Κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού, είχα την τύχη και την ευτυχία να φιλοξενηθώ σε ένα μικρό ορεινό χωριό της Θεσπρωτίας. Φορτισμένος και πλούσιος συναισθηματικά τόπος, η Ήπειρος. Σφηνωμένα τα χωριά, μέσα στην πέτρα και στην οργιώδη φύση. Αλλά και βαπτισμένα, όχι μόνο στο φαντασιακό, αλλά και στο πραγματικό ιδίωμα της ελληνικής ιδιοπροσωπίας που παλεύουμε να τη φέρουμε στα τωρινά μέτρα μας, ως ανανέωση του συνολικού βίου μας.
Προσφέρει ακόμα την ευκαιρία –ειδικά στα ορεινά της– να αλλάξεις το δυτικό φόρεμα του τουρίστα με εκείνο του «ντόπιου» παραθεριστή, καθώς βιώνεις εντός του ελληνικού θέρους, την κληρονομιά και την παράδοση. Το φιλόξενο σπίτι, την ευγένεια και την περιέργεια του ντόπιου να σε γνωρίσει, το καφενείο και το κέρασμα ως καλωσόρισμα και μύηση στην εντοπιότητα και σε μια κυκλική οικονομική δημοκρατία!
Είχε πένθος το χωριό από πέρυσι. Πένθος συλλογικό, κοινοτικό. Ήρεμο, βουβό, με σεβασμό στο νέον άνθρωπο που πέθανε ξαφνικά σε ξένα μέρη και το χωριό μέσα σε μια ώρα είχε μαζέψει το ποσό για τη μεταφορά του στην πατρίδα. «Μην περιμένεις πανηγύρια και χορούς φέτος», «είναι φρέσκο ακόμα το κακό». Συνέχιζαν ταυτόχρονα οι άνθρωποι τη ζωντάνια της καθημερινότητας, ως οφειλή στη ζωή και στη συνέχεια. Το χωριό δεν οργάνωσε γιορτή της Παναγίας για τον λόγο αυτό. Αλλά ποιος νοιάζεται για πανηγύρια, όταν αυτή η σύνθετη τελετουργία του πένθους γλυκαίνει με τον σχεδόν μεταφυσικό τρόπο της την ψυχή σου;
Η μικρή ανθρωπολογική κλίμακα είναι παρούσα σε τέτοια μέρη. Η αρμονία ανθρώπου και φύσης. Την οποία, τα ογκώδη και οξύθυμα οχήματα της ιταλικής εταιρείας γεωτρήσεων, που πληγώνουν βουνά, χωράφια και λόγγους εδώ και μήνες, προσπαθούν να την ξεριζώσουν. Τα είδαμε αυτά τα φορτηγά να περνούν μπροστά από την πλατεία με τα πλατάνια. Και να βεβηλώνουν, αυτάρεσκα και άξεστα, την πλούσια σε λόγια, πειράγματα, σχέσεις και ιστορίες, μεσημεριανή «ραθυμία» μας, με την οποία όλο το χωριό γινόταν ένα λυτρωτικό, συμβιωτικό «εμείς».
Είναι πολιτισμικό έγκλημα να πατάνε ισοπεδωτικές οικονομικές ερπύστριες τη δημόσια αυλή σου. Την πλατεία, δηλαδή, την πανάρχαια αγορά. Το ιδιαίτερο πολιτισμικό βίωμά μας. Αντίθετοι οι κάτοικοι, γέροι και νέοι. Οι μόνιμοι και της διασποράς που επιστρέφουν κάθε καλοκαίρι. Δεν θα αραδιάσουμε εδώ τους λόγους της αντίθεσης. Το ήθος τους υπαγορεύει κάθε διαφωνία. Το πανάρχαιο συλλογικό Ήθος, που ξεκινά από τον Όμηρο και συνεχίζεται στον Ηρόδοτο και σημαίνει Τόπος και στην πορεία γίνεται τρόπος, βίωμα. Αν «εισβάλλεις», αλλάζεις και βιάζεις τον τόπο μας, προσβάλλεις και ξεριζώνεις τον τρόπο μας.
Και έχει παράδοση τούτος ο ηπειρώτικος τόπος στην αντίσταση. Μας το θύμιζε ο ορμητικός ποταμός Καλαμάς, λίγο πιο κάτω, όταν η διάσωσή του ενέπνευσε ένα μαζικό κίνημα υπεράσπισης της φύσης, πριν από χρόνια.
Όπως αντίσταση, σε μια πολιτισμική ισοπέδωση και ομοιομορφία ήταν και η σχεδόν εναγώνια αναζήτηση των νεαρών Αθηναίων Ηπειρωτών, να συμμετάσχουν σε γειτονικά λαϊκά πανηγύρια ψάχνοντας τον πιο γνήσιο, βαρύ πωγωνίσιο ήχο. Ήταν ακόμα η μουσική μυσταγωγία που ζήσαμε ένα βράδυ κοντά σ’ ένα ξωκλήσι, όπου νέοι άνθρωποι, Αθηναίοι και μόνιμοι κάτοικοι – μουσικοί αυτοδίδακτοι, αλλά και του ωδείου – τίμησαν τα παραδοσιακά όργανα της περιοχής, σε μια βαθιά πολιτισμική επαφή της παράδοσης με το μακραίωνο «νυν και αεί» του κοινοτικού πολιτισμού μας.
Όπως ζώσα αντίσταση μάς φάνηκε και η ανοικτή λαϊκή συνέλευση της αδελφότητας του χωριού στην κεντρική πλατεία, με πλήθος κόσμου, που ως άλλη εκκλησία του Δήμου, έβαλε επί τάπητος τα προβλήματα και τον εξωραϊσμό της κοινότητας.
Όλα έδειχναν την ανάγκη του νεοέλληνα να αρνείται ακόμα να ζει μόνος, κυνηγώντας τον ίσκιο του, στις έρημες λεωφόρους του δυτικού ατομικισμού.
Ένα συνεχές ιστορικό γραμμάτιο εξοφλείτο σ΄ αυτή τη γωνιά της ηπειρώτικης υπαίθρου. Το αποκεντρωτικό κοινοτικό ήθος του ελληνισμού, από την αρχαιότητα μέχρι τις ορθόδοξες πτυχές του, το οποίο πότιζε τις περιόδους ακμής και υψηλής δημιουργίας του λαού μας. Όταν η διάσπαρτη και ποικίλη γεωγραφία μας συνυφαινόταν με την πολιτειακή ανάγκη του λαού μας να μεγαλουργεί σε συνθήκες δημοκρατίας, αυτοδιοίκησης και κοινωνικής συγκρότησης μικρής κλίμακας και μέτρου. Έτσι ώστε να μην εξαφανιστεί μέσα στη μεγάλη ερημία ενός ανώνυμου πλήθους.
Ζούμε σε περίοδο παρακμής πάρα ταύτα και ο κίνδυνος, όλα ετούτα να καταλήξουν απέλπιδες αναμνήσεις, είναι ορατός. Εκτός εάν μια μεγάλη νεοελληνική Αναγέννηση ξεκινήσει από το μηδέν και πάλι, ώστε να συναντήσει τη ζώσα παράδοση σε ένα νέο πολιτικό και κοινωνικό σχήμα, πρότυπο επιβίωσης και δημιουργίας.
Δημήτρης Ναπ. Γιαννάτος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου