Έλεγαν για τον αββά Αμμούν ότι με λίγο κριθάρι πέρασε δύο μήνες. Αυτός επισκέφτηκε τον αββά Ποιμένα και του είπε: «Αν πάω στο κελλί του γείτονα ή αν έρθει αυτός σ’ εμένα για κάποια ανάγκη, φοβόμαστε να μιλήσουμε, μην τυχόν προκύψει άσχετη ομιλία». «Καλά κάνεις», του απάντησε ο γέροντας, «γιατί η νεότητα χρειάζεται προσοχή».
«Οι γέροντες όμως τι έκαναν;» τον ρώτησε τότε ο αββάς Αμμούν, και αυτός του αποκρίθηκε: «Οι γέροντες είχαν προοδεύσει πνευματικά και δεν είχαν μέσα τους κάτι άλλο ή κάτι ξένο στο στόμα τους, για να το συζητήσουν».
«Αν όμως παρουσιαστεί ανάγκη να μιλήσω με τον γείτονα», είπε, «προτιμάς να του πω κάτι από τις Γραφές ή από τους λόγους των γερόντων;» «Αν δεν μπορείς να μη μιλήσεις», απάντησε ο γέροντας, «είναι πιο καλό να του πεις κάτι από τους λόγους των γερόντων και όχι από τη Γραφή. Γιατί υπάρχει κίνδυνος όχι μικρός».
Κάποιος αδελφός ήρθε από τη Σκήτη στον αββά Αμμούν και του είπε: «Ο γέροντάς μου με στέλνει για διάφορες δουλειές, εγώ όμως φοβάμαι την πορνεία». Ο γέροντας του αποκρίθηκε: «Όποια ώρα σου έρθει πειρασμός, πες· “Θεέ των δυνάμεων, με τις ευχές του γέροντά μου, γλίτωσέ με”».
Μια μέρα λοιπόν κάποια κοπέλα κλείδωσε την πόρτα για να τον κρατήσει μαζί της. Εκείνος τότε φώναξε δυνατά: «Θεέ του γέροντά μου, γλίτωσέ με», και αμέσως βρέθηκε στον δρόμο για τη Σκήτη.
Από το βιβλίο: Το Γεροντικό, τόμος Α’, μετάφραση. Εκδόσεις «Το Περιβόλι της Παναγίας», Θεσσαλονίκη 2013, σελ. 63.
https://www.koinoniaorthodoxias.org/pateriko-anthologio/o-avvas-amoun/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου