Ο αββάς Μακάριος, όταν ήταν στην Αίγυπτο, βρήκε έναν άνθρωπο να κλέβει τα πράγματά του, έχοντας μαζί του και ζώο. Πήγε λοιπόν και ο ίδιος, σαν να ήταν ξένος, και βοήθησε τον κλέφτη στο φόρτωμα του ζώου.
Έπειτα τον ξεπροβόδισε με πολλή ηρεμία λέγοντας: «Τίποτε δεν φέραμε μαζί μας όταν ήρθαμε στον κόσμο, και είναι φανερό ότι ούτε μπορούμε να πάρουμε κάτι μαζί μας φεύγοντας (Α’ Τιμ. 6:7). Ο Κύριος τα έδωσε· όπως αυτός θέλησε, έτσι και έγινε. Να είναι δοξασμένος ο Κύριος για όλα (Ιώβ 1:21)».
Ο αββάς Μακάριος, κάποτε που περνούσε από την Αίγυπτο μαζί με αδελφούς, άκουσε ένα παιδί να λέει στη μητέρα του: «Μαμά, ένας πλούσιος με αγαπά και τον μισώ, και ένας φτωχός με μισεί και τον αγαπώ». Μόλις το άκουσε ο αββάς Μακάριος έμεινε έκπληκτος.
Τον ρώτησαν οι αδελφοί: «Τι είναι αυτός ο λόγος, πάτερ, και έμεινες έκπληκτος;» Ο γέροντας τους απάντησε: «Πραγματικά, ο Κύριός μας είναι πλούσιος και μας αγαπά, και δεν θέλουμε να τον ακούσουμε· και ο εχθρός μας διάβολος είναι φτωχός και μας μισεί, και εμείς αγαπούμε την ακαθαρσία του».
Ο αββάς Παφνούτιος, ο μαθητής του αββά Μακαρίου, έλεγε: «Παρακάλεσα τον γέροντά μου λέγοντας: «Πες μου έναν λόγο”, και εκείνος είπε: «Να μην κάνεις κακό σε κανέναν, ούτε να κατακρίνεις κανέναν. Αυτά να τηρείς και θα σωθείς”».
Έλεγαν για τον αββά Μακάριο τον μέγα ότι είχε γίνει, όπως λέει η Γραφή, θεός επίγειος (πρβ. Ψαλμ. 81:6). Όπως δηλαδή ο Θεός σκεπάζει τον κόσμο, έτσι έγινε και ο αββάς Μακάριος και σκέπαζε τα σφάλματα, αυτά που έβλεπε σαν να μην τα έβλεπε και αυτά που άκουγε σαν να μην τα άκουγε.
Μια φορά ένας δαίμονας επιτέθηκε με μαχαίρι στον αββά Μακάριο θέλοντας να του κόψει το πόδι· και επειδή εξαιτίας της ταπεινοφροσύνης του δεν μπόρεσε, του είπε: «Όσα έχετε, και εμείς τα έχουμε· μόνο ως προς την ταπεινοφροσύνη διαφέρετε από μας, και γι’ αυτό νικάτε».
Ο αββάς Μακάριος είπε: «Αν θυμόμαστε τα κακά που μας κάνουν οι άνθρωποι, εξουδετερώνουμε τη δύναμη της μνήμης του Θεού. Αν όμως θυμόμαστε τα κακά που μας κάνουν οι δαίμονες, θα είμαστε άτρωτοι».
Είπε ο αββάς Παφνούτιος, ο μαθητής του αββά Μακαρίου, ότι ο γέροντας έλεγε: «Όταν ήμουν παιδί έβοσκα βόδια μαζί με τα άλλα παιδιά. Αυτά πήγαν κάποτε να κλέψουν σύκα και, όπως έτρεχαν, τους έπεσε ένα σύκο και το πήρα και το έφαγα. Και όποτε το θυμάμαι, κάθομαι και κλαίω».
Από το βιβλίο: Το Γεροντικό, τόμος Α’, μετάφραση. Εκδόσεις «Το Περιβόλι της Παναγίας», Θεσσαλονίκη 2013, σελ. 195, 197, 198, 199, 203 (Αββάς Μακάριος ο Αιγύπτιος 18, 24, 28, 32, 35-37).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου