Ο Άγιος Ιάκωβος Τσαλίκης διηγήθηκε:
«Μία γυναίκα μου λέει μία φορά:
-Πήγα να ανάψω τα καντήλια σε ένα ’ξωκκλήσι και λιβάνισα.
Ξέρετε, καμιά φορά οι γυναίκες έχουν περιέργεια να μπαίνουν στο άγιο Βήμα, στο Ιερό.
Κοιτάζει που λέτε αυτή η γυναίκα από το άγιο Βήμα και βλέπει ένα παλληκάρι με ξανθά μαλλιά, έναν λεβέντη με τα μαλλιά του, με συγχωρείτε, έτσι εδώ ανοιγμένα και τα γενάκια του εδώ χωρισμένα και τον βλέπει πάνω στην αγία Τράπεζα.
-Πιδίμ’, λέει, τί κάνεις ’δώ μέσα στην αγία Τράπεζα; στο άγιο Βήμα; Βγες, πιδίμ’, έξω.
-Δική μου είναι η αγία Τράπεζα και εγώ την ορίζω.
»Ξαφνικά, όπως το κοίταζε η γυναίκα το παιδί, του λέει:
-Πιδίμ’, δεν μου λές: ποιος σε πλήγωσε και τα χέρια σου είναι από καρφιά και τρέχουν αίματα; Βλέπω πληγές στα χέρια σου και στα πόδια σου. Εδώ στο πλευρό σου, παιδάκιμ’, στο σκώτισ’ παιδάκιμ’, στο πνευμονι σου, ποιος σε χτύπησε, πιδίμ’, με το μαχαίρι κει πέρα; Ποιος σε πλήγωσε;
Του έλεγε η γυναίκα, ήταν μια απλή γυναικούλα. Όμως αυτή είδε ζωντανό τον ίδιο τον Θεό.
-Εσὐ με πλήγωσες και είμαι πληγωμένος, της απάντησε ο Χριστός.
Έκανε τον σταυρό της η γυναίκαι και έφυγε, απλή γυναίκα από το χωριουδάκι.
»Μετά από έναν χρόνο, ήλθε στην Μονή και μου λέει:
-Έτσι και έτσι, πάτερ μου. Τί είναι αυτό το «εσύ με πλήγωσες;». Μπορείς να μου το εξηγήσεις αυτό; Αυτό είναι μεγάλο, δεν θα μπορείς να μου το εξηγήσεις, θα πάω σε κανέναν μεγάλο.
-Άκουσε, παιδί μου, να σου το εξηγήσω, της λέω.
-«Εσύ με πλήγωσες» είναι οι αμαρτίες οι δικές σου, οι αμαρτίες οι δικές μου, οι αμαρτίες του κόσμου, που με τις αμαρτίες μας Τον πληγώσαμε και Τον ανεβάσαμε πάνω στον Σταυρό και έχυσε το Πανάγιό Του αίμα».
Από το βιβλίο: «Ο Γέρων Ιάκωβος (διηγήσεις – νουθεσίες – μαρτυρίες), εκδ. «Ενωμένη Ρωμιοσύνη», σειρά: Ορθόδοξο Βίωμα 4, Θεσσαλονίκη 2016, σελ. 66-67.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου