Τετάρτη 9 Μαρτίου 2016

Καιρὸς γιὰ συνεργασία



Σοφία Μπεκρῆ, φιλόλογος –θεολόγος

Ἀναταραχὴ ξέσπασε στοὺς κόλπους τῆς διοίκησης τῆς Ἐκκλησίας καὶ τοῦ Ὑπουργείου Παιδείας, μὲ ἀφορμὴ τὴν πρόσφατη ἀπαγόρευση, ὕστερα ἀπὸ σχετικὴ ἐγκύκλιο ποὺ ἐκδόθηκε ἀπὸ τὸ ὑπουργεῖο, τῆς εἰσόδου Μητροπολίτου σὲ σχολεῖο γιὰ ὁμιλία πρὸς τοὺς μαθητές, ὕστερα ἀπὸ πρόσκληση τῶν ἰδίων.

Δὲν θὰ ἀναφερθῶ οὔτε στὸ περιεχόμενο οὔτε στὸν χρόνο ἐκδόσεως τῆς ἐγκυκλίου οὔτε στὶς ἑκατέρωθεν δηλώσεις, διότι θεωρῶ ὅτι ἡ οὐσία βρίσκεται ἀλλοῦ. Ἡ σύγκρουση ἔφερε καὶ πάλι στὴν ἐπιφάνεια τὴν ἀντιπαράθεση ἀνάμεσα στὴν ἐκκλησιαστικὴ διοίκηση καὶ στὴν κρατικὴ διοίκηση σχετικὰ μὲ τὰ ὅρια τῶν δικαιοδοσιῶν των. Ἡ ἀντιπαράθεση αὐτὴ βασίζεται πάνω στὴν λάθος θεώρηση ὅτι ἄλλοι ἀποτελοῦν τὴν «Ἐκκλησία» καὶ ἄλλοι τὸ «κράτος». «Κράτος», ὅμως, (ἀπὸ τὸ ρ. κρατῶ) σημαίνει δύναμη τοῦ κρατοῦντος λαοῦ, πρὸς ὄφελος τοῦ ὁποίου ἀσκεῖται ἡ ἐξουσία, ἐνῶ «Ἐκκλησία» (ἀπὸ τὸ ἀρχαιοελληνικὸ ἐκ + καλῶ, δηλ. τὰ ἐκ-καλούμενα μέλη) εἶναι τὰ μέλη ποὺ ἀποτελοῦν τὸ σῶμα Χριστοῦ, δηλ. δυνάμει ἡ πλειοψηφία τοῦ ἑλληνικοῦ λαοῦ.

Ἑπομένως, δὲν εἶναι ἄλλα τὰ μέλη τῆς «Ἐκκλησίας» καὶ ἄλλα τοῦ «κράτους», ἐφόσον ἡ πλειοψηφία τῶν ἑλλήνων πολιτῶν συναποτελοῦμε καὶ τὴν «ἐκκλησία» καὶ τὸ «κράτος». Ἡ πραγματικότητα αὐτὴ δὲν αἴρεται, ἀκόμη καὶ ἐὰν κάποιος χαρακτηρίζει τὸν ἑαυτό του «ἀντικρατικὸ» ἢ «ἀντικληρικό», ἐναντιούμενος στὴν οὐσία ὄχι μὲ τὸ «κράτος» ἢ μὲ τὴν «ἐκκλησία», ἀλλὰ μὲ τὰ τυχὸν κακῶς κείμενα στὸ ἐσωτερικὸ τοῦ κράτους ἢ τῆς ἐκκλησίας ἀντιστοίχως, ὡς διοικήσεων.

Ἔτσι, ἐὰν θέσουμε τὰ πράγματα στὴν ὀρθή των βάση, ὀφείλουμε νὰ μιλοῦμε γιὰ συναρτώμενους καὶ ἀλληλοσυμπληρούμενους ῥόλους «Ἐκκλησίας» καὶ «κράτους», σχέση ποὺ ἀποδίδεται μὲ τὸν ὅρο «συναλληλία», πρὸς ὄφελος τῶν κοινῶν μελῶν των. Δὲν δικαιολογεῖται, λοιπόν, ἡ ἀντιπαράθεσή των, ἐφόσον ὁ καθένας ἔχει τὸν διακριτό του ῥόλο, ἡ ἐκκλησιαστικὴ διοίκηση ἀσχολεῖται πρωτίστως μὲ τὰ πνευματικὰ θέματα, ἡ κρατικὴ διοίκηση πρωτίστως μὲ τὰ κοινωνικοπολιτικά. Καὶ οἱ δύο, ὅμως, ἐκκλησιαστικὴ καὶ κρατικὴ διοίκηση, ἔχουν καὶ ὀφείλουν νὰ ἔχουν ἐνδιαφέρον καὶ λόγο γιὰ τὰ κοινά, ἀφοῦ καὶ τὰ πνευματικὰ καὶ τὰ κοινωνικοπολιτικὰ ζητήματα εἶναι μέρος τῶν κοινῶν ζητημάτων, ποὺ μερίζονται μόνον χάριν τῆς καλύτερης λειτουργίας τοῦ ὅλου, ὅπως γίνεται καὶ μὲ τὶς τρεῖς ἐξουσίες, ἐκτελεστική, νομοθετικὴ καὶ δικαστική, ποὺ χωρίζονται μὲν γιὰ τὴν καλύτερη λειτουργία τῆς πολιτείας, ἀλλὰ ὀφείλουν νὰ συνεργάζωνται γιὰ τὸν ἴδιο λόγο. Καλὸ θὰ ἦταν, ἐν προκειμένῳ, νὰ θυμηθοῦμε τὴν θέση τοῦ Πλάτωνα στὸν «Πρωταγόρα» ὅτι, ὅταν πρόκειται γιὰ κοινὰ θέματα, ποὺ ἀφοροῦν σὲ ὅλους τοὺς πολῖτες, ἔχουν λόγο ὅλοι, ἐνῶ σὲ ἐξειδικευμένα θέματα μόνον οἱ ἀντιστοίχως ἐκπαιδευμένοι πολῖτες.

Ὅσον ἀφορᾶ τώρα στὴν συγκεκριμένη διαμάχη, ἀποτελεῖ καὶ αὐτὴ προϊὸν μιᾶς γενικώτερης ἀντιπαράθεσης, ποὺ ξεκινᾶ ἀπὸ τὴν περίοδο τῆς Βαυαροκρατίας, ὁπότε ἡ ἐκκλησιαστικὴ διοίκηση ὑπήχθη στὸ κράτος καὶ ἀργότερα στὸ καθεστὼς τῆς «νόμῳ κρατούσης πολιτείας». Ἔκτοτε, ὑφίσταται μονίμως ἕνας ἀμοιβαῖος ἀνταγωνισμὸς καὶ μιὰ ἀντίστοιχη καχυποψία ἀνάμεσα σὲ ἐκκλησιαστικοὺς παράγοντες, ποὺ βλέπουν νὰ παραγκωνίζεται ἡ θέση τους καὶ ὁ ῥόλος τους σὲ θέματα, ὅπου κανονικὰ θὰ ἔπρεπε νὰ ἔχουν λόγο -ὡς μέλη τῆς πολιτείας καὶ μάλιστα μὲ τὴν ἰδιότητά των ὡς πνευματικῶν καὶ μορφωτικῶν ταγῶν-, καὶ σὲ κρατικοὺς παράγοντες, ποὺ αἰσθάνονται ὅτι ἀπειλοῦνται ἀπὸ τοὺς ἐκκλησιαστικούς, διότι θεωροῦν –λανθασμένα, ὅπως ἐξηγήσαμε– ὅτι οἱ τελευταῖοι εἰσχωροῦν σὲ «δικά τους χωράφια». Ἔτσι, ἐξηγοῦνται καὶ οἱ χαρακτηρισμοὶ ἀπὸ τὸ ὑπουργεῖο καὶ τὴν ΟΛΜΕ ἀντιστοίχως τῶν ἐκκλησιαστικῶν καὶ ἄλλων παραγόντων ὡς «τρίτων» ἢ «ἐξωθεσμικῶν», ὡς μὴ ὤφειλε.

Ὁ λαός, ὅμως, μὲ τὴν ὅποια ἰδιότητά του, εἴτε τὴν ἐκκλησιαστικὴ (πατέρες τῆς ἐκκλησίας) εἴτε τὴν μορφωτικὴ (δάσκαλοι) εἴτε τὴν πολιτική (ἄρχοντες), δὲν εἴμαστε τρίτοι, ἀλλὰ ἔχουμε πρώτιστο ῥόλο καὶ λόγο σὲ θέματα ποὺ μᾶς ἀφοροῦν –κι αὐτὸ ἂς εἶναι μήνυμα πρὸς πᾶσα κατεύθυνση. Ὡστόσο, κάποιοι ἀπὸ τοὺς ἐκκλησιαστικοὺς «ἡγέτες» ὀφείλουν νὰ εἶναι περισσότερο συνετοὶ καὶ μετρημένοι, ὅταν καὶ ἐφόσον δὲν ἐκφράζουν προσωπικὲς θέσεις ἀλλὰ ὁμιλοῦν γιὰ θέματα ποὺ ἀφοροῦν σὲ ὅλο τὸν λαό. Βεβαίως, καὶ ὁ συγκεκριμένος ὑπουργὸς Παιδείας καὶ ἄλλοι «θεσμικοὶ» παράγοντες ἔχουν ἤδη δώσει πολλὲς ἀφορμὲς μὲ τὶς μὴ προσεγμένες –τοὐλάχιστον‒, στοχευμένες, ἐν τούτοις, δηλώσεις των καὶ καλὸ θὰ ἦταν καὶ ἐκεῖνοι, ἀπὸ τὴν πλευρά των, νὰ μὴν προκαλοῦν τὸ κοινὸ αἰσθητήριο.

Συμπερασματικά, σὲ ἐποχὲς ἰδιαιτέρως κρίσιμες γιὰ τὴν πατρίδα μας καὶ ὄχι μόνον, εἶναι καιρὸς ἐκκλησιαστικὴ καὶ κρατικὴ διοίκηση, ἀντὶ νὰ ἀνταλλάσσουν τὰ ξίφη τους γιὰ ἐξουσίες, νὰ διακονοῦν τὸν λαό, ὅπως πρέπει, συναγωνιζόμενες σὲ ἅμιλλα καὶ ἦθος καὶ μάλιστα γιὰ κρίσιμα θέματα, ὅπως ἡ ἀγωγὴ τῶν νέων. Τὰ παιδιά, τὰ ὁποῖα βάλλονται ἀπὸ πλείστους κινδύνους, περιμένουν ἐπὶ τέλους ἀπὸ ἐμᾶς ὅλους –γονεῖς, δασκάλους, πνευματικοὺς καὶ πολιτικοὺς ἄρχοντες- τὸ θετικό μας παράδειγμα καὶ μάλιστα τὴν συνεργασία μας. Καιρὸς νὰ ἀνανήψωμε, ἐὰν ἐπιθυμοῦμε τὴν πρόοδο καὶ ὄχι τὴν καταστροφή των.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου