Θὰ ἤθελα νὰ πῶ ἐξ ὅσων γνωρίζω – πιθανὸν νὰ κάνω λάθος, δὲν ξέρω τί θά ‘λεγε ὁ Κύριος σήμερα στὰ δικά μας τὰ χρόνια, στὴ δική μας γενιά – ἐξ ὅσων ἐγὼ ἔχω καταλάβει, ἐπειδὴ ὁ σημερινὸς ἄνθρωπος εἶναι πολύπλοκος, πολυσύνθετος, μπερδεμένος, καὶ τρόπον τινὰ εἶναι στρώματα-στρώματα ἡ ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου καὶ μόλις, ὅσο περιεχόμενο τῆς ψυχῆς του μπορεῖ νὰ ἐλέγξει, μόλις πάρει ταπεινὴ στάση, ἔρχεται ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ, ταπεινώνεται ὁ ἄνθρωπος, λυτρώνεται. Ἀλλὰ δὲν τελειώνει ἐδῶ τὸ ἔργο.
Αὐτὴ ἡ Χάρις ποὺ ἔρχεται, αὐτὸ τὸ φῶς ποὺ ἔρχεται, ἡ θεραπεία ποὺ ἔρχεται τὰ προχωρεῖ τὰ πράγματα περισσότερο. Δηλαδὴ πρέπει ἡ Χάρις αὐτὴ νὰ κατέβει σ’ ἄλλο στρῶμα τῆς ψυχῆς τοῦ ἀνθρώπου πιὸ κάτω. Ποὺ καμιὰ φορὰ εἶναι ἐκεῖ πιὸ δύσκολα τὰ πράγματα, πιὸ σκληρὴ ἡ ἁμαρτία, πιὸ σκληρὸ τὸ πεῖσμα, ἀνυποχώρητη ἡ ἀντίδραση καὶ καμιὰ φορὰ ζορίζεται κανεὶς περισσότερο ἀπ’ ὅ,τι ζορίστηκε τὴν πρώτη φορά. Ἂλλ’ ὅποιος μάθει αὐτὸ τὸ μάθημα καὶ πεῖ: “Νά ‘ναι εὐλογημένο, Θεέ μου. Καὶ πιὸ κάτω, καὶ πιὸ κάτω νὰ δοῦμε τὰ πράγματα. Καὶ πιὸ κάτω νὰ παραδεχθῶ τὸ πεῖσμα μου. Καὶ πιὸ κάτω νὰ δῶ τὴν ἁμαρτία μου καὶ νὰ πάρω αὐτὴ τὴ στάση: τί εἶμαι ἐγώ, ἂν δὲν μὲ ἐλεήσεις Ἐσύ;”
Καὶ γίνεται ἄλλο θαῦμα καὶ τακτοποιεῖται τρόπον τινὰ καὶ τὸ δεύτερο αὐτὸ στρῶμα τῆς ψυχῆς καὶ τὸ τρίτο καὶ τὸ τέταρτο καὶ τὸ πέμπτο, ἀνάλογα πῶς εἶναι ἡ κάθε μιὰ ψυχή.
Γι’ αὐτό, κατὰ τὴν ταπεινή μου γνώμη, δὲν γιατρεύεται ὁ σημερινὸς ἄνθρωπος μιὰ καὶ ἔξω. Ἔχει στρώματα-στρώματα μέσα. Στρώματα-στρώματα τυφλώσεως, πωρώσεως. Στρώματα-στρώματα ἀντιδράσεως, ὑπερηφανείας. Καὶ λίγο-λίγο τὸν θεραπεύει ὁ Κύριος, ἀλλὰ ὄντως ὅμως τὸν θεραπεύει. Μὲ μόνη τὴ διαφορὰ ὅτι ὅσο προχωροῦν τὰ πράγματα, τόσο παρουσιάζεται ἡ σκληρότητα τῆς ψυχῆς καὶ ἡ ἀντίδραση τῆς ψυχῆς. Καὶ μερικοὶ δὲν δέχονται καθόλου κάτι τέτοια πράγματα, μένουν ἐπιφανειακὰ καὶ περνοῦν ἔτσι τὴν ζωή τους.
Ὅσοι ἐπιχειρήσουν, ὅσοι θελήσουν νὰ γίνει ἐργασία βαθύτερα, γίνεται. Γίνεται. Ἀλλὰ πάντοτε πρέπει νὰ ἔχει κανεὶς αὐτὸ ὑπόψιν του. Ὁ Κύριος ἦρθε. Ὅπως πιστεύουμε, αὐτὴ τὴν ὥρα εἶναι μαζί μας, εἴμαστε ἐνώπιόν του, εἶναι ἐνώπιόν μας. Καὶ μᾶς τὰ λέει ὅλα αὐτὰ ὁ Κύριος. Μᾶς λέει ἐπίσης: «Νά, σήμερα κρίνεσθε, εἰς κρίσιν ἦρθα ἐγὼ εἰς τὸν κόσμον αὐτὸν» (Ιω. 9:39), δηλαδὴ περνοῦμε ἀπὸ ἕνα εἶδος κρίσεως, ἕνα εἶδος δικαστηρίου.
Ὅσοι τοποθετηθοῦμε ἔτσι ἁπλᾶ-ἁπλᾶ ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, δὲν χρειάζεται νὰ κινήσουμε γῆ καὶ οὐρανόν: “Κύριέ μου, οὔτε βλέπω, οὔτε ξέρω, τί νὰ τὰ κάνω τὰ φῶτα τὰ ἀνθρώπινα καὶ τὰ ὅποια ἄλλα φῶτα. Τὸ Φῶς τὸ δικό σου δὲν τὸ ἔχω, Κύριέ μου, καὶ ἑπομένως εἶμαι στὸ σκοτάδι, κι εἶμαι στὴν πώρωση, εἶμαι στὴν ἀντίδραση, εἶμαι στὴν σκληρότητα, καὶ εἶμαι σ’ αὐτὸ τὸ χάλι”. Ὅσοι λοιπὸν ὁμολογοῦν ἔτσι “δὲν βλέπουν”. Ναί, εἶναι οἱ “μὴ βλέποντες”, λέει. Ἀλλὰ ἦρθε ὁ Κύριος, «ἵνα οἱ μὴ βλέποντες βλέπωσι». Ἀμέσως βλέπει κανεὶς· ἔχει φῶς Θεοῦ, δίδει ὁ Κύριος φῶς, ὁ Κύριος δίδει Χάρι.

Ευχαριστούμε!
ΑπάντησηΔιαγραφή