Ομότιμος Καθηγητής ΕΚΠΑ – Διευθυντής Α’ Πατριαρχικού Γραφείου στο Φανάρι
Ο χριστιανικός κόσμος τιμά εφέτος τη 1700ή επέτειο της Α’ Οικουμενικής Συνόδου της Νίκαιας, η οποία αποτελεί κορύφωση της αρχεγόνου συνοδικής αυτοσυνειδησίας της Εκκλησίας, ταυτοχρόνως δε σηματοδοτεί την ανάδυση μιας νέας συνοδικής πρακτικής, της σύγκλησης δηλαδή Οικουμενικών Συνόδων, η οποία έμελε να επηρεάσει σε βάθος την πορεία των εκκλησιαστικών πραγμάτων και την ανάπτυξη της δογματικής διδασκαλίας και της κανονικής δομής της Εκκλησίας. Στο νομοκανονικό έργο της Συνόδου της Νίκαιας βρίσκονται οι απαρχές του «Μητροπολιτικού συστήματος» και της ανάδειξης της εξέχουσας θέσης, του κύρους και της διευρυμένης ευθύνης ορισμένων Θρόνων, με αποτέλεσμα την προοδευτική διαμόρφωση της «Πενταρχίας». Η Νίκαια αποτελεί σταθμό και στο ζήτημα του καθορισμού της ημερομηνίας κοινού εορτασμού του Πάσχα.
Η Σύνοδος είχε να αντιμετωπίσει την αίρεση του Αρείου, η οποία υπεβίβαζε τον προαιώνιο Υιό και Λόγο του Θεού σε κτίσμα και υπέσκαπτε τα θεμέλια της χριστιανικής σωτηριολογίας. Δύο πτυχές της απάντησης της Συνόδου στην Αρειανική πλάνη υπήρξαν εξόχως σημαντικές: α) Η πρώτη ήταν η χρήση φιλοσοφικής ορολογίας για να αντιμετωπισθεί ο Άρειος, ο οποίος, ενάντια στη βιωμένη μέσα στην Εκκλησία πίστη στη θεότητα του Θεού Λόγου και στο πανσωστικό μυστήριο της Θείας Οικονομίας, είχε στηρίξει σε φιλοσοφικές δοξασίες τη διδασκαλία του, μετατρέποντας, όπως έχει γραφεί, τη χριστιανική πίστη σε ένα «κοσμολογικό φιλοσόφημα». Οι Συνοδικοί Πατέρες, εφαρμόζοντας την αρχή του «καινοτομεῖν τὰ ὀνόματα», εισήγαγαν ευθαρσώς τους όρους ουσίακαι ομοούσιος στη διατύπωση της πίστης της Εκκλησίας. β) Δεύτερον, έχει ιδιαίτερο συμβολισμό το γεγονός ότι η Σύνοδος χρησιμοποίησε ένα τοπικό βαπτισματικό Σύμβολο ή μία ομάδα τοιούτων Συμβόλων για τη σύνταξη του δικού της «Πιστεύομεν…», αφού θεωρούσε τον εαυτό της κληρονόμο, φορέα και συνεχιστή της ζώσας και αεί παρούσας μέσα στην Εκκλησία παράδοσης. Όπως σημειώνει ο Μέγας Αθανάσιος, πεποίθηση των Πατέρων της Νίκαιας ήταν ότι όσα έγραψαν «περὶ τῆς πίστεως», «οὐκ ἐξ αὐτῶν εὑρέθη, ἀλλὰ τοῦτ᾿ ἐστίν, ἅπερ ἐδίδαξαν οἱ ἀπόστολοι».
Η εφετεινή μεγάλη επέτειος υπενθυμίζει τα χριστιανικά αρχέτυπα και τις κοινές παραδοχές της αδιαίρετης Χριστιανοσύνης, τη διαχρονικότητα του αγώνα κατά των παρανοήσεων της δογματικής παράδοσης της Εκκλησίας, και μας καλεί να στραφούμε στα ουσιώδη της πίστης στον Τριαδικό Θεό και να συνειδητοποιήσουμε τις ανθρωπολογικές συνέπειες του «ὁμοουσίου». Παραπέμπει επίσης στον κομβικό ρόλο της αρχής της συνοδικότητος διαχρονικώς, με δεδομένη μάλιστα και την τρέχουσα συζήτηση για τη συνοδική λειτουργία στη ζωή της Εκκλησίας στο επίπεδο των διαχριστιανικών σχέσεων.
Η θεολογία αναδείχθηκε στη Σύνοδο της Νικαίας ο σιδηρούς βραχίων της Εκκλησίας απέναντι σε μια μεγάλη δοκιμασία για τη χριστιανική πίστη. Οι επετειακοί εορτασμοί επικαιροποιούν την αλήθεια για τον ρόλο της θεολογίας στην εξαγγελία του Ευαγγελίου και στην αντιμετώπιση των εκάστοτε προκλήσεων. Τα πάντα στην εκκλησιαστική ζωή χρήζουν θεολογικής θεμελίωσης. Δεν τολμώ να σκεφθώ ποια θά ήταν η πορεία του Χριστιανισμού, αν η θεολογία δεν «έσωζε», κυριολεκτικά, την Εκκλησία από την επίθεση των αιρέσεων.
Η αυθεντική θεολογία είναι προφητική όχι αμυντική, ομολογία όχι απολογία, ουσιώδης αναφορά στο σωτηριολογικό περιεχόμενο της πίστης μας και όχι αφηρημένη θεωρητικολογία. Ο θεολογικός λόγος απαντά στα αγωνιώδη υπαρξιακά ερωτήματα του ανθρώπου, χωρίς μινιμαλισμούς και άκαιρους συμβιβασμούς. Και σήμερα η θεολογία έχει ανάγκη από «δεκαθλητές», θεολόγους, που μπορούν να αναμετρηθούν δημιουργικά με τα σημεία των καιρών, με πιστότητα στην παράδοση της Ορθοδοξίας και ταυτόχρονα ευαίσθητους για τις περιπέτειες της ανθρώπινης ελευθερίας. Αυτή είναι η παρακαταθήκη της Πατερικής Θεολογίας, αυτό είναι το «πνεύμα της Νίκαιας».

Γνωστός φιλοσοφών θεολογίζων οικουμενιστής και θρέμμα της Σχολής Χάλκης με την γνωστή οικουμενιστική πορεία της για την οποία καυχάται μάλιστα!
ΑπάντησηΔιαγραφήΑν θέλει να είναι σύμφωνος με πολλά απ΄ όσα αναφέρει για την αίρεση του Αρειανισμού και τις αιρέσεις στο άρθρο του, ας ονομάσει τον Παπισμό αίρεση όπως και είναι και ας καλέσει τον Πάπα και τον Βαρθολομαίο να καταδικάσουν τις αιρέσεις του Παπισμού και να ομολογήσουν την Ορθοδοξία ως την Μία Εκκλησία, ενώ τον Παπισμό ως αίρεση εκτός Εκκλησίας χωρίς Μυστήρια.