Του
Γιώργου Ν. Παπαθανασόπουλου
Στις
Δεσποτικές (Χριστούγεννα, Θεοφάνεια)
και στις Θεομητορικές (Ευαγγελισμός)
εορτές τα Ευαγγελικά αναγνώσματα έχουν
άμεση σχέση με το γεγονός. Μόνη εξαίρεση
αποτελεί η εορτή των εορτών, η Κυριακή
του Πάσχα. Το Ευαγγελικό ανάγνωσμα που
αναγιγνώσκεται πανηγυρικά από τους
Αρχιερείς και ιερείς στις εξέδρες και
έχει σχέση με το γεγονός της Αναστάσεως
είναι του Όρθρου, που προηγείται της
Αναστάσιμης Θείας Λειτουργίας. Κατ’
αυτήν διαβάζεται η αρχή του πρώτου
κεφαλαίου του κατά Ιωάννην Ευαγγελίου
«Εν αρχή ην ο Λόγος...», έως τον στίχο 17.
Η συγκεκριμένη περικοπή σε πρώτη ματιά
δεν έχει κάποια σχέση με την Ανάσταση
του Θεανθρώπου Ιησού Χριστού και γεννάται
το ερώτημα γιατί τη διαβάζουμε.
Ο
Αρχιεπίσκοπος Αστραχανίου και
Σταυρουπόλεως και μέγας διδάσκαλος του
Γένους Νικηφόρος Θεοτόκης, ο Κερκυραίος,
(1731-1800) στο «Κυριακοδρόμιον» του δίνει
την εξήγηση. Όπως γράφει οι Άγιοι Πατέρες
οι «πρεπόντως και ευλογοφανώς διαταξάμενοι
τας εν τη Εκκλησία αναγνώσεις» ώρισαν
να διαβάζεται η συγκεκριμένη περικοπή
κατά την Αναστάσιμη Θεία Λειτουργία
διότι κατά την Κυριακή, την πρώτη ημέρα
και αρχή του αριθμού των ημερών «εγένετο
και η πλάσις πάσης της κτίσεως και η
ανάπλασις όλης της ανθρωπότητος, η
ανάπλασις έργον του σεσαρκωμένου Λόγου.
Κατά την Κυριακή και πρώτη ημέρα εκτίσθη
ο ουρανός και η γη και την ίδια ημέρα
Κυριακή ο μονογενής Υιός του Θεού
ανήγγειλε στις μυροφόρους το χαροποιό
μήνυμα της αναπλάσεως».
Κατ’
αυτήν την ημέρα, γράφει ο αείμνηστος
Αρχιεπίσκοπος Νικηφόρος ο Θεοτόκης,
την πρώτη κατά την τάξη, πρώτη κατά την
αξία, πρώτη κατά τα χαρίσματα, πρώτη
ημέρα της αναστάσεως του ανθρώπου και
της αποκαταστάσεως αυτού εις την αιώνιον
δόξαν και βασιλείαν, έπρεπε να
αναγιγνώσκονται τα πρώτα δόγματα της
σωτηρίας, τα πρώτιστα και υψηλότερα και
θεμελιώδη ρήματα της ορθοδόξου πίστεως.
«Και αληθώς η σήμερον αναγνωσθείσα
ευαγγελική περικοπή περιέχει όλον το
μέγα μυστήριον της εκ του Πατρός αχρόνου
γεννήσεως του Υιού και Λόγου του Θεού,
και την θεοπρεπή και άφατον αυτού
οικονομίαν της εν χρόνω γενομένης εκ
Παρθένου μητρός ενανθρωπήσεως αυτού».
Η
Παλαιά Διαθήκη αρχίζει με τις λέξεις
«Εν αρχή» (Γεν. α΄ 1) και ο πρώτος λόγος
του κατά Ιωάννην Ευαγγελίου είναι πάλι
το «Εν αρχή». Στην Παλαιά Διαθήκη «Εν
αρχή» ο Θεός εποίησε τον ουρανό και την
γη, στο Ευαγγέλιο του Ιωάννου με το «Εν
αρχή ην
ο Λόγος», κατά τον Νικηφόρο Θεοτόκη,
σημαίνεται ότι «ουδέποτε ευρέθη καιρός
εν ω ουχ υπήρχε ο Υιός του Θεού, αλλά απ’
αιώνος εγεννήθη εκ του Πατρός και
συναϊδίως. Διότι καθώς ουδέποτε εφάνη
η ακτίς του ηλίου χωρίς φωτός, ούτως
ουδέποτε ήτο ο Πατήρ άνευ του Υιού, αλλ’
άμα, ήγουν κατά τον αυτότατον καιρόν
Πατήρ και άμα Υιός, καθώς ακτίς και άμα
φως». Το αναλύει στη συνέχεια ο Ευαγγελιστής
Ιωάννης: « Εν τω κόσμω ην, και ο κόσμος
δι’ αυτού εγένετο, και ο κόσμος αυτόν
ουκ έγνω». Ο μακαριστός Αρχιεπίσκοπος
Χερσώνος χαρακτηρίζει «ανόητο» εκείνο
τον άνθρωπο που ενώ είναι τυφλός και
δεν έχει τη δυνατότητα να βλέπει κατηγορεί
το φως, η το αγνοεί και υποστηρίζει πως
δεν υπάρχει...
Είναι μεγάλη
η εορτή της Κυριακής του Πάσχα και
μακάρι ο Νικηφόρος Θεοτόκης να μας
βοηθήσει να καταλάβουμε περισσότερο
το σωτηριώδες μήνυμά της.
Δυο
σχόλια για τον Αρχιεπίσκοπο Νικηφόρο
Θεοτόκη, τον Μεγάλο Διδάχο του Γένους,
που οι άθεοι τον αποκαλούν μόνο με το
ονοματεπώνυμό του, μη και φανεί ότι η
Εκκλησία ήταν στην πρωτοπορία της
αναγέννησης του Γένους.
Πρώτον ότι το
Κυριακοδρόμιο του το έγραψε το 1799 και
είναι ένα δείγμα ότι παρά την καταπίεση
των Οθωμανών οι Έλληνες μπορούσαν τότε
να τον καταλάβουν στη λογία γλώσσα που
μιλούσε και έγραφε. Τώρα πόσοι μπορούν
να διαβάσουν και να καταλάβουν το κείμενό
του;
Το
δεύτερο είναι πως ο Νικηφόρος Θεοτόκης
δεν ήταν μόνο ένας άξιος της αποστολής
του κληρικός, ήταν και μια ιδιοφυία στα
γράμματα και στις επιστήμες, με ιδιαίτερη
κλίση στη Φυσική και στα Μαθηματικά.
Σπούδασε στα πανεπιστήμια της Πάντοβα
και της Μπολόνια και είχε διακεκριμένους
διδασκάλους, όμως δεν θαμπώθηκε από τα
φώτα της Δύσης, ούτε κάμφθηκε από την
ισχύ του Πάπα.
Όταν εξελέγη Μητροπολίτης
Φιλαδελφείας, με έδρα τη Βενετία, για
να δεχθεί την εκλογή του έθεσε τον όρο
η υπ’ αυτόν Ορθόδοξη Εκκλησία να υπάγεται
στο Οικουμενικό Πατριαρχείο της
Κωνσταντινουπόλεως και όχι στον Πάπα
της Ρώμης και να διαθέτει ανεξαρτησία
κινήσεων από τις ενετικές αρχές. Ο όρος
του δεν έγινε δεκτός από Ρώμη και Βενετία
και δεν δέχθηκε τη θέση. Τέτοιος Ιεράρχης
ήταν. Μπρος στις Αρχές του και στις
υποσχέσεις που είχε δώσει ως Ορθόδοξος
κληρικός δεν υπολόγισε ούτε θέσεις,
ούτε αξιώματα, ούτε απολαυές. Με τις
ίδιες Αρχές και βάζοντας σε κίνδυνο τη
ζωή του θαρραλέα αντέδρασε στις
προσπάθειες των Λατίνων να καθυποτάξουν
την Ορθόδοξη Εκκλησία και κατήγγειλε
και πολέμησε την Ουνία, ως δούρειο ίππο
του Βατικανού για την άλωση της
Ορθοδοξίας.-
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου