Τρίτη 17 Οκτωβρίου 2017

Blade Runner 2049



Του Κωνσταντίνου Μπλάθρα από την Ρήξη φ. 137
Είδα το καινούργιο Μπλέιντ Ράνερ 2049 σε γεμάτη αίθουσα την Τρίτη, τη μέρα που ψηφίστηκε στη Βουλή το νομοσχέδιο για την αλλαγή φύλου. Ναι, τίποτα δεν είναι τυχαίο! Στες ΗΠΑ η επιστημονική φαντασία, το sci fi, όπως το λένε τα εδώ ελληνικά, γίνεται ταινία, στην Ελλάδα νόμος. Αυτό είναι που λένε… η φαντασία στην εξουσία!

Είμαστε, λοιπόν, στα 2049. Ζώα, δέντρα και φυτά δεν υπάρχουν πια στον πλανήτη. Ένα μόνο ζώον επιβιώνει, ο άνθρωπος, κι απ’ αυτούς λίγοι. Ζουν σε μια σκοτεινή ομιχλώδη πόλη, που περιτριγυρίζεται από ψηλό τείχος-φράγμα. Η εταιρεία, που έχει την απόλυτη κυριαρχία σε αυτή την ανθρώπινη μετα-αποικία ονόματι Λος Άντζελες –πόλη των Αγγέλων–, διευθύνεται από έναν τυφλό, στην όψη σαν Αμερικανό Τζίζους (Jesus), ο οποίος διατείνεται ότι κατασκευάζει αγγέλους. Μεταξύ αυτών στείρες γυναίκες, ιδανικές συνοδούς σεξ. Βλέπετε, ο κόσμος μπορεί να αναποδογυρίζει, όπως τα φύλα –θου, Κύριε!– αλλά στο Χόλιγουντ μένει η φαλλοκρατία, έκφραση της οποίας –αν θέλετε το πιστεύετε– είναι οι σύγχρονοι πανίσχυροι διαφυλικοί ευνούχοι, που, κουνώντας αυστηρά το δάχτυλο, φυλάνε με τον βούρδουλα της πολιτικής ορθότητας τα προοδευτικά χαρέμια των αφεντάδων της νέας εποχής. Υπάκουοι σαν Μπλέιντ Ράνερ. Είδατε που καμία σύμπτωση δεν είναι τυχαία;
Α, ναι. Σε αυτόν τον κόσμο, όπου όλα τα είδη έχουν εξαφανιστεί, επιβιώνει η Σόνι, παραγωγός της ταινίας, η Πεζό και, φυσικά, η Κόκα-κόλα, μαζί με το ουίσκι Μπλακ-Λέιμπελ και την παιχνιδομηχανή Ατάρι, που τις βλέπουμε και στην πρώτη ταινία. Θα προσέξετε επίσης, όσοι θα δείτε την ταινία, ότι στην παγκόσμια μετα-μεγάπολη, στρατόπεδο συγκέντρωσης, οι επιγραφές είναι σε όλα τα εξωτικά αλφάβητα, στο ρώσικο η αγροικία του κακού –πόσο κλισέ πια;–, στο εβραϊκό οι πινακίδες των αυτοκινήτων, στο κορεατικό οι ταμπέλες του εγκαταλειμμένου ξενοδοχείου, στο ιαπωνικό οι μαρκίζες των σεξ-σoπ, αγγλικά οι διαφημίσεις. Ελληνικά γράμματα δεν είδα. Ευτυχώς; Απουσιάζει επίσης η αραβική πινελιά, που υπάρχει στην πρώτη ταινία. Οι Κινέζοι, αντίθετα, και εκεί και εδώ είναι παντού.
Με όλες αυτές τις σκέψεις, που ανακατεύουν τα της ταινίας με όσα απίθανα γίνονται στην πικρή Ελλάδα του Μνημονίου, ίσως σκέφτεστε ότι δυσανασχετώ με την καινούργια ταινία του Ντενί Βιλνέβ. Κάθε άλλο: Πρόκειται για ενδιαφέρουσα και άξια λόγου ταινία, αν και δεν φτάνει στον σκοτεινό λυρισμό του πρώτου Blade Runner (1982) του Ρίντλεϊ Σκοτ. Δεν πρέπει επίσης να ξεχνάμε ότι στον αμερικανικό κινηματογράφο, όπου η πολιτικολογία είναι σπάνια, το είδος της επιστημονικής φαντασίας πολιτικολογεί με παρα(προ)βολές του μέλλοντος. Ένα, στοιχείο, ας πούμε, και της παλιάς και της νέας ταινίας, είναι ότι κουμάντο στις πολιτείες του μέλλοντος –για φαντάσου!– κάνουν οι εταιρείες. Το κράτος δεν έχει άλλη παρουσία από τη βρώμικη δουλειά της αστυνομίας.
Την εταιρεία Τάιρελ, που κατασκεύαζε τις πρώτες ρεπλίκες-ανδροειδή το 2019 –σύμφωνα με την παλιά ταινία–, την έχει αγοράσει τώρα, 30 χρόνια μετά, το 2049, ο ιδιοφυής βιοσχεδιαστής Γουάλας. Τα δικά του ανδρείκελα –βιοτεχνολογημένους τους ονομάζει η ταινία– είναι προγραμματισμένα ως σκλάβοι για να υπακούουν. Ο συναγερμός όμως χτυπά όταν από λείψανα μιας από τις κατασκευασμένες γυναίκες αποδεικνύεται ότι γέννησε δίδυμα. Η μη σχεδιασμένη αυτή ανατροπή, αφού τα μοντέλα είναι κατά τις προδιαγραφές στείρα, πυροδοτεί τις έρευνες του Μπλέιντ Ράνερ Κ. Γιατί, η γέννηση μπορεί αναπόδραστα να ελευθερώσει τις ρεπλίκες από τον πατενταρισμένο κατασκευαστή τους! Ρεπλίκα και ο ίδιος ο Κ. αναζητά ίσως δικό του πατέρα, και την αδερφή του πιθανόν. Έτσι ο Κ., που εν τω μεταξύ ερωτεύεται μιαν άλλη κατασκευασμένη ανθρωποσκιά, τη Ρέιτσελ (Ραχήλ), γίνεται από διώκτης διωκόμενος για να βρεθεί τελικά με τον κινηματογραφικό του πατέρα Μπλέιντ Ράνερ, τον Χάρισον Φορντ, τον ντέτεκτιβ Ντεκάρντ.
Ο Βιλνέβ μπορεί να μη διαθέτει τον «νουάρ ρομαντισμό» του Σκοτ, που δίνει ένα στυλ της δεκαετίας του ’40 στην ταινία του, αλλά χτίζει ένα δικό του φουτουριστικό νουάρ. Αντί για το ημίφως του Σκοτ προτιμά τις αντιθέσεις του κιαροσκούρο, με ιδιαίτερους φωτισμούς, που φτάνουν στο αποκορύφωμά τους στην αίθουσα των αντανακλάσεων του νερού, μια αίθουσα-παράδεισο γαλήνης των ανδροειδών και που είναι από τα πιο επιφανή επιτεύγματα της ταινίας. Γιατί ο Ράιαν Γκόσλινγκ, με το χωρίς αισθήματα πρόσωπό του –Ρεπλίκα γαρ– βαραίνει τον ούτως ή άλλως συμπαγή όγκο της ταινίας, που δεν τη διαπερνά εκείνο το χιούμορ ή, πολύ περισσότερο, ο λυρισμός της παλιάς ταινίας του Σκοτ. Η Κουβανή Άννα ντε Άρμας επίσης δεν μπορεί να ξεφύγει από το πρότυπο της λαμπερής –σχεδόν στραφταλίζει– συνοδού-πόρνης και η Ολλανδή Σίλβια Χοκς από το πρότυπο της νέας αστραφτερής μέγαιρας. Πολλά τα κλισέ, δεν συμφωνείτε; Ο Τζάρετ Λέτο δίνει μια πρωτότυπη πινελιά σε ένα ρόλο (Αντί-)Χριστού Γουάλας, που θα μπορούσε να είναι ένας, μακρινός έστω, απόγονος του Μεγάλου Ιεροεξεταστή. Ναι, είναι ενδιαφέρον αυτό το δεύτερο Blade Runner 2049, όχι μόνο γιατί «δεν σχολιάζει», αλλά πολύ περισσότερο γιατί επιτείνει «το γεγονός ότι ο ίδιος ο κινηματογράφος συμμετέχει σε αυτή τη διαδικασία απο-ανθρωπισμού, μετατρέποντας τους άλλους σε αντικείμενα της ηδονοβλεψίας μας» ή αντικείμενα υποταγής. Η υποβλητική ηλεκτρική μπαρόκ μουσική των Χανς Τσίμερ και Μπέντζαμιν Γουόλφις κάνει ακόμα πιο σκοτεινό το αντικείμενο του φόβου της ταινίας.
Ξεκομμένος απ’ την ίδια του τη φύση ο άνθρωπος του αιώνα μας, αφού ολοκληρώσει την καταστροφή της φύσης, γίνεται κι αυτός τέρας; Τα αισθήματα και οι αναμνήσεις τον διασώζουν από τον εντελή απ-ανθρωπισμό, μας λένε οι Blade Runner. Και η ίδια του η καταπατημένη σήμερα φύση του, ως «ζώον», αλλά «θεούμενον», όπως έλεγε ένας παλιός μας δάσκαλος, μπορεί να τον σώσει, προσθέτω.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου