Του Ιωάννου Π. Μπουγά, Θεολόγου
Σήμερα έτος 2023 μ. Χ. πολύς λόγος γίνεται στην Ελλάδα, για μιάν ακόμη φορά, περί της θέσεως της γυναίκας στην Εκκλησία. Ψευδοπρόβλημα, το οποίο βεβαίως προκύπτει κατά καιρούς, αν και δεν θα έπρεπε, επειδή έχει απαντήσει η εκκλησιαστική ζωή και Θεολογία και οποιαδήποτε διαφορετική άποψη για τη θέση της γυναίκας ανακύψει, επιλύεται με θεολογικό διάλογο στην Εκκλησία, εντός της οποίας βιώνεται και κηρύττεται ότι δεν υπάρχει καμμία διαφορά ανάμεσα στις κτιστές φυλετικές διακρίσεις του ανθρώπου και η αντιμετώπιση των φύλων δεν είναι θέμα βιολογικό αλλά λειτουργικό, άρα ευχαριστιακό, άρα εσχατολογικό.
Σκοπός του συντόμου αυτού άρθρου είναι να υπενθυμίσει ότι στην Εκκλησία της Ελλάδος η γυναικεία λειτουργική-διακονική παρουσία είναι κυρίαρχη σε πολλούς τομείς δραστηριότητάς της και να συγκρίνει τι έπραττε η Ιερά Σύνοδος 100 έτη πριν, η οποία με απόφασή της το 1923 παρέχει τη δυνατότητα στη γυναίκα να κηρύττει και να ερμηνεύει τον θείο Λόγο, κάτι το οποίο υπήρχε από την αρχή της ιστορικής διαδρομής της Εκκλησίας και συνεχίζεται με ιδιαίτερη επιτυχία τις περισσότερες φορές.
100 έτη πριν από σήμερα, στις 26 Δεκεμβρίου 1923, στη συνεδρίαση της Συνόδου της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος συζητήθηκε η διένεξη του Μητροπολίτου Καλαβρύτων Τιμοθέου και του Ιερομονάχου Ευσεβίου Ματθόπουλου, του και Ιδρυτού της αδελφότητος Θεολόγων «Η ΖΩΗ», και άλλων Θεολόγων όπως του πολυγραφότατου Παναγιώτου Τρεμπέλα, σχετικά με διάφορα θεολογικά θέματα και με το πρόβλημα που τότε είχε ανακύψει περί του κηρύγματος και ερμηνείας της Αγίας Γραφής από πιστές γυναίκες σε διάφορες αίθουσες και σπίτια στην περιοχές των Καλαβρύτων, των Πατρών, στο Αίγιο και αλλού. Υπόθεση, η οποία «σκανδαλίζει τους χριστιανούς και αν αφεθή εις μέλλουσαν συνεδρίαν επί ολόκληρον έτος θα έχωμεν σάλον ψυχικόν», ανέφερε στη συνεδρία αυτή ο Μητροπολίτης Χαλκίδος Γρηγόριος. Μάλιστα τα ανωτέρω, αλλά και άλλα μέλη της αδελφότητος βρέθηκαν ενώπιον των μελών της Ιεράς Συνόδου ως κατηγορούμενοι.
Στη συζήτηση κυριαρχούσε και το θέμα αν επιτρέπεται οι γυναίκες να κηρύττουν, να διδάσκουν και να ερμηνεύουν την Αγία Γραφή και τους λόγους των Πατέρων. Έφθασαν μάλιστα στο σημείο κάποιοι Ιεράρχες να τους χαρακτηρίσουν αιρετικούς με αποτέλεσμα ο Μητροπολίτης Αθηνών Χρυσόστομος και Πρόεδρος της Συνόδου να πει: «Καλώ τον Άγιον Καλαβρύτων να δηλώση αν αναλαμβάνη την ευθύνην ότι ούτοι είναι αιρετικοί».
Απάντησε ο Καλαβρύτων Τιμόθεος για πολλά άλλα, σχετικά όμως με το θέμα που μας απασχολεί είπε μεταξύ άλλων: «…δημοσίευσα εγκύκλιον μου δι’ ής εγνώριζον ότι δεν επιτρέπονται γυναικεία κηρύγματα, χωρίς εν ταύτη να θίξω πρόσωπα …Δεν πρέπει να διδάσκη γυνή, είπον ερμηνεύων με το πνεύμα των Πάτερων, φρονώ ότι δέον η γυνή με την ανατροφήν των τέκνων ν’ ασχολήται…». Ο Τιμόθεος επίσης αναφέρει ότι υπήρχαν κάποιες ακρότητες από την πλευρά των συναθροιζομένων γυναικών, τις οποίες και προσπαθεί να καταστείλει τονίζοντας ότι μόνο στην Εκκλησία γίνεται το κήρυγμα και μάλιστα υπό του Επισκόπου.
Πολλοί Αρχιερείς έλαβαν τον λόγο και υποστήριξαν τις γυναίκες που ερμήνευαν την Αγία Γραφή, όπως ο Χαλκίδος Γρηγόριος, ο οποίος δήλωσε: «Υπήρξα ιεροκήρυξ εις Αίγιον… παρηκολούθησα την εργασίαν των κύκλων της Ζωής… η Φαραζουλή συκεντροί οίκω αριθμόν γυναικών ωμίλουν πάντες μετ’ ευλαβείας… περί θρησκευτικών πραγμάτων ωμίλουν».
Στις 28 Δεκεμβρίου 1923 περί αυτού του θέματος και περί άλλων θεμάτων για τα οποία κατηγορείτο η Αδελφότητα, κλήθηκαν στην Σύνοδο να απολογηθούν και οι Ιγνάτιος Κολιόπουλος, Σεραφείμ Παπακώστας, Δημήτριος Παναγιωτόπουλος. Απολογούμενος για το θέμα της ερμηνείας του θείου κηρύγματος από γυναίκες, ο Αρχιμανδρίτης Ευσέβιος Ματθόπουλος κατέθεσε: «Αι συγκεντρώσεις αύται φέρουσι τον χαρακτήρα της ομοφροσύνης. Ως προς δε την εν Αιγίω συγκέντρωσιν διευθύνει η Δεσποινίς Φαραζουλή, ήτις έχουσα ικανότητα και αρετήν πολλήν, λαμβάνει τον λόγον, μεγάλως ωφελούνται και δείκνηνται οι καρποί».
Στη συνέχεια ο Παναγιώτης Τρεμπέλας κατέθεσε τις θεολογικές μαρτυρίες περί του κηρύγματος των γυναικών λέγοντας μεταξύ πολλών: «…και ο θείος Χρυσόστομος προκείμενου περί του Ακύλα και της Πρίσκιλλης λέγει ότι κατελήφθησαν υπό του Αποστόλου Παύλου εις Έφεσον “ίνα διδάσκαλοι μένωσι της εν Εφέσω (Εκκλησίας). Ιδού και γυνί το ίσον ανδρί ποιούσα και διδάσκουσα”… Ο Ζυγαβηνός ερμηνεύων το σχετικό χωρίο: “Ο θείος Παύλος την Πρίσκιλλα του ανδρός της προέθηκε, συνειδώς αυτή πλείοναν ευλάβειαν και περί τα θεία σπουδήν. Αυτή γάρ εις τον λόγον Απολλώ εκατήχησεν”. Αλλά εκεί που διαλάμπει η αρχαία πράξις της Εκκλησίας είναι τα μαρτυρολόγια, άτινα παρουσιάζουσι παρθένους συλληφθείσας υπό των ειδωλολατρών εν τω έργω της κατηχήσεως και προσηλυτισμού ειδωλολατρίδων εις την αλήθειαν του Χριστού και μαρτυρήσασας δια τουτο. Τοιαύται υπήρξαν η Ανθεία, Αργριππίνα, Ακυλίνα, Κλαυδία, Φαεινή, Παρασκευή, Φωτεινή και πλείσται άλλαι….». Μάλιστα ο Τρεμπέλας φέρει ως επιχείρημα ότι την ίδια εποχή στον ιερό ναό της Αγίας Αικατερίνης Αθηνών, ο μαθητής του Αγίου Νεκταρίου και ποιητής πλουσίου κατηχητικού έργου, Ιερέας Μάρκος Τσακτάνης είχε καταρτίσει ψαλτικό χορό από δεσποινίδες.
Συζητήθηκαν και άλλα θέματα για τα μέλη της «ΖΩΗΣ» και βεβαίως το θέμα αν πρέπει να ερμηνεύουν τον θείο λόγο οι γυναίκες, και πολλοί Αρχιερείς ταυτίστηκαν με την άποψη του Μητροπολίτου Τριφυλίας Ανδρέα που είπε: «Δεν τους ευρίσκω ενόχους, τουναντίον αξιεπαίνους δια τον υπέρ της Εκκλησίας ζήλον των». Τέλοςο Μητροπολίτης Αθηνών Χρυσόστομος ανακοίνωσε την απόφαση των Ιεραρχών: «…Η Ι. Σύνοδος παμψηφεί αποφαίνεται ότι… είναι αθώοι των αποδοθεισών αυτοίς υπό του Σεβ. Καλαβρύτων κατηγοριών και ότι υγιώς περί την πίστιν έχοντες, ορθοδόξως διδάσκουσι, θεωρεί δε αυτούς αξίους επαίνων και ενισχύσεως εν τω έργω, ό υπέρ της Εκκλησίας επιτελούσιν ως τίμιοι του αμπελώνος του Κυρίου εργάται».
Το καταγεγραμμένο στην εκκλησιαστική ιστορία και θεολογία προαναφερθέν γεγονός καταδεικνύει ότι το 1923, η Εκκλησία της Ελλάδος τολμούσε να αντιμετωπίσει τη γυναίκα με διάθεση ευχαριστιακή. Σήμερα 100 έτη αργότερα, στις αρχές της εποχής του μεταανθρώπου η ενασχόληση της εν Ελλάδι εκκλησιαστικής κοινότητας με το αν πρέπει τα κορίτσια ή τα αγόρια να διακονούν στην Θεία Λειτουργία, μήπως καταδεικνύει ότι κάποιοι «των οικιών αυτών εμπιπραμένων» «περί άλλων τυρβάζουν»;
(Τα αποσπάσματα των πρακτικών της Συνόδου από το βιβλίο: Θεοκλήτου Α. Στράγκα, Αρχιμανδρίτου, Εκκλησίας Ελλάδος Ιστορία εκ πηγών αψευδών 1817-1967, τόμ. Β΄, Αθήναι 1970, σελ. 1198-1216).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου