Ένα επεισόδιο πανεπιστημιακής ιστορικής τρέλας θα δούμε συνοπτικά. Θα εξετάσουμε πώς η Ελληνική Επανάσταση του 1821 είναι αξιωματικά προσδιορισμένη ως προς τον στόχο της και ως προς τους πρωταγωνιστές της. Το σύμπτωμα: οι κορυφαίες αντιφάσεις και τα ελλιπέστατα ερωτήματα ουδόλως απασχολούν όσους θέλουν να ονομάζονται «επιστήμονες». Το αίτιο: η κακή αρχή στην εξιστόρηση του 21 και το ιδιαίτερα σύνθετο γεγονός της διεθνούς ιστορίας επιτρέπουν στα σοβαρά κενά και τις αντιφάσεις να παραμένουν εντός των συμπαγών ερμηνειών. Το επεισόδιο είναι παρμένο από Πανεπιστήμιο των ΗΠΑ. Κάτι παρόμοιο θα βρίσκαμε και στον ευρωπαϊκό χώρο. Πρόκειται για το ημερολόγιο του Αμερικανού φιλέλληνα George Jarvis που εκδόθηκε το 1965 υπό την επιμέλεια του Γεωργίου Αρνάκη, καθηγητή της Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Austin του Τέξας. Στην έκδοση (από το Ινστιτούτο Βαλκανικών Σπουδών) συνεργάστηκε η Ευρυδίκη Δημητρακοπούλου, βιβλιοθηκονόμος της Γενναδείου.
Το πρώτο σοβαρό πρόβλημα που βρίσκουμε στις δυόμιση σελίδες της εισαγωγής είναι ο αντιφατικός προσδιορισμός της Επανάστασης που γίνεται ήδη στην πρώτη παράγραφο. Η Επανάσταση έγινε από τους Γραικούς (Greeks) που επιθυμώντας να αναστήσουν την κλασική Γραικία, δημιούργησαν την ανεξάρτητη Γραικία. Η «κλασική Γραικία» (αυτό που εμείς συχνά ονομάζουμε «Αρχαία Ελλάδα») κατονομάζεται ως ο γεννήτορας του Δυτικού Πολιτισμού, συνεπώς, έμμεσα καταγράφεται ως κινητήρια δύναμη της Επανάστασης η δυτική διανόηση. Εχθρός της Επανάστασης θεωρείται η Ιερά Συμμαχία, ενώ οι Γραικοί επιθυμούν την ελευθερία που στερήθηκαν στους 4 αιώνες της Οθωμανικής κατάκτησης.
Όλα αυτά, ταυτόχρονα, δεν υπάρχει καμιά περίπτωση να συμβαίνουν. Με όσα λέει ο G. Arnakis, δέχεται την θεωρία σύμφωνα με την οποία ο Κοραής αποτελεί την βασική ενσάρκωση του επαναστατικού στόχου. Τα κομμάτια που δεν κολλάνε μεταξύ τους, ούτε αναπτύσσονται, ούτε επεξηγούνται. Γραικοί (δηλαδή ελληνόφωνοι) δημιουργούν την Επανάσταση. Αυτοί (όπως θα φανεί παρακάτω) είναι και χριστιανοί, όμως για κάποιον μυστήριο λόγο η μεταναπολεόντεια Ευρωπαϊκή Χριστιανική Συμμαχία στρέφεται εναντίον τους. Αυτό βολεύεται μέχρις ενός σημείου χάρη στην θεωρία των «εθνικών κρατών» στα οποία μπορούν να υπάρχουν χριστιανοί κατά έθνη μόνον (κάτι που αντιβαίνει στην έννοια του χριστιανισμού). Αυτά που δεν βολεύονται με τίποτε, είναι α) ότι οι Οθωμανοί υποδούλωσαν την κλασική Ελλάδα, η οποία μάλιστα ως κρατική υπόσταση ουδέποτε υπήρξε, ή υπήρξε -πρόσκαιρα- την εποχή του Μ. Αλέξανδρου τον οποίο μετά βδελυγμίας απορρίπτει η κοραϊκή θεώρηση και β) ότι η Ελλάδα, ακόμα κι αν υπήρχε ως προχριστιανικό κράτος, ονομαζόταν «Γραικία».
Το προβληματικό στοιχείο της θεώρησης είναι η προκατειλημμένη, αναχρονιστική ματιά, κάτι που επιβεβαιώνεται στην δεύτερη παράγραφο. Ο Arnakis δέχεται ότι η έκρηξη της Επανάστασης γίνεται στην Μολδοβλαχία, την οποία σπεύδει να προσδιορίσει ως «προγενέστερη Ρουμανία«, λες και η δεύτερη είναι η φυσική και αναπότρεπτη εξέλιξη της πρώτης. Στην αρχική (Δουνάβεια) φάση οι «Ρουμάνοι» δεν βοηθούν τους Γραικούς. Αυτό είναι ιστορικά σωστό, αλλά αντιφάσκει με την «Γραικική Επανάσταση». Γιατί θα έπρεπε οι Βλάχοι και οι Μολδαβοί να συμπαρασταθούν στην Επανάσταση των Γραικών που μάλιστα γινόταν εκτός των γεωγραφικών «γραικικών» ορίων; Σύμφωνα με όσα υποστηρίζει ο Arnakis, οι Βλαχομολδαβοί θα έκαναν την δική τους (Ρουμανική -ας πούμε- Επανάσταση) για να δημιουργήσουν το δικό τους κράτος. Οι αντιφάσεις πληθαίνουν και ο Arnakis τις καλύπτει με λάθη ή παραλήψεις. Ο Αλέξανδρος Υψηλάντης χαρακτηρίζεται πρώην αξιωματικός της Ρωσίας, αν και ο ίδιος ο Υψηλάντης καθαιρείται από τον τσάρο, αν και χρόνια μετά απολογείται γιατί ξεκίνησε την Επανάσταση όντας εν ενεργεία αξιωματικός και μάλιστα υπασπιστής του τσάρου. Ακόμα μεγαλύτερη ανακρίβεια είναι η τοποθέτηση του Πατριάρχη Γρηγόριου Ε΄ εκτός της Επανάστασης. Πέρα από τις γνωστές πηγές (Π. Σέκερης, Ξάνθος, Διαμαντόπουλος, Θέμελης, Φιλήμων, …) η θέση αυτή αναδεικνύει τον εξής παραλογισμό: πώς είναι δυνατόν να οργανώνεται μια Επανάσταση του Ελληνικού Έθνους με τον αρχηγό του ανήξερο και απόντα; Γιατί η Πύλη απαιτεί από τον Πατριάρχη να λύσει τον όρκο των Φιλικών και γιατί στη συνέχεια τον εκτελεί ως προδότη του Σουλτάνου; Την λογική σχέση Πατριάρχη και Επανάστασης ακροθίγει ο Arnakis, αναφέροντας όμως δυο ιδιότητες του Πατριάρχη: αρχηγός του Γραικικού λαούκαι αρχηγός της Ανατολικής Ορθοδόξου Εκκλησίας. Αν η δεύτερη, ευρύτερη ιδιότητα μαρτυρά και τον πραγματικό χαρακτήρα της Επανάστασης (που αδυνατούσε να τον εμφανίσει πλήρως), τότε η πρώτη ιδιότητα, αν και αναφέρεται για να στοιχειοθετήσει μομφή, τα τεκμήρια την αναστρέφουν και οδηγούν στην διατύπωση των ερωτημάτων που η νεωτερικότητα αποφεύγει: γιατί οι παράγοντες που δημιούργησαν την Επανάσταση (Ρωσία, Πατριαρχείο) την αρνήθηκαν μόλις αυτή ξέσπασε;
Αντί να αντιμετωπίσει τέτοια ερωτήματα ο επιμελητής του ημερολογίου του Jarvis, ξεκινά την τρίτη παράγραφο διευρύνοντας το θολό τοπίο. Ήταν υπερεθνική ή εθνική η Επανάσταση αναρωτιέται έμμεσα, αλλά ξεκάθαρα. Δέχεται τον χαρακτήρα της μάχης Σταυρού-Ημισελήνου, βλέπει ένα είδος σταυροφορίας (χριστιανικής Επανάστασης) όμως δεν αναρωτιέται και πάλι γιατί η ευρωπαϊκή Χριστιανική (Ιερά) Συμμαχία καταφέρεται εναντίον μιας τέτοιας Επανάστασης. Τοποθετεί δίπλα στον υπερεθνικό χαρακτήρα και τον εθνικό, λέγοντας ότι αυτή η Επανάσταση εγκαινιάζει τις εθνικές εξεγέρσεις που στηρίζονται στην αρχή της «νομιμότητας», όπως αυτή συζητήθηκε στο Συνέδριο της Βιέννης. Αυτή είναι μάλλον η σημαντικότερη παρατήρηση του Arnakis. Το Συνέδριο είπε πράγματι «όχι» στην υπερεθνική (χριστιανική) εξέγερση που είχε ξεκινήσει τον 18ο αιώνα. Όλη η προηγηθείσα επαναστατική προϊστορία (το μεγαλύτερο μέρος της οποίας αποσιωπάται) είναι αναμφισβήτητα υπερεθνική. Και τι άλλο θα μπορούσε να ήταν, εφόσον οι Οθωμανοί κυριάρχησαν επί μιας υπερεθνικής κρατικής οντότητας, όχι επί μιας εθνικής.
Τα υπόλοιπα στοιχεία έρχονται με επιλεκτικότητα ή προκατάληψη να στερεώσουν τον προαποφασισμένο χαρακτήρα μιας Εθνικής (με την στενή έννοια) Επανάστασης που θέλει να δημιουργήσει ένα κράτος με Χριστιανική Εκκλησία περιορισμένη στα όριά του και ελεγχόμενη απ’ αυτό:
- Ο Δ. Υψηλάντης «εκπροσωπεί» μιαν ακαθόριστη «Φιλική Εταιρεία»
- Συμφωνία με τον Αλή πασά έκαναν οι «Γραικοί»
- Ο Θ. Κολοκοτρώνης είναι ένας τραχύς αρχηγός των ατάκτων στρατευμάτων
- Οι Γραικοί αποδείχθηκαν αναποτελεσματικοί στο να διώξουν τους Τούρκους από την Δ. Πελοπόννησο και την Ναύπακτο επειδή ήταν ανοργάνωτοι και απείθαρχοι
- Το ναυτικό ήταν περισσότερο αποτελεσματικό (γι αυτό και ο Jarvis αποφάσισε να αποβιβαστεί στην Ύδρα, το σημαντικότερο ναυτικό κέντρο της Επανάστασης)
- Το ναυτικό αντικειμενικά δεν μπορούσε να τα καταφέρει μετά το 1824
Γιατί όσοι «ξένοι» σπεύδουν να βοηθήσουν τους επαναστατημένους «Γραικούς» δεν διαμαρτύρονται όταν τους ονομάζουν «Φιλέλληνες»;
Η άρνηση της ιστορικής πραγματικότητας δημιουργεί ένα κενό. Και το κενό αυτό αναγκαστικά καλύπτεται από στοιχεία σαθρά. Ποια είναι η πραγματικότητα;
Η Επανάσταση δημιουργείται από την χριστιανική πλευρά την οποία πολεμά και υπονομεύει η αντίπαλή της που σύρθηκε από την πρώτη σ’ έναν αγώνα τον οποίο δεν θα ξεκινούσε. Στον φορέα της Φιλικής Εταιρείας και της ευρωπαϊκής πολιτικής τα πράγματα είναι πολύπλοκα, αλλά οι δυο παρατάξεις είναι ξεκάθαρες. Φαινομενικά επιδιώκουν τον ίδιο στόχο. Την ίδρυση ενός εθνικού κράτους. Όμως κάθε μια θεωρεί το «έθνος» διαφορετικά και επιθυμεί ένα πρώτο αποτέλεσμα που σε δεύτερο χρόνο θα μετεξελιχθεί είτε σε ένα χριστιανικό είτε σε ένα αντιχριστιανικό υπερεθνικό κράτος.
Όταν η ιστορία του 1821 αφορά τους «Γραικούς» που δημιουργούν από μόνοι τους (ιδρυτική τριάς Οδησσού) μια Επανάσταση στην οποία αργότερα επεμβαίνουν «ξένοι«, τότε φτάνουμε σε αδιέξοδα και κενά όπως του Arnakis. Αυτά που διδάσκονται και στο Πανεπιστήμιο του Τέξας ακολουθούν την ιστορική γραμμή Thiersch-Finlay-Τρικούπης-Mendelssohn κ.α. η οποία στον ύστερο 20ο αιώνα μετρίασε την δυσφήμηση της χριστιανικής παράταξης, κράτησε όμως την αποσιώπηση που οι ίδιοι οι φορείς της Επανάστασης εγκαινίασαν μέσω του Φιλήμονα. Το ολιγότερο που κάνουν οι νεωτερικοί ιστορικοί, είναι να βρίσκουν προβλήματα και ελαττώματα στον Γρηγόριο Ε΄, στον Κολοκοτρώνη, στον Καραϊσκάκη, στον Καποδίστρια, στους Υψηλάντες και να μπαλώνουν τα κενά με εξηγήσεις όπως «ο Σουλτάνος δεν ήξερε ποιον εκτελούσε». Αυτό που κυρίως λείπει, είναι το πώς η βρετανική πλευρά κινείται εναντίον της Επανάστασης από την στιγμή που αποφασίζει να την αναγνωρίσει και να την «συνδράμει». Ο χρηματισμός του Λονδίνου τινάζει στον αέρα την εύθραυστη ενότητα και δημιουργεί (μέσω των δανείων και του αγγλο-αμερικανικού σκανδάλου των πολεμικών πλοίων) εμφύλιο, υπερχρέωση και επικράτηση των Τούρκων. Η Επίδαυρος εμφανίζεται ως κοινή απόφαση της Επανάστασης και η δεύτερη Επίδαυρος (1826) αποσιωπάται. Λείπει φυσικά και το υπερεθνικό μυστικό δίκτυο που (σχετίζεται με την Φιλική Εταιρεία και) φέρνει στην Επανάσταση τους περισσότερους από τους «Φιλέλληνες», μεταξύ αυτών και τον Jarvis. Ποιοι άραγε δυτικοί «Φιλέλληνες» θα έφταναν στην Επανάσταση αυτών που θα «αναγεννούσαν την Ελλάδα» και είχαν ήδη δεχθεί να ονομαστούν (άρα να ετεροκαθοριστούν ως) «Γραικοί» από τους δυτικούς με τους οποίους στην χριστιανική («μεσαιωνική») περίοδο βρέθηκαν αντιμέτωποι; Η Επανάσταση ξεκίνησε και ολοκλήρωσε την πρώτη της φάση (1832) ως πολιτικό γεγονός με διεθνείς διαστάσεις. Ο αρχηγός της μέσα στα αντιφατικά στοιχεία που ήταν αναγκασμένος να λέει, ξεκάθαρα ορίζει τους Έλληνες ως τον πολυεθνικό (χριστιανικό) φορέα της Επανάστασης. Και αυτοί οι Έλληνες το τελευταίο που περίμεναν για να ορίσουν την δική τους ελευθερία ήταν ο οικονομικός-πολιτικός φιλελευθερισμός της Δύσης και τα προτάγματα της Γαλλικής Επανάστασης.
Η παραδοχή του πλαισίου που επιγραμματικά εδώ τίθεται, λύνει και το θέμα των «Φιλελλήνων-Ανθελλήνων«, αφού όλοι αυτοί ήταν είτε Φιλογραικοί (συνειδητοί ή μη) είτε Φιλέλληνες. Περισσότερο όμως λύνει την παρεξήγηση ότι οι «ξένοι» είναι ουδέτεροι και περισσότεροι αξιόπιστοι, όταν περιγράφουν έναν «ελληνοτουρκικό πόλεμο». Όπως η ιστορία δείχνει, το 1821 είναι πολύ περισσότερο μια διεθνής σύγκρουση και λιγότερο ένας ελληνοτουρκικός πόλεμος. Κάθε ελληνόφωνος ή μη ανήκει σε μια από τις δυο συγκρουόμενες παρατάξεις και ως τέτοιος πρέπει να αντιμετωπίζεται και να αξιολογείται.
Αν η παραδοσιακή ιστορία (κυρίως στην σχολική της εκδοχή) έχει πολλάκις κατηγορηθεί για αναλήθεια, μυθοποίηση και συναισθηματική-αντιεπιστημονική προσέγγιση, τότε, τι θα έπρεπε κάποιος να πει για την νεωτερική ιστορία με τους φουστανελοφόρους Φιλέλληνες; Αντίθετα είναι τα πράγματα. Η παραδοσιακή ιστορία λόγω «παράδοσης» έχει οικειοθελή «λάθη» και παραλήψεις που στρέφονται εναντίον του εαυτού της. Την γραμμή αυτή στρεβλώνει περαιτέρω ο Θεολόγος και καθηγητής της Ιστορίας George Arnakis, ακολουθώντας όσους αρνήθηκαν τον αυτολογοκριμένο Ιωάννη Φιλήμονα, τον πρώτο σημαντικό ιστορικό της Επανάστασης που όφειλε να κινηθεί στα όρια της 24-2-1821, της 27-9-1831 και του Γραικικού Οθωνικού Βασιλείου.
Η έκδοση για τον Jarvis έτυχε ενθουσιώδους κριτικής, όχι μόνο για το ειδικό ιστορικό ενδιαφέρον που αυτονόητα παρουσιάζει, αλλά και ως επιβεβαίωση της εθνικής (προμαρξιστικής και μαρξιστικής) ερμηνείας του 1821. Η κριτική αναφέρει και την θετική άποψη του Αμερικανού Samuel G. Howe ως επικουρικό στοιχείο της «ελληνικότητας» που ο Jarvis απέκτησε μέσα στην Επανάσταση. Μιας «ελληνικότητας» που ο ίδιος ο Howe κατέκρινε σφοδρά μέσα στο γνωστό, συκοφαντικό πλαίσιο των αντιπάλων της Φιλικής Εταιρείας. Ευνόητο είναι, πως δεν καταγράφεται η παραμικρή αμφισβήτηση· αντίθετα, ο αναγνώστης ωθείται στην πλάγια κατανόηση ενός απλού, φυσικού -σχεδόν- φαινομένου: εφόσον ο Δημ. Υψηλάντης δεν είχε -κατά Jarvis- το φυσικό παρουσιαστικό ενός ηγέτη, ήταν επόμενο, κάποιος άλλος να διεκδικήσει και να πάρει την θέση του. Μπορεί κάποιος να αμφισβητήσει τον «ειλικρινή» Jarvis; Όλα αυτά κατά τον Douglas Dakin, ο οποίος αν και έσπευσε να συμπληρώσει το «υψηλαντικό κενό» του Arnakis, αποτελεί -σχετικά- μια από τις καλύτερες περιπτώσεις Βρετανού ιστορικού του 20ου αιώνα για την Ελληνική Επανάσταση· την Επανάσταση που -παραδόξως- ίδρυσε την Γραικία αντί για την Ελλάδα.
Στέργιος Ζυγούρας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου