Τετάρτη 22 Ιανουαρίου 2020

Η προβληματική των νομοθετικών παρεμβάσεων στη μαθησιακή διαδικασία. Η περίπτωση των νέων Προγραμμάτων Σπουδών στο ΜτΘ

(Ανακοίνωση που έγινε το 2017 στο 4ο Επιστημονικό Συνέδριο της ΠΕΣΣ για το μάθημα των Θρησκευτικών)
Η προβληματική των νομοθετικών παρεμβάσεων στη μαθησιακή διαδικασία
Η περίπτωση των νέων Προγραμμάτων Σπουδών στο ΜτΘ

Τριαντάφυλλος Σιούλης, Σχολικός Σύμβουλος ΠΕ01
Εισαγωγή
Κάθε κράτος, δια της δημοκρατικά εκλεγμένης κυβέρνησης, βασιζόμενο στην βούληση του συνταγματικού νομοθέτη, δηλαδή του λαού, χαράζει την πολιτική του για θέματα που αφορούν στην παιδεία και στην εκπαίδευση. Την πολιτική αυτή, μέσω νομοθετημάτων που ψηφίζει το ελληνικό κοινοβούλιο, καλείται η Διοίκηση να εφαρμόσει.
Στα θέματα της εκπαίδευσης, οι νόμοι, μεταξύ άλλων, αφορούν στην οργάνωση και τη διοίκηση των σχολείων αλλά και στα Προγράμματα Σπουδών που συγκεκριμενοποιούν το περιεχόμενο των μαθημάτων και τις ώρες που αυτά θα διδαχτούν, ποιοι θα τα διδάξουν, αλλά και στο πως θα διδαχτούν αυτά. 

Τη χρονιά που πέρασε (2016-2017) παρατηρήθηκε, για παράδειγμα, πως οι πάσης φύσεως βεβιασμένες νομοθετικές – διοικητικές και χωρίς ολόπλευρο διάλογο παρεμβάσεις που αφορούσαν τόσο στο χαρακτήρα, το περιεχόμενο, τον προσανατολισμό και τη δομή, όσο και στον τρόπο διδασκαλίας του ΜτΘ, δημιούργησαν τεράστια προβλήματα. Δεδομένης δε και της έλλειψης οργανωμένης και ουσιαστικής επιμόρφωσης, τέθηκαν εν αμφιβόλω η επιστημονική επάρκεια, η παιδαγωγική συγκρότηση και η διδακτική ικανότητα των συναδέλφων. Συμπεριλαμβανομένης δε και της μεγάλης έλλειψης των πάσης φύσεως υποδομών για την στήριξη και την εφαρμογή των νέων ΠΣ, τόσο απαιτητικών έως και ουτοπικών ως προς την στοχοθεσία τους, το πρόβλημα επιτείνονταν.

Νομοθετήματα που αφορούν στο γενικό πλαίσιο της Παιδείας αλλά και στα Προγράμματα Σπουδών της Θρησκευτικής Αγωγής
Στην παρούσα εισήγησή μας θα αναφερθούμε στο παράδειγμα του Μαθήματος των Θρησκευτικών. 
1.       Ξεκινούμε υπενθυμίζοντας στο σημείο αυτό πως το Σύνταγμα της Ελλάδας αναφέρει πως σκοπός της Παιδείας είναι και «… η ανάπτυξη της εθνικής και θρησκευτικής συνείδησης…» (Σύνταγμα της Ελλάδος, Άρθρο 16, παρ. 2) και όπως ο βασικός νόμος της εκπαίδευσης ερμηνεύει, η θρησκευτική συνείδηση αφορά στα «…γνήσια στοιχεία της ορθόδοξης χριστιανικής παράδοσης …» (Νόμος 1566/1985 ΦΕΚ 167/Α/30-9-1985, αρθρ. 1, παρ. 1α).
2.       Ο Καταστατικός Χάρτης της Εκκλησίας της Ελλάδος, που αποτελεί Νόμο του Κράτους (Ν. 590/1977 - ΦΕΚ 146/31-5-1977, Τεύχος Α´, άρθρο 9 παρ. 1ε), προβλέπει ότι "ἡ Δ.Ι.Σ., ὡς διαρκὲς διοικητικὸν ὄργανον τῆς Ἐκκλησίας ... παρακολουθεῖ τὸ δογματικὸν περιεχόμενον τῶν διὰ τὰ σχολεῖα τῆς Στοιχειώδους καὶ Μέσης Ἐκπαιδεύσεως προοριζομένων διδακτικῶν βιβλίων τοῦ Μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν". 
3.       Με πρόσφατο νόμο, η Κυβέρνηση (Νόμος 4386/Μάιος 2016) ρυθμίζει την θρησκευτική εκπαίδευση των Ελλήνων Ρωμαιοκαθολικών, Εβραίων και Μουσουλμάνων. Ο Νόμος αυτός προβλέπει ότι η Σύνοδος της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας στην Ελλάδα, το ΚΙΣ (Κεντρικό Ισραηλιτικό Συμβούλιο) και οι Μουφτείες έχουν την  δυνατότητα όχι μόνο της αποκλειστικής διαμόρφωσης της ύλης και του ομολογιακού χαρακτήρα του μαθήματος προς τους Ρωμαιοκαθολικούς, Εβραίους και Μουσουλμάνους μαθητές αντίστοιχα κατά το δοκούν, αλλά και τον διορισμό των διδασκόντων της δικής τους επιλογής ακόμα και εκτός πινάκων αναπληρωτών καθηγητών. Πιο συγκεκριμένα στο άρθρο 55, με τίτλο «Ρύθμιση θεμάτων της Γενικής Γραμματείας Θρησκευμάτων Υπουργείου Παιδείας Έρευνας και Θρησκευμάτων», στην παράγραφο 5 στο άρθρο 16 του ν. 1771/1988 (Α΄ 171) προστίθεται νέα παράγραφος 4, ως ακολούθως:«4. Κατ’ εξαίρεση, εφόσον στα δημόσια δημοτικά σχολεία των με αριθμό 25153/26.2.1957 (Β΄ 86) και 78871/22.3.1962 (Β΄125) κοινών υπουργικών αποφάσεων των Υπουργών Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων και Οικονομικών δεν υπηρετεί δάσκαλος του Καθολικού δόγματος ή της Εβραϊκής θρησκείας και γλώσσας για την κάλυψη των αναγκών των μαθητών του Καθολικού δόγματος ή της Εβραϊκής θρησκείας και γλώσσας αντίστοιχα, μετά από σχετική εισήγηση των αρμοδίων Περιφερειακών Διευθύνσεων Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, είναι δυνατή η πρόσληψη, ανά σχολικό έτος, εκπαιδευτικού εκτός των οικείων πινάκων αναπληρωτών εκπαιδευτικών για τη διδασκαλία του μαθήματος των θρησκευτικών του Καθολικού δόγματος και για τη διδασκαλία του μαθήματος των θρησκευτικών και γλώσσας της Εβραϊκής θρησκείας. Η επιλογή και πρόσληψη του εκπαιδευτικού γίνεται με απόφαση του Υπουργού Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων, ύστερα από πρόταση της Ιεράς Συνόδου της Καθολικής Ιεραρχίας Ελλάδος (Ι.Σ.Κ.Ι.Ε.) και του Κεντρικού Ισραηλιτικού Συμβουλίου (Κ.Ι.Σ) αντίστοιχα. Για την πρόσληψη απαιτείται πτυχίο παιδαγωγικού τμήματος ή πτυχίο Καθολικών ή Εβραϊκών Σπουδών, αντίστοιχα, Ανώτατης Θεολογικής Σχολής της ημεδαπής ή ισότιμο τίτλο σπουδών της αλλοδαπής αναγνωρισμένο από το Δ.Ο.Α.Τ.Α.Π.. Στην περίπτωση τίτλου σπουδών της αλλοδαπής απαιτείται η άριστη γνώση της ελληνικής γλώσσας, η οποία αποδεικνύεται κατά τις κείμενες διατάξεις». Τίθεται λοιπόν εδώ ένα σοβαρό θέμα ως προς την αρχή της ισότιμης αντιμετώπισης των πολιτών της χώρας, της συνταγματικά κατοχυρωμένης ισονομίας, δηλαδή γιατί για τους μεν το μάθημα παραμένει «ομολογιακό» και υπό την άμεση επίβλεψη των εν Ελλάδι εκπροσώπων του δόγματός τους (και καλώς κατά την γνώμη μου), ενώ για τους Ορθοδόξους που αποτελούν και την συντριπτική πλειονοψηφία, αποκλείεται από το να παρακολουθεί και να ερωτάται για το ΜτΘ η Εκκλησία της Ελλάδος; Και γιατί το ΥΠΕΘ δεν τηρεί τον Καταστατικό Χάρτη της Εκκλησίας της Ελλάδος, που αποτελεί Νόμο του Κράτους;

Νομοθετήματα που αφορούν στα Ωρολόγια Προγράμματα, αναθέσεις μαθημάτων κ.ά.

Πέρα από όσα μέχρι τώρα αναφέραμε, επιπτώσεις στη μαθησιακή διαδικασία είχαν και άλλα νομοθετήματα που ψήφισε η Κυβέρνηση και που έχουν να κάνουν με τα Ωρολόγια Προγράμματα, τις αναθέσεις μαθημάτων κ.ά. Συγκεκριμένα:

1.       Η Πολιτεία, στην προσπάθειά της να διαχειριστεί την έλλειψη προσωπικού, αλλάζει την δομή οργάνωσης της Α/θμιας βαθμίδας εκπαίδευσης με το Ενιαίο Πρόγραμμα Ενιαίου Τύπου Ολοήμερου Δημοτικού Σχολείου, που έχει ως αποτέλεσμα, στα 6/θέσια δημοτικά σχολεία και άνω να μειώσει ώρες από το ΜτΘ.
                                Έτσι      στην      Ε΄      και      ΣΤ΄      Δημοτικού,      με      την      με      αρ.      πρωτοκόλλου
Φ.12/657/70691/Δ1/26-4-2016                Υπουργική           απόφαση            «το         μάθημα                των Θρησκευτικών διδάσκεται για 2 ώρες στις Γ΄ & Δ΄ τάξεις και για 1 ώρα στις Ε΄ και ΣΤ΄ τάξεις». Η απόφαση οριστικοποιείται τελικά με το ΠΔ 79, ΦΕΚ με αρ. Φύλλου 109/1 Αυγούστου 2017, «Οργάνωση και λειτουργία νηπιαγωγείων και δημοτικών σχολείων». Αν σκεφτούμε δε πως οι Θεματικές Ενότητες των τάξεων της Ε΄ και ΣΤ΄ Δημοτικού σχολείου έχουν να κάνουν κυρίως με την Παλαιά Διαθήκη και την Καινή Διαθήκη, καταλαβαίνουμε με τι ελλείψεις βασικών γνώσεων θα έρθουν οι μαθητές στην Α΄ Γυμνασίου. Προτάθηκε να εφαρμοστεί ένα συνεχόμενο 2ωρο ανά 15 μέρες, αλλά φανταζόμαστε όλοι πόσο εφικτό και αποτελεσματικό θα είναι αυτό. 
2.       Με το ΦΕΚ με αρ. Φύλλου 1800/24 Μαΐου 2017, απόφαση αριθμ. 83939/Δ1 που αφορά στο Ωρολόγιο Πρόγραμμα Ολιγοθέσιων Δημοτικών Σχολείων, διαπιστώνουμε πως η διδασκαλία στο ΜτΘ συρρικνώνεται έτι περαιτέρω στην Α/θμια Εκπ/ση. Έτσι στο 1/θέσιο Δημοτικό σχολείο «το μάθημα των Θρησκευτικών διδάσκεται για 1 διδακτικό ημίωρο στην Γ - Δ΄ (συνδιδασκαλία) και για 1 διδακτικό ημίωρο στην Ε΄-ΣΤ΄ (συνδιδασκαλία)», στο 2/θέσιο «το μάθημα των Θρησκευτικών διδάσκεται για 2 διδακτικά ημίωρα στην Γ΄-Δ΄ (συνδιδασκαλία) και για 2 διδακτικά ημίωρα στην Ε΄-ΣΤ΄ (συνδιδασκαλία)», στο 3/θέσιο «το μάθημα των Θρησκευτικών διδάσκεται για 2 διδακτικές ώρες στην Γ΄-Δ΄ (συνδιδασκαλία) και για 2 διδακτικές ώρες στην Ε΄-ΣΤ΄ (συνδιδασκαλία)», στα δε 4/θέσια και 5/θέσια 1 ώρα (από 2 ημίωρα) Γ΄- Δ΄ συνδιδασκαλία και 1 ώρα (από δύο ημίωρα) Ε΄- ΣΤ΄ συνδιδασκαλία. Η απόφαση οριστικοποιείται και εδώ τελικά με το ΠΔ 79, ΦΕΚ με αρ. Φύλλου 109/1 Αυγούστου 2017, «Οργάνωση και λειτουργία νηπιαγωγείων και δημοτικών σχολείων».
3.       Από το ίδιο το νέο ΠΣ, ως πρόγραμμα διαδικασίας, προβλέπονταν, για να είναι πλήρως εφαρμόσιμο και αποτελεσματικό, πως είναι άκρως απαραίτητο το συνεχόμενο 2ωρο στο ωρολόγιο πρόγραμμα. Στην Α/θμια Εκπαίδευση αυτό λειτούργησε καλύτερα, αφού το ωρολόγιο πρόγραμμα είναι διαφορετικά δομημένο. Όπως όμως προαναφέραμε, αυτό στην Β/θμια Εκπαίδευση δημιούργησε πολύ μεγάλο πρόβλημα, αφού οι πολλές ειδικότητες των καθηγητών, οι μετακινήσεις τους σε πολλά σχολεία για συμπλήρωση του διδακτικού τους ωραρίου και η διαφορετική δομή της Β/θμιας βαθμίδας της εκπαίδευσης (εδώ πρέπει να συμπεριλάβουμε και τα ΕΠΑΛ, Μουσικά και άλλους τύπους σχολείων όπου το ΜτΘ είναι μονόωρο) δεν επέτρεψε, στην συντριπτική πλειοψηφία των σχολείων, να εφαρμοστεί το συνεχόμενο 2ωρο στο ωρολόγιο πρόγραμμα, καθιστώντας το στην ουσία μη εφαρμόσιμο και αναποτελεσματικό. 
4.       Με την Αριθμ. Πρωτ. 136680/Δ2/25-8-2016 Υπουργική Απόφαση γίνεται τροποποίηση - συμπλήρωση της με αρ. πρωτ. 94588/Δ2/09-06-2016 Υ.Α. με θέμα: «Αναθέσεις μαθημάτων Γυμνασίου και Γενικού Λυκείου» (Β΄ 1670). Με αυτήν και το Υπουργείο Παιδείας εισάγει για πρώτη φορά την ανάθεση διδασκαλίας του μαθήματος των Θρησκευτικών σε άλλο κλάδο εκτός των Θεολόγων. Συγκεκριμένα με την σχετική απόφαση τα Θρησκευτικά δίνονται ως ανάθεση Γ΄ στους Φιλολόγους. Το γεγονός αυτό έχει να κάνει καθαρά με την διαχείριση του προσωπικού. Γνωρίζουμε όλοι πως διορισμοί δεν γίνονται και επομένως δίνεται με τον τρόπο αυτό η δυνατότητα στα κατά τόπους ΠΥΣΔΕ να διαχειρίζονται ευκολότερα τις μετακινήσεις και τοποθετήσεις των εκπαιδευτικών ΠΕ01 και ΠΕ02. Πέρα απ’  αυτό όμως εμείς οι θεολόγοι γνωρίζουμε πόσο ιδιαίτερο και απαιτητικό είναι το μάθημά μας στην διδασκαλία, φανταστείτε τώρα με τα νέα ΠΣ διαδικασίας.
5.       Τον Ιούνιο δε του 2017 η Πολιτεία νομοθετεί νέα ΠΣ (ΦΕΚ Β΄2104/19-06-2017 για το ΔΗΜΟΤΙΚΟ-  ΓΥΜΝΑΣΙΟ και  ΦΕΚ Β΄2105/19-06-2017 για το ΛΥΚΕΙΟ) για λόγους, θεωρούμε, πολιτικής διαχείρισης του θέματος, αφού τα νέα ΠΣ έχουν ελάχιστες και ασήμαντες διαφορές από εκείνα του Σεπτεμβρίου του 2016

                                (Δημοτικού - Γυμνασίου             Απόφαση 143575/Δ2/07-09-2016,            ΦΕΚ             Β

2920/13.09.2016 και      Λυκείου Απόφαση          143579/Δ2/07-09-2016,               ΦΕΚ       Β 2906/13.09.2016). Εδώ τίθεται ένα σοβαρό ερώτημα: αν για το ΙΕΠ και την Πολιτεία είναι διαφορετικά τα ΠΣ του 2017 από αυτά του 2016, οι επιμορφωτές ποια ΠΣ επιμορφώθηκαν να στηρίξουν και τελικά οι θεολόγοι σε ποια ΠΣ επιμορφώθηκαν; 

Όσα μέχρι τώρα παρουσιάσαμε, έχουν  να κάνουν με το γενικό αλλά και το ειδικότερο νομοθετικό πλαίσιο της Θρησκευτικής αγωγής στη χώρα μας και πως οι διάφορες νομοθετικές παρεμβάσεις, την επηρεάζουν. 

Η νομοθέτηση νέων Προγραμμάτων Σπουδών και οι επιπτώσεις στην μαθησιακή διαδικασία


Όσον αφορά τα Προγράμματα Σπουδών και τα βιβλία του ΜτΘ, το περιεχόμενο, τη δομή, τον χαρακτήρα και τον προσανατολισμό του, εδώ και αρκετά χρόνια υποστηρίζαμε πως χρειαζόταν αυτά μια πιο σύγχρονη οπτική ως προς την παρουσίαση του περιεχομένου τους, αλλά και ένα φρεσκάρισμα ως προς τις διδακτικές προσεγγίσεις. Πάντα όμως σε συνεννόηση και με συνεργασία με όλους τους εμπλεκόμενους και σχετικούς με το θέμα φορείς (Ενώσεις Θεολόγων, Παιδαγωγικά Τμήματα Θεολογικών Σχολών, Εκκλησία της Ελλάδος, Σχολικούς Συμβούλους κ.ά.), με προσοχή και λαμβάνοντας υπόψη την ελληνική πραγματικότητα.

Για να επιτευχθεί αυτό χρειαζόταν διδακτικό υλικό δομημένο με νέο τρόπο, ώστε να αλλάξει και η διδακτική προσέγγιση του ΜτΘ, να υιοθετεί και τις πιο σύγχρονες θεωρίες μάθησης. Αυτό έγινε εν πολλοίς κατορθωτό για την εννιάχρονη υποχρεωτική εκπαίδευση (Δημοτικό – Γυμνάσιο) με τα προηγούμενα διεπιστημονικά και διαθεματικά προγράμματα σπουδών τα ΔΕΠΠΣ – ΑΠΣ (2003 με εφαρμογή στα σχολεία το 2006), όχι όμως για το Λύκειο. Η ιστορία γύρω από την πορεία αυτών των ΠΣ είναι μεγάλη και ενδιαφέρουσα και δεν είναι του παρόντος. Πρέπει να αναφέρουμε όμως πως οι παρεμβάσεις στα νέα ΠΣ του 2011 με την πιλοτική εφαρμογή τους, αλλά και αυτά του 2016 και του 2017, δεν αφορούσαν μόνο σε αυτό που είπαμε προηγουμένως, δηλαδή το νέο τρόπο δομής και προσέγγισης της ύλης (προγράμματα διαδικασίας στην υποχρεωτική εκπαίδευση και εννοικεντρικά στο Λύκειο), αλλά με το πρόσχημα των νέων διδακτικών προσεγγίσεων (που όπως αναφέραμε υπήρχαν και στα προηγούμενα ΠΣ, π.χ. η διαθεματικότητα και η διεπιστημονικότητα), επιχειρήθηκε και αλλαγή ως προς το περιεχόμενο, τον χαρακτήρα και τον προσανατολισμό του ΜτΘ, γεγονός που αποτέλεσε και την θρυαλλίδα της, σφοδρής μερικές φορές, αντιπαράθεσης μεταξύ Εκκλησίας και Πολιτείας αλλά και στον θεολογικό κόσμο. 

Όλη η σχολική χρονιά (2016-2017) πέρασε με πολύ μεγάλες δυσκολίες, που είχαν να κάνουν κυρίως με την έλλειψη βιβλίων, υποδομών και επιμόρφωσης. Τον Σεπτέμβριο του 2016 η Πολιτεία αποφασίζει να εντάξει στην Εκπαίδευση αυτά τα νέα ΠΣ. Καταρτίστηκε, κατόπιν προκήρυξης, Μητρώο Επιμορφωτών το οποίο θα έπρεπε να έχει ολοκληρώσει την επιμόρφωση στα νέα ΠΣ τον Οκτώβριο – Νοέμβριο του 2016, αλλά δυστυχώς κατέληξε χωρίς καμία επιμόρφωση μέχρι τον Μάιο του 2017. Τελικά, αρχές Μαΐου 2017 έγινε μια 3ημερη επιμόρφωση όσων είχαν ενταχθεί στο Μητρώο Επιμορφωτών και των Σχολικών Συμβούλων Θεολόγων στην Αθήνα και τέλη Μαΐου με αρχές Ιουνίου, κατορθώθηκε και έγινε από το ΙΕΠ μια 10ωρη επιμόρφωση όλων των Θεολόγων στα νέα ΠΣ. 

Η έμφαση στα νέα ΠΣ, τα οποία είναι προγράμματα διαδικασίας και εννοιοκεντρικά, δίνεται κυρίως στην διδακτική προσέγγιση, ορίζοντας σε στήλες και γραμμές τους στόχους - προσδοκώμενα μαθησιακά αποτελέσματα, τις βασικές έννοιες, τις διάφορες δραστηριότητες. Ως προς το περιεχόμενο δε, το οποίο είχε προκαλέσει και τις μεγάλες αντιπαραθέσεις, μετά τον Οκτώβριο του 2016 και την σύσκεψη στο Μαξίμου του Πρωθυπουργού με τον Αρχιεπίσκοπο, ο οποίος είχε χαρακτηρίσει τα νέα ΠΣ «απαράδεκτα και επικίνδυνα», δρομολογήθηκε διάλογος, ο οποίος έχει καταλήξει στους Φακέλους με το προσωρινό υλικό για τον μαθητή φέτος, με προοπτική από τη επόμενη σχολική χρονιά να δρομολογηθεί, σε συμφωνία, η συγγραφή νέων βιβλίων. Διαβάσαμε όμως πως και για τη νέα σχολική χρονιά (2018-2019) δόθηκε εντολή στον Διόφαντο από το Υπουργείο Παιδείας να εκτυπώσει τους προσωρινούς Φακέλους με το ίδιο περιεχόμενο. Ανησυχούμε μήπως συμβεί και εδώ αυτό που πολλές φορές ομολογούμε στην Ελλάδα: «ουδέν μονιμότερον του προσωρινού». 

Όπως ήταν φυσικό, όσα παραπάνω αναφέραμε, δυσκόλεψαν πάρα πολύ τους θεολόγους. Συνάδελφοι που προσπάθησαν να εφαρμόσουν τα νέα ΠΣ τη χρονιά που πέρασε, αλλά και τη φετινή, μας μετέφεραν τους προβληματισμούς τους για τις επιπτώσεις αυτών στην μαθησιακή διαδικασία. Κατέληξαν σε πολύ ενδιαφέροντα συμπεράσματα και ως προς το περιεχόμενο και τον προσανατολισμό του ΜτΘ αλλά και ως προς τη δομή και τη διδακτική προσέγγιση των νέων ΠΣ, αναφέροντάς μας ουσιαστικά προβλήματα που αντιμετώπισαν στην διδακτική τους προσπάθεια:

1.       Η απουσία γραμμικής παρουσίασης της ύλης ως προς τα ιστορικά γεγονότα σε συνδυασμό με τα θρησκειολογικά παράλληλα, δεν τους βοήθησε καθόλου, αντίθετα τους δημιούργησε πολλά προβλήματα στη διαχείριση της ύλης, αφού τους ανάγκαζε πολλές φορές «να πάνε εμπρός - πίσω», όταν οι μαθητές τους ζητούσαν να πληροφορηθούν για ιστορικά γεγονότα ή πρόσωπα που αφορούσαν στις ενότητες που δίδασκαν (παράδειγμα στην Α΄ Γυμνασίου στα θρησκεύματα, για τον αρχαίο Ισραήλ, τον νέο Ισραήλ, την Έξοδο, το Πάσχα, την Ανάσταση, τους Προφήτες, τους Αποστόλους κ.λπ.). Η αφαίρεση της παρουσίασης, έστω και με συντομία, της ιστορίας της Αγίας Γραφής (Παλαιά και Καινή Διαθήκη) από το προσωρινό διδακτικό υλικό που έχουν στη διάθεσή τους και οι μαθητές στο Γυμνάσιο διά των Φακέλων, τους αφαίρεσε πολύ σημαντική ύλη από την επιστημονική τους εργαλειοθήκη και τους δυσκόλεψε πάρα πολύ. Το υλικό αυτό «κατέβηκε» στο Δημοτικό, Ε΄ και ΣΤ΄ τάξη, όπου όμως με ΦΕΚ μειώθηκαν οι ώρες διδασκαλίας των θρησκευτικών από 2 σε 1 ώρα. Βέβαια στο νέο ΦΕΚ αλλά και σε οδηγίες που έστειλε το Υπουργείο Παιδείας αναφέρεται: «5. Διδακτικές προσεγγίσεις και μαθησιακές διαδικασίες στο ΜτΘ 12. Δυνατότητα μερικής προσαρμογής και διαφοροποίησης των διδακτικών θεμάτων και περιεχομένων στο πλαίσιο του σχεδιασμού της διδασκαλίας από τον εκπαιδευτικό, ανάλογα με την ειδική θέση, την πολιτισμική ταυτότητα και τα ειδικά ενδιαφέροντα της μαθητικής κοινότητας με απώτερο στόχο την κοινωνική συνοχή του σχολικού περιβάλλοντος και κατ' επέκταση της ίδιας της κοινωνίας». Όμως αυτό, δηλαδή η μετακίνηση Θεματικών Ενοτήτων από το Δημοτικό στο Γυμνάσιο, στην διδακτική πράξη αποδείχτηκε πολύ δύσκολο στην εφαρμογή του, αφού για παράδειγμα θα έπρεπε να μοιραστούν πάλι πολλές φωτοτυπίες στους μαθητές η να υπάρχει δυνατότητα χρήσης αίθουσας – εργαστηρίου για προβολή του υλικού κ.λπ.
2.       Διαπιστώθηκε μεγάλη αντίφαση στην ουσιαστικά μη δομημένη και αρκετά ελεύθερη αντιμετώπιση της γνώσης, η οποία όμως ζητείται με πολύ δομημένο και συγκεκριμένο τρόπο στην αξιολόγηση και στις εξετάσεις, όπως μπορεί να διαπιστώσει κανείς από τα ΦΕΚ των Προγραμμάτων Σπουδών με τις στήλες με τα Προσδοκώμενα Μαθησιακά Αποτελέσματα, τις Βασικές Έννοιες-Θέματα και τις διάφορες Δραστηριότητες αλλά και την Αξιολόγηση. Φορτώθηκαν οι θεολόγοι στην πλάτη τους ένα βάρος να στηρίζουν ένα μάθημα άνευρο, άτονο και αποχρωματισμένο, πέρυσι χωρίς καμία ουσιαστική υποστήριξη από την Πολιτεία, φέτος με μη ουσιαστική και βεβιασμένη επιμόρφωση, υποψιαζόμενοι πολλοί πως ο σχεδιασμός ή μάλλον ο μη σχεδιασμός της ύλης σε κάθε τάξη αυτό εξυπηρετούσε από την αρχή.
3.       Η ιδιαίτερη έμφαση και η αυστηρή τήρηση ή προσκόλληση στο προτεινόμενο πρόγραμμα διαδικασίας στο Γυμνάσιο θεώρησαν πως τους οδήγησε, χωρίς να το καταλάβουν, σε έναν διδακτικισμό, αφού στο τέλος της χρονιάς έμειναν έκπληκτοι από το αρνητικό αποτέλεσμα της αξιολόγησης που έκαναν και ως προς τους μαθητές αλλά και της προσωπικής αυτοαξιολόγησης. Διαπίστωσαν πως οι μαθητές τους είχαν ουσιαστικές ελλείψεις σε βασικά θέματα. Θεώρησαν πως χάριν της διαδικασίας χάθηκε η ουσία, αφού οι πάρα πολλές προτεινόμενες διδακτικές τεχνικές και προσεγγίσεις που επιχείρησαν, κάποιες φορές διαπίστωσαν πως τους οδήγησαν να επικεντρωθούν σε επουσιώδη ή δευτερεύοντα θέματα και να αφήσουν τις κεντρικές, κατ’ αυτούς, έννοιες και πρόσωπα σε δεύτερη μοίρα (αναφέρουμε για παράδειγμα την προσέγγιση με την τεχνική της ανακριτικής καρέκλας της Παραβολής του Καλού Σαμαρείτη με έμφαση στον Ιουδαίο ιερέα αντί στον Σαμαρείτη - Χριστό). 
4.       Η δύσκολη γλώσσα, οι πυκνές και δυσνόητες θεολογικές έννοιες που συμπεριλήφθηκαν στο νέο υλικό, ειδικά στο Γυμνάσιο που μεταφέρθηκε ύλη του Λυκείου και οι οποίες συσσωρεύονται ανοργάνωτα,  συνδυαζόμενες με γνώσεις και έννοιες άτακτα δομημένες από διάφορους θρησκευτικούς χώρους, τους δημιούργησαν πολλά και σοβαρά προβλήματα. Χρειαζόταν να αφιερώσουν πολύ χρόνο να ψάξουν, να ερμηνεύσουν και να εξηγήσουν έννοιες θρησκειολογικές. Το συμπέρασμά τους είναι πως δεν βοηθά καθόλου αυτή η δομή της ύλης να αποκτήσουν στέρεα και ουσιαστική γνώση οι μαθητές πρωτίστως για την γηγενή θρησκεία, την Ορθοδοξία, όπως και το νέο ΠΣ αναφέρει. 
5.       Με τον τρόπο που είναι δομημένα τα νέα ΠΣ και το συγκεκριμένο περιεχόμενο, θέτουν σε αμφισβήτηση την γηγενή κουλτούρα και θρησκεία και δεν αποκτούν οι μαθητές τις απαραίτητες εκείνες γνώσεις και στάσεις ζωής, τον θρησκευτικό εγγραματισμό, εκείνον που και το ίδιο το νέο ΠΣ ευαγγελίζεται. Δια του θρησκευτικού συγκρητισμού και μάλιστα «εξ απαλών ονύχων», δημιουργείται σύγχυση στους μαθητές και επέρχεται ένας θρησκειολογικός σχετικισμός, ιδιαίτερα δια των θρησκειολογικών παραλλήλων και τον τρόπο που αυτά εντάσσονται και δομούν το νέο περιεχόμενο. Πέρα απ’  αυτό, η μεγάλη έμφαση των νέων ΠΣ σε σπουδαία κοινωνιολογικά θέματα – έννοιες στο Λύκειο αλλά και στο Γυμνάσιο, που όμως προσεγγίζονται με μια διαθρησκειακή οπτική και μια εκκοσμικευμένη ματιά, δίνει πολλές φορές την εντύπωση πως μετατρέπεται το ΜτΘ σε μάθημα Φιλοσοφίας και Κοινωνιολογίας της Θρησκείας. Αυτού του τύπου η προσέγγιση ενέχει τον κίνδυνο να κυριαρχηθούν οι μαθητές από έναν κοσμικό, άχρωμο και ανούσιο συναισθηματισμό, μια αόριστη αγαπολογία και ειρηνοφιλία που είναι πιθανόν να επιτρέψει να εμφιλοχωρήσουν, κάποια στιγμή αργότερα στη ζωή τους, άλλες αντιλήψεις και υποκατάστατα στις υπαρξιακές και μεταφυσικές τους αναζητήσεις, με ότι αυτό μπορεί να σημαίνει, αφού θα τους λείπουν τα απαραίτητα εκείνα κριτήρια - «φίλτρα» για να αξιολογήσουν και να υιοθετήσουν ή να απορρίψουν. Ενώ θα μπορούσαν, διά  της Ορθόδοξης χριστιανικής αγωγής, οι μαθητές να αποκτούν στέρεες και δοκιμασμένες στο χρόνο γνώσεις και να διαμορφώνουν στάσεις ζωής, αφού ήδη προσεγγίζουν τις αλήθειες της ζωής και με βιωματικό και εποπτικό τρόπο στην καθημερινότητά τους με την συμμετοχή τους και τελικά μετοχή τους στα διάφορα εορταστικά και άλλα εκκλησιαστικά - λατρευτικά δρώμενα. Αναφέρουμε για παράδειγμα την καλλιέργεια του σεβασμού στον άλλο, τον ξένο, την ετερότητα διά της διδασκαλίας της Παραβολής του Καλού Σαμαρείτη ή δια της συμμετοχής στην περιφορά του Επιταφίου την Μεγάλη Παρασκευή και το υπέροχο εκείνο τροπάριο «Δος μοι τούτον τον ξένον …». Η απόκτηση ουσιωδών γνώσεων και στάσεων ζωής από πραγματικό υπαρξιακό γεγονός, ενταγμένο στον συγκεκριμένο τόπο και χρόνο, με το νέο ΠΣ απονευρώνεται και καταντά, μέσω και των νομοθετημάτων που προαναφέραμε, μια νοησιαρχία, ένα ιδεολόγημα. Μια στείρα ιδεολογία που δεν μιλά στην ψυχή και την καρδιά των μαθητών και δεν θα τους επιτρέψει αργότερα στη ζωή τους, εάν το θελήσουν και όταν αυτοί το επιλέξουν, να αισθανθούν πως είναι ενταγμένα και ενσωματωμένα, ενεργά και δρώντα μέλη στο Σώμα του Χριστού - την Εκκλησία, που θα πορεύονται στον ιστορικό χρόνο μαζί της με πίστη, χαρά και ελπίδα προς την αιωνιότητα, τα έσχατα. Αυτό θα είναι το πιο τραγικό αποτέλεσμα.

Συμπερασματικά

Όσα δρομολογήθηκαν την περασμένη σχολική χρονιά για το ΜτΘ αφορούν και επεκτείνονται και στη φετινή χρονιά. Όλες αυτές οι βεβιασμένες και χωρίς μελέτη νομοθετικές παρεμβάσεις είχαν ουσιαστικές αρνητικές επιπτώσεις στην μαθησιακή διαδικασία. Από την άλλη δικαιολογημένα κάνουν καχύποπτους τους εκπαιδευτικούς ότι γίνονται για την διαχείριση – μείωση του διδακτικού προσωπικού (π.χ. η μείωση των ωρών διδασκαλίας μαθημάτων, οι β΄ και γ΄ αναθέσεις μαθημάτων κ.λπ.) αλλά και πως τίθενται σε αμφισβήτηση, γεγονός πολύ αρνητικό για τους ίδιους, στη μαθησιακή διαδικασία και την αγωγή των μαθητών, η επιστημονική τους επάρκεια, η διδακτική τους ικανότητα και η παιδαγωγική τους συγκρότηση. 
Αποτελούν χαρακτηριστική περίπτωση όλα αυτά, αντίφασης ή στρέβλωσης θεωρίας και πράξης (νομοθέτησης και εφαρμογής) και επιβεβαιώνουν πλήρως το πώς οι βεβιασμένες και χωρίς μελέτη νομοθετικές παρεμβάσεις και ο διοικητισμός μετουσιώνεται και οδηγεί σε έναν ανούσιο και στείρο διδακτικισμό, με σοβαρότατες αρνητικές επιπτώσεις στην μαθησιακή διαδικασία. Επιπρόσθετα, καθιστούν σε πολύ μεγάλο βαθμό, ατελέσφορη και αναποτελεσματική οποιαδήποτε προσπάθεια εισαγωγής καινοτομιών στην εκπαίδευση, αφού τις υπονομεύουν ήδη ευθύς εξ αρχής. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου