Η ανάγνωση του βιβλίου «Θεός και Επιστήμη» (Αστάρτη, 1999) ομολογώ ότι υπήρξε μια ιδιαίτερα ευχάριστη έκπληξη για μένα. Είχε προηγηθεί η ανάγνωση του «Θεός και Μοντέρνα Φυσική» του Paul Davies, όπου ο συγγραφέας κατέβαλε προσπάθεια για να εξηγήσει στο αναγνωστικό κοινό του ότι η έννοια «Θεός» είναι πια αχρείαστη στον σύγχρονο κόσμο. Από οποιαδήποτε ανακάλυψη της Φυσικής έφτανε στο συμπέρασμα, «να ένας ακόμη λόγος που ξεπεράστηκε η ανάγκη για υπερβατικότητα». Με τα ίδια ακριβώς πορίσματα στα χέρια τους ο φιλόσοφος της Γαλλικής Ακαδημίας Ζαν Γκιτόν και οι αστροφυσικοί Γκρισκά και Ιγκόρ Μπογκντανόφ βγάζουν τα αντίθετα συμπεράσματα, ότι, όπως λέγει και ο ψαλμωδός, «οι ουρανοί διηγούνται δόξαν Θεού».
Το βιβλίο αρχίζει με μια φιλοσοφική ερώτηση του Ζαν Γκιντόν, ο οποίος ρωτά το ίδιο πράγμα που βασάνιζε και τον Χάιγκεντερ, «γιατί να υπάρχει το Ον και όχι το τίποτα». Αντίθετα από αυτούς τους επιστήμονες που θεωρούν ξεπερασμένο το ερώτημα, γιατί δεν μπορεί να το θέσει η Φυσική ως επιστήμη, οι συγγραφείς του βιβλίου πιστεύουν ότι έχει βαθιά σημασία και το ερευνούν, στο μέτρο του δυνατού.
Το βιβλίο αρχίζει με την κατάφαση της φιλοσοφίας, που εξίσταται μπροστά στο θαύμα της ζωής και της ομορφιάς της. «Ποια δύναμη προίκισε το σύμπαν με τις μορφές που έχει σήμερα;», ρωτά ο Γκιτόν. Και συνεχίζει δείχνοντας το κλειδί του: «τούτο το κλειδί, εδώ, πάνω στο γραφείο μου: αν μπορούσα να ανασυνθέσω την ιστορία των ατόμων που το αποτελούν, πού θα έπρεπε να φτάσω; Και τι θα έβρισκα εκεί;». Οι αστροφυσικοί απαντούν ότι το κλειδί, πριν την εξόρυξη του σιδήρου, υπήρχε ως ακατέργαστο ορυκτό στα έγκατα ενός βράχου, όπου και βρισκόταν για δισεκατομμύρια χρόνια. Επειδή ο σίδηρος είναι το πιο σταθερό στοιχείο του σύμπαντος, το μέταλλο υπήρχε πριν καν σχημαστιστούν η Γη και ο Ήλιος, πλέοντας στο διαστρικό διάστημα, «με τη μορφή ενός νέφους που περιείχε τις ποσότητες των βαρέων στοιχείων που απαιτούνταν για το σχηματισμό του ηλιακού μας συστήματος». Κατόπιν λέγεται ότι το νέφος αυτό προήλθε με τη σειρά του από ένα μεγάλο άστρο που εξερράγη δέκα ή δώδεκα δισεκατομμύρια χρόνια πριν, σε μια εποχή όπου το σύμπαν «αποτελούνταν ουσιαστικά από τεράστια νέφη υδρογόνου που συμπυκνώνονται, θερμαίνονται και τελικά ανάβουν σχηματίζοντας τα πρώτα γιγάντια άστρα». Εκεί κατασκευάστηκαν οι πυρήνες των βαρέων στοιχείων που είναι απαραίτητα για την εξέλιξη της ύλης προς την πολυπλοκότητα. Η όλη αφήγηση δεν έστρεψε τον φιλόσοφο Γκιτόν προς έναν ύμνο στον ντετερμινισμό, αλλά προς τον θαυμασμό: «Ένα εντελώς συνηθισμένο κλειδί μας εξακοντίζει μες στη φωτιά των πρώτων άστρων…Αυτή τη στιγμή διακρίνω αλλόκοτες λάμψεις πάνω σε αυτό το μέταλλο που η ύπαρξή του απορρέει από μια μακριά αλυσίδα αιτίων και αιτιατών, μια αλυσίδα που εκτείνεται σε μια ασύλληπτη διάρκεια, από το απείρως μικρό στο απείρως μεγάλο, από το άτομο στα άστρα…Ξαφνικά ανασαίνω πιο πλατιά.» Ζητώντας από τους αστροφυσικούς να του διηγηθούν την ιστορία του κλειδιού του ακόμη παλαιότερα, ωθεί τους επιστήμονες να του εξηγήσουν ότι πρέπει να πάνε ακόμη πιο πίσω, δεκαπέντε δισεκατομμύρια χρόνια προς το παρελθόν. Τότε «η σύγχρονη φυσική μας λέει πως το σύμπαν γεννήθηκε από μια γιγάντια έκρηξη που προκάλεσε την εξάπλωση της ύλης που είναι παρατηρήσιμη ακόμα και σήμερα». Οι γαλαξίες απομακρύνονται μεταξύ τους εξαιτίας εκείνης της Μεγάλης Εκρηξης. Οπότε, ο Γκιτόν συμπεραίνει ότι μετρώντας την ταχύτητα απομάκρυνσης αυτών των γαλαξιών φθάνουμε στην «αρχέγονη στιγμή» που βρίσκονταν όλοι συγκεντρωμένοι σε ένα σημείο. Τότε το σύμπαν είχε το μέγεθος κεφαλιού καρφίτσας. Ο Ιγκόρ Μπογκντανόφ απαντά ότι οι αστροφυσικοί παίρνουν για σημείο εκκίνησης τον χρόνο 10 εις την μείον σαρατρία δευτερόλεπτα μετά την Μεγάλη Εκρηξη. Τότε τα πάντα, όσα θα περιλαμβάνει αργότερα το σύμπαν, εμπεριέχονται σε μια σφαίρα μεγέθους μόλις 10 εις την μείον τριαντατρία εκατοστά, «δηλαδή δισεκατομμύρια δισεκατομμυρίων φορές μικρότερη από τον πυρήνα ενός ατόμου.»Η πυκνότητα και η θερμότητα εκείνου του αρχέγονου σύμπαντος έφθανε σε μεγέθη που δεν μπορεί να τα συλλάβει ο ανθρώπινος νους. Η θερμοκρασία έφθανε στους δέκα εις την τριακοστή δευτέρα βαθμούς, ένα όριο ακραίας θερμότητας, πέρα από το οποίο η φυσική μας καταρρέει! Η ενέργεια του γεννώμενου σύμπαντος είναι τερατώδης, ενώ η «ύλη»- αν μπορούμε να μιλήσουμε για αυτήν- αποτελείται από μια «σούπα» αρχέγονων μορίων, προγόνων των κουάρκ, που βρίσκονται σε διαρκή κατάσταση αλληλεπίδρασης. Οι τέσσερις βασικές δυνάμεις της φυσικής είναι ακόμη αδιαφοροποίητες. «Ο αναβρασμός των απαρχών έμοιαζε κάπως με ένα είδος αιωνιότητας», σχολιάζει ο Γκιτόν. «Γιατί αν σε εκείνον το νεογέννητο κόσμο μπορούσαν να ζήσουν πλάσματα με συνείδηση, θα είχαν οπωσδήποτε την αίσθηση πως από το ένα γεγονός ως το άλλο μεσολαβούσε ένας χρόνος απίθανα εκτεταμένος, αιώνιος σχεδόν». «Για παράδειγμα, ένα γεγονός που σήμερα το αντιλαμβανόμαστε με τη μορφή ενός φωτογραφικού φλας, σε εκείνο το γεννώμενο σύμπαν αντιστοιχούσε σε διάρκεια δισεκατομμυρίων χρόνων», απαντά ο ένας αστροφυσικός. «Η άκρα πυκνότητα των γεγονότων επιβάλλει μια στρέβλωση της διάρκειας… Κατά τη διάρκεια αυτής της απίθανα σύντομης περιόδου, που εκτείνεται από τα 10 εις την μείον τριακοστή πέμπτη ως τα δέκα εις την μείον τριακοστή δευτερόλεπτα, το σύμπαν θα αυξηθεί κατά 10 εις την πεντηκοστή φορές. Το χαρακτηριστικό του μήκος, από το μέγεθος ενός πυρήνα ατόμου, θα φθάσει το μέγεθος ενός μήλου με διάμετρο λίγων εκατοστών». Εντός ολίγου, από το αρχέγονο σωματίδιο Χ, θα γεννηθούν τα κουάρκ, τα ηλεκτρόνια, τα φωτόνια, τα νετρίνα και τα αντισωματίδιά τους. Από τις ραβδώσεις που προκαλούν οι διακυμάνσεις πυκνότητας, θα δημιουργηθούν αργότερα οι γαλαξίες, τα άστρα, οι πλανήτες.
Οι αστροφυσικοί συνεχίζουν λέγοντας ότι κατόπιν, κατά την διάκρεια της Μεγάλης Εκρηξης, αποχωρίζονται οι δυνάμεις της φυσικής μεταξύ τους και γεννώνται οι τέσσερις θεμελιώδεις δυνάμεις. Κατόπιν τα κουάρκ συνενώνονται σε νετρόνια και πρωτόνια, ενώ ύστερα -και αφού παραλείψω λεπτομέρειες που είναι αδύνατον να αναφέρω εδώ- τα στοιχειώδη σωματίδια συγκεντρώνονται για να σχηματίσουν «τα ισότοπα των πυρήνων υδρογόνου και ηλίου: ο Κόσμος έτσι όπως τον ξέρουμε αρχίζει σιγά σιγά να διαμορφώνεται». Για όλα αυτά έχει ιδιαίτερη σημασία το σχόλιο του Ζαν Γκιτόν: «Είναι αδύνατον να μη νιώσουμε ίλιγγο μπροστά σε τέτοια νούμερα… Κι αυτό μου γεννά έναν πρώτο συλλογισμό: δεν θα πρέπει να δούμε σε αυτό το φαινομενο μια ερμηνεία της θείας αιωνιότητας; Ενας Θεός δίχως αρχή και τέλος δεν είναι απαραιτήτως έξω από το χρόνο, όπως τον έχουν περιγράψει τόσο συχνά: είναι αυτός ο ίδιος ο χρόνος, μετρήσιμος και ταυτόχρονα άπειρος, ένας χρόνος όπου ένα μονάχα δευτερόλεπτο εμπεριέχει ολόκληρη την αιωνιότητα. Συγκεκριμένα, πιστεύω πως ένα υπερβατικό ον φτάνει σε μια χρονική διάσταση απόλυτη και σχετική ταυτόχρονα: κατά τη γνώμη μου, αυτό είναι και μια απαραίτητη προϋπόθεση για τη δημιουργία». Και ο Ζαν Γκιτόν ζητά να μάθει τι συνέβη πριν τα δέκα εις την μείον σαρατρία δευτερόλεπτα ηλικία του σύμπαντος. «Η επιστήμη αδυνατεί να περιγράψει ή ακόμα και να φανταστεί κάτι το λογικό, με την πιο βαθιά έννοια του όρου, σχετικά με την αρχέγονη στιγμή, τότε που ο χρόνος ήταν ακόμα στο απόλυτο μηδέν και δεν είχε συμβεί ακόμα τίποτε». Πρόκειται για ένα ερώτημα απαγορευμένο στους κύκλους των αθεϊστών φυσικών, καθώς λένε ότι δεν μπορούμε να ρωτάμε τι συνέβη τότε, γιατί το πριν και το μετά υπάρχουν όταν εμφανίζεται ο χρόνος. Και ο χρόνος δεν είχε ακόμη εμφανιστεί, πριν την Μεγάλη Εκρηξη. Εδώ ωστόσο καταφάσκεται επιτέλους τούτο το ερώτημα. Τι συνέβη πριν τα 10 εις την μείον σαραντατρία δευτερόλεπτα στο σύμπαν;
Ο Γκρισκά Μπογκντανόφ λέγει τα εξής: «Πράγματι, οι φυσικοί δεν έχουν την παραμικρή ιδέα για το πώς θα μπορούσε να εξηγηθεί η εμφάνιση του σύμπαντος…Χτυπούν πάνω στον περίφημο ‘Τοίχο του Πλανκ’… Αυτό ακριβώς μας εμποδίζει να μάθουμε τι συνέβη πριν από τα δέκα εις την μείον τεσσαρακοστή τρίτη δευτερόλεπτα: η βαρύτητα υψώνει ένα ανυπέρβλητο φραγμό σε κάθε έρευνα: πέρα από τον «Τοίχο του Πλάνκ» βρίσκεται το απόλυτο μυστήριο». Ο ίδιος λέγει ότι κάποτε συναντήθηκε με έναν φυσικό που προσπάθησε να δει τι συνέβη πρωτύτερα, ο οποίος και του εκμυστηρεύθηκε ότι η δομή του διαστήματος καταβυθίστηκε σε ένα βαρυτικό κώνο τέτοιας έντασης, ώστε «ο χρόνος μετέπιπτε από το μέλλον στο παρελθόν για να εκραγεί στα βάθη του κώνου, σε μια μυριάδα από στιγμές ίσες με την αιωνιότητα». Ο φυσικός αυτός μιλούσε λες και ένα είδος μεταφυσικής παραίσθησης τον είχε σημαδέψει για πάντα. «Τον καταλαβαίνω αυτόν τον κλονισμό, απαντά ο Ζαν Γκιτόν. Οι πιο πρόσφατες θεωρίες σχετικά με την αρχή του σύμπαντος καταφεύγουν- στην κυριολεξία- σε έννοιες μεταφυσικής τάξεως. Ένα παράδειγμα: τα λόγια του φυσικού Τζον Χουίλερ σχετικά με εκείνο το ‘κάτι’ που προηγήθηκε της δημιουργίας του παντός: ‘Όλα όσα γνωρίζουμε έχουν την αρχή τους σε έναν άπειρο ωκεανό ενέργειας που έχει την όψη του μηδενός’». Είναι τέτοιες οι ενορατικές συλλήψεις κάποιων φυσικών που κάνουν τον πατέρα Χρυσόστομο Διονυσιάτη στο βιβλίο του «Θεός Λόγος και ανθρώπινος λόγος» να ισχυρίζεται ότι η μόνη επιστήμη σήμερα που δουλεύει νοερά και όχι απλά λογικά είναι η φυσική.
Λίγο πιο κάτω ο Γκιτόν ρωτάει: «Από πού προέρχεται εκείνη η απροσμέτρητη ενέργεια που προκάλεσε τη Μεγάλη Εκρηξη;». Και συλλογίζεται: «Έχω τη διαίσθηση πως αυτό που κρύβεται πίσω από τον Τοίχο του Πλανκ, είναι όντως μια μορφή αρχέγονης ενέργειας με απεριόριστη ισχύ. Πιστεύω πως, πριν από τη Δημιουργία, βασιλεύει μια άπειρη διάρκεια. Ενας Ολικός Χρόνος, ανεξάντλητος, που δεν έχει ακόμα ανοίξει, δεν έχει διαμοιραστεί σε παρελθόν, παρόν και μέλλον. Σε αυτόν τον χρόνο που δεν έχει ακόμα διαιρεθεί σε μια συμμετρική τάξη, που ο διπλός καθρέφτης της δεν είναι παρά το παρόν, σε αυτόν τον απόλυτο χρόνο που δεν περνάει, αντιστοιχεί η ίδια ολική, ανεξάντλητη ενέργεια. Ο ωκεανός της απεριόριστης ενέργειας είναι ο Θεός. Δεν μπορούμε να καταλάβουμε τι βρίσκεται πίσω από τον Τοίχο, επειδή όλοι οι νόμοι της φυσικής καταρρέουν μπροστά στο απόλυτο μυστήριο του Θεού και της Δημιουργίας.
»Γιατί δημιουργήθηκε το σύμπαν; Τι ώθησε τον Πλάστη να κάνει το σύμπαν έτσι καθώς το ξέρουμε; Ας προσπαθήσουμε να καταλάβουμε: πριν από την Εποχή του Πλανκ, δεν υπάρχει τίποτα. Ή μάλλον: έχουμε τη βασιλεία της άχρονης Ολικότητας, της τέλειας αρτιότητας, της απόλυτης συμμετρίας. Υπάρχει μόνο η Πρώτη Αρχή, εκεί, μες στο μηδέν, δύναμη άπειρη και απεριόριστη, χωρίς αρχή και τέλος. Εκείνη την αρχέγονη στιγμή, αυτή η εξωλογική δύναμη, η όλο κραταιότητα, μοναξιά, αρμονία και τελειότητα, ίσως να μην έχει την πρόθεση να δημιουργήσει το οτιδήποτε. Αρκείται στον ίδιο τον εαυτό της.
»Και κατόπιν δημιουργείται ‘κάτι’. Τι; Δεν ξέρω. Ένας στεναγμός του Τίποτα. Ίσως ένα είδος συμβάντος του μηδενός, μια διακύμανση του κενού: σε μια φανταστική στιγμή, ο Δημιουργός , έχοντας επίγνωση πως είναι ο Ων μες στην ολότητα του τίποτα, θα αποφασίσει να δημιουργήσει έναν καθρέφτη για την ίδια του την ύπαρξη. Η ύλη, το σύμπαν: είναι οι αντανακλάσεις της συνείδησής του, η τελειωτική ρήξη με την ωραία αρμονία του αρχέγονου μηδενός: κατά κάποιο τρόπο, ο Θεός δημιούργησε μια εικόνα του εαυτού του».
Οι φυσικοί εξηγούν πιο κάτω γιατί η σύγχρονη επιστήμη προκρίνει τη θεωρία της Μεγάλης Εκρηξης, οπότε είναι πάλι ο Γκιτόν που αναφωνεί: «σε αυτό το ταξίδι στα σύνορα της φυσικής, έχω την ακαθόριστη βεβαιότητα πως ακράγγιξα το μεταφυσικό όριο του πραγματικού, λες κι ένα κομμάτι της συνείδησής μου έγινε ξαφνικά ευαίσθητο στην αόρατη άλω που μας περιβάλλει, ευαίσθητο σε κάποια μορφή ανώτερης τάξης που είναι η πηγή των πάντων».
************
Μετά την Μεγάλη Έκρηξη, το επόμενο θέμα που ερευνά το βιβλίο είναι το μυστήριο της Ζωής. Στην αρχή ο Γκιτόν ρωτά: «Τι είναι η ζωή; Η ερώτηση που θέλω να θέσω εδώ στον εαυτό μου, η ερώτηση που δεν μπορώ να αποφύγω είναι: με ποιο ‘θαύμα’ εμφανίστηκε αυτή η ζωή; Μόλις είδαμε πως πίσω από τη γέννηση του σύμπαντος, υπήρχε κατιτί, κάτι σαν μια διοργανωτική δύναμη που λες και υπολόγισε και εκτέλεσε τα πάντα με αφάνταστη ακρίβεια. Όμως θα ήθελα να μάθω περισσότερα: τι υπάρχει πίσω από τη ζωή; Εμφανίστηκε τυχαία ή, αντιθέτως, είναι ο καρπός μιας κρυφής αναγκαιότητας;». Ο Γκρισκά Μπογκντανώφ παίρνει το λόγο για να εξηγήσει ότι στο επίπεδο των μακρομορίων κάτι ζωντανό, πχ μια πεταλούδα, δείχνει απείρως πιο δομημένη, πιο οργανωμένη από κάτι μη έμβιο, πχ ένα πετραδάκι. Ο Ζαν Γκιτόν ρωτά το εξής: «αν η ζωή δεν είναι παρά καλύτερα πληροφορημένη ύλη, από πού έρχεται αυτή η πληροφορία;». Και αναφέρεται στην γνώμη ορισμένων βιολόγων και φιλοσόφων ότι τα πρώτα ζωντανά πλάσματα γεννήθηκαν «κατά τύχη», μέσα στα κύματα και τους παφλασμούς του αρχέγονου ωκεανού, πριν από τέσσερα δισεκατομμύρια χρόνια. «Ποια τυχαιότητα έκανε ορισμένα άτομα να ενωθούν σχηματίζοντας τα πρώτα μόρια αμινοξέων;», ρωτά πάλι. «Και από ποια τυχαιότητα αυτά τα μόρια συγκεντρώθηκαν για να καταλήξουν σε αυτό το τρομακτικά πολύπλοκο οικοδόμημα, το DNA;…Αυτές οι ερωτήσεις μένουν αναπάντητες όταν αποδεχόμαστε μόνο τις θεωρίες που πρεσβεύουν την παρεμβολή της τύχης. Να γιατί , εδώ και λίγα χρόνια, οι ιδέες των βιολόγων άρχισαν να αλλάζουν. Οι πιο προχωρημένοι ερευνητές δεν αρκούνται πλέον στη μηχανική απαγγελία των νόμων του Δαρβίνου. Οικοδομούν καινούργιες, συχνά πολύ εκπληκτικές θεωρίες. Υποθέσεις που βασίζονται ξεκάθαρα στην παρέμβαση μιας οργανωτικής αρχής που υπερβαίνει την ύλη». Ο Ιγκόρ απαντά ότι «σύμφωνα με αυτές τις καινούργιες προσεγγίσεις, που κάθε μέρα κλονίζουν όλο και περισσότερο το δόγμα της ‘τυχαίας δημιουργίας’, η ζωή είναι μια ιδιότητα που απορρέει από την ύλη, ένα φαινόμενο που υπακούει σε ένα είδος ‘αναγκαιότητας’ εγγεγραμμένης μες στα ίδια τα μύχια του άψυχου…». Ο Γκιτόν μιλά για μια «αρχή» που διευθετεί την περιπέτεια της ζωής στην πορεία της στον χρόνο, ενώ ο Ιγκόρ μιλά για τον βιοχημικό Ιλιά Πριγκόγκιν (βραβείο Νόμπελ Χημείας), που λέγει ότι «η αταξία δεν είναι μια ‘φυσική’ κατάσταση της ύλης αλλά, αντίθετα, είναι το στάδιο που προηγείται της εμφάνισης μιας υψηλότερης τάξης». Και ο Ιγκόρ συνεχίζει: «Για να καταλάβουμε καλύτερα το συλλογισμό του Πριγκόγκιν, πρέπει να ανασυνθέσουμε τα βασικά του στάδια. Πρώτα πρώτα είμαστε αναγκασμένοι να παραδεχθούμε πως τα πράγματα που βρίσκονται γύρω μας συμπεριφέρονται ως ανοιχτά συστήματα, δηλαδή ανταλλάσσουν διαρκώς ύλη, ενέργεια – και το σπουδαιότερο- πληροφορία με το περιβάλλον τους. Με άλλα λόγια, αυτά τα σε αέναη κίνηση συστήματα ποικίλουν κανονικά μες στο χρόνο και πρέπει να θεωρηθούν ως κυμαινόμενα. Όμως αυτές οι διακυμάνσεις μπορεί να είναι τόσο έντονες ώστε το σύστημα που τις υφίσταται αδυνατεί να τις ανεχτεί δίχως να μεταμορφωθεί. Μετά από αυτό το κρίσιμο κατώφλι, υπάρχουν δύο πιθανές λύσεις που περιγράφονται από τον Πριγκόγκιν: είτε το σύστημα καταστρέφεται από το εύρος των διακυμάνσεων, είτε αποκτά μια καινούργια εσωτερική τάξη που τη χαρακτηρίζει ένα ανώτερο επίπεδο οργάνωσης». Το συμπέρασμα του Πριγκόγκιν είναι ότι η ζωή βασίζεται σε δυναμικές δομές, που ονομάζονται ‘διασκορπιστικές δομές’, οι οποίες και έχουν ως ρόλο το διασκορπισμό του ρευστού της ενέργειας, της ύλης και της πληροφορίας, που είναι υπαίτιο για μια διακύμανση.
Ο Γκιτόν κάνει λόγο για τον γνωστό δεύτερο νόμο της θερμοδυναμικής, που προβλέπει ότι κάθε κλειστό σύστημα οδηγείται σε όλο και μεγαλύτερη αταξία, την στιγμή όμως που η ζωή στη Γη γίνεται όλο και περισσότερο πολύπλοκη. Αυτή είναι η μαρτυρία των απολιθωμάτων. Ο Γκρισκά σχολιάζει ότι «αυτό ακριβώς αποδείχνει ο Πριγκόγκιν. Στα μάτια του τα φαινόμενα αυτοδόμησης φανερώνουν μια ριζοσπαστικά καινούργια ιδιότητα της ύλης. Υπάρχει ένα είδος αδιάσπαστου νήματος που συνδέει μεταξύ τους το άψυχο, το προ-ζωντανό και το ζωντανό, μιας και η ύλη τείνει από τη φύση της να δομηθεί για να γίνει ζωντανή ύλη.» Και ο αστροφυσικός σχολιάζει ότι αυτή η διαδικασία γίνεται στο επίπεδο του μορίου, σύμφωνα με νόμους που παραμένουν ακόμα στην πλειονότητά τους μυστηριώδεις. Δεν μπορούμε, προσθέτει, να εξηγήσουμε ακόμη την αλλόκοτα ‘ευφυή’ συμπεριφορά κάποιων μορίων ή μοριακών ενώσεων και αναφέρει μια ρήση του Πριγκόγκιν: «Το εκπληκτικό είναι πως το κάθε μόριο ξέρει τι θα κάνουν τα άλλα μόρια ταυτοχρόνως με αυτό και σε μακροσκοπικές αποστάσεις. Τα πειράματά μας μας δείχνουν πως επικοινωνούν τα μόρια μεταξύ τους. Όλος ο κόσμος αποδέχεται αυτή την ιδιότητα στα ζωντανά συστήματα, αλλά είναι τουλάχιστον απροσδόκητη όταν έχουμε να κάνουμε με άψυχα συστήματα».
Θα θέλαμε να κλείσουμε αυτήν την παρουσίαση με τα λόγια του Ζαν Γκιτόν: «Καλούμαστε να κάνουμε το αποφασιστικό βήμα: υπάρχει μια συνέχεια ανάμεσα στην λεγόμενη ‘άψυχη’ ύλη και τη ζωντανή. Πράγματι, η ζωή αντλεί άμεσα τις ιδιότητές της από αυτή τη μυστηριώδη τάση της ύλης να αυτοδιοργανώνεται αυτομάτως, προχωρώντας σε καταστάσεις όλο και πιο διατεταγμένες και σύνθετες…Το σύμπαν είναι μια απέραντη σκέψη. Σε κάθε σωματίδιο, σε κάθε άτομο, σε κάθε μόριο, σε κάθε κυτταρο της ύλης, ζει και λειτουργεί, ερήμην των πάντων, μια πανταχού παρουσία.
»Από φιλοσοφική άποψη, αυτή η τελευταία παρατήρηση είναι εξαιρετικά βαρυσήμαντη. Στην πραγματικότητα, μας λέει πως το σύμπαν έχει έναν άξονα, ή, ακόμα καλύτερα: ένα νόημα». Και ο Γκιτόν κάνει λόγο για τον φορέα αυτού του νοήματος των πάντων, την υπέρτατη νόηση, τον Θεό. «Η έκδηλη παρουσία, λέγει, αυτού του νου ως και μέσα στην καρδιά της ύλης, με αποτρέπει τελειωτικά από τη θεωρία σύμφωνα με την οποία το σύμπαν εμφανίστηκε ‘τυχαία’ και από αυτό δημιουργήθηκαν επίσης ‘τυχαία’ τόσο η ζωή όσο και η νόηση.»
***********
Στο άκρως ενδιαφέρον αυτό βιβλίο εξετάζονται και πολλά άλλα θέματα, με τον ίδιο συναρπαστικό τρόπο. Πρόκειται πράγματι για μια ιδιαίτερα ευχάριστη έκπληξη από έναν χριστιανό φιλόσοφο και τους δύο αστροφυσικούς συνομιλητές του.
Στη ζωγραφική πλαισίωση της σελίδας: “Ο Θεός ευλογεί τη γη”
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου