Η ΣΠΟΥΔΑΙΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ ΤΩΝ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΩΝ ΚΑΙ ΤΟΥ ΕΡΓΟΥ ΤΟΥ ΘΕΟΛΟΓΟΥ ΣΗΜΕΡΑ
Ὁ Κοσμήτωρ τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Ἀριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης κ. Μιχαήλ Τρίτος ἀπηύθυνε προτροπάς προς τούς πτυχιούχους τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Πανεπιστημίου, αἱ ὁποῖαι θά τούς βοηθήσουν νά «σταθοῦν» ὡς καθηγηταί θεολόγοι εἰς τάς σχολικάς αἰθούσας ἤ ὡς ἱερεῖς εἰς τήν ἐνορίαν. Ὁ Κοσμήτωρ ἀποδεικνύει ὅτι Ἐκκλησία καί Ὀρθόδοξος Θεολογία συνυπάρχουν καί ὅτι ἡ Θεολογία ἀποτελεῖ δωρεάν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Ἡ ὁμιλία
Παραθέτομεν τήν ὁμιλίαν μέ τάς προτροπάς τοῦ Κοσμήτορος προς τούς πτυχιούχους θεολόγους. Αὕτη ἔχει ὡς ἀκολούθως:
“Ἀγαπητοί μας Πτυχιοῦχοι,
Ἡ σημερινή ἡμέρα εἶναι σημαντική γιά Σᾶς καί τούς γονεῖς Σας... Γιατί εἶναι ἡ ἐπιβράβευση μιᾶς κοπιαστικῆς προσπάθειας τεσσάρων ἐτῶν γιά τήν ἐπιστημονική Σας κατάρτιση καί τήν πνευματική σας ὁλοκλήρωση.
Γίνατε πτυχιοῦχοι μιᾶς σχολῆς, πού διαθέτει ὑψηλό ἐπιστημονικό κῦρος σέ πανορθόδοξο καί διαχριστιανικό ἐπίπεδο. Μιᾶς Σχολῆς, πού καταυγάζεται ἀπό τήν αὔρα τοῦ Ἁγίου Ὄρους, ἀρδεύεται ἀπό τή Θεολογία τοῦ Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ καί γαλουχεῖται ἀπό το ὑπερεθνικό καί οἰκουμενικό πνεῦμα τῶν Ἁγίων Κυρίλλου καί Μεθοδίου, τῶν Θεσσαλονικέων ἱεραποστόλων καί φωτιστῶν τῶν Σλάβων. Κατά τή μεγάλη αὐτή στιγμή τῆς ζωῆς Σας θά ἤθελα νά Σᾶς ἐπισημάνω τά ἑξῆς:
1. Θά κληθεῖτε νά διδάξετε το πολύπαθο μάθημα τῶν θρησκευτικῶν. Ἕνα μάθημα ἀνθρωπιστικό καί ἠθοπλαστικό, πού στοχεύει στήν ἠθική θωράκιση τῆς προσωπικότητας. Ἕνα μάθημα πού ἱκανοποιεῖ θεμελιώδεις προδιαθέσεις τῆς ἀνθρωπίνης ὑπάρξεως, ρίχνει πλούσιο φῶς στά αἰχμηρά ὑπαρξιακά καί μεταφυσικά ἐρωτήματα τῶν μαθητῶν, δημιουργεῖ ἀνώτερα ὀντολογικά βιώματα, ἐξαλείφει τις ἐξανδραποδιστικές καί ἀνθρωποποιητικές παρενέργειες τοῦ τεχνικοῦ πολιτισμοῦ, δημιουργεῖ προγεφυρώματα γιά τήν ἐπανασύνδεση τῶν διανθρωπίνων σχέσεων και φέρνει τόν μαθητή σέ ἐπαφή μέ τη μακραίωνη πολιτιστική παράδοση τοῦ Γένους. Γιʼ αὐτό πρέπει να γνωρίζετε ὅτι ἡ ἐπιστημονική σας κατάρτιση δέν ὁλοκληρώθηκε με τή λήψη τοῦ πτυχίου, ἀλλά πρέπει νά εἶναι συνεχής καί ἀδιάλειπτη. Δέν πρέπει νά διαφεύγει τῆς προσοχῆς σας ἡ δυσκολία τοῦ θεολογικοῦ ἔργου. Ὄχι γιατί εἶστε ὑποχρεωμένοι νά τό διεξάγετε μέσα σέ ἕνα κλίμα κρίσεως ὅλων τῶν ἠθικῶν ἀξίων, ἀλλά γιατί ἀπαιτεῖ βαθειά γνώση τοῦ περιεχομένου τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως καί συγχρόνως τήν ἐκφορά του στούς μαθητές κατά τέτοιο τρόπο, ὥστε να γίνεται ἐμφανής ἡ ἀξία καί ἡ σημασία αὐτοῦ γιά τήν ἀγωγή, τήν πρόοδο καί τή ζωή τους.
Γιά νά σταθεῖτε μέ ἀξιώσεις στην τάξη καί τόν κοινωνικό περίγυρο ἀπαιτεῖται ἄρτια θεολογική μόρφωση, ἀλλά καί εὐρύτερη ἐγκυκλοπαιδική μόρφωση γιά νά μπορεῖτε νά εἶσθε “ἕτοιμοι πρός ἀπολογίαν παντί τῷ αἰτοῦντι λόγον περί τῆς ἐν ἡμῖν ἐλπίδος, (Α΄ Πέτρ,15).
Δέν πρέπει νά ξεχνᾶτε ὅτι ἡ κρίση τοῦ μαθήματος τῶν θρησκευτικῶν στά σχολεῖα δέν εἶναι μόνον
ἐξωτερική, προερχόμενη δηλ. ἀπό διάφορα κέντρα ἐχθρικά διακείμενα πρός τήν Ἐκκλησία, ἀλλά και ἐσωτερική, ἀπό τήν ἀδυναμία τῶν Θεολόγων νά ἀνταποκριθοῦν στο διδακτικό τους ἔργο. Οἱ περισσότεροι θεολόγοι κινοῦνται ἀνάμεσα σέ δύο ἄκρα· εἴτε ἐνδιαφέρονται μόνο γιά τό περιεχόμενο τῆς πίστεως καί ἀδιαφοροῦν γιά τόν τρόπο ἐκφορᾶς του, δηλ. μιλοῦν σάν νά ἀπευθύνονται στή σκέψη καί τή γλώσσα τῶν ἀνθρώπων τοῦ 4ου ἤ 5ου μ. Χ. αἰ, εἴτε συμβαίνει τό ἀντίθετο· νά διδάσκουν μαζί μέ τήν μοντέρνα γλώσσα καί ἀλλότρια πρός τό χριστιανισμό πράγματα, πού ἐντυπωσιάζουν μέν τούς μαθητές, ἀλλά δέν ἔχουν καμμία σχέση μέ τή σκοποθεσία τοῦ μαθήματος, πού εἶναι ἡ ἀναλλοίωτη ἐν Χριστῷ ἀποκάλυψη. Παράλληλα πρέπει νά γνωρίζετε ὅτι ἡ θεολογία δέν ἀποτελεῖ μόνον προϊόν δημιουργικοῦ στοχασμοῦ στό σπουδαστήριο, ἀλλά καί ἐμπειρία βιώματος ἐπαφῆς μέ τόν Θεό.
Ὁ Θεολόγος πρέπει νά διακρίνεται γιά τή συνέπεια τοῦ βίου του και τήν καθαρότητα τοῦ ἤθους του. Ὅπως παρατηρεῖ ὁ Γρηγόριος ὁ Θεολόγος· “Βούλει Θεολόγος γενέσθαι καί τῆς Θεότητος ἄξιος; Τάς ἐντολάς φύλασσε, διά τῶν προσταγμάτων ὅδευσον· πρᾶξις γάρ ἐπίβασις θεωρίας”. Ποτέ δεν πρέπει νά ξεχνᾶτε τόν κλασσικό ὁρισμό τοῦ Θεολόγου πού διετύπωσε ὁ σοφός θεολόγος τοῦ ιζ΄ αἰ. Κοκέϊος· “θεολόγος ἐστίν ὁ περί Θεοῦ, ἐκ Θεοῦ, κατενώπιον Θεοῦ καί πρός δόξαν Θεοῦ λέγων” . Ἡ κοινωνία ἀξιώνει ἀπό μᾶς βίον σύμμορφον πρός τήν ἀποστολήν και διδασκαλία μας “οἷον τόν λόγον , τοιόνδε τόν τρόπον καί οἷον τον τρόπον, τοιόνδε καί τόν λόγον ἐπιδεικνυομένου”, ὅπως παρατηρεῖ ὁ Εὐσέβιος γιά τόν Ὠριγένη.
2. Τό δεύτερο σημεῖο πού θἄθελα νά σᾶς ἐπισημάνω εἶναι ἡ σχέση σας μέ τήν Ἐκκλησία. Ἡ Θεολογία δέν ἀποτελεῖ μόνον προϊόν δημιουργικοῦ στοχασμοῦ στό σπουδαστήριο, ἀλλά ἐμπειρία βιώματος ἐπαφῆς μέ τόν Θεό. Δέν εἶναι ἁπλῶς μία ἐπιστήμη, ἀλλά λειτουργία κατεξοχήν ἐκκλησιαστική. Εἶναι ἡ καρδιά, ἡ συνείδηση καί τό στόμα τῆς Ἐκκλησίας, μέσω τῆς ὁποίας εὐαγγελίζεται τήν ἐν Χριστῷ ἀναγέννηση καί τελείωση τῶν ἀνθρώπων. Ἰδιαιτέρως τονίζω τόν στενότατο σύνδεσμο Θεολογίας καί Ἐκκλησίας. Δέν εἶναι δυνατόν νά νοηθεῖ οὔτε Ἐκκλησία ἄνευ Θεολογίας, οὔτε Θεολογία, τοὐλάχιστον Ὀρθόδοξη, ἄνευ Ἐκκλησίας. Για τήν Ὀρθόδοξο Θεολογία ἰσχύουν τά λόγια τοῦ Emil Brunner ὅτι ἡ λεγόμενη ἐξωεκκλησιαστική Θεολογία εἶναι χίμαιρα. Ἡ θεολογία ἔξω ἀπό τήν Ἐκκλησία ἰδεολογοποιεῖται καί ἐκκοσμικεύεται. Δέν πρέπει νά ξεχνᾶτε ὅτι ἡ Θεολογία ἀποτελεῖ δωρεά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στήν Ἐκκλησία, γιʼ αὐτό καί ἡ Ἐκκλησία δέν μπορεῖ νά ἐπιτελέσει το σωτηριολογικό της ἔργο, χωρισμένη ἀπό τήν Ὀρθόδοξο Θεολογία. Νά συνεργάζεσθε μέ τίς κατά τόπους Μητροπόλεις καί νά βοηθᾶτε στό κηρυκτικό, κατηχητικό καί γενικότερα κοινωνικό τους ἔργο.
3. Ἕνα τρίτο σημεῖο στό ὁποῖο θἄθελα νά σταθῶ εἶναι ἡ σχέση σας μέ τόν πολιτισμό καί τήν παράδοση. Νά μήν εἶσθε μονομερεῖς και στενοκέφαλοι Θεολόγοι, ἀλλά να πρωτοστατεῖτε σέ πολιτιστικές δραστηριότητες. Στά τέσσερα χρόνια τῶν σπουδῶν σας μάθατε ὅτι ἡ χριστιανική ζωή δέν ἔχει μόνον κατακόρυφη κατεύθυνση πρός τον οὐρανό, ἀλλά καί ὁριζόντια κίνηση πρός τούς συνανθρώπους καί τους διαφόρους τομεῖς τοῦ πολιτισμοῦ. Αὐτό σημαίνει ὅτι εἴτε ὡς καθηγητές στή δευτεροβάθμια ἐκπαίδευση εἴτε ὡς ἱερεῖς στίς ἐνορίες σας θά πρέπει νά παίρνετε πρωτοβουλίες γιά τήν προστασία τοῦ οἰκολογικοῦ φυσικοῦ περιβάλλοντος, να δραστηριοποιεῖστε σέ θέματα καλλιτεχνικῆς δημιουργίας, κοινωνικοῦ καί ἠθικοῦ βίου, γιά νά ἀποδείξετε ὅτι ὁ χριστιανισμός δέν εἶναι σκοταδισμός, ἀλλά ἡ πιό μεγάλη ἐκπολιτιστική δύναμη, πού ἐξυψώνει τήν πολιτιστική στάθμη και ἀσκεῖ εὐεργετική ἐπίδραση σε ὅλες τίς ἐκφάνσεις καί τίς ἐκδηλώσεις τοῦ πολιτισμοῦ. Καί τοῦτο, γιατί ἀσχολεῖται μέ τήν καλλιέργεια τῆς ψυχῆς, πού εἶναι ἡ ψυχή τοῦ πολιτισμοῦ. Παράλληλα θά πρέπει νά σεβαστεῖτε καί νά προβάλλετε την ἑλληνορθόδοξη παράδοση, πού δέν εἶναι ἕνα ἀντικείμενο μουσειακῆς χρήσεως καί λαογραφικῆς σπουδῆς, ἀλλά ἡ ἴδια ἡ αὐτοσυνειδησία, ἡ ταυτότητα καί ἡ ζωή μας. Ἡ παράδοση εἶναι ἕνας συσσωρευτής πείρας ζωῆς πού γονιμοποιεῖ καί τρέφει τή νεοελληνική μας διάρκεια. Μονάχα ἄτομα προκατειλημμένα καί ἀνιστόρητα εἶναι δυνατόν νά ζητοῦν τόν ἐξοβελισμό αὐτῆς τῆς μοναδικῆς δυνάμεως ἀπό τη νεοελληνική μας πραγματικότητα. Αὐτοί οἱ ἡμιμαθεῖς, οἱ σνόμπ, οἱ ξεθυμασμένοι φυλετικοί Ἕλληνες, ὅπως θά τούς ἀποκαλοῦσε ὁ ἀείμνηστος Στρατής Μυριβήλης, δεν εἶναι σέ θέση νά ἐννοήσουν τή βιολογική δύναμη πού ἔχει ἡ Ἑλληνορθόδοξη Παράδοση στή διατήρηση τῆς ἐθνικῆς ζωῆς καί φθάνουν στό σημεῖο εἴτε ἀπό ἀμάθεια, εἴτε ἀπό σκοπιμότητα προπαγανδιστική νά συγχέουν τήν ἔννοια “παράδοση” μέ τήν ἔννοια “ἀντίδραση” καί “ὀπισθοδρόμηση” καί να θέλουν νά βάλουν βέβηλο χέρι στη μεγαλύτερη πολιτιστική σύνθεση τῆς ἀνθρωπότητας.
Καί ἕνα τελευταῖο σημεῖο πού θέλω νά Σᾶς ἐπισημάνω εἶναι οἱ σχέσεις σας μέ τούς συναδέλφους τῶν θετικῶν ἐπιστημῶν, νά εἶναι προσεκτικές καί διακριτικές. Θα πρέπει νά γνωρίζετε ὅτι οἱ κατά καιρούς ἀντιθέσεις πού παρατηρήθηκαν ὑπῆρξαν ἀντιθέσεις προσώπων καί ὄχι πραγμάτων ὅτι ἡ θρησκεία καί ἡ ἐπιστήμη εἶναι δύο κύκλοι τοῦ πολιτισμοῦ διαφορετικοί, μέ διαφορετικό περιεχόμενο καί ξεχωριστό σκοπό καί ἀποστολή. Ἡ ἐπιστήμη ἀσχολεῖται μέ τήν ἐντός τόπου καί χρόνου ἐμπειρική πραγματικότητα. Ἡ θρησκεία μέ το νόημα τοῦ κόσμου καί τῆς ζωῆς. Ἡ ἐπιστήμη μέ τό πότε καί πῶς ἔγινε ὁ κόσμος. Ἡ θρησκεία μέ τό ποιος καί γιατί τόν δημιούργησε. Αὐτή ἡ διαφορά τοῦ ἀντικειμένου καί τοῦ ἔργου θρησκείας καί ἐπιστήμης ὀφείλεται στό γεγονός ὅτι κατάγονται ἀπό διαφορετικές ἀνάγκες τοῦ ἀνθρώπου. Ἡ ἐπιστήμη ἀπό τη δίψα γιά γνώση, ἡ δέ θρησκεία ἀπό τήν ἀνάγκη γιά λυτρωμό. Ἔτσι κάθε προσπάθεια τῆς μιᾶς νά μπεῖ στά ὅρια τῆς ἄλλης σημαίνει ὑπέρβαση ἁρμοδιοτήτων καί πτώση στο λογικό σφάλμα τῆς μεταβάσεως σε ἕτερο γένος.
Δέν πρέπει νά ξεχνᾶμε πώς ὅ,τι ἀληθινό ὑπάρχει στόν ἄνθρωπο και στόν πολιτισμό βρίσκει στόν Χριστιανισμό τή σωστή θέση καί καταξίωση. Ὅπως γράφει χαρακτηριστικά ὁ Ἔλιοτ “ὅλη μας ἡ πνευματική πορεία ὡς τά σήμερα μονάχα μέ τό πρίσμα τοῦ Χριστιανισμοῦ ἀποκτάει βαθύτερη σημασία”. Ὁ Χριστιανισμός εἶναι ἐπανάσταση ἀναμοχλευτική τῶν ψυχικῶν ἐγκάτων, ἀφοῦ σέ ὅλο τό διάστημα τῆς δισχιλιετοῦς ἱστορικῆς πορείας ἀναμόχλευσε ἔθνη καί λαούς και τούς ὁδήγησε ἀπό τήν βαρβαρότητα στόν πολιτισμό.
Ἀγαπητοί μου πτυχιοῦχοι,
Καλεῖσθε νά δώσετε τή μαρτυρία σας σέ μία κοινωνία πολυπολιτισμική καί τεχνοκρατική. Γιά να ἀνταποκριθεῖτε στήν πρόκληση αὐτή καί νά διατυπώσετε τόν λόγο “τῆς ἐν ἡμῖν ἐλπίδος” πρέπει να γνωρίζετε τόν ἄνθρωπο τῆς ἐποχῆς μας, τά ἀδιέξοδα καί τίς προοπτικές του, τόν πολιτισμό καί τις ἀξίες του. Τά λόγια τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου Βαρθολομαίου πρέπει νά τά λάβετε σοβαρά ὑπ’ ὄψη σας. “Ἀπό μία Θεολογία, ἡ ὁποία ἔχει συνείδηση τῆς εὐθύνης της γιά τό σήμερα, ἐκπορεύονται προτάσεις ζωῆς, ἰδέαι, ὠθήσεις, ἐλπίδες γιά τόν ἄνθρωπο καί την ἀνθρωπότητα, γιά τήν κτίση καί την ἱστορία”. Θερμά συγχαρητήρια σε σᾶς καί τούς γονεῖς σας καί καλή διακονία, ὅπου καί ἄν κληθεῖτε να ἀσκήσετε τό θεολογικό σας ἔργο”.
Γίνατε πτυχιοῦχοι μιᾶς σχολῆς, πού διαθέτει ὑψηλό ἐπιστημονικό κῦρος σέ πανορθόδοξο καί διαχριστιανικό ἐπίπεδο. Μιᾶς Σχολῆς, πού καταυγάζεται ἀπό τήν αὔρα τοῦ Ἁγίου Ὄρους, ἀρδεύεται ἀπό τή Θεολογία τοῦ Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ καί γαλουχεῖται ἀπό το ὑπερεθνικό καί οἰκουμενικό πνεῦμα τῶν Ἁγίων Κυρίλλου καί Μεθοδίου, τῶν Θεσσαλονικέων ἱεραποστόλων καί φωτιστῶν τῶν Σλάβων. Κατά τή μεγάλη αὐτή στιγμή τῆς ζωῆς Σας θά ἤθελα νά Σᾶς ἐπισημάνω τά ἑξῆς:
1. Θά κληθεῖτε νά διδάξετε το πολύπαθο μάθημα τῶν θρησκευτικῶν. Ἕνα μάθημα ἀνθρωπιστικό καί ἠθοπλαστικό, πού στοχεύει στήν ἠθική θωράκιση τῆς προσωπικότητας. Ἕνα μάθημα πού ἱκανοποιεῖ θεμελιώδεις προδιαθέσεις τῆς ἀνθρωπίνης ὑπάρξεως, ρίχνει πλούσιο φῶς στά αἰχμηρά ὑπαρξιακά καί μεταφυσικά ἐρωτήματα τῶν μαθητῶν, δημιουργεῖ ἀνώτερα ὀντολογικά βιώματα, ἐξαλείφει τις ἐξανδραποδιστικές καί ἀνθρωποποιητικές παρενέργειες τοῦ τεχνικοῦ πολιτισμοῦ, δημιουργεῖ προγεφυρώματα γιά τήν ἐπανασύνδεση τῶν διανθρωπίνων σχέσεων και φέρνει τόν μαθητή σέ ἐπαφή μέ τη μακραίωνη πολιτιστική παράδοση τοῦ Γένους. Γιʼ αὐτό πρέπει να γνωρίζετε ὅτι ἡ ἐπιστημονική σας κατάρτιση δέν ὁλοκληρώθηκε με τή λήψη τοῦ πτυχίου, ἀλλά πρέπει νά εἶναι συνεχής καί ἀδιάλειπτη. Δέν πρέπει νά διαφεύγει τῆς προσοχῆς σας ἡ δυσκολία τοῦ θεολογικοῦ ἔργου. Ὄχι γιατί εἶστε ὑποχρεωμένοι νά τό διεξάγετε μέσα σέ ἕνα κλίμα κρίσεως ὅλων τῶν ἠθικῶν ἀξίων, ἀλλά γιατί ἀπαιτεῖ βαθειά γνώση τοῦ περιεχομένου τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως καί συγχρόνως τήν ἐκφορά του στούς μαθητές κατά τέτοιο τρόπο, ὥστε να γίνεται ἐμφανής ἡ ἀξία καί ἡ σημασία αὐτοῦ γιά τήν ἀγωγή, τήν πρόοδο καί τή ζωή τους.
Γιά νά σταθεῖτε μέ ἀξιώσεις στην τάξη καί τόν κοινωνικό περίγυρο ἀπαιτεῖται ἄρτια θεολογική μόρφωση, ἀλλά καί εὐρύτερη ἐγκυκλοπαιδική μόρφωση γιά νά μπορεῖτε νά εἶσθε “ἕτοιμοι πρός ἀπολογίαν παντί τῷ αἰτοῦντι λόγον περί τῆς ἐν ἡμῖν ἐλπίδος, (Α΄ Πέτρ,15).
Δέν πρέπει νά ξεχνᾶτε ὅτι ἡ κρίση τοῦ μαθήματος τῶν θρησκευτικῶν στά σχολεῖα δέν εἶναι μόνον
ἐξωτερική, προερχόμενη δηλ. ἀπό διάφορα κέντρα ἐχθρικά διακείμενα πρός τήν Ἐκκλησία, ἀλλά και ἐσωτερική, ἀπό τήν ἀδυναμία τῶν Θεολόγων νά ἀνταποκριθοῦν στο διδακτικό τους ἔργο. Οἱ περισσότεροι θεολόγοι κινοῦνται ἀνάμεσα σέ δύο ἄκρα· εἴτε ἐνδιαφέρονται μόνο γιά τό περιεχόμενο τῆς πίστεως καί ἀδιαφοροῦν γιά τόν τρόπο ἐκφορᾶς του, δηλ. μιλοῦν σάν νά ἀπευθύνονται στή σκέψη καί τή γλώσσα τῶν ἀνθρώπων τοῦ 4ου ἤ 5ου μ. Χ. αἰ, εἴτε συμβαίνει τό ἀντίθετο· νά διδάσκουν μαζί μέ τήν μοντέρνα γλώσσα καί ἀλλότρια πρός τό χριστιανισμό πράγματα, πού ἐντυπωσιάζουν μέν τούς μαθητές, ἀλλά δέν ἔχουν καμμία σχέση μέ τή σκοποθεσία τοῦ μαθήματος, πού εἶναι ἡ ἀναλλοίωτη ἐν Χριστῷ ἀποκάλυψη. Παράλληλα πρέπει νά γνωρίζετε ὅτι ἡ θεολογία δέν ἀποτελεῖ μόνον προϊόν δημιουργικοῦ στοχασμοῦ στό σπουδαστήριο, ἀλλά καί ἐμπειρία βιώματος ἐπαφῆς μέ τόν Θεό.
Ὁ Θεολόγος πρέπει νά διακρίνεται γιά τή συνέπεια τοῦ βίου του και τήν καθαρότητα τοῦ ἤθους του. Ὅπως παρατηρεῖ ὁ Γρηγόριος ὁ Θεολόγος· “Βούλει Θεολόγος γενέσθαι καί τῆς Θεότητος ἄξιος; Τάς ἐντολάς φύλασσε, διά τῶν προσταγμάτων ὅδευσον· πρᾶξις γάρ ἐπίβασις θεωρίας”. Ποτέ δεν πρέπει νά ξεχνᾶτε τόν κλασσικό ὁρισμό τοῦ Θεολόγου πού διετύπωσε ὁ σοφός θεολόγος τοῦ ιζ΄ αἰ. Κοκέϊος· “θεολόγος ἐστίν ὁ περί Θεοῦ, ἐκ Θεοῦ, κατενώπιον Θεοῦ καί πρός δόξαν Θεοῦ λέγων” . Ἡ κοινωνία ἀξιώνει ἀπό μᾶς βίον σύμμορφον πρός τήν ἀποστολήν και διδασκαλία μας “οἷον τόν λόγον , τοιόνδε τόν τρόπον καί οἷον τον τρόπον, τοιόνδε καί τόν λόγον ἐπιδεικνυομένου”, ὅπως παρατηρεῖ ὁ Εὐσέβιος γιά τόν Ὠριγένη.
2. Τό δεύτερο σημεῖο πού θἄθελα νά σᾶς ἐπισημάνω εἶναι ἡ σχέση σας μέ τήν Ἐκκλησία. Ἡ Θεολογία δέν ἀποτελεῖ μόνον προϊόν δημιουργικοῦ στοχασμοῦ στό σπουδαστήριο, ἀλλά ἐμπειρία βιώματος ἐπαφῆς μέ τόν Θεό. Δέν εἶναι ἁπλῶς μία ἐπιστήμη, ἀλλά λειτουργία κατεξοχήν ἐκκλησιαστική. Εἶναι ἡ καρδιά, ἡ συνείδηση καί τό στόμα τῆς Ἐκκλησίας, μέσω τῆς ὁποίας εὐαγγελίζεται τήν ἐν Χριστῷ ἀναγέννηση καί τελείωση τῶν ἀνθρώπων. Ἰδιαιτέρως τονίζω τόν στενότατο σύνδεσμο Θεολογίας καί Ἐκκλησίας. Δέν εἶναι δυνατόν νά νοηθεῖ οὔτε Ἐκκλησία ἄνευ Θεολογίας, οὔτε Θεολογία, τοὐλάχιστον Ὀρθόδοξη, ἄνευ Ἐκκλησίας. Για τήν Ὀρθόδοξο Θεολογία ἰσχύουν τά λόγια τοῦ Emil Brunner ὅτι ἡ λεγόμενη ἐξωεκκλησιαστική Θεολογία εἶναι χίμαιρα. Ἡ θεολογία ἔξω ἀπό τήν Ἐκκλησία ἰδεολογοποιεῖται καί ἐκκοσμικεύεται. Δέν πρέπει νά ξεχνᾶτε ὅτι ἡ Θεολογία ἀποτελεῖ δωρεά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στήν Ἐκκλησία, γιʼ αὐτό καί ἡ Ἐκκλησία δέν μπορεῖ νά ἐπιτελέσει το σωτηριολογικό της ἔργο, χωρισμένη ἀπό τήν Ὀρθόδοξο Θεολογία. Νά συνεργάζεσθε μέ τίς κατά τόπους Μητροπόλεις καί νά βοηθᾶτε στό κηρυκτικό, κατηχητικό καί γενικότερα κοινωνικό τους ἔργο.
3. Ἕνα τρίτο σημεῖο στό ὁποῖο θἄθελα νά σταθῶ εἶναι ἡ σχέση σας μέ τόν πολιτισμό καί τήν παράδοση. Νά μήν εἶσθε μονομερεῖς και στενοκέφαλοι Θεολόγοι, ἀλλά να πρωτοστατεῖτε σέ πολιτιστικές δραστηριότητες. Στά τέσσερα χρόνια τῶν σπουδῶν σας μάθατε ὅτι ἡ χριστιανική ζωή δέν ἔχει μόνον κατακόρυφη κατεύθυνση πρός τον οὐρανό, ἀλλά καί ὁριζόντια κίνηση πρός τούς συνανθρώπους καί τους διαφόρους τομεῖς τοῦ πολιτισμοῦ. Αὐτό σημαίνει ὅτι εἴτε ὡς καθηγητές στή δευτεροβάθμια ἐκπαίδευση εἴτε ὡς ἱερεῖς στίς ἐνορίες σας θά πρέπει νά παίρνετε πρωτοβουλίες γιά τήν προστασία τοῦ οἰκολογικοῦ φυσικοῦ περιβάλλοντος, να δραστηριοποιεῖστε σέ θέματα καλλιτεχνικῆς δημιουργίας, κοινωνικοῦ καί ἠθικοῦ βίου, γιά νά ἀποδείξετε ὅτι ὁ χριστιανισμός δέν εἶναι σκοταδισμός, ἀλλά ἡ πιό μεγάλη ἐκπολιτιστική δύναμη, πού ἐξυψώνει τήν πολιτιστική στάθμη και ἀσκεῖ εὐεργετική ἐπίδραση σε ὅλες τίς ἐκφάνσεις καί τίς ἐκδηλώσεις τοῦ πολιτισμοῦ. Καί τοῦτο, γιατί ἀσχολεῖται μέ τήν καλλιέργεια τῆς ψυχῆς, πού εἶναι ἡ ψυχή τοῦ πολιτισμοῦ. Παράλληλα θά πρέπει νά σεβαστεῖτε καί νά προβάλλετε την ἑλληνορθόδοξη παράδοση, πού δέν εἶναι ἕνα ἀντικείμενο μουσειακῆς χρήσεως καί λαογραφικῆς σπουδῆς, ἀλλά ἡ ἴδια ἡ αὐτοσυνειδησία, ἡ ταυτότητα καί ἡ ζωή μας. Ἡ παράδοση εἶναι ἕνας συσσωρευτής πείρας ζωῆς πού γονιμοποιεῖ καί τρέφει τή νεοελληνική μας διάρκεια. Μονάχα ἄτομα προκατειλημμένα καί ἀνιστόρητα εἶναι δυνατόν νά ζητοῦν τόν ἐξοβελισμό αὐτῆς τῆς μοναδικῆς δυνάμεως ἀπό τη νεοελληνική μας πραγματικότητα. Αὐτοί οἱ ἡμιμαθεῖς, οἱ σνόμπ, οἱ ξεθυμασμένοι φυλετικοί Ἕλληνες, ὅπως θά τούς ἀποκαλοῦσε ὁ ἀείμνηστος Στρατής Μυριβήλης, δεν εἶναι σέ θέση νά ἐννοήσουν τή βιολογική δύναμη πού ἔχει ἡ Ἑλληνορθόδοξη Παράδοση στή διατήρηση τῆς ἐθνικῆς ζωῆς καί φθάνουν στό σημεῖο εἴτε ἀπό ἀμάθεια, εἴτε ἀπό σκοπιμότητα προπαγανδιστική νά συγχέουν τήν ἔννοια “παράδοση” μέ τήν ἔννοια “ἀντίδραση” καί “ὀπισθοδρόμηση” καί να θέλουν νά βάλουν βέβηλο χέρι στη μεγαλύτερη πολιτιστική σύνθεση τῆς ἀνθρωπότητας.
Καί ἕνα τελευταῖο σημεῖο πού θέλω νά Σᾶς ἐπισημάνω εἶναι οἱ σχέσεις σας μέ τούς συναδέλφους τῶν θετικῶν ἐπιστημῶν, νά εἶναι προσεκτικές καί διακριτικές. Θα πρέπει νά γνωρίζετε ὅτι οἱ κατά καιρούς ἀντιθέσεις πού παρατηρήθηκαν ὑπῆρξαν ἀντιθέσεις προσώπων καί ὄχι πραγμάτων ὅτι ἡ θρησκεία καί ἡ ἐπιστήμη εἶναι δύο κύκλοι τοῦ πολιτισμοῦ διαφορετικοί, μέ διαφορετικό περιεχόμενο καί ξεχωριστό σκοπό καί ἀποστολή. Ἡ ἐπιστήμη ἀσχολεῖται μέ τήν ἐντός τόπου καί χρόνου ἐμπειρική πραγματικότητα. Ἡ θρησκεία μέ το νόημα τοῦ κόσμου καί τῆς ζωῆς. Ἡ ἐπιστήμη μέ τό πότε καί πῶς ἔγινε ὁ κόσμος. Ἡ θρησκεία μέ τό ποιος καί γιατί τόν δημιούργησε. Αὐτή ἡ διαφορά τοῦ ἀντικειμένου καί τοῦ ἔργου θρησκείας καί ἐπιστήμης ὀφείλεται στό γεγονός ὅτι κατάγονται ἀπό διαφορετικές ἀνάγκες τοῦ ἀνθρώπου. Ἡ ἐπιστήμη ἀπό τη δίψα γιά γνώση, ἡ δέ θρησκεία ἀπό τήν ἀνάγκη γιά λυτρωμό. Ἔτσι κάθε προσπάθεια τῆς μιᾶς νά μπεῖ στά ὅρια τῆς ἄλλης σημαίνει ὑπέρβαση ἁρμοδιοτήτων καί πτώση στο λογικό σφάλμα τῆς μεταβάσεως σε ἕτερο γένος.
Δέν πρέπει νά ξεχνᾶμε πώς ὅ,τι ἀληθινό ὑπάρχει στόν ἄνθρωπο και στόν πολιτισμό βρίσκει στόν Χριστιανισμό τή σωστή θέση καί καταξίωση. Ὅπως γράφει χαρακτηριστικά ὁ Ἔλιοτ “ὅλη μας ἡ πνευματική πορεία ὡς τά σήμερα μονάχα μέ τό πρίσμα τοῦ Χριστιανισμοῦ ἀποκτάει βαθύτερη σημασία”. Ὁ Χριστιανισμός εἶναι ἐπανάσταση ἀναμοχλευτική τῶν ψυχικῶν ἐγκάτων, ἀφοῦ σέ ὅλο τό διάστημα τῆς δισχιλιετοῦς ἱστορικῆς πορείας ἀναμόχλευσε ἔθνη καί λαούς και τούς ὁδήγησε ἀπό τήν βαρβαρότητα στόν πολιτισμό.
Ἀγαπητοί μου πτυχιοῦχοι,
Καλεῖσθε νά δώσετε τή μαρτυρία σας σέ μία κοινωνία πολυπολιτισμική καί τεχνοκρατική. Γιά να ἀνταποκριθεῖτε στήν πρόκληση αὐτή καί νά διατυπώσετε τόν λόγο “τῆς ἐν ἡμῖν ἐλπίδος” πρέπει να γνωρίζετε τόν ἄνθρωπο τῆς ἐποχῆς μας, τά ἀδιέξοδα καί τίς προοπτικές του, τόν πολιτισμό καί τις ἀξίες του. Τά λόγια τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου Βαρθολομαίου πρέπει νά τά λάβετε σοβαρά ὑπ’ ὄψη σας. “Ἀπό μία Θεολογία, ἡ ὁποία ἔχει συνείδηση τῆς εὐθύνης της γιά τό σήμερα, ἐκπορεύονται προτάσεις ζωῆς, ἰδέαι, ὠθήσεις, ἐλπίδες γιά τόν ἄνθρωπο καί την ἀνθρωπότητα, γιά τήν κτίση καί την ἱστορία”. Θερμά συγχαρητήρια σε σᾶς καί τούς γονεῖς σας καί καλή διακονία, ὅπου καί ἄν κληθεῖτε να ἀσκήσετε τό θεολογικό σας ἔργο”.
http://thriskeftika.blogspot.com/2011/09/blog-post_5884.html
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου