Σάββατο 29 Δεκεμβρίου 2018

Οι δύο Κανόνες (Πεζός και Ιαμβικός) της Χριστού Γεννήσεως (Πρωτ. Αθανάσιος Στ. Λαγουρός)



ΜΕ ΕΡΜΗΝΕΥΤΙΚΗ ΑΠΟΔΟΣΗ
ΣΤHN ΝΕΑ ΕΛΛΗΝΙΚH
ἐπὶ τῇ βάσει τῆς ἑρμηνείας
τοῦ ἁγ. Νικοδήμου Ἁγιορείτου
Ἐκδόσεις «ΤΗΝΟΣ»
ΑΘΗΝΑΙ 2017
[Νέα ἔκδοση]
Μιὰ ἐνδιαφέρουσα, πρωτότυπη καὶ χρήσιμη ἔκδοση. Ἀπὸ τὸν Πρόλογο παρατίθεται κατωτέρω μικρὸ ἀπόσπασμα:
«…Τὴν πίστη, τὴν ἐμπειρία, τὴν θεολογία καὶ τὴν εὐφρόσυνη ἐξύμνηση αὐτῆς τῆς πραγματικότητας, τοῦ Μυστηρίου δηλαδὴ τῆς θείας Ἐνανθρωπήσεως, περιέχουν οἱ δύο Ἀσματικοὶ Κανόνες τῶν Χριστουγέννων. Μαζὶ μὲ ὅλο τὸ σῶμα τῆς προχριστουγεννιάτικης ὑμνογραφίας, ποὺ ἔχει παραγάγει ὁ ἄφθαστος ποιητικὸς κάλαμος καὶ ὁ βαθὺς θεολογικὸς στοχασμὸς τῶν ἱερῶν Ὑμνο­γράφων, οἱ δύο Κανόνες τῆς Χριστοῦ Γεννήσεως βοηθοῦν στὴν καλύτερη προσοικείωση τῶν δωρεῶν τῆς Σαρκώσεως.

Ὁ ἕνας Κανὼν εἶναι ὁ πεζός, ποίημα τοῦ Ἁγ. Κοσμᾶ τοῦ Μελωδοῦ (685-750 περ.), ὁ ὁποῖος ἔχει γράψει ὅλους τοὺς Κανόνες τῆς Μ. Ἑβδομάδος καὶ ἑπτὰ Κανόνες σὲ ἰσάριθμες Δεσποτικὲς ἑορτές. Καὶ ὁ ἄλλος Κανὼν εἶναι ὁ ἰαμβικός, ποίημα τοῦ ἁγ. Ἰωάννου τοῦ Δαμασκηνοῦ (680-754 περ.) μεγάλου θεολόγου καὶ οἰκουμενικοῦ Διδασκάλου, ὁ ὁποῖος ἐκτὸς τῶν θεολογικῶν ἔργων του συνέθεσε 14 Κανόνες -ἄλλωστε εἶναι ἕνας ἀπὸ τοὺς εἰσηγητὲς τοῦ ποιητικοῦ εἴδους τῶν Κανόνων- καὶ θεωρεῖται ὁ κατ᾽ ἐξοχὴν συντάκτης τῆς Ὀκτωήχου (ὕμνοι τῶν Ἑσπερινῶν καὶ Ὄρθρων τῶν Κυριακῶν στὸ βιβλίο τῆς Παρακλητικῆς).
Γι᾽ αὐτοὺς τοὺς Κανόνες τῆς Χριστοῦ Γεννήσεως ὁ Φώτης Κόντογλου γράφει: “… Διάβαζα τ᾿ ἀρχαῖα τροπάρια, καὶ βρισκόμουνα σὲ μιὰ κατάσταση ποὺ δὲν μπορῶ νὰ τὴ μεταδώσω στὸν ἄλλον. Πρὸ πάντων ὁ ἰαμβικὸς Κανόνας ‘Ἔσωσε λαόν’, μὲ κεῖνες τὶς παράξενες καὶ μυστηριώδεις λέξεις, μ᾿ ἔκανε νὰ θαρρῶ πὼς βρίσκουμαι στὶς πρῶτες μέρες τῆς δημιουργίας, ὅπως ἦταν πρωτόγονη ἡ φύση ποὺ μ᾿ ἔζωνε, ὁ θεόρατος βράχος, ποὺ κρεμότανε ἀπάνω ἀπὸ τὴ μικρὴ ἐκκλησιά, ἡ θάλασσα, τ᾿ ἄγρια δέντρα καὶ τὰ χορτάρια, οἱ καθαρὲς πέτρες, τὰ ρημονήσια ποὺ φαινότανε πέρα στὸ πέλαγο, ὁ παγωμένος βοριὰς ποὺ φυσοῦσε κ᾿ ἔκανε νὰ φαίνουνται ὅλα κατακάθαρα, τ᾿ ἀρνιὰ ποὺ βελάζανε, οἱ τσομπάνηδες ντυμένοι μὲ προβιές, τ᾿ ἄστρα ποὺ λάμπανε σὰν παγωμένες δροσοσταλίδες τὴ νύχτα! Ὅλα τά ᾽βλεπα μέσ᾿ ἀπὸ τοὺς χριστουγεννιάτικους ὕμνους, μέσ᾿ ἀπὸ τὰ ἰαμβικὰ ἐκεῖνα ἀποκαλυπτικὰ λόγια, σὰν καὶ τοῦτα: ‘Ἄγων ἅπαντας, πρὸς σέλας ζωηφόρον Θεὸς πεφυκώς, ἐκ πυλῶν ἀνηλίων’, ‘ἥκεις πλανῆτιν, πρὸν νομὴν ἐπιστρέφων τὴν ἀνθοποιόν, ἐξ ἐρημαίων λόφων’. Αὐτοὶ οἱ ἐρημαῖοι λόφοι, σὰν τὸ βουνὸ ποὺ ζοῦσα πάνω του, τί μυστικὸ ἀντίλαλο εἴχανε μέσα στὴν ψυχή μου! Ὤ, τί εἶναι αὐτὴ ἡ γλῶσσα! Λόγια εἶναι αὐτὰ ἢ ἀντιφεγγίσματα ἀπὸ ἕναν ἄλλον κόσμο, γεμάτον ἀπὸ τὴ μυστικὴ φωτοχυσία τῆς ἀθανασίας! … Πῶς νὰ μεταφράσω αὐτὰ τὰ ἀμετάφραστα;”.
Ἀλλὰ αὐτὰ τὰ ἀρχαῖα τροπάρια μὲ τὶς μυστηριώδεις λέξεις κρύβουν τὸ μυστήριο τῆς Ἐνανθρωπήσεως καὶ χρειάζεται ὑποβοηθητικὴ ἑρμηνευτικὴ ἀπόδοση, ὥστε τὸ περιεχόμενό τους νὰ καταστεῖ προσιτὸ σὲ ὅσους δυσκολεύονται. Χρειάζεται ἑρμηνεία, ὄχι μετάφραση, γιατί ἡ μετάφραση «σκέτη» ἀδυνατεῖ νὰ μεταδώσει τὸ νόημά τους. Ὅπως παλιότερα ἔχουμε ὑποστηρίξει, “χρειάζεται πρωτίστως ἑρμηνεία θεολογική, ἱστορική, πραγματολογικὴ τὶς περισσότερες φορές, στὰ λειτουργικὰ κείμενα. Ἀπαιτεῖται γιὰ ἕνα τεράστιο ὄγκο δεδομένων διερμηνεία καὶ ἐξήγηση, ὥστε ἀκόμα καὶ οἱ ‘κατανοητές’, ἤδη μεταφρασμένες, λέξεις νὰ μεταδίδουν πραγματικὰ ἕνα κατανοητὸ μήνυμα”.
Ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης (1749-1809), ὁ “θεόπνους διδάσκαλος τῆς εὐσεβείας” ἔχει ἑρμηνεύσει μὲ ἐκτενῆ θεολογικὴ καὶ φιλολογικὴ ἑρμηνεία ὅλους τοὺς ἀσματικοὺς Κανόνες τῶν Δεσποτικῶν καὶ Θεομητορικῶν ἑορτῶν. Καὶ μάλιστα γιὰ τοὺς δύο τῆς Χριστοῦ Γεννήσεως σημειώνει χαρακτηριστικά: “Καθὼς γὰρ οἱ Ἄγγελοι πρότερον κατ’ αὐτὴν τὴν νύκτα τῆς Γεννήσεως τοῦ Κυρίου, ἐξήγησαν εἰς τοὺς ποιμένας καὶ ἀγροίκους ἀνθρώπους τὸ παράδοξον τοῦτο Μυστήριον, οὕτω καὶ ἡμεῖς θέλομεν ἐξηγήση εἰς τοὺς Χριστιανούς, οἱ ὁποῖοι εἶναι ἀγροικότεροι εἰς τὴν κατανόησιν τῶν γλαφυροτέρων ρημάτων καὶ νοημάτων”.
Ἡ ἐξήγηση καὶ ἑρμηνεία αὐτὴ εἶναι ἀπαραίτητη γιὰ τὴν πρόσ­βαση στὰ νοήματα ἀλλὰ δὲν ταυτίζεται μὲ τὴν «μετάφραση τῶν λειτουργικῶν κειμένων», ποὺ μερίδα θεολόγων ἀθεολογήτως ἐπιδιώκει καὶ μὲ ἰδιότυπο πεῖσμα προωθεῖ. Ἡ ἑρμηνευτικὴ ἀπόδοση χρησιμοποιεῖται γιὰ βοήθημα. Δὲν ἀντικαθιστᾶ οὔτε ἐκτοπίζει τὰ παραδεδομένα λειτουργικὰ καὶ ὑμνολογικὰ κείμενα. Κι ὅταν ἐπιτελέσει τὸ ἔργο της, δηλαδὴ νὰ ἐξηγήσει, ἐπιστρέφει ἥσυχα καὶ ταπεινὰ στὴν θέση της χωρὶς ἄλλες διεκδικήσεις» […]

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου