Λόγος εικοστός ένατος
Περί απάθειας
(Για τον επίγειο ουρανό, τη θεομίμητη απάθεια και τελειότητα και ανάσταση της ψυχής, προ της κοινής αναστάσεως)
Να λοιπόν πού και εμείς πού βρισκόμαστε στον βαθύτατο λάκκο της αγνωσίας και στις σκοτεινές περιοχές των παθών και στην σκιά του θανάτου τούτου του σώματος, επιχειρούμε με θρασύτητα να φιλοσοφήσουμε για τον επίγειο ουρανό, (δηλαδή την απάθεια). Το στερέωμα του ουρανού έχει βεβαίως ως ωραιότητα τους αστέρες, αλλά η απάθεια έχει ως στολισμό τις αρετές. Εγώ τουλάχιστον νομίζω ότι η απάθεια δεν είναι τίποτε άλλο παρά «εγκάρδιος ουρανός του νοός», ο οποίος λογαριάζει για παιγνίδια τις πανουργίες των δαιμόνων.
2. Είναι και διακρίνεται πραγματικά ως απαθής, εκείνος που αφθαρτοποίησε την σάρκα του, πού ανύψωσε τον νου του επάνω από την ορατή κτίση και υπέταξε σ΄ αυτόν όλες τις αισθήσεις, πού παράστησε την ψυχή του εμπρός στο πρόσωπο του Κυρίου και πού προχωρεί συνεχώς και πλησιάζει τον Κύριον υπηρετώντας Τον με ζήλο υπεράνθρωπο. Μερικοί πάλι ορίζουν την απάθεια ως ανάσταση της ψυχής πριν από την ανάσταση του σώματος. Και άλλοι ως τελεία επίγνωση του Θεού, δευτέρα κατά σειράν, μετά την επίγνωση πού έχουν οι Άγγελοι.
3. Αυτή λοιπόν η απάθεια, «η τελεία των τελείων ατέλεστος τελειότης»1, καθώς μου εξήγησε κάποιος πού την είχε δοκιμάσει, τόσο πολύ αγιάζει τον νου και τον αρπάζει από τα υλικά, ώστε το περισσότερο μέρος της επίγειας ζωής του, μετά την άφιξη βεβαίως στο ουράνιο λιμάνι της ησυχίας, το ζει κανείς σαν να βρίσκεται στον ουρανό, και ανυψώνεται εκστατικός σε ουράνιες θεωρίες∙ πράγμα για το οποίο μιλάει κάπου επιτυχώς και ο Ψαλμωδός πού το είχε γευθή: «Ότι του Θεού οι κραταιοί, της γής σφόδρα επήρθησαν» (Ψαλμ. μς΄ 10). Ως τέτοιον γνωρίζουμε και τον Αιγύπτιο εκείνον (ασκητή), ο οποίος δεν άφηνε επί πολύ τα χέρια του απλωμένα στην προσευχή όταν προσευχόταν μαζί με άλλους2.
4. Υπάρχει ο απαθής, αλλά υπάρχει και απαθέστερος από τον απαθή. Ο πρώτος αποστρέφεται με υπερβολικό μίσος το κακό, ενώ ο δεύτερος είναι άπληστος στον πλούτο των αρετών. Και η αγνεία απάθεια ονομάζεται, και πολύ φυσικά, διότι είναι ο πρόλογος της κοινής αναστάσεως και της αφθαρτοποιήσεως των φθαρτών.
5. Απάθεια φανέρωσε εκείνος πού είπε «νούν Κυρίου κέκτημαι» (πρβλ. Α΄ Κορ. β΄ 16).
Απάθεια φανέρωσε ο Αιγύπτιος πού είπε ότι δεν φοβάται τον Κύριο3.
Απάθεια φανέρωσε εκείνος πού προσευχήθηκε να επιστρέψουν πάλι τα πάθη4.
Ποιος αξιώθηκε πριν από την λαμπρότητα του μέλλοντος αιώνος να έχει τόση απάθεια, όση εκείνος ο Σύρος5; Διότι ενώ ο περίφημος μεταξύ των προφητών Δαβίδ έλεγε στον Κύριο: «σταμάτησε την θλίψη μου, για να ανακουφισθώ» (Ψαλμ. λη΄ 14), ο Σύρος αυτός αθλητής του Θεού έλεγε «σταμάτησε τα κύματα της χάριτος Σου»!
6. Απάθεια έχει η ψυχή που ταυτίσθηκε τόσο με τις αρετές, όσο οι εμπαθείς με τις ηδονές.
7. Εάν το όριο της γαστριμαργίας είναι, να πιέζει κανείς τον εαυτό του να φάει και χωρίς να έχει όρεξη, τότε το όριο της εγκράτειας είναι, και όταν πεινά, να συγκρατεί την φύση του, παρ΄ όλο ότι δεν είναι ένοχη για κάτι.
8. Εάν το όριο της λαγνείας είναι η μανιώδης διέγερση και προς τα άλογα ζώα και τα άψυχα αντικείμενα, τότε το όριο της αγνείας είναι να τα αισθάνεται κανείς όλα και να τα αντιμετωπίζει σαν άψυχα.
9. Εάν το τέρμα της φιλαργυρίας είναι να μη παύει κανείς και να μη χορταίνει πότε συναθροίζοντας χρήματα, τότε και το τέρμα της ακτημοσύνης είναι να μη λυπάται ούτε το σώμα του ακόμη.
10. Εάν το τέρμα της ακηδίας είναι να μην έχει κανείς υπομονή ενώ ζει σε πλήρη άνεση, τότε το τέρμα της υπομονής είναι να ζει σε θλίψη και να θεωρεί ότι έχει άνεση.
11. Εάν το πέλαγος της οργής είναι να αποθηριώνεται κανείς και όταν είναι μόνος του, τότε το πέλαγος της μακροθυμίας είναι να είναι όμοια γαλήνιος και στην απουσία και στην παρουσία του υβριστή.
12. Εάν το ύψος της κενοδοξίας είναι να δείχνει κανείς επιτηδευμένη επιδεικτική συμπεριφορά και όταν είναι μόνος του, τότε οπωσδήποτε το γνώρισμα της ακενοδοξίας είναι να μη κλέπτεται καθόλου ο λογισμός στην παρουσία αυτών που επαινούν.
13. Εάν το γνώρισμα της απώλειας, δηλαδή της υπερηφάνειας, είναι να αισθάνεται κανείς έπαρση και όταν έχει ταπεινή εξωτερική εμφάνιση, τότε η απόδειξη της σωτήριας ταπεινώσεως είναι να έχει ταπεινό φρόνημα και στα υψηλά επιτεύγματα και κατορθώματα.
14. Εάν η απόδειξη της τελείας εμπάθειας είναι να υποχωρεί κανείς πάραυτα σχεδόν στο κάθε τι πού ενσπείρουν οι δαίμονες, τότε εγώ θεωρώ σαν γνώρισμα της αγίας απάθειας το να μπορεί κανείς να λέει καθαρά: «Εκκλίνοντος απ΄ εμού του πονηρού ούκ εγίνωσκον» (Ψαλμ. ρ΄ 4), ούτε πώς ήλθε ούτε γιατί απήλθε∙ αντίθετα νοιώθω πλήρη αναισθησία προς όλα αυτά, είμαι όλος ενωμένος με τον Θεό, και πάντοτε θα είμαι.
15. Όποιος αξιώθηκε αυτήν την κατάσταση, ενώ βρίσκεται ακόμη στην σάρκα του, έχει ως ένοικο του τον Θεό, ο οποίος τον κυβερνά σε όλα τα λόγια και τα έργα και τις σκέψεις. Έτσι ακούει μέσα του, σαν κάποια φωνή το θέλημα του Κυρίου, πού το αντιλαμβάνεται με έναν εσωτερικό φωτισμό, και γίνεται ανώτερος από κάθε ανθρώπινη διδασκαλία. Λέει δε «πότε ήξω και οφθήσομαι τώ προσώπω του Θεού;» (Ψαλμ. μα΄ 3). Διότι δεν αντέχω περισσότερο την ενέργεια του πόθου μου αυτού, αλλά επιζητώ το αθάνατο κάλλος πού μου είχες δώσε προτού ενδυθώ το πήλινο αυτό σώμα (όπως κατάντησε μετά την παράβαση). Αλλά τι χρειάζεται να λέμε πολλά; Ο απαθής «ζή μέν ουκέτι αυτός, ζή δε έν αυτώ Χριστός» (Γαλ. β΄ 20), καθώς λέει εκείνος που αγωνίσθηκε τον καλό αγώνα και τελείωσε τον δρόμο και τήρησε την πίστη, (δηλαδή ο Απόστολος Παύλος).
16. Το στέμμα του βασιλιά δεν αποτελείται από έναν μόνο πολύτιμο λίθο. Ούτε η απάθεια είναι τελεία, εάν έστω και μία οποιαδήποτε αρετή αμελήσουμε.
Ως απάθεια να εννοήσεις το ουράνιο ανάκτορο του επουρανίου Βασιλέως. Ως «πολλές μονές» (Ιωάν. ιδ΄ 2) τις κατοικίες πού ευρίσκονται μέσα στην πόλη. Και ως τείχος της επουράνιας αυτής Ιερουσαλήμ την άφεση των πταισμάτων.
17. Ας τρέξουμε, αδελφοί, ας τρέξουμε, για να κατορθώσουμε να εισέλθουμε στον νυμφώνα του ανακτόρου.
Εάν δε, είτε από κάποιο φορτίο, είτε από κάποια πρόληψη, είτε από κάποια αργοπορία καθυστερήσαμε -ω συμφορά μας!- τουλάχιστον ας προφθάσουμε κάποια κατοικία γύρω από τον νυμφώνα.
Εάν δε ακόμη έχουν καμφθεί και αποκάνει τα πόδια μας, ας φθάσουμε με κάθε τρόπο έστω μέσα από το τείχος.
Διότι εκείνος πού δεν θα εισέλθει στο τείχος ή μάλλον δεν θα το υπερπηδήσει προ του θανάτου του, θα παραμείνει έξω, στην ερημική περιοχή (των δαιμόνων και των παθών). Γι΄ αυτό και κάποιος έλεγε στην προσευχή του «έν τώ Θεώ μου υπερβήσομαι τείχος» (Ψαλμ. ιζ΄ 30). Και κάποιος άλλος, εξ ονόματος του Θεού, έλεγε: «Ουχί αι αμαρτίαι υμών είσιν αί διαχωρίζουσαι αναμέσον υμών και εμού»; (Ησ. νθ΄ 2).
18. Ας γκρεμίσουμε, αγαπητοί μου, το «μεσότοιχον του φραγμού» (Εφεσ. β΄ 14), το οποίο κακώς οικοδομήσαμε με την παρακοή μας. Ας λάβουμε από εδώ την εξόφληση του χρέους, διότι στον Άδη δεν υπάρχει κανείς πού να μπορεί να μας απαλλάξει από τα αμαρτήματα.
19. Ας «σχολάσουμε», (ας αφήσουμε τα άλλα και ας αφιερώσουμε χρόνο), από τώρα και στο εξής (για την απόκτηση της απάθειας). Άλλωστε έχομε χαρακτηρισθεί «σχολασταί»6. Δεν μπορεί κανείς να αμελεί και να προφασίζεται, είτε πτώσεις του, είτε περιστάσεις, είτε φορτία∙ διότι «όσοι έλαβον τον Κύριον –διά λουτρού παλιγγενεσίας- έδωκεν αυτοίς εξουσίαν τέκνα Θεού γενέσθαι» (Ιωάν. α΄ 12), και τους είπε: «Να σχολάσετε, να ηρεμήσετε και να γνωρίσετε ότι εγώ είμαι ο Θεός και ότι εγώ είμαι η Απάθεια» (πρβλ. Ψαλμ. με΄ 11) [Σχολάσατε καὶ γνῶτε ὅτι ἐγώ εἰμι ὁ Θεός· ὑψωθήσομαι ἐν τοῖς ἔθνεσιν, ὑψωθήσομαι ἐν τῇ γῇ]. Σ’ αυτόν τον Θεό ανήκει η δόξα είς τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.
Ανυψώνει από την γη στον ουρανό τον πένητα νού, και ανεγείρει από την κοπριά των παθών τον πτωχό άνθρωπο η μακάρια απάθεια. Ενώ η πανύμνητη αγάπη τον αξιώνει να καθήσει μαζί με τους άρχοντες Αγγέλους, με τους άρχοντες του λαού του Κυρίου.
1 Θαυμασία όσο και παράδοξη διατύπωση! Σχετικώς διαβάζουμε στο έργο περί ησυχαστικής ζωής των Καλλίστου και Ιγνατίου των Ξανθοπούλων: «Και ο άγιος Εφραίμ ως εξής ομιλεί περί απαθείας και τελειότητος: Οι απαθείς προχωρώντας ασταμάτητα και αχόρταγα προς το ύψιστο ποθούμενο, καθιστούν την τελειότητα χωρίς τέλος… Είναι τελεία η τελειότης, όσον αφορά τα μέτρα και τις δυνάμεις του ανθρώπου. Και είναι χωρίς τέλος, διότι ξεπερνά τον εαυτό της με την καθημερινή πρόοδο και διότι υψώνεται συνεχώς με τις προς τον Θεόν αναβάσεις» (Φιλοκαλία, Δ΄, σελ. 281).
2 Εννοεί τον αββά Τιθόη, για τον οποίο το «Γεροντικό» γράφει: «Εί μη ταχέως κατέφερε τάς χείρας αυτού, ότε ίστατο είς προσευχήν, ηρπάζετο ο νους αυτού άνω» – Η αρπαγή του νοός στην προσευχή υποδηλοί ύψιστο σημείο πνευματικής προόδου – («Γεροντικόν» εκδ. Π. Πάσχου, σελ. 122).
3 Δηλαδή ο Μέγας Αντώνιος. «Είπε ο αββάς Αντώνιος –γράφει το «Γεροντικό», σελ. 4 – εγώ ουκέτι φοβούμαι τον Θεόν, αλλ΄ αγαπώ αυτόν∙ η γάρ αγάπη έξω βάλλει τον φόβον».
4 Εννοεί τον αββά Ιωάννη τον Κολοβό. Σχετικώς βλέπε «Γεροντικό», σελ. 45-46.
5 Πρόκειται για τον όσιο Εφραίμ τον Σύρο. Περί αυτού ομιλεί ο νηπτικός πατήρ Πέτρος ο Δαμασκηνός: «Ο άγιος Εφραίμ, μετά το νικήσαι πάντα τά τε ψυχικά και σωματικά πάθη, χάριτι Χριστού, ίνα μη αργός έκ των πολέμων του εχθρού ευρεθή και τούτου χάριν κατακριθή, ως εδόκει, εξ αφάτου ταπεινώσεως εζήτει την χάριν της απαθείας αρθήνται απ΄αυτού∙ περί ού Ιωάννης ό της Κλίμακος εκπλαγείς έγραψεν∙ ότι εισί τινες απαθών απαθέστεροι, ως ο Σύρος εκείνος φησί, και τα εξής. Ο άγιος Εφραίμ, αφού νίκησε όλα τα ψυχικά και σωματικά πάθη, με τη χάρη του Χριστού, για να μη μένει αργός από τους πολέμους του εχθρού και καταδικαστεί, όπως νόμιζε, από την πολύ μεγάλη ταπείνωση του, παρακαλούσε το Θεό να του πάρει τη χάρη της απάθειας. Γι’ αυτόν ο Ιωάννης της Κλίμακος, γεμάτος έκπληξη, έγραψε ότι »υπάρχουν μερικοί που είναι πιο απαθείς από τους απαθείς, όπως ο Σύρος εκείνος κλπ».» (Υπόμνηση των επτά σωματικών πράξεων…, Φιλοκαλία, Γ΄, σελ. 66).
6 Πιθανόν να υπαινίσσεται το περιστατικό της Εξόδου, όπου ο Φαραώ αντιτίθεται στους Ισραηλίτες, που ζητούν να αποσυρθούν στην έρημο για την εκτέλεση θρησκευτικών τους καθηκόντων, αποκαλώντας τους αργόσχολους: «Σχολάζετε, σχολασταί έστε∙ διά τούτο λέγετε∙ πορευθώμεν, θύσωμεν τώ Θεώ ημών» (ε΄ 17). Η έν λόγω «σχολή» είναι επαινετή. Όπως το τονίζει και ο Μέγας Βασίλειος, «αύτη η σχολή αγαθή τω σχολάζοντι και ωφέλιμος, ησυχίαν εμποιούσα προς την των σωτηρίων διδαγμάτων ανάληψιν» (ομιλία είς τον ΜΕ΄ Ψαλμόν).
Μπορείτε να διαβάσετε το υπόλοιπο βιβλίο εδώ : Όσιος Ιωάννης ο Σιναΐτης. Κλίμαξ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου