(Αναφορά σε μια μεγάλη πνευματική μορφή της Εκκλησίας και της ιστορίας)
Λάμπρου Κ. Σκόντζου, Θεολόγου - Καθηγητού
Η Ελληνοορθοδοξία γεννήθηκε και αναπτύχθηκε μέσα στα πλαίσια του ελληνικού πολιτισμού. Από τα πρώτα κιόλας αποστολικά χρόνια και μέχρι τους πρώτους βυζαντινούς αιώνες ο Χριστιανισμός ήρθε σε επαφή με τον ελληνικό πολιτισμό και προσέλαβε όλα εκείνα τα πολύτιμα στοιχεία που του ήταν απαραίτητα στην αποστολή του, όπως την υπέροχη ελληνική γλώσσα, τη φιλοσοφία, τον τρόπο σκέψης και δράσης, τους πολιτικούς θεσμούς, κλπ. Αυτό σημαίνει πως η Ελληνοορθοδοξία διέσωσε και εν πολλοίς συνέχισε τον κλασσικό αρχαιοελληνικό πολιτισμό. Οι μεγάλοι Πατέρες της Εκκλησίας είναι σχεδόν όλοι στο σύνολό τους ελληνικής καταγωγής και φορείς της ελληνικής παιδείας και του πολιτισμού.
Από τότε και μέχρι σήμερα τα δυο μεγάλα πνευματικά μεγέθη Ελληνισμός και Χριστιανισμός παραμένουν άρρηκτα ενωμένα και πορεύονται στο χρόνο ως ενιαίος πια φορέας, προσφέροντας στην ανθρωπότητα πολύτιμες υπηρεσίες πολιτισμού και ανθρωπιάς. Η ιστορία είναι ο αψευδής μάρτυρας αυτής της πραγματικότητας. Το Βυζάντιο έχει να παρουσιάσει άπειρα τέτοια παραδείγματα. Μια από τις φωτεινές μορφές της Εκκλησίας μας, η οποία συνένωσε άριστα τις αιώνιες και σωτήριες αρχές της χριστιανικής διδασκαλίας με τις θαυμαστές ιδέες της κλασσικής αρχαιότητας, υπήρξε ο Αρέθας επίσκοπος Καισαρείας της Καππαδοκίας. Συγκαταλέγεται δε, όπως θα δούμε, μεταξύ των μεγάλων μορφών της Εκκλησίας και της ιστορίας.
Γεννήθηκε γύρω στο 850 στην Πάτρα και γι’ αυτό ονομάζονταν Πατρεύς. Τα πρώτα γράμματα τα έμαθε στη γενέτειρα του. Οι ανώτερες σπουδές του έγιναν στην Κωνσταντινούπολη κοντά στο πατριάρχη Φώτιο. Ο φωτισμένος δάσκαλος και ιεράρχης μύησε το νεαρό και ανήσυχο Αρέθα στην αναζήτηση της αλήθειας μέσω της ευαγγελικής διδασκαλίας και της αρχαιοελληνικής σκέψης. Ο μέγας Φώτιος έπεισε τον Αρέθα, όπως και πλήθος άλλων φιλομαθών νέων, για την ανάγκη στροφής και προς τις κλασσικές σπουδές, παράλληλα με τη θεολογία και για τη δημιουργία ενός νέου ανθρωπιστικού ιδεώδους, του ελληνοχριστιανικού. Το γεγονός αυτό υπήρξε η αφετηρία της λεγόμενης βυζαντινής αναγέννησης. Άλλωστε είναι γνωστό πόσο υψηλή στάθμη σπουδών προσφέρονταν την εποχή εκείνη στη Βασιλεύουσα, στην οποία λειτουργούσαν τουλάχιστον δύο φημισμένα πανεπιστήμια.
Η ανώμαλη πολιτική και κυρίως η εκκλησιαστική κατάσταση που επικρατούσε στην Κωνσταντινούπολη κατά τη διάρκεια των σπουδών του εκεί δεν τον άφησε αδιάφορο. Πήρε ενεργό μέρος υπέρ του δασκάλου του Φωτίου, γεγονός που συνετέλεσε ώστε να γίνει γνωστός στους ηγετικούς κύκλους της πρωτεύουσας και να εκτιμηθούν τα σπάνια χαρίσματά του και η λαμπρή του μόρφωση. Έτσι εισήλθε στις τάξεις του ιερού κλήρου και γύρω στο 900 εξελέγη αρχιεπίσκοπος Καισαρείας, ποιμαίνοντας επάξια την επαρχία του ως το θάνατό του το 935.
Η ποιμαντική του δράση υπήρξε σπουδαία και πολύπλευρη. Ανέπτυξε έντονη εκκλησιαστική, πνευματική, μορφωτική, κοινωνική και πολιτική δραστηριότητα στην επισκοπή του. Η οξύνοιά του, η μεγάλη πολύπλευρη μόρφωσή του, η ευρύτητα της σκέψης του, η προσωπική του ακτινοβολία και το κύρος του τον κατέστησαν εξέχουσα μορφή πνευματικού άνδρα της εποχής του. Για το λόγο αυτό χρησιμοποιήθηκε τόσο από τον Οικουμενικό Πατριαρχικό Θρόνο όσο και από την πολιτική ηγεσία σε πάμπολλες διπλωματικές αποστολές για τη διευθέτηση σπουδαίων εκκλησιαστικών και πολιτικών ζητημάτων της αυτοκρατορίας.
Η επισκοπική του καριέρα, εκτός από την αξιοζήλευτη εκκλησιαστική του δράση, είναι συνδεμένη με την καλλιέργεια των κλασσικών σπουδών. Ο Αρέθας υπήρξε γνήσιος συνεχιστής του πνευματικού και μορφωτικού έργου του Φωτίου. Είναι ένας από τους σπουδαιότερους στυλοβάτες του βυζαντινού ανθρωπισμού και της αναγέννησης, η οποία εγκαινιάστηκε στην εποχή των Μακεδόνων και συνεχίστηκε ως την άλωση. Η κατάπαυση της εικονομαχικής έριδας, όπως είναι γνωστό απομόνωσε όλα εκείνα τα στοιχεία που εναντιώνονταν στην σύζευξη Ελληνισμού και Χριστιανισμού και την ανάπτυξη του ανθρωπισμού. Ας μη λησμονούμε ότι το εικονομαχικό ανεικονικό κίνημα, ιουδαϊκής – ισλαμικής- ανατολικής επίδρασης, υπήρξε έντονα εχθρικό προς τον Ελληνισμό, τη θύραθεν παιδεία, την ελεύθερη σκέψη και τον ανθρωπισμό. Η αποκρυστάλλωση του ορθοδόξου δόγματος έδωσε πια νέα πνοή και ορμή στην παιδεία και την πρόοδο. Ο δε Αρέθας υπήρξε ένας από τους κύριους εκφραστές αυτού του νέου κλίματος.
Ο φωτισμένος επίσκοπος, χωρίς να παραμελεί τα ποιμαντικά του καθήκοντα, αφιερώθηκε με πάθος στη συλλογή, συντήρηση, αντιγραφή και διάδοση έργων των αρχαίων Ελλήνων και παλαιών εκκλησιαστικών συγγραφέων. Πολύ σύντομα δημιούργησε την περίφημη Βιβλιοθήκη του Αρέθα, αποτελούμενη από χιλιάδες έργα της κλασσικής αρχαιότητας και της πρωτοχριστιανικής περιόδου. Επίσης επιδόθηκε με πάθος στην ερμηνεία των έργων της κλασσικής και μετακλασσικής αρχαιότητας. Σπουδαία υπήρξαν τα προλεγόμενα, τα σχόλια, τα υπομνήματα και οι διορθώσεις του Αρέθα στα έργα των αρχαίων φιλοσόφων. Ταυτόχρονα οργάνωσε πολυπληθές επιτελείο ταχυγράφων και καλλιγράφων αντιγραφέων με επικεφαλής τον Γρηγόριο Βαάνη, οι οποίοι αντέγραφαν παλαιούς σπάνιους και δυσεύρετους κώδικες, τους οποίους ανακάλυψε με πολύ κόπο ο φωτισμένος ιεράρχης. Η πλούσια συλλογή του περιλάμβανε έργα φιλοσοφικά, γραμματικά, λεξικογραφικά, μαθηματικά, γεωγραφικά, έργα των σοφιστών, ρητόρων, ποιητών, κλπ. Χάρη στην Βιβλιοθήκη του Αρέθα διασώθηκε το μεγαλύτερο μέρος των έργων του Πλάτωνα, του Λουκιανού, του Παυσανία, του Κυρίλλου Αλεξανδρείας, κ.α.
Αξιοζήλευτο είναι επίσης και το προσωπικό συγγραφικό έργο του Αρέθα, το οποίο δυστυχώς στο μεγαλύτερο μέρος του παραμένει ανέκδοτο. Έγραψε σπουδαία ερμηνευτικά έργα στην Αγία Γραφή, με εξέχουσα την ερμηνεία στην Αποκάλυψη του Ιωάννου. Ερμήνευσε επίσης δύσκολα χωρία της Αγίας Γραφής. Αξιόλογα είναι ακόμα, όπως προαναφέραμε, τα σχόλια στους αρχαίους Έλληνες και εκκλησιαστικούς συγγραφείς, όπως και οι λόγοι και οι επιστολές του. «Από το συγγραφικό του έργο ο Αρέθας, σημειώνει ο καθηγητής Βλάσιος Φειδάς, αναδεικνύεται σε εξέχουσα πνευματική προσωπικότητα, όχι μόνο για την ευρύτητα της μόρφωσής του αλλά και για το μεγάλο ενδιαφέρον του για την αξιοποίηση της προγενέστερης πνευματικής κληρονομιάς» (Εγκυκλ. Πάπυρος, τομ.2, σελ.386).
Ο Αρέθας ανήκει αναμφίβολα στις μεγάλες πνευματικές μορφές της ιστορίας, γνήσιο τέκνο του υψηλού πνευματικού κλίματος του Βυζαντίου. Αυτός όπως και άλλοι πολλοί μεγάλοι Πατέρες και εκκλησιαστικοί άνδρες, υπήρξαν οι γνήσιοι εκφραστές της Ελληνορθόδοξης παράδοσης, και θεμελιωτές του βυζαντινού ανθρωπισμού, που συνεχίζονται μέχρι σήμερα στη ζωή της Εκκλησίας και του λαού μας. Η προσωπικότητα και το έργο αυτού του φωτισμένου επισκόπου αποτελεί ισχυρό ράπισμα σε όλους εκείνους οι οποίοι «βλέπουν» της Εκκλησία εχθρική προς τον ελληνικό πολιτισμό. Ο Αρέθας είναι ένας από εκείνους ο οποίος συνέβαλλε τα μέγιστα για τη διάσωση του αρχαιοελληνικού πολιτισμού, ο οποίος ημιθανής όντας στο τέλος της αρχαιότητας νεκραναστήθηκε με την ενσωμάτωσή του στην Ελληνοορθοδοξία. Ο φωτισμένος επίσκοπος Αρέθας είναι ένας από τους πάμπολλους πνευματικούς φάρους, που διαθέτει η Εκκλησία μας και οι οποίοι οριοθετούν στην ανθρωπότητα την πορεία της προόδου, της ανθρωπιάς και του πολιτισμού.
Πηγή: Ακτίνες
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου