Του Αρχιμ. Γεωργίου (Καψάνη)
Μία μοναχή μοῦ ἐξομολογήθηκε, ὅτι κάποτε ἡ Γερόντισσά της, στήν ὁποία ἔκανε ὁλόθυμη καί ἀδιάκριτη ὑπακοή, τῆς εἶπε: “παιδί μου, μέ τήν ὑπακοή σου μέ ἀναπαύεις”. Καί, τήν στιγμή πού τῆς εἶπε αὐτό ἡ Γερόντισσα, αἰσθάνθηκε ὅτι ὅλος ὁ Θεός μπῆκε μέσα της. Αὐτό ἦταν ἐμπειρία. Βλέπετε; Εἶχε ἀδειάσει ὅλο τόν ἑαυτό της, ὅλο τό θέλημά της τό ἀτομικό καί ὅλος ὁ Θεός μπῆκε μέσα της.
Τό ἴδιο ἔγινε καί μέ ἕνα ἐργάτη χωρικό, ἀπό ἕνα χωρίο κοντά στό Ἅγιον Ὄρος, ὁ ὁποῖος ἐργαζόταν στό μοναστήρι μας ὡς ὑλοτόμος. Κάποτε λοιπόν, πού περνοῦσα ἀπό τό δάσος τῆς Μονῆς, μέ χαιρέτησε καί μοῦ εἶπε: «Κάτσε, Γέροντα, νά σοῦ πῶ ἕνα μεγάλο θαῦμα πού μοῦ ἔκαναν οἱ ἅγιοι Τεσσαράκοντα, νά δῆς πόσο θαυματουργοί εἶναι οἱ ἅγιοι Τεσσαράκοντα.
Πονοῦσε τό πόδι μου χρόνια. Πήγαινα στούς γιατρούς, στά νοσοκομεῖα, ἀλλά τίποτα δέν μοῦ κάνανε. Καί ἐγώ, ἐπειδή ἀγαπῶ πολύ τους ἁγίους Τεσσαράκοντα, πῆγα στήν πανήγυρί τους, στήν Ἐκκλησία τοῦ χωριοῦ μου.
Ἐκεῖ ἦταν πολύς κόσμος, γεμάτη ἡ Ἐκκλησία. Μόλις ἔφθασα στήν Ἐκκλησία, ἀρχίζει νά μοῦ πονᾶ πολύ τό πόδι.
Τότε λοιπόν σκέφθηκα νά βγῶ ἔξω ἀπό τήν Ἐκκλησία νά ξεκουράσω τό πόδι μου. Ἀλλά μοῦ εἶπε ὁ λογισμός: “ Ὁ Ἰούδας ἄφησε τήν θεία Εὐχαριστία καί βγῆκε ἔξω. Ἰούδας θά γίνης καί ἐσύ;” “ Θά μείνῃς μέσα, κι ἄς πονᾶς”. Μετά ἀπό λίγο πονοῦσα πιό πολύ καί σκέφθηκα νά καθήσω σέ μία καρέκλα νά ξεκουράσω τό πόδι μου.
Τότε ὅμως ἀντίκρυσα τήν εἰκόνα τῶν ἁγίων Τεσσαράκοντα, τούς εἶδα νά παγώνουν μέσα στήν λίμνη καί εἶπα στόν ἑαυτό μου: “Αὐτοί ἔκαναν τόση ὑπομονή καί πάγωσαν γιά τόν Χριστό, καί ἐσύ δέν μπορεῖς νά σταθῆς ὄρθιος;” “Θά σταθῆς ὄρθιος κι ἄς πεθάνης”.
Ἐκείνη τήν ὥρα πού εἶπα αὐτό, ἦρθε ἕνα ρεῦμα, μέ περιέλουσε ἀπό τό κεφάλι καί πέρασε σ’ὅλο τό σῶμα μου μέχρι τό πονεμένο πόδι μου. Ἀπό τότε ἔγινα καλά καί δέν ξαναπόνεσα. Βλέπετε, Γέροντα, πόσο θαυματουργοί εἶναι οἱ ἅγιοι Τεσσαράκοντα;» Αὐτός δέν εἶχε καμμία αἴσθησι ὅτι ἔκανε κάτι ἀξιόμισθο. Πίστευε ὅτι ἦταν θαῦμα τῶν ἁγίων Τεσσαράκοντα.
Ὅμως βλέπουμε, πότε ἔγινε τό θαῦμα καί πότε ἦρθε ὁ Θεός μέσα του; Ὅταν ὁ ἴδιος ἄδειασε τελείως ἀπό τόν ἑαυτό του καί ἀπό τήν φιλαυτία του καί ἀποφάσισε νά πεθάνῃ χάριν τῆς ἀγάπης πρός τόν Θεό.
ΠΗΓΗ:
Αναβάσεις,
Ἀπόσπασμα ἀπό τήν Ἐτήσια Ἔκδοση της Ι. Μονῆς Ὁσίου Γρηγορίου Ἁγίου Ὅρους, Περίοδος Β΄, Ἔτος 2010 Ἀριθμός 35, σελίδες 98 - 106,
Ψηφιοποίηση κειμένου: Κωνσταντῖνος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου