Το ποίημα που δημοσίευσε ο Γκύντερ Γκρας σε πέντε ευρωπαϊκές εφημερίδες, με το οποίο επέκρινε τη Γερμανία για τον εφοδιασμό του Ισραήλ με ένα ακόμη υποβρύχιο με πυρηνικές κεφαλές, την ίδια στιγμή που μαζί με τις άλλες χώρες της ΕΕ και τις ΗΠΑ επιβάλλουν κυρώσεις στο Ιράν για το πυρηνικό του πρόγραμμα, είναι, βέβαια, κακό ως ποίημα, γιατί δεν διαθέτει ίχνος ποιητικότητας, είναι όμως καίριο ως πολιτικό κείμενο, γιατί το περιεχόμενό του αναφέρεται σε ένα άκρως σημαντικό θέμα, που οι περισσότεροι στην κοπτόμενη υπέρ του δικαίου Δύση αποφεύγουν να θίξουν.
Κανείς λογικός άνθρωπος δεν μπορεί να αμφιβάλλει ότι η συμπεριφορά της Δύσης ως προς το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν και το παλαιστινιακό πρόβλημα είναι υποκριτική. Εκείνο που δεν είναι αυτονόητο είναι το έτερο θέμα που θέτει το κείμενο του Γκρας: η σιωπή των περισσότερων δυτικών διανοουμένων απέναντι σε αυτή την υποκρισία από φόβο μήπως θεωρηθούν αντισημίτες. Με άλλα λόγια, ο Γκρας με το εν λόγω κείμενό του επαναθέτει το θέμα της έννοιας του αντισημιτισμού μέσα από την οπτική του ορθού λόγου, από την έλλειψη της οποίας πάσχουν ως επί το πλείστον οι σχετικές συζητήσεις της καταφερόμενης εναντίον του ισλαμικού ανορθολογισμού Δύσης. Ομολογώντας ότι από φόβο απέφευγε να μιλήσει ως τώρα για τον κίνδυνο που αποτελεί η συμπεριφορά του Ισραήλ για τη διεθνή ειρήνη, ο Γκρας διατυπώνει το ερώτημα: Θα πρέπει να θεωρηθεί έκφραση αντισημιτισμού κάθε επίκριση του Ισραήλ, ακόμη και από δεδηλωμένους φίλους του;
Το πλήθος και η οξύτητα των αντιδράσεων εναντίον του Γκρας γι’ αυτή την ομολογία δεν θα πρέπει να εξέπληξαν τους φανατικούς φίλους του Ισραήλ. Ανθρωποι κάθε ιδιότητας, υψηλά ιστάμενοι, του επιτέθηκαν με βαρείς χαρακτηρισμούς. Ορισμένες από τις μεγαλύτερες εφημερίδες της Γερμανίας αρνήθηκαν να δημοσιεύσουν το κείμενό του. Η «Die Welt» τού επιδαψίλευσε τον τίτλο του «αιώνιου αντισημίτη». Ακόμη και το «Spiegel» μπήκε στον καταδικαστικό χορό γράφοντας ότι «ποτέ στην ιστορία της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας ένας διάσημος διανοούμενος δεν επιτέθηκε με τόσα κλισέ στο Ισραήλ».
Η επίκριση του «Spiegel» είναι, βέβαια, η πλέον ενδιαφέρουσα, γιατί εκπορεύεται από ένα έντυπο διακρινόμενο για τους αγώνες του υπέρ του δικαίου• όπως εξίσου ενδιαφέρουσα είναι και η σιωπή των περισσότερων δυτικών διανοουμένων στην προτροπή του Γκρας να μιλήσουν για το θέμα που θέτει με το κείμενό του: εκείνο του ακριβούς προσδιορισμού της έννοιας του αντισημιτισμού.
Οτι ο αντισημιτισμός – ο πραγματικός αντισημιτισμός – παραμένει ισχυρός στον δυτικό κόσμο είναι αναμφισβήτητο. Εκείνο που δεν είναι αναμφισβήτητο είναι ότι αυξάνεται, όπως ισχυρίζονται όσοι πιστεύουν (ή κάνουν πως πιστεύουν) ότι το Ισραήλ αγωνίζεται για την επιβίωσή του. Διότι ένα σημαντικό μέρος από αυτό που θεωρούν αντισημιτισμό δεν είναι αντισημιτισμός: η επίκριση της μεσανατολικής πολιτικής του Ισραήλ δεν σημαίνει αναγκαστικά έκφραση αντισημιτικών αισθημάτων (είναι αντισημίτες όσοι Ισραηλινοί και Εβραίοι επικρίνουν – και δεν είναι λίγοι – τις ισραηλινές ωμότητες επί των Παλαιστινίων;). Απεναντίας, όλα δείχνουν ότι έχει αυξηθεί η ανοχή (για την ακρίβεια, η συμπαράσταση) της Δύσης σε μια πολιτική που, αν τη διέπραττε οποιοσδήποτε άλλος πλην του Ισραήλ, θα είχε υποστεί τη φιλάνθρωπη επέμβαση του ΝΑΤΟ και του Διεθνούς Δικαστηρίου. Οι εχθρικές αντιδράσεις προς τον Γκρας και η σιωπή των διανοουμένων προς την πρόσκλησή του έδειξαν – εκτός από τον φόβο της ρετσινιάς του αντισημιτισμού – ότι εξίσου ισχυρή με τον αντισημιτισμό είναι και μια διάθεση, ένα ρεύμα που, από έλλειψη άλλου καταλληλότερου όρου, θα μπορούσε να ονομαστεί φιλοσημιτισμός.
Καθώς για την έννοια του αντισημιτισμού έχουν γραφτεί χιλιάδες σελίδες, παρέλκει εδώ μια προσπάθεια ορισμού του. Χρειάζεται όμως να λέγεται τι δεν είναι αντισημιτισμός• όπως χρειάζεται να περιγραφεί και η έννοια του φιλοσημιτισμού, τον οποίο θα μπορούσαμε να ορίσουμε ως εξής: φιλοσημιτισμός είναι το ακριβές αντίθετο του αντισημιτισμού• είναι η αποδοχή ως αμυντικών και νόμιμων όλων των πράξεων του Ισραήλ στην περιοχή και ο χαρακτηρισμός ως αντισημιτών όλων όσοι επικρίνουν το Ισραήλ για πολλές από αυτές τις πράξεις.
Αλλά για να επιστρέψουμε στο θέμα του πυρηνικού προγράμματος του Ιράν, με ποια λογική, εκτός από εκείνη της ωμής ισχύος, απαιτούν την κατάργησή του οι δυτικές πυρηνικές δυνάμεις, οι οποίες όχι μόνο διατηρούν αμείωτα τα πυρηνικά τους όπλα, όχι μόνο ανέχονται το πυρηνικό οπλοστάσιο του Ισραήλ (καλύτερα: το ενισχύουν), αλλά και δεν αισθάνονται την ανάγκη επιβολής κυρώσεων στην Ινδία και στο Πακιστάν για τα πυρηνικά τους; Δεν θα ήταν δικαιότερο, και προτιμότερο, για την ειρήνη στην περιοχή (και όχι μόνο σε αυτήν), να έπαυαν να θεωρούν το Ιράν δαίμονα της υφηλίου και να αναγνώριζαν ως δικαιωματικό τον ρόλο του στην περιοχή; Οπως σωστά υπογραμμίζει ο Σταύρος Ζουμπουλάκης, που έχει γράψει σοβαρές σελίδες για την έννοια του αντισημιτισμού, «δεν μπορεί το Ιράν να μην έχει λόγο στη Μέση Ανατολή και να είναι διαρκώς έξω από κάθε συζήτηση και διαπραγμάτευση. Για τη διεθνή ειρήνη είναι πολύ πιο επικίνδυνη από τα πυρηνικά του Ιράν η δαιμονοποίησή του».
Ο κ. Νάσος Βαγενάς είναι καθηγητής της Θεωρίας και Κριτικής της Λογοτεχνίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου