία της θεολογίας του [π. Σωφρονίου] επηρεάσθηκε εξωτερικά από τα φιλοσοφικά ρεύματα που συνάντησε στην εποχή του, στους τόπους όπου έζησε. »
12. βλέπε ΙερομονΝικολάου (Σαχάρωφ ), I Love Therefore I Am, σελ. 11: "Fr. Sophrony enriches his theological language with ideas that go beyond the traditional means of expression of 'classical' theology. He absorbs the riches of world philosophy, literature, poetry, art. Through his own mystical experience he integrates these different layers of thought into one single vasion. This latter makes up what we may call the 'teaching of Archimandrite Sophrony'".
13. Βλέπε Περί προσευχής, σελ. 99(62). Για μια παρόμοια διάκριση, αλλά με βάση τις "εγγενείς" ικανότητες, βλέπε Π. Ιωάννου Ρωμανίδη, "Jesus Christthe Life of the World", ένα άρθρο που παρουσιάστηκε κατά τη διάρκεια Συνεδρίας του ΠΣΕ, στη Δαμασκό, 5-9 Φεβρουαρίου 1982, και δημοσιεύθηκε στα Αγγλικά στο Xenia Oecumenica, τομ. 39, σελ. 232-278, http://www.romanity.org/htm/rom.19.en.jesus-christ-the-life-of-the-world.01.htm. Και βλέπε Μητρ. Ιεροθέου (Βλάχου), σελ. 29-30.
14. Βλέπε Οψώμεθα τον Θεόν καθώς εστί, σελ. 326(209).
15. Περί προσευχής, σελ. 99(62), και βλέπε Οψώμεθα τον Θεόν καθώς εστί, σελ. 310(204). «Η μακραίων πείρα της ακαδημαϊκής θεολογίας απέδειξε μετά πειστικότητος ότι είναι δυνατόν να έχη τις ευρείαν πολυμάθειαν επί του πεδίου της επιστημονικής θεολογίας και μη έχων ζώσαν πίστιν, τουτέστιν αγνοών πλήρως τον Θεόν. Εν τοιαύταις περιπτώσεσιν η θεολογία αποβαίνει διανοητική ενασχόλησις, ως και η νομική επιστήμη. Ως αυτή διαφέρει εις εκάστην χώραν, ούτω και η θεολογία διαφοροποιείται εν τω πλήθει των διηρημένων ομολογιών».
16. Περί προσευχής, σελ. 99(63-64).
17. Αρχιμ. Σωφρονίου (Σαχάρωφ), Περί Πνεύματος και Ζωής, μεταφραστής Ιερομον. Ζαχαρίας (Ζάχαρου), Έσσεξ, 1995, σελ. 57(42).
18. Πρέπει να τονίζουμε ότι αυτή η κατάσταση δεν είναι στατική. Οι άνθρωποι βιώνουν μία δυναμική πραγματικότητα κινούμενοι είτε προς το καλό, είτε προς το κακό.
19. Αρχιμ. Σωφρονίου (Σαχάρωφ), Το μυστήριο της Χριστιανικής ζωής, μεταφραστής Αρχιμ. Ζαχαρίας (Ζάχαρος), Εσσεξ, 2010, σελ. 204.
20. Ακόμα και όταν μιλάμε για γνώση του κτιστού κόσμου από τους επιστήμονες και φιλοσόφους, ο π. Σωφρόνιος δηλώνει ότι το πρώτο βήμα για την απόκτησή της είναι η υπόσταση-πρόσωπο ως βάση της. Το αντικείμενο που θα μελετηθεί, είναι το αντικείμενο της "αγάπης" του επιστήμονα, και ως εκ τούτου, η σχέση είναι προσωπική. Βλέπε Το μυστήριο της Χριστιανικής ζωής, σελ. 205.
21. Δημητρίου Τσελεγγίδη, Ορθόδοξη θεολογία και ζωή: Μελέτες συστηματικής θεολογίας, Θεσσαλονίκη, 2005, σελ. 230. «Στην Ορθόδοξη θεολογία η αλήθεια είναι πράγμα, η πρόσβαση σ' αυτήν προσωπικό γεγονός και η γνώση της βιωματική, γιατί προκύπτει ως άμεση μετοχή του ανθρώπου σ' αυτήν».
22. Βλέπε Οψώμεθα τον Θεόν καθώς εστί, κεφ. ιγ(σελ. 293-348), Ιερομον. Νικολάου (Σαχάρωφ), Αγαπώ άρα υπάρχω, κεφ. Γ(σελ. 97-130). Παράβαλλε Σελ. 97(69), «Τι σημαίνει πρόσωπο; Το ερώτημα αυτό αγγίζει τον πυρήνα της θεολογίας του Γέροντα Σωφρονίου και τίθεται στο επίκεντρο της θεολογικής του "προσοχής" κατά τα τελευταία χρόνια της ζωής του· μάλιστα, η έννοια του προσώπου έρχεται να αποτελέσει τον άξονα του τελευταίου του βιβλίου, Οψώμεθα τον Θεόν καθώς εστί». Επίσης βλέπε Αρχιμ. Ζαχαρία (Ζάχαρου), Αναφορά στη θεολογία τον Γέροντος Σωφρονίου, Εσσεξ, 2000, κεφ. Α(σελ. 23-55), κ.λπ.
23. Ιερομον. Νικολάου (Σαχάρωφ), Αγαπώ άρα υπάρχω, σελ. 64(46), 66(48), Οψώμεθα τον Θεόν καθώς εστί, σελ. 267(173). Για την «προσωπική κοινωνία» και αυτήν της «πρόσωπον προς Πρόσωπον», βλέπε Αρχιμ. Ζαχαρία (Ζάχαρου), Αναφορά στη θεολογία τον Γέροντος Σωφρονίου, σελ. 49(37).
24. Βλέπε Οψώμεθα τον Θεόν καθώς εστί, σελ. 164(105), «Και έδωκεν Ούτος εις ημάς την ευλογίαν να γνωρίσωμεν Αυτόν ως Πρόσωπον και να ίδωμεν εαυτούς ανυψουμένους εις το είδος τούτο του είναι δια της εις αυτού πίστεως, δια της συναντήσεως ημών μετ' αυτού εν πλήρει υπαρκτικη ενώσει και δια της ελεύσεως του Αγίου Πνεύματος εις τας καρδίας ημών».
25. Βλέπε Το μυστήριο της Χριστιανικής ζωής, σελ. 203., «Η γνώση είναι πράξη, στην οποία πρέπει να μετέχουν και ο νους-πνεύμα, και η καρδιά-ψυχή, και το σώμα· και η συνείδηση και η λογική και η θέληση και το αίσθημα… Με άλλα λόγια ολόκληρη η ύπαρξη, στο σύνολο όλων των "δυνάμεών" της». Βλέπε επίσης, όπου πριν, σελ. 18.
26. Δηλαδή, ο άνθρωπος δεν μπορεί να υποχρεώσει τον Θεό από άσκηση ή ελεημοσύνη να δώσει αυτομάτως στον άνθρωπο την Θεία Χάρη ή την θεοπτία. Αντίθετα, ο άνθρωπος τηρεί τις εντολές του Χριστού ως προετοιμασία για αυτή την συνάντηση με τον Θεό.
27. Οψώμεθα τον Θεόν καθώς εστί, σελ. 163(104), και 408(231): «Εφ' όσον αυτή η εν ημίν ελευθέρα αρχή ουδένα επιδέχεται εξωτερικόν εξαναγκασμόν, η ένωσις ημών μετά της Αληθείας εξαρτάται ουχί μόνον εκ του παρέχοντος Θεού, αλλά και εκ του αποδεχομένου ανθρώπου. »
28. Οψώμεθα τον Θεόν καθώς εστί, σελ. 408.
29. Οψώμεθα τον Θεόν καθώς εστί, σελ. 404.
30. Το μυστήριο της Χριστιανικής ζωής, σελ. 204.
31. Οψώμεθα τον Θεόν καθώς εστί, σελ. 249(158).
32. Οψώμεθα τον Θεόν καθώς εστί, σελ. 326 (209).
33. Ιερομον. Νικολάου (Σαχάρωφ), Αγαπώ άρα υπάρχω, σελ. 64(46). Βλέπε Αρχιμ. Σωφρονίου (Σαχάρωφ), Η ζωή Του ζωή μου, Θεσσαλονίκη, 19862, σελ. 38 «Είναι αναγκαίο να προχωρούμε από αφηρημένες ιδέες σε υπαρκτές δηλαδή οντολογικές κατηγορίες.».
34. Οψώμεθα τον Θεόν καθώς εστί, σελ. 164(105).
35. Το μυστήριο της Χριστιανικής ζωής, σελ. 203.
36. M. Αθανασίου, Περί της ενσαρκώσεως τον Λόγου, PG 25,192: B, 54. Βλέπε Αγίου Συμεών του Νέου Θεολόγου, «γ1. Περί της του Λόγου σαρκώσεως και κατά τίνα τρόπον δι' ημάς εσαρκώθη»,Λόγοι, Βίβλος των ηθικών, Λόγος α'. «Έλαβεν ο Θεός Λόγος ην κατά φύσιν ουκ είχε σάρκα και εγένετο άνθρωπος, Όπερ ουκ ην· μεταδίδωσι τοις πιστεύουσιν εις αυτόν της αυτού θεότητος, ην ουδείς ούδέπω αγγέλων η ανθρώπων εκτήσατο, και γίνονται θεοί, Όπερ ουκ ήσαν, θέσει και χάριτι», http://www.orthodoxfathers.com/logoiagioysymeonneoytheologoy/gperitislogoysarkoseostinatropondiimasesarkothi.
37. Οψώμεθα τον Θεόν καθώς εστί, σελ. 163(104). Βλέπε Αρχιμ. Αρσενίου (Adnan) Dahdal, Η θεολογική γνωσιολογία στον π. Σωφρόνιο Σαχάρωφ, Διδακτορική Διατριβή, ΑΠΘ, Θεσσαλονίκη, 2009, σελ. 34, «Έτσι, η πραγματική και αληθινή γνώση του Θεού αποκτιέμαι, είναι εφικτή, μόνο με την κοινωνία του Όντος, μια κοινωνία που σημαίνει αγάπη». Παράβαλλε όπου πριν, σελ. 18 & 28. Επίσης βλέπε Ιερομον. Νικολάου (Σαχάρωφ), «Ο μοναχικός βίος κατά τον Γέροντα Σωφρόνιο», Πρακτικά Διορθόδοξου Επιστημονικού Συνεδρίου: Γέροντας Σωφρόνιος ο θεολόγος του Ακτίστου Φωτός, Ιερά Μεγίστη Μονή Βατοπαιδίου, Άγιον Όρος, 2008.
38. Οψώμεθα τον Θεόν καθώς εστί, σελ. 249(158).
39. Οψώμεθα τον Θεόν καθώς εστί, σελ. 326(209).
40. Βλέπε Το μυστήριο της Χριστιανικής ζωής, σελ. 219, Ιερομον. Νικολάου (Σαχάρωφ), Αγαπώ άρα υπάρχω, σελ. 61(44), και Δημητρίου Τσελεγγίδη, Η σημασία του δόγματος στους διαλόγους με τους ετεροδόξους για την εν Χριστώ ενότητα, Μεταπτυχιακό μάθημα, ΑΠΘ, Θεσσαλονίκη, 2011-2012, σελ. Δ (του 15): «Βιώνουν τη χαρισματική σχέση με τον Θεό δια της Ακτίστου θείας Χάριτος, μέσω της ίδιας δηλαδή της Θεότητας. Αυτός είναι ο λόγος, που μπορούμε να μιλάμε κυριολεκτικά για άμεση και προσωπική σχέση με τον ίδιο τον Θεό» (Στο διαδίκτιο, http://www.impantokratoros.gr/B47A1797.El.aspx ).
41. Αρχιμ. Σωφρονίου (Σαχάρωφ), Ο άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης, μεταφραστής Ιερομον. Ζαχαρίας (Ζάχαρος), Έσσεξ, 19957, σελ. 185(143-44). Βλέπε Αρχιμ. Σωφρονίου (Σαχάρωφ), άσκηση και θεωρία, μεταφραστής Ιερομον. Ζαχαρίας (Ζάχαρος), Έσσεξ, 20102, σελ. 130, και Αρχιμ. Ζαχαρία (Ζάχαρου), Αναφορά στη θεολογία τον Γέροντος Σωφρονίου, σελ. 326(242).
42. Βλέπε Η ζωή Του ζωή μου, σελ. 36, «Η θεωρία είναι υπόθεση όχι λεκτικών τύπων αλλά ζωντανής πείρας… ».
43. Ιερομον. Νικολάου (Σαχάρωφ), Αγαπώ άρα υπάρχω, σελ. 69-70(50-51).
44. Βλέπε Ο άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης, σελ. 112(140-41), άσκηση και θεωρία, σελ. 110-11, Το μυστήριο της Χριστιανικής ζωής, σελ. 362, Ιερομον. Νικολάου (Σαχάρωφ), Αγαπώ άρα υπάρχω, σελ. 64- 65(47) και Αρχιμ. Αρσενίου (Adnan) Dahdal, Η θεολογική γνωσιολογία στον π. Σωφρόνιο Σαχάρωφ, σελ. 17 & 25.
45. Βλέπε Το μυστήριο της Χριστιανικής ζωής, σελ. 204, «Αλλά και όλα, όσα λένε οι φιλόσοφοι και οι διανοούμενοι και κάθε άνθρωπος γενικά, είναι επίσης γνώση… [αλλά] η δική μας [αντίληψη] είναι πληρέστερη και τελειότερη. Η δική τους έννοια είναι πάντοτε αποσπασματική, κατά κάποιον τρόπο μονόπλευρη… ».
46. Για ένα ενδιαφέρον άρθρο στα αγγλικά για τη σύγχρονη άποψη ότι λείπει η αντικειμενικότητα από την θεολογία, βλέπε “Theology as Knowledge”, First ThingsMay 2006: http://www.firstthings.com/article/2007/01/theologvasknowledge-33 .
47. Βλέπε Οψώμεθα τον Θεόν καθώς εστί, σελ. 343, «Όταν γίνηται λόγος περί οντολογικής γνώσεως του υποστατικού Θεού, έχομεν υπ' όψιν την κοινωνίαν εν τω είναι και ουχί την γυμνήν διανοητικήν αντίληψιν του θέματος», και όπου πριν. σελ. 91(58).
48. Οψώμεθα τον Θεόν καθώς εστί, σελ. 408(231).
49. Οψώμεθα τον Θεόν καθώς εστί, σελ. 339(215), και βλέπε όπου πριν , σελ. 215(136).
50. Νικολάου Γ. Κόϊου, Θεολογία και εμπειρία κατά τον Γέροντα Σωφρόνιο, Ιερά Μεγίστη Μονή Βατοπαιδίου, άγιον Όρος, 20072, σελ. 71. Βλέπε Ιερομον. Νικολάου (Σαχάρωφ), Αγαπώ άρα υπάρχω, σελ. 72(52-53). Για μια σύντομη παρουσίαση του λεγομένου «υπαρξισμού» του π. Σωφρόνιος, δείτε «Υπαρξιασμός ή Παράδοση; », βλέπε όπου πριν, σελ. 74-77(54-56).
51. Βλέπε Ιερομον. Νικολάου (Σαχάρωφ), Αγαπώ άρα υπάρχω, σελ. 69(50), «Συνοψίζουμε τις βασικές αρχές της θεολογίας του γέροντα Σωφρονίου: Η θεολογία δεν βασίζεται στις αρχές της "ακαδημαϊκής λογικής"· ερείδεται επί της θείας αποκάλυψης. Η θεογνωσία θεμελιώνεται σε μία προσωπική και υπαρξιακή πράξη κοινωνίας με τη θεία πραγματικότητα. Οι λέξεις "προσωπική και υπαρξιακή πράξη" (personal and existential act) μας παρέχουν το κλειδί της ανίχνευσης των γνωσιολογικών καταβολών του γέροντα Σωφρονίου».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου