Σάββατο 12 Μαρτίου 2022

Μία ἀπάντησις εἰς τὴν Ἀκαδημίαν Θεολογικῶν Σπουδῶν Βόλου, Μοναχοῦ Μωυσέως Ἁγιορείτου

Η Ἀκαδημία Θεολογικῶν Σπουδῶν τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Δημητριάδως, σὲ ἀπάντησή της σὲ πρόσφατα δημοσιεύματα, σχετικὰ μὲ ἀρνητικὲς κριτικὲς σὲ συνέδριά της, ὡς ἄλλος ἀρχάγγελος φωνάζει: «Στῶμεν καλῶς…»! Μήπως πρὸς τὴν Ἀκαδημία θὰ ἔπρεπε ν᾽ ἀπευθυνθεῖ ἡ προσταγὴ αὐτή;

Ἡ δεκάχρονη παρουσία τῆς Ἀκαδημίας ἔχει δημιουργήσει ἀρκετὰ προβλήματα καὶ σχετικὰ σχόλια. Ὡς ἀναφέρει, δὲν διεκδικεῖ κανένα ἀλάθητο—ἂν ἦταν ποτὲ δυνατόν;— ἀλλὰ ἐνίοτε φέρεται διὰ τῶν ἐκπροσώπων της καὶ τῶν δηλώσεών τους νὰ τὸ κατέχει. Ἐπειδὴ καὶ ἡ ταπεινότητά μου παρακινήθηκε νὰ γράψει κάτι γιὰ τὸ ἐπίμαχο συνέδριο τῆς «μεταπατερικῆς θεολογίας, ἀναγκάζεται νὰ καταθέσει λόγο ταπεινό, ἐγκάρδιο, μὲ πόνο ψυχῆς καὶ ἂς χαρακτηρισθεῖ «δημοσιογραφικός», «κατηχητικός», ἢ καὶ «ζηλωτικός». Ἀσφαλῶς καὶ βεβαίως δὲν ἔχουμε ἀπολύτως τίποτε μὲ τὸ πρόσωπο τοῦ οἰκείου Ἐπισκόπου, μὲ τὸν ὁποῖο γνωριζόμεθα ἀπὸ ἐτῶν, καὶ πολλὲς φορὲς συζητήσαμε καὶ μάλιστα μὲ σεβασμὸ ἐκφράσαμε ἐντελῶς ἀντίθετες ἀπόψεις μας, μίλησα στὴν ἐπαρχία του ἀρκετές φορές, ἀλλὰ καὶ σ᾽ ἐκπομπές του στὸ ραδιόφωνο καὶ τὴν τηλεόραση. Νομίζουμε ὅμως ὅτι φέρει εὐθύνη γιὰ τοὺς ὁμιλητὲς καὶ τὶς ἀπόψεις τους, ποὺ προσκαλοῦνται στὴν Ἀκαδημία. Τί θὰ μποροῦσε νὰ προσφέρει στοὺς Ὀρθοδόξους μία ἐπισκοπίνα ἀγγλικανίδα; Ὅπως ὑπάρχει ἐλευθερία λόγου στὴν Ἀκαδημία, ὑπάρχει ἐλευθερία καὶ γιὰ κρίσεις. Ἢ ὄχι;

Ἐμεῖς οὔτε κακόβουλοι, οὔτε κακοπροαίρετοι, οὔτε ἀνώνυμοι, οὔτε ὄψιμοι ὑπερασπιστὲς τῆς ἐλευθερίας καὶ τῆς ἀλήθειας, οὔτε συκοφάντες, οὔτε τρομοκράτες, οὔτε φονταμενταλιστές εἴμεθα. Κληρικοὶ καὶ μάλιστα Ἱεράρχες, θεολόγοι καὶ ἁπλοὶ ἄνθρωποι δὲν μποροῦν νὰ ἔχουν μία διαφορετικὴ γνώμη; Γιατὶ νὰ χάνεται τόσος χρόνος σὲ ἀναζητήσεις, ἀναθεωρήσεις, νεολογισμούς, παρατηρήσεις, παραδοσιοφοβίες, γκρίνιες καὶ φλυαρίες; Δὲν ὑπάρχουν τόσα οὐσιαστικά, ζωντανά, σημαντικὰ θέματα ὀρθοδόξου οἰκοδομῆς, πλούσιου ἁγιοπατερικοῦ λόγου καὶ τρέχουμε στοὺς κυρίους καὶ τὶς κυρίες τῆς Δύσης καὶ τῆς Ἀνατολῆς, γιὰ νὰ μὴ μᾶς ποῦν ὅτι εἴμαστε κλεισμένοι στὸ καβούκι μας;

Τώρα δίνεται ἄλλη ἐξήγηση στὸ ὅρο «μεταπατερικὴ» θεολογία. Ἡ Θεολογία μας πάντα εἶναι μόνο μία· ἡ Ὀρθόδοξη, τῆς Ἁγίας Γραφῆς, τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων, τῶν Ἁγίων Πατέρων καὶ τῶν Ἱερῶν Συνόδων. Δὲν ὑπάρχει προπατερικὴ καὶ μεταπατερικὴ θεολογία. Μὴ παίζουμε μὲ τὶς λέξεις σὲ μία συνεχῆ εὐσεβῆ φλυαρία. Δὲν ὑπάρχει κριτικὴ καὶ ἐπιστημονικὴ ἀνάγνωση τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας μας, ἀλλὰ ταπεινὴ μελέτη, ἐντρύφηση καὶ σπουδή. Ὁ χρόνος εἶναι πολύτιμος κι ἂς μὴ σπαταλᾶται σὲ μωρὲς συζητήσεις καὶ κενολογίες. Αὐτὸ ἔλειπε τάχα νὰ κριθεῖ στὸ ὡς ἄνω συνέδριο καὶ τὸ Σύμβολο τῆς Πίστεως! Ὁ ἐκκλησιαστικὸς τρόπος τοῦ θεολογεῖν εἶναι στὴν ἄσκηση, τὴ νήψη, τὴν προσευχή, τὴ μελέτη, τὴν κάθαρση καὶ τὸν φωτισμὸ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.

Τὰ ὀρθόδοξα δόγματα ἔχουν ἄριστα διατυπωθεῖ, σαφῶς ἐκφρασθεῖ καὶ δὲν χρειάζονται οὔτε ἐπιδέχονται καμίας νέας ἐπανερμηνείας. Ἡ παράδοση εἶναι ὅτι λέει καὶ ὁ σοφὸς π. Γεώργιος Φλωρόφσκυ καὶ ἄλλοι ὁμόφρονές του. Δὲν εἴμεθα παραδοσιόπληκτοι, ρωμαντικοὶ καὶ ἀφελεῖς, οὔτε φοβόμαστε τὴ συντηρητικότητα.

Φοβόμαστε τὸν παράξενο μοντερνισμό, τὸν περίεργο ὀρθολογισμὸ καὶ τὴ μετ᾽ ἐπάρσεως πρωτοτυπία.

Ἡ εὐλάβεια, ἡ εὐσέβεια, ἡ ἁπλότητα, τὸ ἀρχαῖο ἦθος δυστυχῶς θεωροῦνται ἀπὸ τοὺς μεγάλους θεολόγους τῶν Ἀκαδημιῶν νοσηροὶ συναισθηματισμοί, ὑποκειμενικὲς ἀκρότητες, δημοσιογραφικὸ ἐπίπεδο καὶ ἄκρατος ζηλωτισμός.

(Ἀπόπειρες λαθεμένης κριτικῆς προσέγγισης τῶν Ἁγίων Πατέρων μας, μᾶς ἔδωσαν βιβλία ὡς τοῦ Ἀρχιμ. Ἰωάννου Ἀρσενιάδη πρόσφατα). Ἦταν λάθος ἡ πλατύτερη διάδοση κι ἐκλαΐκευση τῶν Πατέρων καὶ ἀποτελεῖ «συρμὸ» καὶ «κατεστημένο»; Μὰ τὶ ἄλλο ἀκόμη θ᾽ ἀκούσουμε; Κάθε συντηρητικὸς εἶναι φονταμενταλιστής; Κάθε πατριώτης ρατσιστής; Μποροῦν νὰ θεολογοῦν μόνο οἱ μοντέρνοι, οἱ προοδευτικοὶ καὶ οἱ οἰκουμενιστές; Ποιὸς εἶπε πὼς μόνο ὁ γραπτὸς λόγος κρίνεται καὶ ὄχι ὁ προφορικός;

Μακάρι τὰ προφορικὰ λάθη νὰ τυπωθοῦν διορθωμένα στὰ πρακτικὰ τοῦ συνεδρίου. Εἴμεθα ὁλόψυχα ὑπὲρ τῆς οἰκουμενικότητος τῆς Ὀρθοδοξίας. Συμφωνοῦμε μὲ τὴν καταδίκη τοῦ ἐθνοφυλετισμοῦ. Τ᾽ ὅτι ὁ οἰκουμενισμὸς εἶναι παναίρεση τὸ εἶπε ὁ Ἅγιος Ἰουστῖνος Πόποβιτς. Παρελθόν, παρὸν καὶ μέλλον μέσα στὴ θεία Λειτουργία εἶναι ἕνα. Ποτὲ τὸ ἕνα δὲν λειτουργεῖ σὲ βάρος τοῦ ἄλλου. Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία δὲν ἔχει ἀνάγκη ἀναγεννήσεως, ἀλλὰ κυρίως οἱ ἐκπρόσωποί της. Τοὺς Πατέρες δὲν τοὺς προδίδει ὅποιος τοὺς μελετᾶ καὶ ἀκολουθεῖ, ἀλλὰ ὅποιος τοὺς διορθώνει καὶ παρερμηνεύει κατὰ τὸ δοκοῦν. Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία δὲν ἦταν οὔτε εἶναι κατὰ τῶν διαλόγων. Σημασία ὅμως μεγάλη ἔχει τὸ πῶς γίνονται. Μὴ ἡ ἀγάπη εἶναι σὲ βάρος τῆς ἀλήθειας. Νὰ συζητήσουμε, λένε, αὐτὰ ποὺ μᾶς ἑνώνουν καὶ ὄχι αὐτά, ποὺ μᾶς χωρίζουν. Πρὸς τί; Γιὰ νὰ ταξιδεύουν, καὶ νὰ κουβεντιάζουν ἀτελείωτα; Δὲν νομίζω ὅτι εἶπε κανεὶς ὅτι πρόκειται γιὰ προδοσία τῆς πίστεως, ἀλλὰ γιὰ νὰ εἴμεθα σοβαροὶ καὶ εἰλικρινεῖς, ποιὸ εἶναι τὸ οὐσιαστικὸ κέρδος μετὰ τόσων δεκαετιῶν διαλόγους;

Μπορεῖ κανεὶς ν᾽ ἀναφέρει πλῆθος χωρίων ἀποστολικῶν, ἁγιογραφικῶν καὶ ἁγιοπατερικῶν, ποὺ μιλοῦν αὐστηρότατα γιὰ παραίτηση μετὰ ἀπὸ κάθε πρώτη καὶ δεύτερη νουθεσία καὶ ἀποφυγὴ στοὺς ἀμετάπιστους αἱρετικοὺς καὶ αὐτοῦ τοῦ χαιρετισμοῦ. Οἱ ἱεροπρεπεῖς Κολλυβάδες καὶ μάλιστα οἱ Ἅγιοι Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης καὶ Ἀθανάσιος ὁ Πάριος ἔχουν ἐντελῶς ἀντίθετες ἀπόψεις ἀπὸ αὐτές, ποὺ ἀναφέρονται σὲ συμπροσευχὲς καὶ δόση ἀντιδώρου.

Δὲν πιστεύω ὅτι οἱ λόγοι αὐτοὶ τῶν Ἁγίων μας, ὡς καὶ τῶν ἁγίων Νεκταρίου Πενταπόλεως καὶ Ἰουστίνου Πόποβιτς, ὅτι εἶναι «ἀθεολόγητες κορῶνες». Ὅτι οἱ μακαριστοὶ Γέροντες Ἱερώνυμος Σιμωνοπετρίτης, Φιλόθεος Ζερβάκος, Γαβριὴλ καὶ Θεόκλητος Διονυσιάτες, Παΐσιος Ἁγιορείτης, Ἐφραίμ Κατουνακιώτης καὶ ἄλλοι πολλοὶ εἶναι «φωνασκοῦσες καὶ θορυβώδεις ζηλωτικὲς μειοψηφίες». Ὅλοι οἱ Ἁγιορεῖτες εἶναι ἀντιοικουμενιστές.

Ἡ Ὀρθοδοξία στὴ Δύση δὲν ἔγινε γνωστὴ ἀπὸ τὸ «Παγκόσμιο Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν» ἀλλὰ ἀπὸ ἱερὲς μορφὲς τῶν μεγάλων Ρώσων Θεολόγων τῆς διασπορᾶς· τοῦ Γέροντος Σωφρονίου Σαχάρωφ, τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου Μαξίμοβιτς, τοῦ π. Νικολάου Πεκατώρου, τοῦ π. Σεραφεὶμ Ρόουζ, τοῦ π. Πλακίδα Ντεσιλὲ στὴ Γαλλία καὶ τοῦ π. Ἐφραίμ Φιλοθεΐτου στὴν Ἀμερική. Ὁ π. Γεώργιος Φλωρόφσκυ ἔλεγε πὼς πηγαίνουμε στοὺς διαλόγους ὡς ἱεραπόστολοι τῆς μόνης Ἀλήθειας.

Τὸ αὐτὸ ἔλεγε καὶ ὁ μεγάλος θεολόγος μας π. Ἰωάννης Ρωμανίδης. Προσπαθοῦμε κι ἐμεῖς νὰ κατανοήσουμε, γιατὶ ἡ Ἀκαδημία Θεολογικῶν Σπουδῶν νὰ μὴ στραφεῖ σὲ τόσα πολλὰ ἄλλα θέματα, ποὺ τόσο μεγάλη ἀνάγκη ἔχει ὁ τόπος, οἱ καιροί, οἱ πιστοί, οἱ ἀναζητητὲς τοῦ γνήσιου, τοῦ ἀτόφιου, τοῦ ἀληθινοῦ, τοῦ ὡραίου, τοῦ ἱεροῦ, τοῦ ὀρθοδόξου. Τὴν Ἐκκλησία δὲν τὴ σώζει καὶ διορθώνει οὔτε ἡ Ἀκαδημία τοῦ Βόλου οὔτε κανένας φιλόδοξος σωτήρας. Τὴν Ἐκκλησία διατηρεῖ ὁ ἴδιος ὁ Χριστός, ποὺ εἶναι ὁ Λυτρωτὴς καὶ Σωτήρας τοῦ σύμπαντος κόσμου.

Γίναμε κι ἐμεῖς οἱ μικροί, κατὰ τὴν ὄχι καὶ τόσο ψύχραιμη ἀπάντηση τῆς Ἀκαδημίας, ἀνόητοι καὶ ἀφήσαμε «τὸν κανόνα τῆς νήψης, τῆς ἡσυχίας καὶ τῆς προσευχῆς, γινόμενοι πιὸ κοσμικοὶ καὶ ἀπὸ τοὺς κοσμικούς, ποὺ παραδόθηκαν στὴν τύρβη καὶ τὶς μέριμνες τοῦ αἰῶνος τούτου, «ὑπερασπιζόμενοι, ὑποτίθεται, τὴν Ὀρθοδοξία», ἢ ποὺ ὑπέκυψαν στὸ δέλεαρ τῆς δημοσιογραφικῆς καὶ πολεμικῆς γραφῆς». Ἂν χειροκροτούσαμε σὲ ὅλα τὴν Ἀκαδημία, θὰ εἴμασταν τότε καλοὶ καὶ ἀληθινοὶ μοναχοί; Ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλὸς εἶπε: «Τὸ κακὸ θὰ ἔλθει ἀπὸ τοὺς γραμματισμένους». Φυσικὰ οὐδόλως συμφωνοῦμε μὲ ὅσους ὑβρίζουν. Ἀπτόητα μπορεῖ νὰ συνεχίζει ἡ Ἀκαδημία τὴν πορεία καὶ τὸ ἔργο της. Ἂς μὴ φοβᾶται κι ἐνοχλεῖται ἀπὸ τὶς ἀντιδράσεις.

Ἀφοῦ ἔχει ἤρεμη συνείδηση ὅτι πράττει ἀγαθά, ἂς μὴ χρησιμοποιεῖ ἐκφράσεις, ποὺ δὲν θέλει νὰ τῆς ἀποδίδουν. Ἐμεῖς, δὲν κάνουμε «ἱεροεξαταστικοῦ τύπου ἐπιθέσεις καὶ συκοφαντίες», ἀλλὰ ταπεινὰ προσυπογράφουμε τὸν λογισμό μας, παρακαλώντας θερμὰ γιὰ ἀναθεώρηση κάποιων θέσεων, ποὺ ἀντιβαίνουν στὴν παράδοση τῆς ὀρθόδοξης θεολογίας, τῆς θείας λατρείας καὶ τῆς ζωῆς τῶν πιστῶν, τοὺς ὁποίους δὲν θὰ πρέπει νὰ σκανδαλίζουμε. Μπορεῖ νὰ εἶναι συντηρητικοί, ἀντιοικουμενιστές, ὄχι σπουδαῖοι θεολόγοι, ἀλλὰ εἶναι ἄνθρωποι πιστοί, ἀδελφοὶ ἐλάχιστοι, πρόσωπα ἱερά. Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μὲ τὴν παραδοσιακὴ καὶ διακριτικὴ στάση της δὲν περιθωριοποιήθηκε ἐπὶ τόσους αἰῶνες. Νομίζετε ὅτι μὲ τὶς ἀλλαγές, τὶς καινοτομίες, τὶς ἐκπτώσεις, τὶς συντομεύσεις, τὶς ἁπλοποιήσεις, τὶς μεταφράσεις καὶ ἁπλουστεύσεις θὰ κυριαρχήσετε στὸν 21ο αἰώνα;

Καταργήθηκαν τὰ ἰδιόρρυθμα Μοναστήρια καὶ ἔγιναν ὅλα κοινόβια, ὁ κόσμος τρέχει στὶς Ἱερὲς Μονές, στὶς ἀγρυπνίες, στὸ Ἅγιον Ὄρος, στοὺς Γέροντες. Ὑπάρχει φιλομόναχο καὶ φιλασκητικὸ πνεῦμα στὸν λαὸ τοῦ Θεοῦ. Μίλησα μὲ παιδιὰ στὰ σχολεῖα καὶ μοῦ εἶπαν ὅτι θέλουν ἱερεῖς καλούς, παραδοσιακούς, ἁγίους, νὰ μυρίζουν λιβάνι καὶ ὄχι κολώνια.

Ὁ Ἑλληνισμὸς δὲν θὰ συρρικνωθεῖ μὲ τὴν ἁγιότητα, ποὺ τελικὰ εἶναι τὸ μόνο ζητούμενο. Ἔχουμε ἀνάγκη μεγάλη ἀπὸ Ἁγίους. Γράφοντας τὰ παραπάνω δὲν τὰ βάζουμε μὲ κανένα προσωπικά. Γιατὶ ἄλλωστε; Δὲν συμφωνοῦμε μὲ ὁρισμένες ἰδέες καὶ δὲν νομίζουμε ὅτι δὲν μποροῦμε νὰ τὸ καταθέσουμε. Εἴμεθα ὑπὲρ τοῦ διαλόγου. Ὁ διάλογος ἐπιτέλους ν᾽ ἀρχίσει μὲ τὸν Θεό, τὸν ἑαυτό μας καὶ τὸν ἐγγὺς πλησίον, ἀποφεύγοντας τὰ φοβερὰ ἄκρα τοῦ οἰκουμενισμοῦ καὶ τοῦ ζηλωτισμοῦ κατὰ τὸν π. Ἐπιφάνιο Θεοδωρόπουλο.

(Πηγή: «Ορθόδοξος Τύπος», 11/03/2011)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου