Τετάρτη 12 Δεκεμβρίου 2018

Πῶς θά βγοῦμε ἀπό τό τέλμα;


τοῦ Πρωτοπρεσβύτερου Θωμᾶ Βαμβίνη

"Νά ξεκαθαριστῇ τό μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν ἀπό τό συγκρητιστικό συνονθύλευμα τοῦ νέου προγράμματος σπουδῶν"

Διαβάζοντας στόν Κυριακάτικο τύπο (τῆς 25ης Νοεμβρίου τρέχοντος ἔτους) ἀναλύσεις γιά τήν πολιτική κατάσταση στήν πατρίδα μας, πέρα ἀπό τό ὅτι εἴδαμε τήν «φυσική μεροληψία» τῶν ἐντύπων, ἀπέναντι στά πρόσωπα τῆς κεντρικῆς πολιτικῆς σκηνῆς, πού εἶναι ἀνάλογη μέ τόν ἰδεολογικό προσανατολισμό τῶν ἰδιοκτητῶν καί τῶν ὑπευθύνων τῶν ἐντύπων, νιώσαμε ἕνα αἴσθημα πνιγμοῦ στά θολά νερά τῆς οἰκονομίας, ἕναν βυθισμό στήν τρικυμισμένη θάλασσα τοῦ «δεξιόστροφου» καί «ἀριστερόστροφου» «μαρξισμοῦ», τῆς ὑλιστικῆς θεώρησης τοῦ ἀνθρώπου καί τῆς πορείας του μέσα στήν ἱστορία, πού νεκρώνει πνευματικά ὅσους ἀπερίσκεπτα τήν ἀποδέχονται.

Οἱ δημοσιογράφοι δέν φιλοσοφοῦν, οὔτε θεολογοῦν. Περιγράφουν καί σχολιάζουν τήν κοινωνική καί πολιτική ζωή τοῦ τόπου. Ὁρισμένοι μέσω τῶν σχολιασμῶν προεικάζουν τό μέλλον ἤ προτείνουν τρόπους πολιτικῆς σκέψης καί πράξης. Ἐπειδή ὅμως ἡ κοινωνία εἶναι κοινωνία ἀνθρώπων καί οἱ πολιτικές ἐπιλογές ἀφοροῦν τούς ἀνθρώπους καί τήν ὀργάνωση τῆς κοινῆς ζωῆς τους, μέσα στούς σχολιασμούς, ὡς θεωρητική ὑποδομή τους, διαφαίνεται ἡ ἄποψη τοῦ δημοσιογράφου γιά τό τί εἶναι ὀ ἄνθρωπος, ποιό τό νόημα τῆς ζωῆς του, ποιός ὁ προορισμός του.

Ἐπειδή σέ «δεξιές» καί «ἀριστερές» σύγχρονες θεωρήσεις ἐπαινεῖται ἡ «ἐπιχειρηματικότητα», ὅπως τήν θέλει ἡ φιλελεύθερη οἰκονομία (σήμερα ὁ πιό πλούσιος Κινέζος εἶναι μέλος τοῦ Κομμουνιστικοῦ κόμματος), σχεδόν σέ ὅλες τίς ἀναλύσεις, ὁ ἄνθρωπος ἐκλαμβάνεται σάν μία βιολογική μονάδα, ἡ ὁποία στήν θετική ἐξελικτική κίνησή της, ἀναπτύσσει ἐπικερδῶς τήν ἐπιχειρηματικότητα, παράγει πλοῦτο, θεμελιώνει σέ γερές βάσεις τήν ἰδιωτική οἰκονομία, κάνει εὐέλικτη τήν κρατική διοίκηση, τήν ὁποία ρυθμίζει ἔτσι, ὥστε νά διακονῇ ὑπάκουα τόν ἔξυπνο καί δραστήριο ἰδιώτη ἐπιχειρηματία. Ὅλα αὐτά, στόν πυρήνα τους, δέν εἶναι τίποτε ἄλλο παρά μιά διαφορετική, μᾶλλον ἐπικαιροποιημένη, περιγραφή τοῦ ἀνθρώπου ὡς τοῦ «ζώου πού κατασκευάζει ἐργαλεῖα». Τίποτε πέρα ἀπό αὐτό. Καμμιά διαφυγή σέ ἀνοιχτό χῶρο γιά ἀναπνοή καθαροῦ ἀέρα πνευματικῆς ἐλευθερίας. Καμμιά ὑποψία γιά παιδεία πού ἀναβαθμίζει τόν ἄνθρωπο, ὡς ὕπαρξη, σέ ἄλλο ἐπίπεδο ζωῆς. Κι ὅλα αὐτά μέ ταυτόχρονη ἐπιβολή σιγῆς στήν θεολογία, ἀκόμη καί ὡς «ἀνάπτυξης τῆς θρησκευτικῆς συνειδήσεως».

Εἶναι σίγουρο ὅτι, ἄν συζητήση κανείς μέ τούς ἀρθρογράφους ἤ τούς σχεδιαστές τῆς πολιτικῆς γιά τό πῶς θεωροῦν τόν ἄνθρωπο ὡς ὕπαρξη, οἱ περισσότεροι δέν θά μιλήσουν μέ τήν γλώσσα τῆς δημοσιογραφίας, τῆς πολιτικῆς ἤ τῆς οἰκονομίας. Θά μιλήσουν φιλοσοφικά ἤ καί ψυχολογικά, χωρίς νά ξεφύγουν ὅμως ἀπό τό μαγνητικό πεδίο τῆς πολιτικῆς. Θά θυμηθοῦν, γιά παράδειγμα, οἱ πιό πολλοί, τίς ἀπόψεις τοῦ Κάντ, τοῦ Βολταίρου, γιά τήν ἀνεξαρτησία τοῦ νοῦ, τόν πλουραλισμό, τόν σεβασμό τῆς διαφορετικῆς γνώμης καί γενικά τῆς «διαφορετικότητας», καθώς καί ἄλλα πολλά παρεμφερῆ, ἀποφεύγοντας ἐπιμελῶς ἀναφορές σέ ἀπόψεις πού ἀναδίδουν, κατ’ αὐτούς, ὀσμή μεταφυσική. Ἀκόμη καί τήν ἀντιμεταφυσική ὀρθόδοξη θεολογία τήν ἀντιλαμβάνονται (ἔτσι συνήθισαν) ὡς μεταφυσική. Ἔτσι, τό «κατ’ εἰκόνα» καί τό «καθ’ ὁμοίωσιν Θεοῦ», μαζί μέ τήν ἀσκητική πού καθαρίζει τήν ψυχή καί φωτίζει τόν νοῦ, αἰσθάνονται ὅτι δέν ταιριάζουν στήν αἰσθητική τους. Δέν ἀντιλαμβάνονται τήν δύναμή τους. Δέν γνωρίζουν τήν δόξα τους. Δέν τά ἀντέχουν. Βολεύονται σέ πολύ πεζά πράγματα, τά ὁποῖα ὡστόσο περιγράφουν μέ φανταχτερές λέξεις, ὅπως «ἀειφόρος ἀνάπτυξη», γιά νά δίνουν μιά αἴσθηση «ἑορταστικοῦ μεγαλείου» στήν πεζότητά τους.

Ἀναφέραμε τήν ἔκφραση «ἀειφόρος ἀνάπτυξη», ἡ ὁποία ὡς λεκτική διατύπωση ἠχεῖ μεταφυσικά, ἀφοῦ κανένα ἀπό τά ὑλικά πράγματα δέν μπορεῖ νά ἔχῃ τήν ἰδιότητα τῆς ἀειφορίας. Ὅλα ἐξαντλοῦνται, ἀκόμη καί ὁ ἥλιος. Νοεῖται βέβαια ὡς «βιώσιμη ἀνάπτυξη», ἡ ὁποία σχεδιάζεται καί ὑλοποιεῖται λαμβάνοντας ὑπόψη τήν προστασία τοῦ περιβάλλοντος, ὥστε μέ τήν μέγιστη δυνατή ἀπολαβή ἀγαθῶν ἀπό τό περιβάλλον νά μή διακόπτεται ἡ φυσική παραγωγή αὐτῶν τῶν προϊόντων σέ ἱκανοποιητικές ποσότητες καί στό μέλλον. Αὐτός, βέβαια, εἶναι ἕνας στόχος, ὁ ὁποῖος ἀπαιτεῖ ἀνάπτυξη τῆς οἰκονομίας μέ παραγωγικές δομές πού δέν βλάπτουν τό περιβάλλον. Αὐτός, ὅμως, εἶναι ἕνας μεταφυσικός στόχος (ὅπως ὁ ἦχος τῆς λέξης ἀειφόρος), ἀφοῦ ἡ βουλιμία τοῦ οἰκονομικοῦ κέρδους δέν μπορεῖ νά ἔχη καμμιά εὐαισθησία γιά τό φυσικό περιβάλλον. Ἡ ἐγκράτεια, πού εἶναι ἀρετή τῆς ψυχῆς, μπορεῖ νά προστατεύσῃ τό περιβάλλον. Ἡ ἐγκράτεια τοῦ ἐπιχειρηματία, πού νοηματοδοτεῖται καί τροφοδοτεῖται ἀπό τήν πίστη σέ θεολογία, ἡ ὁποία ἀνακαινίζει ψυχοσωματικά τόν ἄνθρωπο, μπορεῖ νά κάνη «βιώσιμη» τήν ἀνάπτυξη.

Ἄς παραθέσουμε ὅμως κάποιες ἀπό τίς ἀφορμές ὅλων αὐτῶν πού ἀναφέραμε προηγουμένως.

Διαβάσαμε: «Στίς ἑπόμενες ἐκλογές θά συγκρουσθοῦν δύο ἐντελῶς διαφορετικοί κόσμοι» (Ἀλέξης Παπαχελᾶς). Ἡ διατύπωση δημιουργεῖ ἐνδιαφέρον καί μιά αἰσιοδοξία, ὅτι στόν ἕναν τοὐλάχιστον ἀπό τούς δύο κόσμους θά ὑπάρχη περισσότερο φῶς, περισσότερη ἀλήθεια γιά τόν ἄνθρωπο, μέριμνα γιά ὅ,τι ἀναπτύσσει τό εἶδος μας καί μᾶς κάνει δυνατούς, ταπεινούς, πράους, ὀξυδερκεῖς καί ἀγαθούς, μέ λίγα λόγια, κατά χάρη θεούς, σύμφωνα μέ τήν παραδοσιακή μας διατύπωση. Ἡ συνέχεια ὅμως μᾶς προσγειώνει στήν καθημερινότητα. Γράφει: «Ὁ ἕνας [κόσμος] ἔχει ὡς ὅραμα προσλήψεις καί ἐπιδόματα γιά ὅλους. Ὁ ἄλλος βάζει πρωταρχικό στόχο νά δημιουργήσει πραγματικές θέσεις ἐργασίας, μεγαλώνοντας τήν πίττα. Ὁ ἕνας ἀποτελεῖ τή συνέχιση ἑνός πελατειακοῦ μοντέλου πού, μέ ἐλάχιστες παρενθέσεις, κυριάρχησε στήν Ἑλλάδα ἀπό τή γένεση τοῦ νεοελληνικοῦ κράτους [...]. Ὁ ἄλλος ἀντιλαμβάνεται ὅτι τό μοντέλο χρεοκόπησε καί δέν μπορεῖ νά ξαναστηθεί χωρὶς πρωτεύοντα ρόλο γιὰ τὴν ὑγιῆ ἐπιχειρηματικότητα».

Καί ἐδῶ ἀρχίζουν οἱ ἀμφιβολίες τοῦ ἀρθρογράφου, πού δίνουν τήν δυνατότητα νά εἰδωθοῦν τά πράγματα ἀπό μιά ὑψηλότερη σκοπιά. Διερωτᾶται: «Μπορεῖ πραγματικὰ νὰ ἀλλάξῃ κουλτούρα, «παράδειγμα», αὐτὸς ὁ τόπος; Μπορεῖ ὁ Ἕλληνας, ὁ κουρασμένος, ἐξαντλημένος Ἕλληνας πολίτης, νὰ ξεπεράσει τὸ ὅραμα τοῦ βολέματος σὲ μιά θέση;». Παρεμφερές ἐρώτημα διατυπώνει καί γιά τούς βουλευτὲς καὶ τὰ πολιτικά στελέχη πού δέν εἶναι τώρα στήν κυβέρνηση. Ρωτᾶ ἄν μποροῦν «νὰ ξεφύγουν ἀπὸ τὶς συνήθειες τοῦ παρελθόντος», ἀπό τήν συνεχῆ κίνηση «μεταξὺ παλαιοκομματισμοῦ καὶ πραγματικῆς ἡγεσίας».

Ποιό ὅμως εἶναι τό περιεχόμενο τῆς ἀλλαγμένης κουλτούρας καί τοῦ «παραδείγματος»; Ἡ σκέψη τοῦ ἀρθρογράφου κινεῖται μέσα στά ὅρια τῆς οἰκονομίας τοῦ χρήματος. Ἐκεῖ διαπιστώνει ὅτι βρισκόμαστε σέ τέλμα. Ἐλπίδες γιά κάτι καλό ἀποθέτει στήν κατηγορία τῶν Ἐλλήνων «πού βρίσκονται στήν μέση, δέν εἶναι οὔτε μή ἔχοντες οὔτε ἀκριβῶς ἔχοντες». Κατά τήν γνώμη του «αὐτοί πρέπει νά πεισθοῦν ὅτι ὑπάρχει ἕνα ἄλλο μοντέλο ἀνάπτυξης, ἀλλά καί ἀξιῶν, πού μπορεῖ νά τούς βγάλει ἀπό τό τέλμα». Ὁμολογεῖ ὅμως ὅτι αὐτό «δὲν θὰ εἶναι εὔκολη ὑπόθεση». Διότι «γιὰ νὰ πετύχει τὸ ἐγχείρημα μιᾶς ὁλικῆς ἐπανεκκίνησης χρειάζεται ἀλλαγὴ κουλτούρας καὶ «παραδείγματος», καὶ ἀλλαγὴ συμπεριφορᾶς ἀπὸ τὴν πολιτικὴ καὶ οἰκονομικὴ ἐλίτ».

Σημαντικές διατυπώσεις: «Ἄλλο μοντέλο ἀνάπτυξης καί ἀξιῶν», «ἀλλαγὴ συμπεριφορᾶς ἀπὸ τὴν πολιτικὴ καὶ οἰκονομικὴ ἐλίτ». Προφανῶς τό ἄλλο μοντέλο ἀντάπτυξης στηρίζεται στίς «ἄλλες ἀξίες», σέ κάποιες πού ἀτόνισαν, πού παραθεωρήθηκαν, οἱ ὁποῖες εἶναι ἀνάγκη νά βγοῦν στό προσκήνιο γιά νά βοηθήσουν τήν οἰκονομική καί πολιτική ἐλίτ νά ἀλλάξῃ συμπεριφορά. Ἄν αὐτό δέν γίνη. «Ἄν ἡ ἑπόμενη κυβέρνηση δὲν μπορέσει νὰ ξεκολλήσει τὸ κάρο ἀπὸ τὴ λάσπη», τότε σύμφωνα μέ τόν ἀρθρογράφο «θὰ ξύνουμε τὸν πάτο γιὰ πολὺ καιρὸ ἀκόμη...». Μέ δικά μας λόγια, στήν δική μας προοπτική: Ἄν δέν γευθοῦμε τήν δυνατή γεύση τῆς ὀλιγάρκειας, τῆς περιεκτικῆς ἐγκράτειας, τῆς κυριαρχίας τοῦ νοῦ πάνω στήν ἀχαλίνωτη ἐπιθυμία, ἄν δέν στρέψουμε, παιδαγωγούμενοι ἀπό την Θεολογία τῶν Πατέρων μας, τήν ἐπιθυμία στόν Θεό καί στά πνευματικά ἀγαθά, τότε θά γίνουμε ἐξ ἀνάγκης ὀλιγαρκεῖς, καί χωρίς περιεκτική ἐγκράτεια, θά βασανιζόμαστε ἀπό τήν ἀπουσία τῶν μή ἀναγκαίων ἀπολαύσεων.

Εἶναι ἀνάγκη νά τονωθοῦν στά σχολεῖα οἱ ἀνθρωπιστικές σπουδές, ἡ σπουδή τῆς γλώσσας (καί τῶν γλωσσῶν), ἡ παιδαγωγία τοῦ θυμοῦ καί τῆς ἐπιθυμίας, νά ξεκαθαριστῇ τό μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν ἀπό τό συγκρητιστικό συνονθύλευμα τοῦ νέου προγράμματος σπουδῶν καί νά δοθῇ καθαρός ὁ εὐαγγελικός καί πατερικός λόγος, πού μετασκευάζει τόν ἄνθρωπο ἀπό ἰδιοτελῆ σέ ἀνιδιοτελῆ, ἀπό ράθυμο σέ ἐνεργό καί προνοητικά δραστήριο πολίτη.

Εἶναι ὁπωσδήποτε ἀναγκαῖος καί στήν σωστή κατεύθυνση ὁ ἐμπλουτισμός τοῦ σχολικοῦ προγράμματος μέ «νέες μεθόδους διδασκαλίας καὶ νέες θεματικές, ὅπως ἡ ἐπιχειρηματικότητα, ἡ ὁδικὴ συμπεριφορά, ὁ ἐθελοντισμὸς», καθώς καί ἡ καθιέρωση τῆς ἄσκησης τῶν μαθητῶν σέ ἐπιχειρήσεις, «ὥστε οἱ μαθητὲς νὰ ἐξοικειώνονται μὲ τὴν πραγματικὴ οἰκονομία, καὶ νὰ ἐπιλέγουν ἀντικείμενο σπουδῶν μὲ μεγαλύτερη σιγουριά»(Ἀπ. Λακασάς).

Περισσότερη, ὅμως, ἀνάγκη ὑπάρχει γιά τόν ἐμπλουτισμό τοῦ ἴδιου τοῦ μαθητῆ μέ ὑψηλό νόημα ζωῆς, μέ πληροφόρηση γιά τήν ἀνακαινιστική ἄσκηση τῶν «εὐαγγελικῶς ζώντων», μέ δυνατή σκέψη καί πρότυπα ἀρετῆς.

Γιατί ἔτσι μπορεῖ νὰ ἀλλάξῃ κουλτούρα καί «παράδειγμα» αὐτὸς ὁ τόπος καί νά βγῇ ἀπό τό οἰκονομικό, ἠθικό καί πνευματικό τέλμα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου