Δευτέρα 14 Οκτωβρίου 2024

Μαρτυρίες γιὰ τὸν Ὅσιο Δανιήλ τὸν Κατιουνακιώτη, Μωραϊτίδης Ἀλέξανδρος

Η Κάρα Οσίου Δανιήλ του Κατουνακιώτου | proseuxi.gr

Ὁ μεγάλος Σκιαθίτης πεζογράφος, Ἀλέξανδρος Μωραϊτίδης, ὁ ἄλλος μετά τον Παπαδιαμάντη ἅγιος τῶν νεοελληνικῶν γραμμάτων, ἦταν τὸ πνευματικὸ τέκνο τοῦ Γέροντος Δανιήλ, ἀπὸ τὸ πρόσωπο καὶ τὶς διδαχὲς τοῦ ὁποίου εἶχε πολὺ ἐντυπωσιασθεῖ, τόσο αὐτὸς ὅσο καὶ ἡ γυναῖκα του, ὥστε ἔζησαν μαζὶ στὸν κόσμο, ὄχι ἁπλῶς ὡς κοσμοκαλόγεροι ἀλλὰ ἀξιώθηκαν καὶ οἱ δύο νὰ φορέσουν τὸ ἀγγελικὸ σχῆμα ὡς μοναχοί, Ἀνδρόνικος καὶ Ἀθανασία. Συνέβαλαν μάλιστα καὶ οἱ δύο πολὺ στὴν ἀνάπτυξη τῆς ἐπικοινωνίας καὶ στὴν ἀμοιβαία ἐκτίμηση μεταξὺ τοῦ Ἁγίου Νεκταρίου καὶ τοῦ Γέροντος Δανιήλ. Ἡ σύζυγος μάλιστα τοῦ Μωραϊτίδη ἦταν στὸν κύκλο τῶν γυναικῶν, οἱ ὁποῖες βρίσκονταν ὑπὸ τὴν καθοδήγηση τοῦ Ἁγίου Νεκταρίου, κατὰ τὴν διάρκεια τῆς Σχολαρχίας του στὴν Ριζάρειο Ἐκκλησιαστικὴ Σχολή. Ὑπάρχουν ἐντυπωσιακὲς μαρτυρίες τοῦ ἴδιου τοῦ Μωραϊτίδη γιὰ τὴν ἐντύπωση ποὺ τοῦ προκάλεσαν, ἡ πρώτη του γνωριμία μὲ τὸν Γέροντα, οἱ νυκτερινὲς συζητήσεις στὴν ἀπλωταριὰ τοῦ κελλιοῦ στὰ Κατουνάκια, ἡ γενικὴ ἐκτίμηση καὶ ἀποδοχὴ τοῦ διακριτικοῦ Γέροντος ἀπὸ τοὺς ἁγιορεῖτες. Οἱ μαρτυρίες αὐτὲς προέρχονται ὅλες ἀπὸ τὸ γνωστὸ ἔργο τοῦ Μωραϊτίδη «Μὲ τοῦ βοριᾶ τὰ κύματα».

Γράφει γιὰ τὴν πρώτη τους γνωριμία ὁ Ἀλέξανδρος Μωραϊτίδης:

«Ἐκεῖ, στὰ Κατουνάκια, πρωτοεῖδα τὸν γέρο-Δανιήλ, συστάσεων δὲν εἶχον ἀνάγκην… ὥστε ὁ Γέρων Δανιὴλ μόλις ἤκουσε τὸ ὄνομά μου ἔδειξεν εἰλικρινῆ χαράν, ὡσὰν νὰ ἔβλεπεν ἀρχαῖον τινὰ μαθητήν του, καὶ δὲν ἤξευρε, καθὼς λέγει ὁ λόγος, πῶς νὰ μὲ περιποιηθεῖ οἰκειότερον, ὅσον τὸ δυνατόν. Σμυρναῖος, διαβασμένος, ἀσκητικώτατος, μὲ τὴν ὁσιακήν του ὠχρόλαμπρον αἴγλην τῆς μορφῆς του, μὲ τὴν μιξοπόλιον γενειάδα του, μὲ τὴν ὑπόξανθον κόμην του καὶ τοὺς γλαυκοὺς πὼς ὀφθαλμούς του, λόγιος καὶ ὁμιλητικώτατος. Κοινοβιάσας κατ’ ἀρχὰς εἰς μεγάλας μονάς, ἀλλὰ ὀλιγοστὰ ἔτη πρὸ τῆς γνωριμίας μας ἀποσυρθεῖς εἰς Κατουνάκια πρὸς μείζονα ἡσυχίαν, ἐν ᾗ ὄντως παράγεται τὸ γλυκύτατον τῆς ἀσκήσεως μέλι, οὗ τήν ἠδύτητα γνωρίζουσι μόνον ὅσοι τὸ ἐγεύθησαν… Ἐκεῖ, κατὰ πρῶτον, ἐξετίμησα τὴν χάριν, τὴν διάκρισιν, ἀλλὰ καὶ τὴν ταπείνωσιν τοῦ Γέροντος Δανιήλ, ὅστις, σημειωθείτω, ἔχει διέλθει ὅλην τὴν σειρὰν τῶν γραμμάτων τῶν Ἁγίων Πατέρων ἀλλὰ καὶ τὴν σειρὰν τῶν συγγραμμάτων τῶν λεγομένων Νηπτικῶν, ὧν ἡ ἀνάγνωσις βαθύτερον τὸν ἑλκύει, ἀρεσκόμενον εἰς τὰς ἀλληγορίας καὶ τὰς λοιπὰς καλλονὰς τῶν λόγων τῶν τοιούτων Πατέρων, π.χ. Ἰωάννου τῆς Κλίμακος καὶ Συμεών, τοῦ Νέου Θεολόγου. Ὁ Γέρων Δανιὴλ, ὡς ἀντελήφθην ἀμέσως, μελετηρότατος καὶ ὁμιλητικότατος, διακριτικότατος δὲ εἰς τὸ ἄκρον, ὅπου ἂν ἐκοινοβίασεν ἐν Ἄθωνι, ἀπέκτησε ταχέως τὴν ἀγάπην καὶ συμπάθειαν τῶν ἀδελφῶν, οὗ ἡ γνώμη ἐπὶ τῶν πνευματικῶν ζητημάτων βαρύνει πολύ, πάρα πολύ».

Σε ἕνα ἄλλο σημεῖο γράφει γιὰ τὴν ἕλξη καὶ ἐπίδραση ποὺ ἀσκοῦσε ἐντὸς καὶ ἐκτὸς τοῦ Ἁγίου Ὅρους ὁ Ὅσιος Δανιήλ: «Πρωτοστατεῖ δὲ ἐν τῇ ἱστορίᾳ πλέον τῶν Κατουνακίων ὁ Γέρων Δανιήλ, ὁ Σμυρναῖος, κατὰ τὸ ἔτος 1881 ἐγκατασταθείς ἐνταῦθα. Οὗτος στολισμένος μὲ τὴν χάριν τοῦ λόγου καὶ μὲ τὴν φυσικὴν τινὰ γλυκύτητα τῆς ὁμιλίας του, φιλομαθὴς καὶ μελετηρός, ὡς εἴπομεν, ἔχων δὲ εἰς ἔπακρον τὸ αἴσθημα τῆς φιλαλληλίας καὶ τρέφων τὸν πόθον νὰ φανῇ ψυχωφελὴς εἰς τὸν πλησίον, ἤρχισε νὰ συγκεντρώνη περὶ ἑαυτὸν μέγαν εὐλαβῶν προσκυνητῶν κύκλον… Μολονότι δὲ δὲν ἔχει τὸ ἀξίωμα τοῦ ἱερέως, ὅμως, κοσμεῖται μὲ πλούσιον τὸ χάρισμα τῆς διακρίσεως, ἐπαναπαύων τοὺς ἐξομολογούμενους εἰς αὐτὸν καὶ ζητοῦντας τὴν συμβουλήν του ἐπὶ διαφόρων ζητημάτων. Τὸ ὄνομά του εἶναι γνωστὸν εἰς τὲ τὴν Σμύρνην καὶ τὰς Ἀθήνας μάλιστα, καὶ ἀλλαχοῦ τῆς Ἑλλάδος, ὅπου μακροσκελεῖς ἐπιστολὰς στέλλει πρὸς πάμπολλα πνευματικὰ τέκνα του, ἀκούραστος ἐν τῇ πνευματικῇ ταύτῃ ἐργασίᾳ του, ἡ ὁποία καθιστᾶ αὐτὸν ὄντως ἀξιοθαύμαστον».

Συχνὰ ἀναπολεῖ ὁ Μωραϊτίδης τὸ περιβάλλον τῆς καλύβης τοῦ Γέροντος στὰ Κατουνάκια: «Ἀφοῦ ἐδειπνήσαμε ἐν τῇ πενιχρᾷ τῆς καλύβης τραπέζῃ ἀπολαυστικώτατα, διότι ἡ Κυρία Θεοτόκος εὐλόγησε τὰ παρατεθέντα λιτὰ βρώματα καὶ ἔγιναν γλυκύτατα, ἐξήλθομεν καὶ ἐκαθήσαμεν εἰς τὸ ὕπαιθρον ἔξω ἐπὶ πέτρινων ἀναπαυστικῶν καθισμάτων, ἔμπροσθεν τῆς μικρᾶς αἰθούσης τῆς φιλοξενίας, νὰ λάβωμεν τὰ ἐπιδόρπια, ἅτινα ἦσαν λόγοι ἀποστάζοντες οὐράνιον γλυκασμόν, τοῦ Γέροντος Δανιὴλ λόγοι. Ἐκεῖ διήλθομεν μακράς ὥρας συνομιλοῦντες, ἔχοντες κατενώπιον ἡμῶν τὸν λαμπυρίζοντα πόντον… ἕνα θέαμα μαγευτικώτατον, μίαν σκηνὴν ἀπὸ τὰς πλέον θαυμαστὰς τῆς Δημιουργίας…».

Ἐπαναλαμβάνοντας δὲ καὶ συμπληρώνοντας καταλλήλως τοὺς λόγους τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου, τοῦ Θεολόγου, ὁ ὁποῖος ἀναπολοῦσε ἐπίσης τὶς γλυκεῖες κατανυκτικὲς στιγμὲς ποὺ ἔζησε στὸ Ἡσυχαστήριο τοῦ Πόντου μαζὶ μὲ τὸν Μ. Βασίλειο καὶ τοὺς ἄλλους ἀδελφούς, γράφει ὁ Μωραϊτίδης γιὰ τὸ Ἡσυχαστήριο τοῦ Γέροντος Δανιὴλ στὰ Κατουνάκια: «Ποιός ἠμπορεῖ νὰ μὲ ἐπαναφέρῃ εἰς τὸν μῆνα τῶν παρελθουσῶν ἐκείνων ἡμερῶν; Ποιός πλέον νά μοῦ δώσῃ τὰς ψαλμωδίας ἐκείνας καὶ τὰς ἀγρυπνίας καὶ τὰς πρὸς Θεὸν ἐκδημίας διὰ μέσου τῆς προσευχῆς καὶ τὴν ἄυλον τρόπον τινὰ ζωήν, ὅπου ἐπερνούσαμεν τότε εἰς τὰ Κατουνάκια; Ποιός νὰ παραστήση τὴν φιλοπονίαν μας διὰ τὴν ἐξήγησιν τῶν θείων λόγων, κατὰ τὰς ἀναγνώσεις ὅπου ἐκάμνομεν, ἰδίως τὸν Συμεών, τὸν Νέον Θεολόγον; Ποιός νὰ παραστήση τὰς καθημερινὰς ἐργασίας μας καὶ τὰ ἐργόχειρά μας; Ποιός δὲν ἐνθυμεῖται τὴν δροσερὰν ἐκείνην ἀπλωταριάν, ὅπου ἐκάθητο τὴν νύκτα, οὐχὶ πολυκτήμων καὶ πολύχρυσος πυργοδεσπότης ἀλλὰ μοναχὸς κατακουρασμένος; Ἐγὼ δὲν ἐλπίζω νὰ σᾶς ξαναϊδῶ πλέον, ὦ ἐρημικά, ὦ ἐράσμια, ὦ παμπόθητα, ὦ πανέρημα Κατουνάκια!…».

Οἱ συζητήσεις αὐτὲς τοῦ Γέροντος Δανιὴλ δὲν ἔμοιαζαν καθόλου μὲ τὶς φλύαρες καὶ ἄσκοπες ἀργολογίες γιὰ ἀσήμαντα καὶ ἐπουσιώδη θέματα, ποὺ σπαταλοῦν τὸν πολύτιμο γιὰ τὴν σωτηρία χρόνο καὶ συνήθως συνδυάζονται μὲ κατακρίσεις προσώπων καὶ ἐγωπαθεῖς ἀναφορές. Ἀπέβλεπαν στὴν πνευματικὴ ὠφέλεια τῶν συζητούντων, στὴν τόνωση τῆς διαθέσεως γιὰ μετάνοια, ταπείνωση καὶ ἐπιστροφή. Εἶναι συγκλονιστικὴ ἡ τελευταία σχετικὴ μαρτυρία τοῦ Μωραϊτίδη: «Ὅταν βγῆκα στὰ Καρούλια – Κατουνάκια, ἐνόμισα, ὅτι ἔφθασα εἰς τὸν Θεόν. Ἀλλ’ ὅταν συνομίλησα μετὰ τοῦ Γέροντος Δανιὴλ εἶπον: «Τώρα εἶδον, πόσον μακρὰν εἶμαι ἀπὸ τὸν Θεόν».

Ὁ Ὅσιος Δανιὴλ, μὲ τὸ προρατικό του χάρισμα εἶχε πεὶ στὸν Ἀλέξανδρο Μωραϊτίδης, ποὺ εἶχε τὸν πόθο νὰ γένει μοναχός, ὅτι μετὰ ἀπὸ 40 ἡμέρες ἀπὸ τὴν κουρά του θὰ παραδώσει τὸ πνεῦμα του στὸν Κύριο. Ἡ πρόβλεψη αὐτὴ ἐπαληθεύθηκε, ἀφοῦ ἡ κουρά του ἔγινε στὶς 16 Σεπτεμβρίου καὶ ἡ κοίμησή του στὶς 25 Ὀκτωβρίου τοῦ 1929.

(Δρ Χαραλάμπης Μ. Μπούσιας, Μέγας Ὑμνογράφος τῆς τῶν Ἀλεξανδρέων Ἐκκλησίας)

https://agiazoni.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου