Ὁ ΙΘʹ Κανὼν τῆς Συνόδου τῆς Λαοδικείας (364), καὶ ἡ ἀνάγνωσις τῶν Λειτουργικῶν Εὐχῶν
Παν. Δ. Παπαδημητρίου, αʹ ἔκδοσις, 3/4/2022
[Για καλύτερη ανάγνωση δείτε το PDF στο τέλος]
Ὁ ΙΘʹ (19ος) Κανὼν τῆς Συνόδου τῆς Λαοδικείας1 (364) εἶναι σημαντικὸς διότι μᾶς δίνει πληροφορίες γιὰ τὶς Εὐχὲς τῆς Λειτουργίας. Ἐπειδὴ δέ, ἐπικυρώθηκε ἀπὸ τὴν Δʹ, ἀπὸ τὴν Ζʹ, καὶ ὀρισμένως ἀπὸ τὴν ΣΤʹ Οἰκουμενικὴν Σύνοδον, ἔχει «οἰκουμενικὴν δύναμιν»2. Ἀξίζει νὰ σημειωθεῖ ὅτι ἡ «Λειτουργικὴ» χρονικὴ ἔκτασις αὐτοῦ τοῦ Κανόνος, βάσει τῶν Συνόδων ποὺ τὸν ἐπικύρωσαν, εἶναι τοὐλάχιστον ἀπὸ (ἐνωρίτερον τοῦ) 364 ἕως τοῦ 787 καὶ ἀργότερον, καὶ ἀσφαλῶς ἀντιστοιχεῖ στὴν οἰκουμενικὴ λειτουργικὴν πράξιν τῆς Ἐκκλησίας, τοὐλάχιστον σὲ αὐτὴν τὴν χρονικὴν ἔκτασιν3, ἀλλὰ καὶ μέχρι τὶς ἡμέρες μας λόγῳ τῆς οἰκουμενικῆς αὐτοῦ ἰσχύος.
Ὁ ΙΘʹ (19ος) Κανὼν τῆς Συνόδου τῆς Λαοδικείας ἔχει ὡς ἑξῆς:
«Περὶ τοῦ δεῖν ἰδὶᾳ πρῶτον, μετὰ τὰς ὁμιλίας τῶν ἐπισκόπων, καὶ τῶν κατηχουμένων εὐχὴν ἐπιτελεῖσθαι, καὶ μετὰ τὸ ἐξελθεῖν τοὺς κατηχουμένους, τῶν ἐν μετανοίᾳ τὴν εὐχὴν γίνεσθαι· καὶ τούτων προσελθόντων ὑπὸ χεῖρα καὶ ὑποχωρησάντων, οὕτω τῶν πιστῶν τὰς εὐχὰς γίνεσθαι τρεῖς, μίαν μὲν τὴν πρώτην διὰ σιωπῆς, τὴν δὲ δευτέραν καὶ τρίτην, διὰ προσφωνήσεως πληροῦσθαι· εἶθ᾽ οὕτω τὴν εἰρήνην δίδοσθαι. Καὶ μετὰ τὸ τοὺς πρεσβυτέρους δοῦναι τῷ ἐπισκόπῳ τὴν εἰρήνην, τότε τοὺς λαϊκοὺς τὴν εἰρήνην διδόναι, καὶ οὕτω τὴν ἁγίαν προσφορὰν ἐπιτελεῖσθαι· καὶ μόνοις ἐξὸν εἶναι τοὶς ἱερατικοῖς εἰσιέναι εἰς τὸ θυσιαστήριον, καὶ κοινωνεῖν».
Στὸ παρὸν ἄρθρο μᾶς ἐνδιαφέρει ἡ ἐξήγησις τῆς φράσεως: «τῶν πιστῶν τὰς εὐχὰς γίνεσθαι τρεῖς, μίαν μὲν τὴν πρώτην διὰ σιωπῆς, τὴν δὲ δευτέραν καὶ τρίτην, διὰ προσφωνήσεως πληροῦσθαι».
Ὁ Ἅγιος Νικόδημος ἐρμηνεύει ὡς ἑξῆς· «νὰ γίνωνται τρεῖς εὐχαὶ τῶν πιστῶν, ἡ μία μὲν μυστικῶς, ἡ δὲ ἄλλαις δύω ἐκφώνως (τώρα δὲ δύω μόνον εὐχαὶ λέγονται τῶν πιστῶν, καὶ αὐταὶ μυστικῶς, ὡς φαίνεται ἐν ταῖς λειτουργίαις τοῦ Χρυσοστόμου καὶ Βασιλείου)»4.
Ὁ καθηγητὴς Γ. Ν. Φίλιας5 ἐρμηνεύει ὡς ἑξῆς· «ἡ πρώτη διαβάζεται διὰ σιωπῆς, οἱ δὲ ἄλλες δύο «πληροῦνται» διὰ προσφωνήσεως. Πρόκειται, προφανῶς, γιὰ εὐχὴ τοῦ ἱερέως ποὺ ἀκολουθεῖται ἀπὸ δύο ἐκτενεῖς διακονικὲς αἰτήσεις, ἡ δὲ διάκριση ποὺ εἰσάγεται μὲ τὸν κανόνα ἔγκειται στὴ μυστικὴ μὲν ἀνάγνωση τῆς πρώτης εὐχῆς, εἰς ἐπήκοον δὲ ἀνάγνωση τῶν δύο ἑπόμενων».
Εἶναι ὅμως σωστὲς οἱ παραπάνω ἐρμηνείες στὴν ἐπίμαχη φράση; Ἡ ἐρμηνεία τοῦ Ἁγίου Νικοδήμου δὲν εἶναι σωστή. Ἡ ἐρμηνεία τοῦ καθηγητοῦ εἶναι σωστή, ἀλλὰ δὲν εἶναι ἀρκετὰ σαφῆς, κατὰ τὴν γνώμη μας. Ἡ ἀσάφεια εἶναι, ὅτι ἀφοῦ οἱ ἐπόμενες δύο Εὐχὲς εἶναι Διακονικὲς αἰτήσεις, δὲν χρειάζεται (κατὰ τὴν γνώμη μας) τό «εἰς ἐπήκοον δὲ ἀνάγνωσιν τῶν δύο ἑπομένων», τὸ ὁποῖον μᾶλλον σύγχυση προκαλεῖ (παραπέμποντας φρασεολογικὰ εἰς Εὐχὴν Ἱερέως).
Ἂς δοῦμε παρακάτω δύο στοιχεία τὰ ὁποῖα θὰ μᾶς βοηθήσουν στὴν ἀνάλυση καὶ κατανόηση τῆς ἐπίμαχης φράσεως τοῦ Κανόνος:
Α. Εὐχὲς δὲν λέγονταν (λέγονται) μόνον οἱ Λειτουργικὲς Εὐχὲς τῶν Ἱερέων.
Παλαιότερον, καὶ στὴν ἀρχαῖα Ἐκκλησία, Εὐχὲς δὲν λέγονταν μόνον οἱ Λειτουργικὲς Εὐχὲς τοῦ Ἱερέως, ἀλλὰ Εὐχὲς λέγονταν καὶ οἱ Συναπτές, Δεήσεις (Διακονικά) ὑπὸ τοῦ Διακόνου.
«Πληρώσωμεν τὴν δέησιν ἡμῶν τῷ Κυρίω [...]. [...] τῶν ἄνω Εὐχῶν λεγομένων, ὁ Ἱερεὺς λέγει Μυστικῶς τὴν Εὐχήν»6.
Αὐτὲς εἶναι αἱ τοῦ πλήθους Εὐχαὶ ποὺ λέγει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος: «Ἀπατᾷς σαυτόν ἄνθρωπε· εὔξασθαι µὲν γὰρ καὶ ἐπὶ τῆς οἰκίας δυνατόν, οὕτω δὲ εὔξασθαι ὡς ἐπὶ τῆς Ἐκκλησίας ἀδύνατον, ὅπου Πατέρων πλῆθος τοσοῦτον, ὅπου βοὴ πρὸς τὸν Θεὸν ὁµοθυµαδὸν ἀναπέµπεται. Οὐχ οὕτως εἰσακούῃ κατὰ σαυτὸν τὸν ∆εσπότην παρακαλῶν, ὡς µετὰ τῶν ἀδελφῶν τῶν σῶν. Ἐνταῦθα γὰρ ἐστί τι πλέον, οἷον ἡ ὁµόνοια καὶ ἡ συµφωνία, καὶ τῆς ἀγάπης ὁ σύνδεσµος, καὶ αἱ τῶν ἱερέων εὐχαί. ∆ιὰ γὰρ τοῦτο οἱ ἱερεῖς προεστήκασιν, ἵνα αἱ τοῦ πλήθους Εὐχαὶ7 ἀσθενέστεραι οὗσαι, τῶν δυνατωτέρων τούτων ἐπιλαβόµεναι, ὁµοῦ συνανέλθωσιν αὐταῖς εἰς τὸν οὐρανόν»8.
Β. Ἡ Προσφώνησις, ποὺ ἀναφέρει ὁ Κανών, δὲν ἐρμηνεύεται ὡς ἔκφωνη ἀνάγνωσις, ἢ ὡς εἰς ἐπήκοον ἀνάγνωσις Εὐχῆς ὑπὸ τοῦ Ἱερέως.
Στὴν ἀρχαῖα Ἐκκλησία, ὁ ὅρος Προσφώνησις εἶχε μιὰ ἰδιαίτερη σημασία. Προσφώνησις οὐσιαστικὰ λέγονταν οἱ καθεαυτὲς Εὐχὲς τοῦ Λαοῦ (Πιστῶν, Κατηχουμένων, Μετανοούντων, Κεκοιμημένων, κλπ.), καὶ εἶναι οἱ Συναπτὲς καὶ Δεήσεις (τὰ Διακονικά).
Προσφώνησις = ἡ ὑπὸ τοῦ Διακόνου πρόσκλησις τοῦ Λαοῦ (τοῦ Ἱεροψάλτου ἐπ’ ὀνόματι τοῦ Λαοῦ) διὰ Προσευχήν9, μέσῳ τῶν Συναπτῶν καὶ Δεήσεων.
Μάλιστα αὐτὲς οἱ Εὐχὲς (Προσφωνήσεις) ἐλέγοντο ἀρχικὰ «χῦμα» (συνεχόμενα) ἀπὸ τὸν Διάκονο (καὶ ὄχι διακεκομμένα κάθε πρόταση), καὶ ὁ λαὸς μυστικῶς (βλ. ὑποσ. 10 καί 11), νοερῶς, «κατὰ διάνοιαν», ἔλεγε τό Κύριε ἐλέησον.
Παραδείγματα «Εὐχῶν διὰ Προσφωνήσεως»:
α). «Ἡ Θεία Λειτουργία, ἐν ᾗ προσφώνησις ὑπὲρ τῶν κατηχουμένων. Εὔξασθε, οἱ κατηχούμενοι10. Καὶ πάντες οἱ πιστοὶ κατὰ διάνοιαν11 ὑπὲρ αὐτῶν προσευχέσθωσαν, λέγοντες· Κύριε ἐλέησον, κλπ.»12.
β). «Προσφώνησις ὑπὲρ τῶν πιστῶν. Ὑπὲρ τῆς εἰρήνης καὶ τῆς εὐσταθείας τοῦ κόσμου καὶ τῶν ἁγίων Ἐκκλησιῶν δεηθῶμεν, κλπ.»13.
γ). «Προσφώνησις ὑπὲρ τῶν κεκοιμημένων. Ὑπὲρ ἀναπαυσαμένων ἐν Χριστῷ ἀδελφῶν ἠμῶν δεηθῶμεν, κλπ.»14.
Συνεπῶς ἐξάγεται τὸ ἑξῆς συμπέρασμα:
Ὁ ΙΘʹ (19ος) Κανὼν τῆς Συνόδου τῆς Λαοδικείας (364) δὲν ὁμιλεῖ καθόλου περὶ ἐκφώνου ἢ εἰς ἐπήκοον ἀνάγνωσιν Εὐχῆς ὑπὸ τῶν Ἱερέων, ἀλλὰ ὁμιλεῖ περὶ μυστικῶς15,16 (ἢτοι διὰ σιωπῆς) ἀναγινωσκομένης τῆς (πρώτης) Εὐχῆς ὑπὸ τοῦ Ἱερέως. Ἡ δεύτερη, καὶ ἡ τρίτη Εὐχὴ ποὺ ἀναφέρει εἶναι ὡς ἐξηγήσαμε, Προσφωνήσεις17, Διακονικά.
—Ἄρα ἕπεται ὅτι ἡ Εὐχὴ τοῦ Ἱερέως λέγεται μυστικῶς (διὰ σιωπῆς) καὶ ἐκ παραλλήλου,16,18 πρὸς τὶς Διακονικὲς αἰτήσεις, ὅπως ἰσχύει καὶ μέχρι στὶς ἡμέρες μας.
(ἀπὸ τὸ μνημειώδες ἔργον τοῦ Εὐαγγελινοῦ Ἀποστολίδου9)
■
Σχετικά μας ἄρθρα (διαθέσιμα εἰς τό Ἀναλόγιον19, καὶ εἰς τό Academia20):
1. «Πῶς ἐτέλεσε ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστὸς τὴν «θείαν Εὐχαριστίαν» εἰς τὸν Μυστικὸν Δείπνον, μυστικῶς ἢ εἰς ἐπήκοον;», Παν. Δ. Παπαδημητρίου 2/12/2020.
2. «Τὰ τρία Ἀμήν (Ἀμήν, ἀμήν, ἀμήν) εἰς τὴν μυστικὴν στιγμὴν τῆς εὐλογήσεως τοῦ Ἁγίου Ἄρτου καὶ τοῦ Ἁγίου Ποτηρίου», Παν. Δ. Παπαδημητρίου, 8/11/2020 (27/10/20).
3. «Διάταξις τῆς Θείας Λειτουργίας 1334, Ἁγίου Φιλοθέου», V.480 [ΔΘΛ], Π. Δ. Παπαδημητρίου (πρόχειρον, 23/11/2020).
4. «Διάταξις τῆς Πατριαρχικῆς Λειτουργίας 1386 (Ἁγία Σοφία), παρὰ τοῦ πρωτονοταρίου τῆς Ἁγίας Σοφίας, διακ. Δημητρίου Γεμιστοῦ», V.135 [ΔΘΛ], Π. Δ. Παπαδημητρίου (πρόχειρον, 22/11/2020).
5. «Σύγχρονοι (Ἅγιοι) Γέροντες καὶ οἱ Μυστικὲς Εὐχές», Παν. Δ. Παπαδημητρίου 8/2/2022.
Ὑποσημειώσεις:
1 Ἡ ἁγία καί τοπική Σύνοδος, ἡ ἐν Λαοδικείᾳ τῇ Μητροπόλει τῆς Πακατικῆς Φρυγίας συγκροτηθεῖσα, γέγονε κατά τούς περισσοτέρους, ἐν ἔτει 364. Πολλοί δέ Πατέρες ἐν αὐτῇ συνελθόντες ἀπό διαφόρους ἐπαρχίας τῆς Ἀσιανῆς, τούς παρόντας Κανόνας ἐξέδωκαν, ἀναγκαίους ὄντας πρός τήν τῆς Ἐκκλησίας εὐταξίαν καί κατάστασιν, οἵτινες ἐπικυροῦνται ἀορίστως μέν ἀπό τόν αʹ Κανόνα τῆς Δʹ Οἰκουμενικῆς Συνόδου (451), καί τόν αʹ τῆς Ζʹ (787), ὠρισμένως δέ ἀπό τόν βʹ Κανόνα τῆς ΣΤʹ Οἰκουμενικῆς Συνόδου (680), καί διά τῆς ἐπικυρώσεως ταύτης Οἰκουμενικήν τρόπον τινά ἀναλαμβάνουσι δύναμιν.
2 Πηδάλιον, ἐν Ἀθήναις 1886, σ. 342.
3 Θὰ δοῦμε ἀργότερα ὅτι ἡ λειτουργικὴ πράξη τῆς Λαοδικείας ἀκολουθεῖται μέχρι σήμερα.
4 Πηδάλιον, ἐν Ἀθήναις 1886, σ. 348.
5 Γ.Ν. Φίλιας, Ὁ τρόπος ἀναγνώσεως τῶν εὐχῶν..., ἐκδ. Μ. Π. Γρηγόρης, 1996, σ. 39-40.
6 Ἱεροτελεστικὸν Τεῦχος (Ἡ Θ. Λειτουργία), κατ’ἔγκρισιν τῆς Ἱερᾶς Συνόδου, ἠρμηνευμένον ὑπὸ ἀρχιμ. Ἱερωνύμου Βογιατσῆ, ἔκδ. Ἀνδρ. Β. Πάσχα, 7η, 1923, σ. 116.
7 Σὲ μεγαλύτερη βάση βέβαια, Εὐχαὶ τοῦ πλήθους εἶναι: i) τὰ λόγια τῶν Ἱεροψαλτῶν, καὶ οἱ Συναπτές, οἱ Δεήσεις ποὺ ἐκφωνούνται ἀπὸ τὸν Διάκονο, καὶ τὴν ἀπόκριση δίνουν οἱ Ἱεροψάλτες ἐπ’ ὀνόματι τοῦ λαοῦ, καί ii) τὰ ἴδια αἰτήματα ἑκάστου τῶν Πιστῶν, ἇ μυστικῶς (μὴ εἰς ἐπήκοον) αἰτούνται, πρβλ. Ἁγίου Νικολάου Καβάσιλα, «ἵνα ὧν ἕκαστος ἰδίᾳ αἰτεῖται» [PG 150, 401].
8 Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, [PG 48,725].
9 Εὐαγγελινός Ἀποστολίδης (Σοφοκλής) [Evangelinus Apostolides Sophocles], A Glossary of Later and Byzantine Greek, London 1860, σ. 495. —Memoirs of the American Academy of Arts and Sciences, Vol. VII, 1860, σ. 495. —Ὁ Εὐαγγελινός Ἀποστολίδης (Σοφοκλῆς) (1807-1883) ὑπῆρξε διαπρεπῆς Ἕλληνας λόγιος τοῦ 19ου αἰώνος, λεξικογράφος καὶ ἀπό τοὺς πρώτους Ἕλληνες καθηγητές τοῦ Πανεπιστημίου Χάρβαρντ. Γεννήθηκε στὴν Τσαγκαράδα Μαγνησίας, ἐμαθήτευσε στὴν Ἑλληνικὴ Σχολὴ τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Ἁγίας Αἰκατερίνης τοῦ Σινᾶ (ὅπου καὶ φυσικὰ ἐρχόταν σὲ ἐπαφὴ μὲ τὴν πλούσια Βιβλιοθήκη της), δίπλα στὸν θείο του Ἱερομόναχο Κωνστάντιο, μετὰ τὴν κοίμηση τοῦ ὁποίου διετέλεσε μαθητὴς τοῦ Ἀνθίμου Γαζῆ. Ἀργότερον, περὶ τό 1828 ἐπῆγεν εἰς τὴν Ἀμερικήν.
10 Ἐκφώνως νὰ προσευχηθοῦν οἱ Κατηχούμενοι; Ὄχι, φυσικά. Ἀλλὰ πῶς; Ἐννοεῖται, μυστικῶς, κατὰ διάνοιαν, εἰσελθόντες εἰς τὸ ταμιεῖον τῆς καρδίας τους, καὶ κλείοντες τὴν θύραν τῶν περισπασμῶν, τῶν κοσμικῶν φροντίδων, καὶ τῶν ματαίων λογισμῶν, ἀλλιῶς θὰ γίνει χάβρα Ἰουδαίων, καὶ ἂν ἔχουν τὸ πάθος τῆς ἀνθρωπαρεσκείας καὶ ἐπιδείξεως, μείζονα κατάκρισιν τῶν ὑποκριτῶν θέλουν λάβει.
11 ἤτοι μυστικῶς (δηλ. ἀπό μέσα τους, νοερῶς) νὰ ποῦν τὸ Κύριε ἐλέησον οἱ πιστοί. Παρακάτω, λέγει «Ἐφ’ ἑκάστῳ δὲ τούτων ὧν ὁ διάκονος προσφωνεῖ, ὡς προείπομεν, λεγέτω ὁ λαός· Κύριε ἐλέησον· καὶ πρὸ πάντων τὰ παιδία», [PG 1, 1077]. Ἐννοεῖται ὅτι ὅλα αὐτὰ τὰ Κύριε ἐλέησον «ὡς προείπομεν» εἶναι κατὰ διάνοιαν (μυστικῶς) ὡς ἀνεφέρθη στὴν ἀρχή, καὶ δὲν χρειάζεται νὰ ἐπεξηγεῖται συνεχῶς (ἦταν τότε βίωμα τοῦ λαοῦ). —Προστεθήτω τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων: «ἑστῶτος παντὸς τοῦ λαοῦ, καὶ προσευχομένου ἡσύχως». [PG 1, 737], καὶ τοῦ Ἁγίου Κλήμεντος: «καὶ ἡμεῖς οὖν ἐν ὁμονοίᾳ ἐπὶ τὸ αὐτὸ συναχθέντες, τῇ συνειδήσει ὡς ἐξ ἑνὸς στόματος βοήσωμεν πρὸς Αὐτὸν ἐκτενῶς, εἰς τὸ μετόχους ἡμᾶς γενέσθαι τῶν μεγάλων καὶ ἐνδόξων ἐπαγγελιῶν Αὐτοῦ», [PG 1, 277]. —Ἀπὸ τὸ Κοντάκιον τοῦ Ὄρθρου τῆς Μ. Τετάρτης: «ἀλλὰ σιγῇ δεόμενος προσπίπτω Σοι». —Προστεθήτω καὶ ἀπὸ τὴν Πρὸς Ῥωμαίους 14η ὀμιλία τοῦ Ἁγ. Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου: «ἦν καὶ Εὐχῆς χάρισμα, [...]· καὶ ὁ τοῦτο ἔχων, ὑπὲρ τοῦ πλήθους παντὸς ηὔχετο». Ἀλλὰ πῶς ηὔχετο; «Ὁ γὰρ τοιαύτης καταξιωθεὶς χάριτος, ἑστὼς μετὰ πολλῆς τῆς κατανύξεως, μετὰ πολλῶν τῶν στεναγμῶν τῶν κατὰ διάνοιαν τῷ Θεῷ προσπίπτων, τὰ συμφέροντα πᾶσιν αἰτεῖ. Οὗ καὶ νῦν σύμβολόν ἐστιν ὁ διάκονος τὰς ὑπὲρ τοῦ δήμου ἀναφέρων Εὐχάς», [PG 60, 533]. —Καὶ ἐπίσης ἀπὸ τὸν Χρυσοῤῥήμονα Ἅγιον: «Οὕτω καὶ Μωϋσῆς ηὔχετο· διὸ καὶ μηδὲν αὐτοῦ φθεγγομένου, φησὶν ὁ Θεός, Τί βοᾷς πρός με; Ἄνθρωποι μὲν γὰρ ταύτης μόνον ἐπακούουσι τῆς [ἐξωτερικευμένης] φωνῆς. ὁ δὲ Θεὸς πρὸ ταύτης τῶν ἔνδοθεν κραζόντων ἀκούει. [...]», [PG 54, 646]. —Ἔχοντες πάντοτε ὑπ’ὅψιν ὅτι «Πάντες μὲν εὐχόμεθα, ἀλλ’ οὐ πάντες ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ. Ὅταν γὰρ τοῦ σώματος ἐπὶ γῆς κειμένου, καὶ τοῦ στόματος εἰκῆ ληροῦντος, ἡ διάνοια πανταχοῦ τῆς οἰκίας [ἐκκλησίας] καὶ τῆς ἀγορᾶς περιέρχηται, πῶς ὁ τοιοῦτος δυνήσεται εἰπεῖν, ὅτι ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ ηὔξατο; Ἐνώπιον γὰρ Κυρίου εὔχεται ὁ πάντοθεν ἑαυτοῦ τὴν ψυχὴν [νοῦν] συλλέγων, καὶ μηδὲν ἔχων κοινὸν πρὸς τὴν γῆν, ἀλλὰ πρὸς αὐτὸν τὸν οὐρανὸν ὁ ἑαυτὸν μετοικίσας, καὶ πάντα ἀνθρώπινον λογισμὸν ἀπὸ τῆς ψυχῆς [νοῦ] ἐκβαλών· καθάπερ οὖν καὶ αὕτη ἡ γυνὴ ἐποίησε τότε· ὅλην γὰρ ἑαυτὴν συναγαγοῦσα, καὶ συντείνασα τὴν διάνοιαν, ἐκάλει τὸν Θεὸν μετ’ ὀδυνωμένης ψυχῆς», [PG 54, 644].
12 [PG 1, 1076].
13 [PG 1, 1085].
14 [PG 1, 1144].
15 Ἅγιος Διονύσιος ὁ Ἀρεοπαγίτης (+96): «τὰ τῆς μυστικῆς τῆς παρ’ ἡμῖν ἱερουργίας μυστήρια», [PG 4, 564]. —Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος (329-390): «Μυστικῶς τὰ μυστικὰ φθέγγεσθαι, καὶ ἁγίως τὰ ἅγια, καὶ μὴ ῥίπτειν εἰς βεβήλους ἀκοὰς τὰ μὴ ἔκφορα» [PG 36, 17]. —Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος (347-407): «Μυστήρια καὶ λέγεται, καὶ ἔστιν· ἔνθα δὲ μυστήρια, πολλὴ σιγή», [PG 49, 372], καὶ «ὅταν ἐστήκῃ πρὸ τῆς τραπέζης ὁ ἱερεύς, τὰς χεῖρας ἀνατείνων εἰς τὸν οὐρανόν, καλῶν τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον, τοῦ παραγενέσθαι καὶ ἅψασθαι τῶν προκειμένων, πολλὴ ἡσυχία, πολλὴ σιγή», [PG 49, 397-398]. —Ἅγιος Κύριλλος Ἀλεξανδρείας (370-431): «προσκομισθήσεται δὲ πρὸς ἡμῶν καὶ ὑπὲρ ἡμῶν ὁ Χριστός, μυστικῶς ἱερουργούμενος ἐν ταῖς ἁγίαις σκηναῖς», [PG 68, 708]. —Ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὀμολογητής (580-662): «τῆς μυστικῆς ἱερουργίας», [PG 91, 696]. —Ἅγιος Μάρκος ὁ Εὐγενικός (ἐπ. Ἐφέσου) (1392-1444): «ἐν αὐτοῖς [τοῖς ναοῖς] τὰ Ἅγια τῶν Ἁγίων, ἐν οἷς ἡ μυστικὴ καὶ ἀναίμακτος ἱερουργία τελεῖται, ὅπου παρακύψαι ἐπιθυμοῦσιν Ἄγγελοι», [PG 160, 1165]. —Προστεθήτω καὶ τὸ τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων: «ἀντὶ θυσίας τῆς δι’ αἱμάτων, λογικὴν καὶ ἀναίμακτον καὶ τὴν μυστικὴν, ἥτις εἰς τὸν θάνατον τοῦ Κυρίου συμβόλων χάριν ἐπιτελεῖται, τοῦ Σώματος Αὐτοῦ καὶ τοῦ Αἵματος», [PG 1, 972]. —«Ταῦτα περὶ τῆς μυστικῆς λατρείας διατασσόμεθα ἡμεῖς οἱ Ἀπόστολοι ὑμῖν τοῖς ἐπισκόποις, καὶ τοῖς πρεσβυτέροις, καὶ τοῖς διακόνοις», [PG 1, 1113]. Πρβλ. «Πῶς ἐτέλεσε ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστὸς τὴν «θείαν Εὐχαριστίαν» εἰς τὸν Μυστικὸν Δείπνον, μυστικῶς ἢ εἰς ἐπήκοον;».
16 Πρβλ. «Ὁ διάκονος· Ὅσοι κατηχούμενοι, προέλθετε. .... Ὅσοι πιστοί, ἔτι καὶ ἔτι ἐν εἰρήνῃ τοῦ Κυρίου δεηθῶμεν. Ὑπὲρ τῆς ἄνωθεν εἰρήνης .... Ὑπὲρ τῆς εἰρήνης τοῦ σύμπαντος κόσμου, .... Ὑπὲρ τοῦ ἁγίου οἴκου τούτου.... Ταῦτα δὲ λέγων ὁ διάκονος, βλέπει πρὸς τὸν ἱερέα καὶ ἡνίκα καταλάβῃ ὅτι ἐπλήρωσεν ἐκεῖνος τὴν [Μυστικὴν] Εὐχήν, εὐθέως λέγει· Σοφία. Ὁ δὲ ἱερεύς· Ὅτι πρέπει Σοι πᾶσα δόξα....», «Διάταξις τῆς Θείας Λειτουργίας 1334, Ἁγίου Φιλοθέου», V.480 [ΔΘΛ], Π. Δ. Παπαδημητρίου (πρόχειρον, 23/11/2020).
17 Προσφωνεῖ ὁ Διάκονος, ἀντιφωνεῖ ὁ Ἱεροψάλτης, ἢ παλαιότερον κατὰ διάνοιαν (ἀπὸ μέσα του, μυστικῶς) ἔλεγεν ὁ λαὸς τὸ Κύριε ἐλέησον, ὑποσ. 10 καί 11, καί [PG 1, 1077].
18 Πρβλ. «ἄρχεται δὲ ὁ δεύτερος [διάκονος] ἐν τῷ ἄμβωνι· Εὔξασθε, οἱ κατηχούμενοι, τῷ Κυρίω... τῷ Κυρίῳ κλίνατε. Τούτων δὲ λεγομένων, ὁ Πατριάρχης λέγει τὴν εὐχὴν ταύτην. Εὐχὴ κατηχουμένων, πρὸ τῆς ἁγίας ἀναφοράς», «Ἄρχεται δὲ ὁ τρίτος [διάκονος]· Ὅσοι κατηχούμενοι, προέλθετε, ... . [...]. Ὅσοι πιστοί, ἔτι καὶ ἔτι ἐν εἰρήνῃ τοῦ Κυρίου δεηθῶμεν. Ὑπὲρ τῆς ἄνωθεν εἰρήνης .... Ὑπὲρ τῆς εἰρήνης τοῦ σύμπαντος κόσμου, ... . Ταῦτα δὲ λέγοντος τοῦ διακόνου, οἱ ἐν τῷ βήματι διάκονοι ὑφαπλοῦσι τὸ εἰλητόν. Ὁ δὲ Πατριάρχης λέγει τὴν εὐχὴν ταύτην. Εὐχὴ πιστῶν αʹ, μετὰ τὸ ἁπλωθῆναι τὸ εἰλητόν· Εὐχαριστοῦμέν Σοι, Κύριε, ... Τοῦ δὲ Πατριάρχου τὴν Εὐχὴν πληρώσαντος, νεύει τις τῶν ἐν τῷ Βήματι διακόνων τῷ ἐν τῷ ἄμβωνι διακόνῳ, καὶ εὐθὺς λέγει· Σοφία...», Διάταξις τῆς Πατριαρχικῆς Λειτουργίας 1386 (Ἁγία Σοφία), παρὰ τοῦ πρωτονοταρίου τῆς Ἁγίας Σοφίας, διακ. Δημητρίου Γεμιστοῦ», V.135 [ΔΘΛ], Π. Δ. Παπαδημητρίου (πρόχειρον, 22/11/2020).
19 https://analogion.gr/typikon/liturgy-articles
20 https://independent.academia.edu/ΠΔΠ/Liturgical
------------------------------------------------------------
Ο ΙΘ' Κανών της Συνόδου της Λαοδικείας (364), και η ανάγνωσις των Λειτουργικών Ευχών
Ὁ ΙΘʹ Κανὼν τῆς Συνόδου τῆς Λαοδικείας (364), καὶ ἡ ἀνάγνωσις τῶν Λειτουργικῶν Εὐχῶν
http://analogion.gr/articles/ecclesia/laodikeia19/laodikeia-19-220403-pub.pdf
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου