π. Δημητρίου Μπόκου
«Ὑμεῖς ἐστε τὸ φῶς τοῦ κόσμου», εἶπε ὁ Χριστὸς στοὺς μαθητές του. Καὶ τοὺς παρομοίασε μὲ πόλη καὶ μὲ λυχνάρι. Μὲ πόλη ποὺ εἶναι χτισμένη πάνω σὲ ὄρος καὶ εἶναι ὁρατὴ ἀπὸ παντοῦ. Καὶ μὲ λυχνάρι ποὺ εἶναι κρεμασμένο ψηλὰ καὶ φέγγει σὲ ὅλη τὴν οἰκία. Ἔτσι καὶ οἱ ἀπό- στολοι μὲ τὰ καλά τους ἔργα λάμπουν σὰν φῶς σὲ ὅλο τὸν κόσμο καὶ τὸν ὁδηγοῦν στὴ θεογνωσία (Κυριακὴ τῶν Ἁγίων Πατέρων).
Τὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ ἔχουν ἰσχὺ γιὰ ὅλους τοὺς Χριστιανούς, ἰδιαιτέρως ὅμως γιὰ τοὺς διαδόχους τῶν ἀποστόλων, τοὺς ἁγίους Πα- τέρες τῆς Ἐκκλησίας. Οἱ ἅγιοι Πατέρες ἀγωνίστηκαν μὲ κάθε τρόπο (καὶ μὲ τὴ ζωή τους ἀκόμα) νὰ διαφυλάξουν καὶ νὰ μεταδώσουν στὶς ἑπόμενες γενιὲς τὴν ἀκραιφνῆ διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ, χωρὶς νὰ τὴν ἀλλοιώσουν ἢ νὰ τὴ μειώσουν οὔτε στὸ ἐλάχιστο. Εἶναι γι’ αὐτὸ πραγ- ματικὸ φῶς τοῦ κόσμου. Καὶ τὸ κατάφεραν αὐτὸ ἑρμηνεύοντας μὲ τὸν φωτισμὸ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος τὰ ὅσα γιὰ τὸν Θεὸ ἀποκάλυψε ὁ Χρι- στός, «ὁ μονογενὴς Υἱὸς ὁ ὢν εἰς τὸν κόλπον τοῦ Πατρός». Κανένα δη- μιούργημα δὲν μπορεῖ νὰ δεῖ τὸν Θεὸ ὡς πρὸς τὴν οὐσία του. Οὔτε ἄνθρωπος οὔτε ἄγγελος. Μόνο ὁ Χριστός, ὁ μονογενὴς Υἱὸς ποὺ εἶναι στὴν ἀγκάλη του, «ἐκεῖνος ἐξηγήσατο». Γι’ αὐτὸ καὶ ὅλη ἡ ἀλήθεια γιὰ τὸν Θεὸ «διὰ Ἰησοῦ Χριστοῦ ἐγένετο» (Ἰω. 1, 17-18).
Εἰδικὰ σήμερα τιμοῦμε τοὺς ἁγίους Πατέρες ποὺ συγκρότησαν τὴ Δ ́ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο τὸ 451 μ. Χ. στὴ Χαλκηδόνα, ἀνατολικὸ προάστειο τῆς Κωνσταντινούπολης. Ἡ Σύνοδος διατύπωσε μὲ ξεκά- θαρο τρόπο ὅσα ἀφοροῦν τὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ. Ὅτι δηλαδὴ ὁ Χριστὸς εἶναι Θεὸς προαιώνιος. Ὁμοούσιος μὲ τὸν Πατέρα καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα κατὰ τὴ θεότητα. Ἐν συνεχείᾳ ἔγινε καὶ ἄνθρωπος, ὁμοούσιος μὲ ἐμᾶς κατὰ τὴν ἀνθρωπότητα. Ἔτσι λοιπὸν τώρα ὁ Χριστὸς εἶναι Υἱὸς τοῦ Θεοῦ καὶ Υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου. Θεάνθρωπος. Ἕνα ὄν, ἕνα πρό- σωπο, ἀλλὰ μὲ δύο φύσεις, θεία καὶ ἀνθρώπινη, πλήρεις καὶ τέλειες, ἑνωμένες πάνω του μὲ τρόπο ἀσύγχυτο καὶ ἀδιαίρετο. Εἶναι φύσει Θεὸς καὶ φύσει ἄνθρωπος. Ὁ Χριστὸς εἶναι ἕνας, δὲν ἔχουμε δυάδα προσώπων σ’ αὐτόν, ἀλλὰ δυάδα φύσεων.
Στὸ πρόσωπό του ἔγινε κατορθωτὸς καὶ φανερὸς ὁ τρόπος μὲ τὸν ὁποῖο μποροῦν νὰ κοινωνήσουν μεταξύ τους τὰ δυὸ τόσο ἀνόμοια με- γέθη, ὁ Θεὸς καὶ ὁ ἄνθρωπος. Τὸ ἐξηγεῖ καθαρὰ ὁ ἀπόστολος Παῦλος, ὅταν λέει ὅτι ὁ Χριστὸς ἦρθε ἐκεῖ ἀκριβῶς ποὺ βρίσκονταν οἱ ἄνθρω-
ποι. Στὸ δικό τους ἐπίπεδο. «Παραπλησίως μετέσχε τῶν αὐτῶν» καὶ φρό- ντισε «κατὰ πάντα τοῖς ἀδελφοῖς ὁμοιωθῆναι». Πῆρε ὅ,τι εἶχαν οἱ ἄνθρωποι, πλὴν τῆς ἁμαρτίας. Καὶ δέχτηκε νὰ πεθάνει γιὰ μᾶς, ὥστε νὰ μᾶς ἀπαλλάξει ἀπὸ αὐτὸν ποὺ εἶχε τὴν ἐξουσία τοῦ θανάτου πάνω μας, «τοῦτ’ ἔστι τὸν διάβολον» (Ἑβρ. 2, 14-17). Καὶ ὅπως ὁ Χριστὸς κοινώ- νησε μὲ τὴν ἀνθρώπινη φύση μας καὶ τὴν ἔκαμε δική του, ἔτσι καὶ ἐμεῖς μποροῦμε τώρα νὰ κοινωνήσουμε μὲ τὴ θεία του φύση καὶ νὰ τὴν κά- νουμε δική μας. Γιατὶ ὅλοι, ἀπὸ τὴ στιγμὴ τῆς ἐνανθρώπησής του, εἴμα- στε ἐνσωματωμένοι πάνω του. «Οἱ γὰρ πάντες ἦμεν ἐν τῷ δι’ ἡμᾶς καὶ ὑπὲρ ἡμῶν ἀποθανόντι καὶ ἐγερθέντι Χριστῷ» (ἅγ. Κύριλλος Ἀλεξανδρείας, PG 73, 192D). Μέσα στὴν ἀνθρώπινη φύση τοῦ Χριστοῦ βρίσκεται δυνά- μει ὁλόκληρη ἡ ἀνθρωπότητα.
Στὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ ἡ ἀνθρώπινη φύση ἀνέβηκε καὶ πῆρε θέση στὰ δεξιὰ τοῦ Θεοῦ. Μπορεῖ λοιπὸν καὶ ὁ καθένας μας προσω- πικὰ νὰ ἀνεβεῖ ἐκεῖ. Αὐτὸ καὶ ἂν εἶναι μεγαλεῖο!
Καλὴ εὐλογημένη ἑβδομάδα!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου