Πέμπτη 18 Απριλίου 2019

Ο ΝΕΟΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΙΣΜΟΣ ΩΣ ΠΡΑΓΜΑΤΟΠΟΙΗΜΕΝΗ ΔΥΣΤΟΠΙΑ

Άρθρο του Roberto Pecchioli
Μετάφραση: Iωάννης Αυξεντίου


Η νεοφιλελεύθερη ιδεολογία είναι το τελευταίο a priori αποδεχόμενο από τον πολιτισμό μας. Είναι προφανές πως οι υποστηρικτές της είναι οι ιδιοκτήτες του κόσμου, αυτοί που κατέχουν τα μέσα επικοινωνίας, πληροφόρησης, ψυχαγωγίας και κουλτούρας.

Ένας από τους μηχανισμούς της κυρίαρχης θέασης είναι η ανατροπή κάθε φυσικής τάξης, τόσο που θα μπορούσαμε να υποστηρίξουμε ότι ο σύγχρονος δυτικός κόσμος είναι σε συνεχή ανταγωνισμό με τη φύση και τους νόμους της. Διατηρεί ωστόσο ένα ταμπου, την οικονομική ιδεολογία και το υπαρξιακό της πλαίσιο, πρόκειται για την τελευταία Θούλη ενός κόσμου που έχει ως ‘δημιουργό’ (θηλυκή θεότητα) του την Αγορά. Αυτή η ‘δημιουργός’ έχει και μία απόστολο, που περιδιαβαίνει τη γη, την κατανάλωση. Πρόκειται για μια κατάσταση που διαρκεί από τη δεκαετία του 1970 και η οποία επιταχύνεται από την είσοδο των ασιατικών μαζών στο λεγόμενο πολιτισμό της κατανάλωσης. Θα χρειαζόταν δύο πλανήτες για να αντέξουν τον ρυθμό εκείνου που αποκαλείται εξέλιξη και να υποστηρίξουν το επίσης αδιαμφισβήτητο δόγμα της ανάπτυξης. Όλη η δημιουργία και κάθε ζωντανό ον γίνονται αντιληπτά ως τίποτε άλλο πέρα από εμπορεύματα προς εκμετάλλευση, κατανάλωση και εξάντληση. Μας έχουν πείσει ότι αυτό είναι κάτι το φυσιολογικό και το προφανές και πως το ανθρώπινο ον είναι καταναλωτής, που ανταλλάσει, αγοράζει και πουλά, χρησιμοποιεί και πετάει. Πρόκειται για τον πολιτισμό των αποβλήτων. 


Η όποια κριτική συζήτηση επί του θέματος, περιορίζεται εντός στενών κύκλων και όλα δείχνουν να προχωρούν σύμφωνα με τα σχέδια των κυρίων του κόσμου. Ο λόγος για αυτό είναι πως το κυρίαρχο κοινωνικό-οικονομικό σύστημα έχει καταφέρει να θεωρηθεί ως φυσικό και αναπόφευκτο. Σύμφωνα με την ιδεολογία του νεοφιλελευθερισμού, ο άνθρωπος βρίσκεται στον κόσμο για ένα μοναδικό σκοπό: να ανταλλάσει αγαθά και υπηρεσίες, να τα καταναλώνει και να συσσωρεύει χρήματα. Για αυτό ακριβώς και η πρώτη πολιτιστική, ιστορική και μεταπολιτική επιχείρηση που πρέπει να πραγματοποιηθεί είναι να αποδομηθεί αυτή η τρελή πίστη. 

Ο νεοφιλελευθερισμός δεν είναι τίποτε άλλο πέρα από μία ανθρώπινη κατασκευή, μία σχετικά πρόσφατη ιδεολογία. Μπορεί και πρέπει να αντιμετωπιστεί και να αντικρουστεί ως τέτοια, εφαρμόζοντας σε αυτήν τη μέθοδο της αποδόμησης και της απομυθοποίησης που χρησιμοποιήθηκε με τόση επιτυχία ενάντια στα θεμέλια του ευρωπαϊκού πολιτισμού στο τελευταίο μισό του περασμένου αιώνα. 

Ο κανόνας του Ευαγγελίου, που λέει πως το δένδρο αναγνωρίζεται από τους καρπούς του θα ήταν αρκετός για να εκφράσουμε μια κρίση επί του νεοφιλελευθερισμου. Πρόκειται για μια ιδεολογία, μία θέαση του κόσμου που καθιστά πλούσια μία μειοψηφία, πτωχεύοντας όλους τους άλλους και που πρέπει να απορριφθεί ως ψευδής, δυσλειτουργική και βασισμένη πάνω σε λανθασμένα θεμέλια. Ωστόσο, οι κυρίαρχοι του κόσμου έχουν καταφέρει να δημιουργήσουν, μέσω του ελέγχου που ασκούν στα πάντα, ένα ευνοϊκό κλίμα για την κατάσταση αυτή και έτσι εξασφάλισαν από τις μάζες μια μοιρολατρία μεταμορφωμένη σε ηθελημένη δουλεία.
Πριν από τέσσερις και άνω αιώνες, ο Γάλλος φιλόσοφος Etienne de la Boétie εξήγησε πως οποιοσδήποτε τύραννος, ακόμη και ο ολιγαρχικός Λεβιάθαν-ιδιοκτήτης του κόσμου κρατά την εξουσία όσο του το επιτρέπουν οι υπήκοοι του. Έτσι και στις ημέρες μας, ο σύγχρονος άνθρωπος, διεφθαρμένος από τη συνήθεια, πεπεισμένος από τους μηχανισμούς, από τεμπελιά, από ευκολία, κομφορμισμό ή και απλή δειλία, προτιμά τη δουλεία από τον καθαρό αέρα και την ελευθερία.

Μία από τις αιτίες για τις οποίες το μήνυμα διαφωνίας με το φιλελευθερισμό δεν έχει απήχηση είναι, κατά την άποψή μας, η θεμελιώδης νίκη που επέφερε στο συλλογικό ασυνείδητο, δηλαδή ότι κατάφερε να χαρακτηριστεί ως ένα είδος πραγματοποιημένης ουτοπίας και ως η φυσική κατάληξη της ιστορίας. Ασφαλώς βέβαια πρόκειται για μια ουτοπία στο αντίθετο της ή μία δυστοπία που πέρασε από το λογοτεχνικό είδος σε πραγματικό βίωμα για δισεκατομμύρια ανθρώπινες υπάρξεις. 

Θα σφάλλαμε εάν υποτιμούσαμε τη σημαντικότητα όσων υποστήριξε ο σκοτεινός αναλυτής Francis Fukuyama, όταν διακήρυττε το ‘τέλος της ιστορίας’ μέσα στο θρίαμβο της φιλελεύθερης οικονομικής επιτυχίας και νοοτροπίας. (Σ.τ.Μ. Βέβαια τώρα έχει αρχίσει να ανησυχεί και αυτό είναι ιδιαίτερα ευχάριστο για εμάς).

Αυτός ο ντετερμινισμός, σίγουρη ένδειξη του ουτοπικού-χιλιαστικού χαρακτήρα της υπερκείμενης ιδεολογίας, δεν ήταν παρά το τελευταίο κομμάτι μιας κατασκευής που άρχισε το 18ο αιώνα στη σκιά του Διαφωτισμού. Στις θεωρίες του Adam Smith, o εγωισμός μετατρεπόταν σε θετικό χαρακτηριστικό του Homo Economicus, προηγουμένως το ίδιο είχε γίνει και από τον Άγγλο-Ολλανδό Bernard Mandeville αλλά και στο σχέδιο της κλασικής οικονομίας που περνιέται ως επιστήμη. Αντίστοιχες συναφείς ιδέες υπήρξαν ο ‘Σιδηρούς νόμος των ημερομισθίων’ του David Ricardo , μία παγίδα στην οποία έπεσε μέσα και ο Μαρξ (δημιούργημα κι αυτός του ίδιου υλιστικού θετικισμού) και η  Οrdoliberalism. Να μην ξεχνάμε επίσης και τη Margaret Thatcher που δήλωσε πως δεν υπάρχουν κοινωνίες, μόνο άτομα.

Το χαρακτηριστικό της ουτοπίας είναι η αδυναμία της να φανταστεί καλυτερεύσεις, μετατροπές και αλλαγές πορείας. Από την εποχή του 16ου αιώνα που η ουτοπία έγινε συνηθισμένο φιλοσοφικό είδος (πχ η ‘Νέα Ατλαντίδα’ του Francis Bacon, η ‘Ουτοπία’ του Thomas More, νησί στο οποίο όλα είναι κοινά, η ‘Πόλη του Ηλίου’ του Tommaso Campanella κλπ.) αυτό που συνδέει κάθε θεωρητική κατασκευή τοποθετημένη σε ένα ‘αλλού’ χωρίς τόπο ούτε χρόνο, είναι η υποτιθέμενη τελειότητά της, η φύση της ως πραγματοποιημένο Ελ Ντοράντο. Ωστόσο, μεταφερόμενη στη σκληρή πραγματικότητα, κάθε ουτοπία ξεθωριάζει. Εξαίρεση αποτελεί εκείνη που δεν παρουσιάζεται ως τέτοια, δηλαδή η κοινωνία της κατανάλωσης οργανωμένη πάνω στην αγορά, που αποτελεί το μέτρο όλων των πραγμάτων στα χέρια μιας αριστοκρατίας/ολιγαρχίας όχι σοφών, αλλά ιδιοκτητών των πάντων (αγαθών, μέσων παραγωγής, υπηρεσιών, χρημάτων). Στην αντεστραμμένη ουτοπία, δηλαδή στη δυστοπία, δεν υπάρχει πια οραματιστικό όνειρο, αλλά ‘στιβαρή πραγματικότητα’. Το κλειδί της επιτυχίας της φιλελεύθερης δυστοπίας βρίσκεται στη γενικευμένη πίστη στην ιδέα της προόδου, μία θέαση βασισμένη πάνω στην κυριαρχία της τεχνολογίας, στην πληροφορική επανάσταση, στη σύμπτωση μεταξύ χώρου και χρόνου, που καθορίζεται από την ψηφιακή επικοινωνία, η οποία υλοποιεί την ουτοπία μεταφέροντας την από την αμετάβλητη ουράνια σφαίρα στην αέναη κίνηση, στο χωνευτήρι που ανακατεύει τα πάντα και συνεχώς μεταβάλλεται. 


Εξ ου και η απέχθεια που υιοθέτησε για τις Ιδέες και η αδιαφορία για κάθε παρελθόν. Πρόκειται για έναν κόσμο επίπεδο που λειτουργεί με τη συνεχή κατανάλωση, τροφοδοτημένη από τη βιομηχανία της επιθυμίας. Η Metropolis του άγχους του Fritz Lang μεταμορφωμένη σε Κοσμόπολη, ο λαμπερός ενιαίος κόσμος σε συνεχή εξέλιξη, το ολικό εμπορικό κέντρο και μια τεράστια πόλη όπου μπορούν να ικανοποιηθούν, με χρέωση της πιστωτικής κάρτας, επιθυμίες, βίτσια, ορμές, καπρίτσια, καθορισμένα ως αναφαίρετα δικαιώματα του νέου ανθρώπου. 

Ο Μαρξ έκανε λάθος από έλλειμμα, στη δική του ουτοπία, αυτή της απελευθέρωσης επιθυμούσε να ικανοποιήσει τις βασικές ανάγκες του ανθρώπου, όχι να τις εφευρίσκει και να τις δημιουργεί ex novo κάθε πρωί, αφού δυσφημίσει εκείνες του χθες. Δεν φανταζόταν ναούς κατανάλωσης, δεν φανταζόταν τον κόσμο του ‘Jeff’ Bezos αλλά μαγαζιά ανοιχτά στα οποία μία ανθρωπότητα γενικά συγκρατημένη, χωρίς εγωισμό και υποκείμενη σε έναν νέο ηθικό νόμο θα αποκτούσε αγαθά, ο καθένας σύμφωνα με τις ανάγκες του. Η αρνητική ουτοπία του μαρξισμού, που δεν φαντασιωνόταν μακρινούς κόσμους, αλλά, όπως διαβάζουμε στην ενδέκατη θέση από το ‘11 θέσεις για τον Feuerbach’ φιλοδοξούσε να αναποδογυρίσει τον κόσμο, απέτυχε. Για τον ουτοπιστή, η ιστορία είναι προορισμένη να τελειώσει μόλις επιτευχθεί ο στόχος. Εξ ου και η μερική παρανόηση του Fukuyama καθώς η νεοφιλελεύθερη αφήγηση συνεχίζει υπό τη μορφή της προόδου, της τεχνολογίας, της μεταλλαγής και εν τέλει στην υπέρβαση της ίδιας της ανθρώπινης φύσης μέσω της ιδεολογίας και πρακτικής του Transhumanism. Κι ωστόσο, ο έλεγχος παραμένει στα ίδια χέρια, αυτά των ολιγαρχικών κυρίων του κόσμου που μέσω της ιδιωτικοποίησης ελέγχουν τα πάντα, τους οικονομικούς πόρους, την έκδοση του νομίσματος, τις συνειδήσεις και έχουν το μονοπώλιο των ιδεών μέσω της ιδιοκτησίας της πιο ισχυρής και αναπτυγμένης τεχνολογίας που υλοποιήθηκε ποτέ.
Εάν οι άλλες ουτοπίες αρνούνται τη δυνατότητα εμπειρικής επαλήθευσης των θεωρητικών υποσχέσεων, ο νεοφιλελευθερισμός πηγαίνει ακόμη πιο πέρα. Το μοναδικό δεν έχει ανάγκη από επιβεβαιώσεις, ούτε από αντικρούσεις, αποτελεί ένα γεγονός και αυτό φθάνει. Το φονικό όπλο γίνεται η αποπλάνηση, η διεισδυτικότητα της αισθητικής, τα κοινωνικά πρότυπα συμπεριφοράς και ηθικής που επιβάλλονται από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, η πραγματικότητα επαυξημένη από εικονικούς κόσμους που δημιουργούνται στον υπολογιστή, η ψευδαίσθηση μιας ανοιχτής κοινωνίας και μιας τέλειας δημοκρατίας, η οποία επιτυγχάνεται μέσω του διαδικτύου και των κοινωνικών μέσων δικτύωσης.

Υπάρχει ακόμα ένα στοιχείο που μας οδηγεί να θεωρήσουμε δυστοπικό τον τεχνολογικό νεοφιλελευθερισμό, πρόκειται για τη σχέση του με το μέλλον. Η διάσταση του χρόνου που θα έλθει λίγο ενδιαφέρει τον υπάρχοντα υλισμό. Αντίθετα έχει για αυτόν τεράστια αξία η έννοια της πρόβλεψης, η ανάγκη οργάνωσης της ζωής, δηλαδή της οικονομίας, εξαλείφοντας το απρόβλεπτο, το μη υπολογίσιμο, εγκλωβίζοντας τους κοινωνικούς φορείς και τα συμβάντα σε ένα πυκνό δίκτυο μαθηματικών μοντέλων, αλγορίθμων, στατιστικών ικανών να προβλέψουν, να προγνώσουν, να εισαγάγουν σε προκαθορισμένα σχήματα κάθε γεγονός. Ο ωρολογοποιός των Ντεϊστών του 18ου αιώνα, ο πιθανός αλλά απόμακρος θεός, που ξέχασε το δημιούργημα του, αντικαθίσταται από ένα είδος μηχανικού μαθηματικού. Το ρολόι έχει κουρδιστεί μια για πάντα, η ανθρωπότητα πρέπει να πορευτεί πάνω σε προκαθορισμένες διαδρομές και στη βάση αμετάβλητων πρωτοκόλλων. Η μορφή του ρολογιού αυτού δεν είναι πλέον όμοια με αυτή μιας μηχανής με σύνθετα γρανάζια αλλά είναι ένα υπολογιστικό μοντέλο αλγορίθμων βασισμένο στην τεχνητή νοημοσύνη και την κυβερνητική. 

Η ουτοπική πίστη, το τελευταίος είδος πίστης που απέμεινε, βασίζεται στην πεποίθηση ότι η κοινωνία–computer θα καταφέρει να εξαλείψει κάθε μη-μετρήσιμη και μη-προβλέψιμη έκφραση, που δεν συμβαδίζει με τα συμφέροντα του συστήματος. Έτσι, οι ιδέες που κερδίζουν είναι οι νεοφιλελεύθερες προοδευτικές και εκείνες του κολεκτιβισμού, που παραμένουν ακόμα ισχυρές εντός ιδεολογικών οχυρωμάτων. Οι δύο αυτές ιδεολογικές δέσμες συναντούνται στην αντεστραμμένη ουτοπία μιας εκ των άνωθεν ελεγχόμενης κοινωνίας, στην οποία η γλώσσα και οι έννοιες αναποδογυρίζονται οργουελικά με σκοπό την εξαπάτηση και την κυριαρχία.
  

Όπως στην δυστοπική νουβέλα του Ray Bradbury, Fahrenheit 451, όπου έκαψαν τα βιβλία, δηλαδή τη μνήμη, τις ιδέες, την πολιτιστική κληρονομιά, την υλική και πνευματική γνώση της ανθρωπότητας, ο ήρωας, ο Guy Montag εμφανίζεται και προσπαθεί να ξαναφτιάξει τον κόσμο πάνω σε ανθρώπινες βάσεις. Το ίδιο θα χρειαστεί να πράξουμε και εμείς. Στην πραγματικότητα, βρισκόμαστε σε μία κρίσιμη καμπή της ιστορίας που η αλήθεια είναι δύσκολο να αναγνωριστεί και να γίνει αντιληπτή. Όλα τα χαρτιά είναι στο χέρι του αντιπάλου, ενώ εκατομμύρια άνθρωποι δεν γνωρίζουν καν ποιος είναι ο αντίπαλος. 

Ωστόσο, η ιστορία δεν σταματά, εάν ένας κύκλος κλείνει καταστροφικά, στα ερείπια του ίσως κάποιος ανακαλύψει ένα σπόρο για να ξαναδημιουργήσει. Ο νεοφιλελευθερισμός, όπως κάθε ανθρώπινη κατασκευή, θα τελειώσει νικημένος πιθανώς από την ίδια του την αλαζονεία. Όπως όλες οι ουτοπικές κατασκευές, αργά ή γρήγορα, θα ηττηθεί από την πραγματικότητα και από τον αριθμό των θυμάτων του που έχει δημιουργήσει. Εάν στο σπήλαιο του Πλάτωνα εισέλθουν οι ακτίνες του φωτός, τότε θα ξαναρχίσει το παιχνίδι.

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Είναι βέβαιο ότι κανείς δεν μπορεί να κατηγορήσει το Francis Fukuyama ως ‘συνωμοσιολόγο’. Στο βιβλίο του με τίτλο, The End of History and the Last Man, κάνει μία εκπληκτική παραδοχή σχετικά με τον αστικο-φιλελεύθερο κόσμο γράφοντας τα εξης: «Οι Χομπς και Λοκ, οι θεμελιωτές του σύγχρονου φιλελευθερισμού, επιδίωξαν να εκριζώσουν μια για πάντα το θυμοειδές από την πολιτική ζωή και να το αντικαταστήσουν με ένα συνδυασμό επιθυμίας και ορθολογισμού. Αυτοί οι πρώτοι σύγχρονοι Άγγλοι φιλελεύθεροι, θεώρησαν τη μεγαλοθυμία, με τη μορφή της παθιασμένης και έμμονης υπερηφάνειας των πριγκίπων ή του απόκοσμου φανατισμού των μαχητικών ιερέων, ως την κύρια αιτία του πολέμου και ως συστατικό στοιχείο κάθε διεργασίας που στόχευε στην ικανοποίηση της υπερηφάνειας. Αυτή η αρχική αμαύρωση της αριστοκρατικής υπερηφάνειας συνεχίστηκε από ένα μεγάλο αριθμό συγγραφέων του Διαφωτισμού, ανάμεσα στους οποίους συναντάμε τον Άνταμ Φέργκιουσον, τον Τζέιμς Στιούαρτ, τον Ντέιβιντ Χιουμ και τον Μοντεσκιέ. Στην πολιτική κοινωνία που οραματίστηκαν ο Χομπς, ο Λοκ και οι άλλοι πρώτοι φιλελεύθεροι στοχαστές, ο άνθρωπος χρειάζεται μόνο την επιθυμία και τον ορθολογισμό. Οι αστοί ήταν μια εντελώς εσκεμμένη δημιουργία των πρώτων σταδίων του σύγχρονου στοχασμού, μια απόπειρα κοινωνικής μηχανικής που προσπάθησε να πετύχει κοινωνική ειρήνη αλλάζοντας την ίδια τη φύση των ανθρώπων (…) Η κοινωνική έκφραση της μεγαλοθυμίας και η κοινωνική τάξη εναντίον της οποίας κήρυξε πόλεμο ο σύγχρονος φιλελευθερισμός ήταν η παραδοσιακή αριστοκρατία.»

Με άλλα λόγια, η υπερηφάνεια του πρίγκιπα αντικαταστάθηκε από την ‘υπερηφάνεια’ της τσέπης του καπιταλιστή και ο πόλεμος για την τιμή από τον πόλεμο για το χρήμα. Έχει ενδιαφέρον πως ορισμένοι από τους προαναφερθέντες φιλοσόφους ανήκαν στις πρώτες μασονικές στοές.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου