από Μανώλης Γ. Βαρδής
Με αφορμή την κρίση της επιδημίας γίναμε μάρτυρες της προσπάθειας κάποιων «γνωστών» θεολογικών και εκκλησιαστικών κύκλων για μία νέα μορφή προσέγγισης της Εκκλησίας προς τον κόσμο. Η αιχμή του δόρατος ήταν η αλλαγή του τρόπου της Θείας Μετάληψης, προκειμένου και να γίνει σεβαστή η αρχαία παράδοση και να μη θιγεί η ευαισθησία των κοσμικών χριστιανών.
Αυτές οι κινήσεις κάτι δηλώνουν. Αίφνης πληροφορήθηκα ότι στα γαλλικά πλέον ως γλώσσα της Θείας Λειτουργίας στους (Ρωμαιο-)Καθολικούς, το μυστήριο της Μετάνοιας μετατρέπεται σε μυστήριο της «συμφιλίωσης», από την «τελευταία μετάληψη» περνάμε στο «ευχέλαιο των ασθενών», ενώ στο μυστήριο του γάμου έχει παύσει να αναγιγνώσκεται το εδάφιο της Επιστολής προς Εφεσίους που ζητά την υποταγή της γυναίκας στον άνδρα (Roy, 2020: 78). Κατ’ αντιστοιχία με τις δικές μας «συμπάθειες» στον «Πράσινο Πατριάρχη» ή στους μορφωμένους αρχιερείς, οι (Ρωμαιο-) Καθολικοί αγαπούν τους «καλούς πάπες» (όπως ο Ιωάννης ΚΓ΄ ή ο Φραγκίσκος), και στηλιτεύουν τους αντιδραστικούς πάπες όταν αυτοί λησμονούν τη Β΄ Σύνοδο του Βατικανού (όπως ο Ιωάννης- Παύλος Β΄ και ο Βενέδικτος ΙΣΤ΄).
Τα επιχειρήματα είναι πολλά και, ω του θαύματος, ομοιάζουν στις δύο πλευρές του χριστιανικού κόσμου. Πολλοί και από τις δύο πλευρές ομνύουν στο όνομα του Ντίτριχ Μπονχέφερ (1906-1945) και της «θεολογίας του κοσμικού κόσμου». Πιστός, πλέον, σήμερα δεν μπορεί παρά να σημαίνει να υπάρχεις «για τους άλλους», όπου η ηθική υπερέχει κάθε θεολογίας της «αλήθειας» (Roy, 2020: 77). Ο Θεός μιλά «κοσμικά» και ο κόσμος επαναλαμβάνει. Ζούμε εποχές που η Εκκλησία τρέχει ασθμαίνουσα να προλάβει τον κόσμο, υιοθετώντας όλες του τις ευαισθησίες. Είναι χαρακτηριστικό το σκίτσο του Plantu στη Le Monde της δεκαετίας του 1980, το οποίο απεικονίζει μία παραδοσιακή οικογένεια μπροστά στην τηλεόραση: τη στιγμή που ανακοινώνεται μια παρέμβαση του πάπα, η μητέρα λέει στον σύζυγο «Τρέχα γρήγορα να βάλεις τα παιδιά για ύπνο, πάλι για σεξ θα μιλήσει» (Roy, 2020: 189).
Σε κοινωνικό επίπεδο η μετάλλαξη των μεταπολεμικών «προοδευτικών χριστιανών» έχει ήδη ολοκληρωθεί. Κινήματα εργατών- ιερέων και η Θεολογία της Απελευθέρωσης που φιλόδοξα συμπορεύονταν με κινήσεις διαμαρτυρίας, πλέον επικεντρώνονται στα μείζονα ζητήματα των αμβλώσεων, του γάμου των ομοφυλοφίλων και της μετανάστευσης. Ως εάν η κοινωνική και ταξική δυναμική των «προοδευτικών χριστιανών» των μεταπολεμικών δεκαετιών να «εξατμίστηκε» σε ένα συνονθύλευμα ελευθεριακού φιλελευθερισμού.
Αυτό το θεολογικό- ίσως και εκκλησιαστικό «λαχάνιασμα»- επιτείνεται ακόμη περισσότερο, καθώς η «άλλη πλευρά», αυτή των κοσμικών χριστιανών, δηλαδή των κατ’ όνομα μόνο χριστιανών, που είναι και η συντριπτική πλειοψηφία των κοινωνιών, φεύγει τρέχοντας ιλιγγιωδώς προς νέες ανθρωπολογικές και κοινωνικές θεωρήσεις (απόλυτη βιολογικοποίηση της ζωής, my body is my business, δικαίωμα στην ευθανασία). Η αδιαφορία και η έλλειψη στοιχειώδους θρησκευτικής μόρφωσης αυτών των μαζών- ακόμα και ο Πολ Ποτ θα ήξερε περισσότερη θεολογία, δεν σημαίνει ηρεμία ούτε πολιτισμό. Μόλις οι μάζες αυτές στα όρια της καθημερινής υστερίας εντοπίσουν τον εχθρό τους, επιτίθενται λυσσαλέα. Και ο εχθρός δεν είναι οι mainstream χριστιανοί, δηλαδή αυτοί οι αδιάφοροι και «έχω με άλλα να ασχολούμαι», αλλά όσοι πιστοί της Εκκλησίας επιμένουν, σε πείσμα της κουλτούρας της εποχής, να θέλουν να δομήσουν την ζωή τους στα πλαίσια της δογματικής πίστης. Αυτοί οι κατ’ αυτούς «ζηλωτές» είναι στόχος, διότι δεν θέλουν να αποδεχτούν την αυτό- εκκοσμίκευση της θεολογίας και της Εκκλησίας (Roy, 2020: 101). Τους αντιμετωπίζουν ως ευθεία αμφισβήτηση της κυρίαρχης τους ιδεολογίας, στην οποία έχουν ήδη αφομοιωθεί (οπότε δεν υπάρχει πρόβλημα) οι «προοδευτικοί» και «χαλαροί» χριστιανοί. Οι επιθέσεις είναι πάντοτε αποτελεσματικές: ξεκινούν από δυσφήμηση, κατηγορίες για «αμορφωσιά» και λαϊκισμό, και συνεχίζονται με αποκλεισμούς από κάθε θεσμικό φορέα έκφρασης απόψεων, φθάνοντας μέχρι και το «μπλοκάρισμα» πανεπιστημιακών θέσεων.
«Βρισκόμαστε ενώπιον της δημιουργίας δύο παράλληλων κόσμων που δεν έχουν πια κοινές αξίες: για τους πιστούς το μόνο που μετράει είναι η πίστη, ενώ οι άνθρωποι του κοσμικού κόσμου γνωρίζουν πλέον τόσο λίγα για την θρησκεία, ώστε να θεωρούν ότι ο πιστός είναι στην καλύτερη περίπτωση κάποιος ελαφρώς περίεργος, και στη χειρότερη κάποιος φανατικός» (Roy, 2020: 105).
Αναφορές από Roy, Olivier, Η Ευρώπη είναι χριστιανική;, εκδόσεις Πόλις, 2020
Ο ζωγραφικός πίνακας που πλαισιώνει τη σελίδα (“H ανθρώπινη κατάσταση”, 1933) είναι έργο του, βέλγου, Rene Magritte.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου