Επιστολή 32
Αγαπητή μου Μαρία,
Να πληθαίνει αδιάκοπα σ’ εσένα η Άνωθεν ευλογία και η ειρήνη του Χριστού να βασιλεύει στην ψυχή σου.
Σήμερα είναι ιδαίτερα σημαντικό ν’ αρχίσω το γράμμα μου επικαλούμενος για σένα την Άνωθεν ειρήνη. Με αναγκάζεις να σου γράψω αμέσως εφόσον το τελευταίο γράμμα μου σε σύγχυσε με αμφιβολίες. Γράφεις: «Παλαιότερα η διαίσθησή μου ποτέ δεν με είχε παραπλανήσει. Τώρα όμως χάρηκα που είδα ότι έσφαλα».
Σε παρακαλώ, μη βάζεις τον άνθρωπο σε τόσο δύσκολη θέση, όταν για κάθε απάντηση μπορείς να βρίσκεις κάτι το αρνητικό. Σήμερα θέλω να σου γράψω ότι όχι μόνο η διαίσθησή σου σε σχέση με το γράμμα μου ήταν λανθασμένη, αλλά και ότι γενικά το να εμπιστεύεσαι τόσο πολύ τη διαίσθησή σου, δεν είναι ακίνδυνο πράγμα. Και το δεύτερο αυτό είναι πολύ σημαντικότερο από το πρώτο. Για το ότι είχα πάντοτε τα καλύτερα αισθήματα για σένα δεν πρέπει να αμφιβάλλεις. Έχεις θαυμάσια καρδιά, ωστόσο όμως και συ ακόμη πρέπει να εργάζεσαι επάνω στον εαυτό σου, για να τον κάνεις ακόμη πιο άνετο με τους ανθρώπους που σε αγαπούν. Να γίνεις τέτοια, που να μη προκαλούνται ούτε προστριβές ούτε λάθη ούτε παρεξηγήσεις μαζί σου. Τέτοιος ήταν ο Γέροντας Σιλουανός. Συνεπώς, Μαρία, αν πρόκειται για εφήμερα πράγματα, τότε τα λάθη δεν είναι τόσο ουσιαστικά. Αν όμως εμπιστευόμαστε τη διαίσθησή μας για πράγματα υπέρτατης σημασίας, τότε το κάθε λάθος μπορεί να απειλήσει τον άνθρωπο ακόμη και με απώλεια. Με την έννοια λοιπόν αυτή να υπακούς στην πείρα των αρχαίων ασκητών, που δεν επιτρέπει να εμπιστευόμαστε σε τέτοιο βαθμό τη διαίσθησή μας.
Δυστυχώς στον κόσμο γίνεται διαρκώς αυτό το λάθος. Πρέπει αναπόφευκτα να χειραγωγούμαστε με το «όργανο» εκείνο που έχουμε. Είτε βέβαιοι είτε όχι, δεν μπορούμε να παραβλέψουμε το καρδιακό μας ραντάρ. Οπωσδήποτε όμως οφείλουμε να υπερνικήσουμε την αυτοπεποίθησή μας με δύσκολο αγώνα, ψυχικό και διανοητικό. Η διαίσθησή μας θα ήταν απολύτως ορθή, αλάθητη, αν ήμασταν ολότελα άγιοι. Αν όμως δεν έχουμε φθάσει σε αυτή την αγιότητα, τότε και η διαίσθησή μας, όπως και η λογική μας, δεν λειτουργούν εντελώς σωστά. Κάπου έγραφα ότι τα συμπεράσματα της λογικής μας παρουσιάζονται σε μας με «ψυχολογικό και αυθόρμητο» τρόπο ως τα πιο οφθαλμοφανή και αναμφίβολα[1]. Αν όμως συλλογισθούμε πράγματι βαθύτερα μήπως είναι έτσι αυτό, τότε θα πεισθούμε ότι δεν μπορεί να συμβαίνει αυτό με μας. Γιατί; Διότι βεβαίως για τον άνθρωπο το ζητούμενο αληθινά και αποκλειστικά είναι μόνο η απολύτως δίκαιη κρίση. Γι’ αυτήν όμως είναι απαραίτητο να κατέχουμε τη Θεία Παγγνωσία, που εμείς δεν έχουμε.
Στη λογική μας σκέψη υπάρχει μία ανυπέρβλητη ατέλεια: Εκείνα τα επιχειρήματα που κατέχουμε ή εκείνες οι αρχές, με βάση τις οποίες βγαίνουν τα συμπεράσματα, ποτέ δεν αποδεικνύονται στην πράξη επαρκή. Στην ασήμαντη καθημερινότητα της υπάρξεώς μας ακόμη και τέτοια λογική με τα ανεπαρκή αυτά συμπεράσματα είναι κάπως ωφέλιμη. Αλλά στην αναζήτηση της Αιώνιας Αλήθειας βγαίνουμε από τα όρια όλων εκείνων που βλέπουμε ή ακόμη και νοούμε. Και αυτό δεν μας επιτρέπεται να το ξεχνούμε. Συνεπώς, χωρίς περαιτέρω επεξηγήσεις, επίτρεψέ μου να σου συστήσω να μετριάσεις την εμπιστοσύνη στη διαίσθησή σου …
_______________________________
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου