Ανέστης Κεσελόπουλος, Ομότιμος Καθηγητής Θεολογικής Σχολής ΑΠΘ
Η ηθική ζωή δεν αποτελεί αυτόνομο φαινόμενο, αλλά καρπό της κοινωνίας με το Χριστό. Η χριστολογική διάσταση της αρετής είναι καταφανής στη διδασκαλία του θείου Ησυχαστή. Το γεγονός της ενανθρωπήσεως του Θεού είναι το μεγαλύτερο σημείο της θείας οικονομίας για τη σωτηρία και τη θέωση του ανθρώπου, αφού η δυνατότητα για μεταστοιχείωση της ανθρώπινης φύσεως και για θεϊκή αναμόρφωσή της μόνο μέσα στη θεία ενανθρώπηση μπορούν να νοηθούν. Η αναγωγή της αρετής και της θεώσεως του ανθρώπου στον ενανθρωπήσαντα Υιό και Λόγο του Θεού δεν είναι τυχαία. Όπως η αρχική δημιουργία του κόσμου έγινε «δι’ Αυτού», έτσι και η αναδημιουργία του συντελείται από Εκείνον.
Η τήρηση των εντολών του Θεού δεν είναι συμπλήρωμα της αρετής και του ορθόδοξου ήθους, αλλά έκφραση και μαρτυρία της παρουσίας αυτού του ήθους στον άνθρωπο. Η πλήρωση των θείων εντολών είναι σημείο και μέτρο της αγάπης για το Θεό. Μεταξύ αγάπης για το Θεό και τηρήσεως των εντολών υπάρχει σταθερή αναλογία. Όταν ο άνθρωπος αγωνίζεται κατά των παθών του και εργάζεται την αρετή με τις εντολές, καλλιεργεί την αγάπη για το αγαθό και την πηγή και αιτία του αγαθού, που είναι ο Θεός.
Η άσκηση μέσα στην ορθόδοξη παράδοση είναι η πορεία για απόκτηση αυτού του ήθους, που είναι συνυφασμένο με τη μετάνοια και το πένθος. Γι’ αυτό και ο μοναχισμός, ως κατεξοχήν ζωή ασκήσεως είναι μια διαρκής μαρτυρία μετάνοιας και πένθους. Στη συνείδηση του Παλαμά η άσκηση δε νοείται ως πορεία εναντίον του σώματος ή της φύσεως, αλλά ως αποδέσμευση του σώματος και της φύσεως από την αμαρτία, που μετέτρεψε τις κατά φύση ενέργειες της ψυχής του ανθρώπου σε παρά φύση. Το σώμα είναι η έκφραση της προσωπικής υποστάσεως του ανθρώπου, ο οποίος είναι και σώμα και κερδίζει τη Βασιλεία του Θεού με το σώμα.
Όταν ο άνθρωπος καθαρθεί με τη μετάνοια, το πένθος και την άσκηση, αρχίζει με τη «θεοποιό αρετή» της καθαράς προσευχής να ζει το ένθεο πάθος της θεώσεως. Μαζί με την αδιάλειπτη προσευχή, ως έκφραση ένθεου πάθους, του χαρίζεται και η απάθεια, που για τον Παλαμά δε σημαίνει νέκρωση του παθητικού μέρους της ψυχής, αλλά μεταστροφή του σε καθαρή αγάπη και έρωτα για το Θεό. Από αυτό άλλωστε δικαιολογείται η σύνδεση και η συνάφεια απάθειας, τέλειας αγάπης και μετοχής στις άκτιστες ενέργειες του Θεού.
Το πάθος της θεώσεως για τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά δεν είναι ένα απλό ηθικό γεγονός, μια φυσική μίμηση ή ηθική βελτίωση, όπως το εννοούσαν ο Βαρλαάμ και ο Ακίνδυνος, αλλά καρπός πραγματικής κοινωνίας του ανθρώπου με την άκτιστη θεοποιό Χάρη. Έτσι καταλαβαίνουμε γιατί ο ιερός Πατέρας αγωνίστηκε για τη διάκριση ουσίας και ενέργειας στην Αγία Τριάδα και γιατί έβλεπε το άκτιστο φως ως «την μόνην ελπίδα» για τη σωτηρία του ανθρώπου.
Αν ο άνθρωπος αγωνιζόταν να καθαρισθεί από τα πάθη για μια «ηθική τελείωση» χωρισμένη από τη Χάρη του Θεού, δε θα απομακρυνόταν και πολύ από τη ζωή της αμαρτίας. Αγιαζόμενος όμως μέσα στην ορθόδοξη άσκηση και την προσευχή και φλεγόμενος από το θείο έρωτα της καθαρής αγάπης για το Θεό, μπορεί να κοινωνεί μαζί Του και να «πάσχη» το ένθεο πάθος της θεώσεως, που είναι το ιδανικό των Αγίων, η δόξα των θεωμένων αλλά και ο πόθος όλων των πιστών.
Από το βιβλίο:Πάθη και Αρετές κατά τον Αγιο Γρηγόριο τον Παλαμά..
Ανέστη Κεσελόπουλου,Ομότιμου Kαθηγητού Θεολογικής Σχoλής .ΑΠΘ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου