Ο
οικουμενικός άγιος Παΐσιος ο Αγιορείτης
Τριαντάφυλλος
Απ. Σιούλης, Δρ. Αρχαιολογίας - Θεολόγος*
Η
αγιότητα αποτελεί ένα εμπειρικό βίωμα. Είναι μια συνεχής δημιουργική φανέρωση
της εν Χριστώ ανακαινίσεως. Οι πιστοί έχουν βαθύ σεβασμό για τους αγίους,
γεγονός που οφείλεται στην τιμή και τη δόξα που απολαμβάνουν οι άγιοι στη
Βασιλεία των Ουρανών «… ως των παθών βασιλεύσαντας και κυριεύσαντας και την της
θείας εικόνος ομοίωσιν … απαραχάρακτον φυλάξαντες … και ως ενωθέντες Θεω κατά
προαίρεσιν και τούτον δεξάμενοι ένοικον και τη τούτου μεθέξει γεγονότας χάριτι,
όπερ αυτός εστι φύσει» (Ιωάννη Δαμασκηνού, Έκδοσις ορθοδόξου πίστεως 4, 15, PG 94, 1164Β).
Στην
Καινή Διαθήκη όλα τα μέλη της Εκκλησίας ονομάζονται άγιοι. Η Εκκλησιαστική
πράξη τίμησε ιδιαίτερα το «διά μαρτυρίου και αίματος» βάπτισμα. Το θεώρησε
μάλιστα «πολύ των άλλων αιδεσιμώτερον», γιατί είναι η τελείωση της πίστης. Μετά
τους διωγμούς όμως άρχισε να αποδίδεται αυτή η ονομασία όχι μόνο στους Μάρτυρες
και τους Ομολογητές αλλά και σε όσους διακρίθηκαν για την άγια ζωή τους.
Γνωρίζουμε πως από παλιά στην Εκκλησία μας, μετά τους μεγάλους διωγμούς των
πρώτων χριστιανικών χρόνων επικράτησε η άποψη ότι η ενάρετη εν Χριστώ ζωή είναι
ισότιμη με το μαρτυρικό θάνατο. Έτσι το «μαρτύριον του αίματος» εξομοιώθηκε με
το «μαρτύριον της συνειδήσεως», που βιώνεται ιδιαίτερα από τους μοναχούς. Ο
Μέγας Αντώνιος είχε έντονο τον πόθο του μαρτυρίου, αλλά δεν μπόρεσε να τον
ικανοποιήσει, επειδή έπαψαν οι διωγμοί. Γι’ αυτό έφυγε στην έρημο «και ην εκεί
καθ’ ημέραν μαρτυρών τη συνειδήσει» (Μ. Αθανασίου, Βίος οσίου Αντωνίου 47, PG 26, 912Β).
Στην
εκκλησιαστική πράξη τιμώνται εξίσου λοιπόν οι Όσιοι και οι Άγιοι με τους
Μάρτυρες και τους Ομολογητές, γιατί όλοι τους σήκωσαν τον Σταυρό του Χριστού
«πάντοτε την νέκρωσιν του Κυρίου Ιησού εν τω σώματι περιφέροντες» (Β΄ Κορ.
4,10). Χαρακτηριστικά μάλιστα ο Μ. Βασίλειος προέτρεπε τους πιστούς λέγοντας:
«Γίγνεσθε Μάρτυρες τη βουλήσει άνευ διωγμών, άνευ μαστίγων, και έξετε την αυτήν
αξίαν, οίαν και οι Μάρτυρες» (Μ. Βασιλείου, Εις του αγίους Τεσσαράκοντα
Μάρτυρας, PG
31, 508).
Η
Εκκλησιαστική ιστορία έχει να αναδείξει μυριάδες αγίων, Μαρτύρων και Οσίων στο
διάβα των αιώνων. Για εμάς τους Έλληνες Ορθοδόξους πρέπει να τονιστεί πως
σημαίνουσα αξία έχουν και οι άγιοι της νεότερης περιόδου της Τουρκοκρατίας, οι
νεομάρτυρες (ενδεικτικά άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός, άγιος Γεώργιος ο εν Ιωαννίνοις
μαρτυρήσας κ.ά.), αλλά και οι όσιοι, όπως οι Κολλυβάδες άγιοι που έπαιξαν
ιδαίτερα σημαντικό ρόλο στην αναβίωση της εκκλησιαστικής παράδοσης και στη διάδοση
της Πατερικής σκέψης και άσκησης στον δρόμο προς την λύτρωση, γεγονός
σπουδαιότατο και για τους Σλάβους αδερφούς μας κατά πρόνοια Θεού (ενδεικτικά
άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης, άγιος Μακάριος Νοταράς, άγιος Αθανάσιος ο Πάριος
κ.ά.).
Η
αναγνώριση ενός αγίου, στα πλαίσια μιας τοπικής Εκκλησίας, ξεκινάει από τους
πιστούς, στους οποίους ανήκει και η σχετική πρωτοβουλία. Προκειμένου για
αναγνώριση ενός τοπικού αγίου ως αγίου ολόκληρης της Εκκλησίας, χρειάζεται,
κατά τον Φιλόθεο Κόκκινο, Πατριάρχη Κων/πολεως, συνοδική απόφαση και έγκριση,
δηλαδή ανακήρυξη. Όμως δεν γινόταν πάντοτε έτσι. Αναφερόμενος τον 14ο
αιώνα για παράδειγμα στην ανακήρυξη του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά (σώζεται και
η σχετική πράξη του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Φιλόθεου Κόκκινου PG 151, 710D – 711D), τονίζει καταρχήν πως δεν είναι
απαραίτητη προηγούμενη συνοδική απόφαση για να αποδοθούν σ’ ένα πρόσωπο, όπως
στην περίπτωση του Γρηγορίου, τιμές αγίου, αφού ο εορτασμός της μνήμης του
Παλαμά, που αναγνωρίστηκε ως άγιος σχεδόν αμέσως μετά το θάνατό του, είχε, πριν
από τη συνοδική ανακήρυξή του ως αγίου, τοπικό χαρακτήρα (ιδιαίτερα σε
Θεσσαλονίκη και Καστοριά αλλά και στο Άγιο Όρος όπου έκτισαν προς τιμή του
ναούς, φιλοτέχνησαν εικόνες και πραγματοποιούσαν «πάνδημες» εορτές και δεν
αφορούσε όλη την Εκκλησία).
Η
εκκλησιαστική αρχή (δηλαδή Συνοδικά το Οικουμενικό Πατριαρχείο), όταν
γενικεύεται η τιμή για έναν τοπικό άγιο ανάλογα με τη φήμη του, καταγράφει στη
συνέχεια τον άγιο στα βιβλία της (Μαρτυρολόγια, Συναξάρια, Αγιολόγια,
Μηνολόγια, Δίπτυχα) με σκοπό να κοινοποιηθεί αυτό το γεγονός στον λαό και με
την προτροπή να επικαλείται τις πρεσβείες του, για να μνημονεύεται στη θεία
Λειτουργία. Καθορίζει την ετήσια εορτή της μνήμης του, που είναι συνήθως η
ημέρα του θανάτου του, που την ονόμαζαν «γενέθλιο ημέρα». Επίσης εκτίθενται η
εικόνα και τα λείψανά του δημόσια για προσκύνηση, ανεγείρονται ναοί προς τιμή
του και συντάσσεται η ασματική Ακολουθία του.
Ανέκαθεν
επομένως αναδεικνύονταν πρόσωπα δεκτικά και έμπλεα της χάριτος του Θεού. Και οι
πιστοί, οι οποίοι μετέχουν της μυστηριακής ζωής της Εκκλησίας, λουσμένοι με το
φως της Πεντηκοστής, διέκριναν αυτά τα χαριτωμένα πρόσωπα στα οποία
αποτυπώνονταν και εκδηλώνονταν η Χάρη του Θεού και επεδίωκαν συνάντηση μαζί
τους καθώς και πνευματική καθοδήγηση.
Σε
μια κοινωνία σαν την δική μας όπου «επλεόνασσεν η αμαρτία» (Ρωμ. 5, 20) και ο
Πειράζων, «ο άρχων του κόσμου τούτου», στρώνει τα δίχτυα του και παραπλανά και
οδηγεί εντέχνως ψυχές στην πνευματική νέκρωση, μέσα από τις διάφορες, πολιτικά
ορθές, ιδεολογίες της ακατάσχετης αγαπολογίας αλλά και τις διάφορες θρησκείες
και αιρέσεις, η ανάγκη των σύγχρονων ανθρώπων για αλήθεια και αυθεντικότητα,
για γνήσια ανιδιοτελή και θυσιαστική αγάπη ανάμεσα στο ψέμα, την δυστυχία και
την φτώχεια είναι μεγάλη.
Όμως
μπορούμε να υποστηρίξουμε βάσιμα πως στην ίδια κοινωνία «υπερπερίσσευσεν η
Χάρις» (Ρωμ. 5, 20). Πως αλλιώς να ερμηνεύσει κανείς το γεγονός της εμφάνισης
πλήθους αγίων (ενδεικτικά αναφέρω την Αγία Σοφία της Κλεισούρας, τον άγιο
Γεώργιο Καρσλίδη, τον άγιο Πορφύριο τον Καυσοκαλυβίτη, τον άγιο Ιάκωβο Τσαλίκη,
τον άγιο Αμφιλόχιο Πάτμου, τον άγιο Παΐσιο τον αγιορείτη, … και τόσους άλλους).
Είναι πολύ σπουδαίο αυτό που συμβαίνει στην εποχή μας και θαυμαστό γεγονός η
ανάδειξη τόσων χαριτωμένων με «το Πνεύμα της Αληθείας» αγίων ανθρώπων,
αντίρροπη δύναμη σε όλα αυτά και στήριγμα των ανθρώπων.
Ξεκίνησα
την ομιλία μου αναφερόμενος στα δύο ενδεικτικά της αγιότητος μαρτύρια, αυτό του
αίματος και αυτό της συνειδήσεως.
Ο
Άγιος Παΐσιος, όπως όλοι οι άγιοι της Εκκλησίας μας, τήρησε τις εντολές του
Χριστού «καθ’ ημέραν μαρτυρών τη συνειδήσει». Ιδιαίτερα όπως ακριβώς Εκείνος (ο
Χριστός) τις έθεσε στον νέο του Ευαγγελίου που τον ρώτησε τι να κάνει για να
κερδίσει την αιώνια ζωή και του απαντά: “Αγαπήσεις Κύριον τον Θεόν σου εν όλη τη καρδία σου και εν όλη τη ψυχή
σου και εν όλη τη διανοία σου. Αύτη εστί πρώτη και μεγάλη εντολή. Δευτέρα δε
ομοία αυτή. Αγαπήσεις τον πλησίον σου ως σεαυτόν. Εν ταύταις ταις δυσίν
εντολαίς όλος ο νόμος και οι προφήται κρέμανται” [Ματθ. κβ’37-40].
Ακολουθώντας το παράδειγμα των μεγάλων ασκητών
και τη μέθοδό τους προς την τελείωση, που ήταν κατ’ αρχάς κάθαρση του νοός (με
την άσκηση και την τήρηση των εντολών), με σκοπό να φτάσει στη συνέχεια στον
φωτισμό (δια της αδιάλειπτης προσευχής της οποίας ήταν εραστής), αξιώθηκε να
φτάσει στη θεοπτία (θέωση). Με κόπους, ασκήσεις, αδιάλειπτη προσευχή και ησυχία
στο Στόμιο της Κόνιτσας, στο Θεοβάδιστο όρος Σινά και στο Άγιον Όρος, έχοντας
καθοδηγούς τους αγίους, ιδιαίτερα τον Άγιος Αρσένιο τον Καππαδόκη, του οποίου
έγραψε και την βιογραφία και όντας υποτακτικός σε ενάρετους πατέρες, όπως ο
παπά Τύχων, ο Ρώσος ασκητής και Γέροντάς του.
Λυπόταν πολύ για τους συνανθρώπους του,
ιδιαίτερα τους νέους που τους έβλεπε να πελαγοδρομούν ανερμάτιστοι στα άγρια
κύματα και τις σειρήνες της σαγηνεύτρας
σύγχρονης Βαβέλ. Αλλά και τους πλανεμένους, όπως για παράδειγμα ο Γιωργάκης από
το Θιβέτ που αναφέρει ο βιογράφος του Ισαάκ (ο υποτακτικός του), για τους
οποίους έκανε πολύ προσευχή. Αγάπησε πολύ τους πονεμένους συνανθρώπους του,
τους δυστυχισμένους και έκανε πολύ αγώνα και προσευχή να τους βοηθήσει.
Για τους λόγους αυτούς έκανε και εξόδους στον
κόσμο, από αγάπη για τους συνανθρώπους του, ταξιδεύοντας μέχρι την μακρινή
Αυστραλία.
Αδιαλείπτως προσευχόταν και ασκούνταν και
αξιώθηκε, όπως προανέφερα, να βιώσει εμπειρίες θεοπτίας, να τον επισκεφτεί η
Θεία Χάρις: «… Μια νύχτα, ενώ προσευχόμουν όρθιος, ένιωσα κάτι να κατεβαίνη από
πάνω και να με περιλούζη ολόκληρο. Αισθανόμουν μια αγαλλίαση και τα μάτια μου
έγιναν δύο βρύσες που έτρεχαν συνέχεια δάκρυα. Έβλεπα και ζούσα αισθητά την
χάρι. …». Αναφέρονται στη βιογραφία του και άλλα περιστατικά όπως η νυκτερινή
επίσκεψη της Παναγίας, της αγίας Ευφημίας αλλά και γεγονότα υπέρλογα, που φανερώνουν
πως ήταν δεκτικός και έμπλεος των ακτίστων θείων ενεργειών, όπως αυτό της
οικειότητας που είχε αποκτήσει με τα άγρια ζώα, θυμίζοντας έναν άλλον άγιο της
Ορθοδοξίας, τον άγιο Σεραφείμ του Σαρώφ (1759-1833).
Μιλούσε συχνά για την πρόνοια του Θεού που φροντίζει
για όλα τα πλάσματά του και βεβαίωνε πως ο Θεός είναι υποχρεωμένος να βοηθά.
Είχε πει κάποτε σε επισκέπτη προσκυνητή: «Όπως εσύ που έκανες παιδιά, νιώθεις
τώρα την υποχρέωση να τα βοηθήσης και ξεκινάς από τη Θεσσαλονίκη και έρχεσαι
εδώ με τέτοιον καιρό γιατί ανησυχείς, έτσι και ο Θεός που μας έφτειαξε και μας
έχει παιδιά Του ενδιαφέρεται και Αυτός για μας, και νιώθει την ανάγκη να μας
βοηθήσει. Ναι, υποχρεωμένος είναι!».
Προσπαθούσε πάντα να παρηγορεί τα πλήθη των
πιστών που συνέρρεαν απ’ όλο τον κόσμο για να τον συμβουλευτούνε και να
ζητήσουν την καθοδήγησή του για διάφορα προσωπικά και οικογενειακά τους
ζητήματα ή ακόμη και για να υπερβούν τους διάφορους σκανδαλισμούς που τους
προκαλούνταν και μέσα στην Εκκλησία. Έδειχνε μεγάλο σεβασμό στον Οικουμενικό
θρόνο (σ. 690), τονίζοντας ταυτόχρονα πως «Η Εκκλησία δεν είναι καράβι του κάθε
Επισκόπου να κάνει ό,τι θέλει» (σ. 691). Η παρέμβασή του με τις επιστολές του
την εποχή του Πατριάρχου Αθηναγόρα, είναι νομίζω ενδεικτικές της σοφίας του και
της φώτισής του.
Η πνευματική παρακαταθήκη του Αγίου Παϊσίου,
όπως μας την διασώζει ο βιογράφος του ιερομόναχος Ισαάκ, είναι κεφαλαιώδους
σημασίας για όλους μας σήμερα.
Σταχυολογώ:
«Πρώτα πιστεύουμε στο Θεό και ύστερα αγαπάμε το
Θεό και την εικόνα του, τον άνθρωπο. Η πίστη αυξάνει με την προσευχή. ¨Πρόσθες
ημίν πίστιν¨.»
«Όπως έχω καταλάβει, όλο το κακό προέρχεται από
την απιστία. Όταν ο άνθρωπος δεν πιστεύη στον Θεό, θέλη να γλεντήση την ζωή
του. Γι’ αυτό και επιδίδεται σε κάθε είδους αμαρτία»
Ο άνθρωπος πρέπει να συλλάβη το βαθύτερο νόημα
της ζωής, ότι αυτή η ζωή είναι να ετοιμαστούμε για την άλλη. … Από εκεί και
πέρα … πρέπει να βρή έναν οδηγό (Πνευματικό) . …»
«Ο κάθε άνθρωπος πρέπει να βρή και να αγιάση
την κλίση του. Ο προκομμένος άνθρωπος, όπου και να βρεθή, είτε στο γάμο, είτε
στο μοναχισμό, θα είναι επιτυχημένος».
«Όταν κάποιος στενοχωρήται γιατί υποφέρει για
τους άλλους, πονά τους άλλους, κάνει τα δικά τους προβλήματα δικά του, τότε
αυτός έχει μισθό μάρτυρος (σ.σ. το μαρτύριον της συνειδήσεως). Οι άνθρωποι που
θυσιάζουν τα πάντα πόσο χαριτωμένοι είναι! Ούτε προβλήματα έχουν και λάμπει το
πρόσωπό τους γιατί έχουν θεϊκή χαρά συνέχεια».
«Η χάρις του Θεού είναι ακριβό πράγμα. Για
νάρθη να κατοικήση μέσα στον άνθρωπο, πρέπει να βρή τον άνθρωπο να συμφωνή κατά
Πνεύμα με τον Θεό και ο άνθρωπος να εξασκήση (εξαντλήση) όλο το ανθρώπινο. Ενώ
εμείς θέλουμε να έλθη η θεία χάρις για να μας απαλλάξη από τις αδυναμίες, χωρίς
αγώνα. Για να κατοικήση στον άνθρωπο το Άγιο Πεύμα χρειάζεται πολύ αυταπάρνηση,
πολύ φιλότιμο, ταπείνωση, αρχοντιά, θυσία. Η πνευματική ζωή δεν είναι απόλαυση.
Ο Χριστός έχει τοποθετήσει την μπρίζα, αλλά τα δικά μας καλώδια είναι
σκουριασμένα και δεν δέχονται τη θεία χάρι. Να ξεσκουριάσουμε τα καλώδια, ν’
αγωνιστούμε να γνωρίσουμε τον εαυτό μας, να αποκτήσουμε τις αρετές και έτσι θα
μας επισκεφθή η χάρις του Θεού».
Είναι συγκινητικό να βλέπει κανείς σήμερα να
συρρέουν πλήθη πιστών στον τόπο όπου αγίασε ή στον τάφο του απ’ όλον τον κόσμο,
περιμένοντας ώρες υπομονετικά να προσκυνήσουν, ψάλλοντας ύμνους. Όπως επίσης
είναι θαυμαστό να διαπιστώνουμε πως η πρόνοια του Θεού έδωσε ώστε να τιμάται με
ιδιαίτερη ευλάβεια ο άγιος Παΐσιος ο Αγιορείτης από όλους τους Ορθοδόξους
παντού στον κόσμο, από τα κοντινά Βαλκάνια και τη Ρωσία μέχρι την μακρινή
Αμερική και Αυστραλία, καταδεικνύοντας με τον τρόπο αυτό ότι αγκαλιάζει και
αγαπά όλον τον κόσμο, με άλλα λόγια την Οικουμενικότητά του, δια των πρεσβειών
του οποίου να επιζητούμε και εμείς το έλεος του Τριαδικού Θεού. Αμήν.
*Ομιλία
εκφωνηθείσα στο Δημαρχείο Κόνιτσας Παρασκευή 12 Ιουλίου 2019
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου