Είναι αποτέλεσμα ιστορικής συγκυρίας ότι η γέννηση της Νεωτερικότητας έλαβε χώρα στη χριστιανική Ευρώπη και κατόπιν εξήχθη σε άλλες κουλτούρες; Ή μήπως υπάρχει κάτι εγγενές στον Χριστιανισμό, το οποίο διευκολύνει την ανάδυση του ατόμου και προσφέρει τις κατάλληλες συνθήκες για αμφισβήτηση;
Οι περιπέτειες της θρησκευτικής πίστης ακολούθησαν την πορεία του ατόμου, κατά τα τρία στάδια του δυτικού πολιτισμού. Για πολλούς αιώνες παραμένει υποταγμένο στις διάφορες συλλογικότητες (οικογένεια, χωριό, θρησκευτική κοινότητα). Οταν ο Διαφωτισμός εισέρχεται στο προσκήνιο, το άτομο ανακαλύπτει την αχανή ενδοχώρα του (επιθυμίες, ασυνείδητο, στοχασμός). Και, εδώ και μερικές δεκαετίες, στην εποχή τις Μετανεωτερικότητας, το δυτικό άτομο καταναλώνει, ιδιωτεύει, απολαμβάνει, αντιφάσκει ανενόχλητο, συλλέγει εμπειρίες.
Ετσι, η πίστη στον Θεό ήταν αναντίρρητη στην Προνεωτερική κοινωνία, όπου δεν υπήρχαν άθεοι. Κατά τη Νεωτερικότητα ανθεί ο ορθολογισμός: «Είναι η θρησκευτική πίστη συμβατή με τη λογική;». Κάποιοι απάντησαν με την αθεΐα, ενίοτε μαχητική και δολοφονική. Στη Μετανεωτερικότητα αλλάζει το κλίμα: «Πολύ καλό πράγμα η πίστη.
Δεν έχει σημασία πού πιστεύετε, αρκεί να πιστεύετε, αν αυτό σας βοηθά ψυχολογικά, αν σας δίνει ηρεμία και νόημα ζωής». Γι’ αυτό και έχει μειωθεί αισθητά η αθεΐα, με την συνακόλουθη ειρωνεία και απαξίωση. Στην εποχή μας ευνοείται η ατομική σύνθεση του «πιάτου» από τον πλούσιο «μπουφέ» των θρησκευτικών πίστεων. Η αλήθεια στην Προνεωτερική κοινωνία είναι αναμφισβήτητη. Στη Νεωτερική αμφισβητήσιμη. Στη Μετανεωτερική αδιάφορη.
Αυτό που παρουσιάζει ενδιαφέρον είναι ότι τις εξελίξεις αυτές τις παρατηρούμε κυρίως στη χριστιανική πίστη. Οσο και αν εμφανίζονται και στις άλλες θρησκείες διερωτήσεις, εσωτερικές κρίσεις, αποκλίσεις κατά μήκος του φάσματος «συντηρητικότητα-προοδευτικότητα», δεν φαίνεται να παρουσιάζουν τις πλούσιες αποχρώσεις της πορείας του Χριστιανισμού στη Δύση.
Ο Διαφωτισμός αναπτύχθηκε κατ’ εξοχήν ως επίκριση και απόρριψη του Χριστιανισμού. Η αμφιβολία για την ιστορική αλήθεια των θρησκευτικών γεγονότων συναγωνιζόταν σε ένταση το ερώτημα αν η πίστη είναι συμβατή με την ελεύθερη ανάπτυξη της λογικής. Αλλά και σήμερα ο θρησκευτικός συγκρητισμός υφαίνει την εξατομικευμένη σύνθεσή του πάνω σε χριστιανικό καμβά, όπου προσθέτει στοιχεία, τόσο από άλλες θρησκείες, όσο και από άθεες θρησκευτικές πίστεις, όπως δυτικές εκδοχές του Βουδισμού γνωστές ως «Νέα Εποχή». Πού οφείλεται αυτή η ξεχωριστή θέση του Χριστιανισμού; Είναι αποτέλεσμα ιστορικής συγκυρίας ότι η γέννηση της Νεωτερικότητας έλαβε χώρα στη χριστιανική Ευρώπη και κατόπιν εξήχθη σε άλλες κουλτούρες; Ή μήπως υπάρχει κάτι εγγενές στον Χριστιανισμό, το οποίο διευκολύνει την ανάδυση του ατόμου, προσφέρει τις κατάλληλες συνθήκες για αμφισβήτηση, και αποτελεί πρόσφορο έδαφος για την ίδια την υπονόμευσή του;
Το ιδιάζον χαρακτηριστικό του Χριστιανισμού ως πρoδρόμου της Νεωτερικότητας αναπτύσσεται στο βιβλίο του Φρεντερίκ Λενουάρ «Ο Χριστός φιλόσοφος». Πράγματι, η ικανότητα μιας θρησκείας να επιτρέπει την ανανέωση, αναθεώρηση, ακόμη και αμφισβήτησή της, μαρτυρεί για την ποιότητά της. Ποιο είναι σήμερα το στίγμα του θρησκεύοντος δυτικού ανθρώπου; Ποιες επιδράσεις των τριών σταδίων διασώζονται; Υπάρχει αμιγής τύπος ο οποίος κυριαρχεί;
Δεν θα μπορούσε να υπάρχει. Ο άνθρωπος είναι πολύπλοκο πλάσμα για να κλεισθεί σε σχήματα. Οι περισσότεροι των σύγχρονων θρησκευόντων δυτικών ανθρώπων συμπεριφέρονται πρωτίστως ως Νεωτερικοί. Στοχάζονται ελεύθερα, θεωρούν αυτονόητη την επιλογή συντρόφου και επαγγέλματος, διεκδικούν από τους θεσμούς όσα τους προσπορίζει η ιδιότητα του πολίτη, απολαμβάνουν ως δεδομένη τη θρησκευτική τους ελευθερία. Την ίδια στιγμή, όμως, ενδέχεται να υποκύπτουν στις σειρήνες του καταναλωτισμού, να πέφτουν θύματα της κοινωνίας του θεάματος, να υπόκεινται σε εθισμούς, να αναγορεύουν τα συναισθήματα και τις επιθυμίες τους (ακόμη και θρησκειοποιημένα!) σε κεντρικό κριτήριο της ηθικής τους. Ετσι ενσωματώνουν Μετανεωτερικά στοιχεία στον Νεωτερικό «φέροντα οργανισμό». Αλλά πολλών η πίστη είναι ανεξέταστη. Δεν έχουν επιτρέψει στον εαυτό τους να διερωτηθούν αν και πώς τη συνδέουν υπαρξιακά με την προσωπικότητά τους. Αυτό που παρέλαβαν από τους γονείς τους ή από την κοινότητα δεν το έχουν πολιτογραφήσει ως δικό τους, ενσωματωμένο στην ψυχική τους ταυτότητα με συνέπεια. Ας μην αναφέρουμε και τις προλήψεις, δεισιδαιμονίες, και ιδιωτικές θεολογίες που κακοποιούν την αλήθεια. Προνεωτερικά απολιθώματα εξακολουθούν να επηρεάζουν τη θρησκευτικότητα.
Για πρώτη φορά στην ιστορία της ανθρωπότητας πολλαπλά πολιτισμικά στρώματα συνυπάρχουν στον ψυχισμό ως υπέδαφος της πίστης. Τι μπορεί να γίνει; Πρέπει κάτι να γίνει; Εδώ η στόχευση του εκκλησιαστικού και του κοσμικού προβληματισμού (πρέπει να) συμπίπτουν. Το αίτημα για συνεχή εξυγίανση της πίστης νομιμοποιείται, τόσο για τη θρησκεία (η οποία ξέρει να διακρίνει καλά μεταξύ υγιούς και νοσηρής θρησκευτικότητας) όσο και για τον εκκοσμικευμένο στοχαστή (ο οποίος προσδοκά να βλέπει γύρω του μια πίστη έντιμη στο εσωτερικό της και εποικοδομητική στη δράση της).
Το ποτάμι δεν γυρίζει πίσω – δεν θα επιστρέψουμε στην Προνεωτερικότητα. Παρ’ όλο που οι κατακτήσεις της Νεωτερικότητας αποδεικνύονται ευάλωτες, θα παραμένουν επιθυμητός στόχος στις σύγχρονες κοινωνίες. Εξ αυτού προκύπτει ότι ο Χριστιανισμός χρειάζεται να συμφιλιωθεί μαζί της, αν θέλει να μιλήσει τη γλώσσα του σύγχρονου ανθρώπου. Αυτό συνεπάγεται διευκόλυνση του στοχασμού εντός της Εκκλησίας, περισσότερη ενσωμάτωση της Θεολογίας στην εκκλησιαστική ζωή, εφευρετικότητα ως προς τη συμμετοχικότητα των πιστών.
Αλλά σε πείσμα των επικρατούντων στερεοτύπων θα υποστηρίξω ότι και η Μετανεωτερικότητα πρέπει να προσεχθεί. Με κίνδυνο να εκπλήξω μερικούς, θα ισχυρισθώ ότι έχει να συνεισφέρει μια υπαρξιακή εξέλιξη της θρησκευτικής πίστης, κατά την οποία ο άνθρωπος οικειώνεται την αλήθεια, όχι ως εξωτερικό «ρούχο» προς το οποίο οφείλει να συμμορφωθεί, αλλά ως συνηχούσα με την εσωτερική του αλήθεια. Και η χριστιανική πίστη διαθέτει αυτή τη δυνατότητα εξατομίκευσης, όπως ο Ιδιος ο Θεός μπόρεσε να γίνει μικρός άνθρωπος ακριβώς επειδή είναι Μεγάλος. Η συνύπαρξη στο ψυχικό τοπίο ετερόκλητων στοιχείων, τα οποία συνήθως παραμένουν στεγανοποιημένα μεταξύ τους, περιμένει ενοποίηση. Οι ψυχικές διασπάσεις, οι οποίες ευνοούνται από τη Μετανεωτερικότητα, λειτουργούν ως ειδωλολατρία. Με άλλα λόγια, δημιουργούν πολλά «έκτοπα» κέντρα στον ψυχικό κόσμο, που το καθένα διατηρεί μια σχετική αυτονομία. Κάτι χειρότερο: τα κέντρα αυτά δεν αρκούνται στην άσκηση επιρροής και στη διεκδίκηση των απαιτήσεών τους, αλλά προσφέρουν θυσία στον «θεό» τους το καθένα. Η μονοθεΐα σήμερα περνά βαριά ψυχολογική και υπαρξιακή κρίση.
Οι ψυχικές συγκρούσεις και αντιφάσεις, –τα ποικίλα στεγανά δηλαδή του ψυχικού κόσμου–, έχουν προσελκύσει εξαρχής τη φροντίδα των σημαντικών «σχολών» της ψυχοθεραπείας. Συχνά οι θεραπευτές ανακαλύπτουν ότι αυτά τα στεγανά δημιουργήθηκαν από μια παθολογική ανάγκη ελέγχου, με άλλα λόγια, επειδή το άτομο δυσκολεύεται να εμπιστευθεί. Η πίστη έτσι αναδύεται ως αποτελεσματική και αναγκαία συνθήκη της επιμέλειας εαυτού.
* Ο πατήρ Βασίλειος Θερμός είναι αναπληρωτής καθηγητής της Ανώτατης Εκκλησιαστικής Ακαδημίας Αθηνών, καθώς και ψυχίατρος παιδιών και εφήβων.
Επιμέλεια: ΧΑΡΙΔΗΜΟΣ Κ. ΤΣΟΥΚΑΣ
Πηγή: Καθημερινή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου