Του Μιχάλη Ρέττου*
Η επαναστατική απόπειρα του Ρήγα Βελεστινλή αποτελεί, ουσιαστικά, παράγωγο της επέκτασης του σεναρίου της γαλλικής επανάστασης στην υπόλοιπη Ευρώπη και των προσδοκιών απελευθέρωσης που αυτή δημιούργησε σε αρκετά ελληνικά στρώματα, ιδιαίτερα μετά την κατάληψη των Επτανήσων από τον Ναπολέοντα (1797) και την εκστρατεία του τελευταίου στην οθωμανική Αίγυπτο (1798-1800). Από το μέτωπο της Επτανήσου τα επαναστατικά μηνύματα μεταφέρονταν στον νησιώτικο χώρο του αρχιπελάγους και στον ηπειρωτικό βαλκανικό χώρο.[1] Το 1797 εμφανίστηκαν στη Μάνη, οι Stephanopoli -Γάλλοι υπήκοοι με καταγωγή από τη Μάνη που δρούσαν για λογαριασμό του Ναπολέοντα- για να προετοιμάσουν ένοπλη εξέγερση εναντίων των Τούρκων, με την παρουσία και άλλων Ελλήνων από την Αθήνα, τη Μακεδονία, την Ήπειρο και την Κρήτη.[2] Τα στρατηγικά κίνητρα της γαλλικής αυτοκρατορικής επέκτασης συνέπεσαν με τις βλέψεις ορισμένων στρωμάτων της ελληνικής κοινωνίας και συνέβαλαν στη σφυρηλάτηση μίας επαναστατικής νοοτροπίας.
Μάλιστα, υπήρξαν Έλληνες που κατατάχθηκαν στις στρατιές του Ναπολέοντα, ιδίως κατά την εκστρατεία του στην Αίγυπτο υπό τον συνταγματάρχη Νικόλαο Παπάζογλου.[3] Σε αυτό το πλαίσιο, ο Αδαμάντιος Κοραής γράφει το Άσμα Πολεμιστήριον των εν Αιγύπτω περί ελευθερίας μαχόμενων Γραικών (1800) και το Σάλπισμα πολεμιστήριον (1801), στα οποία εκφράζει τις προσδοκίες των Ελλήνων για απελευθέρωση με τη συνδρομή των δημοκρατικών Γάλλων που βρίσκονταν στον οθωμανικό χώρο[4]. Ο Κοραής ήταν επηρεασμένος από την, διαδεδομένη εκείνον τον καιρό, πεποίθηση, ότι οι Γάλλοι είχαν σκοπό να μεταβάλλουν όλη την Ευρώπη σε δημοκρατίες.[5] Τα επόμενα χρόνια, όμως, θα απογοητευτεί και θα εκφράσει αρνητικές κριτικές για τη ναπολεόντεια διακυβέρνηση και την τυραννική εκτροπή της γαλλικής επανάστασης. Ο βαλκανικός κόσμος, ωστόσο, γνώρισε το γεγονός της γαλλικής επανάστασης μέσω της ναπολεόντειας αυτοκρατορικής επέκτασης και, σε μεγάλο βαθμό, είχε ταυτίσει τις δύο αυτές περιόδους. Για πολλούς οι στρατιές του Βοναπάρτη εξακολουθούσαν,μέχρι και την τελική συντριβή τους, να γκρεμίζουν τους θρόνους των τυράννων, την ίδια στιγμή που επεξεργασμένες ιδεολογικά φιλελεύθερες φωνές, όπως αυτή του Κοραή ή του συγγραφέα της Ελληνικής Νομαρχίας, εξεγείρονταν από την εγκατάλειψη των δημοκρατικών αρχών της επανάστασης.[6]
Σημαντικό είναι να τονιστεί ότι ο Κοραής και άλλοι φιλελεύθεροι λόγιοι που βίωσαν στο Παρίσι τη γαλλική επανάσταση, όπως ο Δανιήλ Φιλιππίδης, είχαν ήδη εκφράσει την αντίθεσή τους στη ριζοσπαστική ιακωβίνικη «εκτροπή» της περιόδου 1792-1794.[7] Παράλληλα, παλαιότεροι ηγέτες του ελληνικού διαφωτισμού, όπως ο Ευγένιος Βούλγαρης (1716-1806), στράφηκαν, ιδιαίτερα μετά τη βασιλοκτονία του 1793, κατά της γαλλικής επανάστασης[8]. Αρνητικές κριτικές για την μεταβολή των πολιτικών πραγμάτων στη Γαλλία σημείωσαν, επίσης, αρκετοί Έλληνες λόγιοι, όπως ο Κωνσταντίνος Κομμητάς (1770-1830), ο Κωνσταντίνος Οικονόμος ο εξ Οικονόμων (1780-1857) και ο Κωνσταντίνος Κούμας (1777-1836).[9] Ανάλογη ήταν η αντίδραση των φαναριώτικων κύκλων, οι οποίοι, κατά τα προηγούμενα χρόνια, είχαν προωθήσει ιδέες πολιτισμικής αλλαγής και πνευματικού εκσυγχρονισμού. Εκπρόσωπος αυτής της τάσης υπήρξε ο Δημήτριος Καταρτζής, ο οποίος οπισθοχώρησε και οριοθέτησε τα ανοίγματά του στον Διαφωτισμό, αντιτιθέμενος στα πιο ριζοσπαστικά του αιτήματα.[10] Επιπλέον, σε ένα παρόμοιο πλαίσιο μπορεί να ενταχθεί και η στάση του Παναγιώτη Κοδρικά, ο οποίος υπερασπιζόμενος την «επίσημη γλώσσα» του πατριαρχείου και των φαναριώτικων αυλών -κατά την περίοδο 1816-1821- απέναντι στην κοραϊκή καθαρεύουσα[11], ουσιαστικά αντιπροσώπευε μία πολιτική πρόταση που αντιστρατευόταν ριζοσπαστικές εκδοχές αντίθετες στις γνήσιες παραδόσεις του Ορθόδοξου Ελληνισμού.[12]
Η σφοδρότερη, όμως, αντίδραση στη γαλλική επανάσταση προήλθε από τους κύκλους του πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως, με αποκορύφωμα τη στιγμή που οι γαλλικές δυνάμεις έφταναν στα οθωμανικά εδάφη, η οποία συνέπεσε με την σύλληψη του Ρήγα και των συντρόφων του και την ανακάλυψη των φυλλαδίων και των προκηρύξεών του. Σε αυτό το ιδεολογικό σύμπαν, του λεγόμενου «αντιδιαφωτισμού», αναπτύχθηκαν θέσεις που υπεράσπιζαν το οθωμανικό status quo και το modus vivendi της συνύπαρξης της ορθόδοξης κοινότητας με την οθωμανική εξουσία. Το 1798 ο Γρηγόριος Ε΄ καταδίκασε το σχέδιο του Ρήγα ως «πλήρες σαθρότητος εκ των θολερών αυτού εννοιών, τοις δόγμασι της ορθοδόξου ημών πίστεως εναντιούμενον», ενώ η Πατρική Διδασκαλία, που εκδόθηκε τον ίδιο χρόνο από το πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως, υπεράσπιζε την οθωμανική νομιμότητα απέναντι στη ναπολεόντεια απειλή.[13] Στο ίδιο μήκος κύματος κινούνται οι απόψεις συντηρητικών λογίων του ευρύτερου κύκλου του πατριαρχείου, όπως αυτές του Αθανασίου Παρίου[14] ή του ιατρού και λογοτέχνη από την Κοζάνη, Μιχαήλ Περδικάρη.[15] Οι αντεπαναστατικές αυτές εκκλήσεις, στα τέλη του 18ου και στα πρώτα χρόνια του 19ου αιώνα, είχαν ισχυρότερα ερείσματα από τις δυνάμεις που εξέφρασαν τον διαφωτισμό ως κίνημα διανοητικής αλλαγής με πολιτικό του σενάριο τη γαλλική επανάσταση.[16]
Ο William Leak, Βρετανός στρατιωτικός, διπλωμάτης και περιηγητής, περιγράφοντας τις ιδεολογικές διαμάχες της εποχής, ανέφερε ότι οι Έλληνες ήταν χωρισμένοι σε δύο παρατάξεις: στη μία βρίσκονταν οι «επαναστάτες» που ήθελαν να ακολουθήσουν τα βήματα της γαλλικής επανάστασης και στην άλλη η εκκλησία και τα πρόσωπα που κατείχαν διοικητικές θέσεις στην οθωμανική αυτοκρατορία.[17] Ανάλογη κοινωνιολογική πραγματικότητα αναδεικνύει και η του Ανωνύμου του Έλληνος «Ελληνική Νομαρχία» (1806), λόγιο πολιτικό δοκίμιο αφιερωμένο στον Ρήγα, η οποία προωθώντας τις επαναστατικές και φιλελεύθερες ιδέες ενός μη μοναρχικού πολιτεύματος ισότητας και νομοκρατίας, κηρύσσει «συνεργούς της τυραννίας» τον κλήρο, τους προύχοντες και τους φαναριώτες.[18]
Αυτό που θα υποστηριχθεί, με βάση τα παραπάνω στοιχεία, είναι ότι η φιλελεύθερη κριτική στη γαλλική επανάσταση, η αντίθεση εκπροσώπων του ελληνικού διαφωτισμού και του φαναριώτικου κόσμου στις κοινωνικά ανατρεπτικές εκδοχές του διαφωτισμού και η ακόμα ισχυρότερη αντίθεση που εξέφρασαν οι συντηρητικοί κύκλοι γύρω από το οικουμενικό πατριαρχείο, διαμόρφωσαν εν πολλοίς τα όρια του ελληνικού σεναρίου επανάστασης. Αυτό δεν σημαίνει ότι οι παραπάνω ομάδες, στο σύνολό τους, θα ήταν απαραίτητα απέναντι στην όποια προσπάθεια μελλοντικής αποκατάστασης του γένους· αλλά ότι με τη στάση τους απέναντι στο θεμελιώδες γεγονός της γαλλικής επανάστασης, το οποίο αποτέλεσε τον κύριο δίαυλο της μετάδοσης των επαναστατικών ιδεών στον ελληνικό χώρο, συνέβαλαν στη χάραξη των ορίων ιδεολογικής ριζοσπαστικοποίησης που θα ελάμβανε ένα τέτοιο εγχείρημα. Σε αυτή την οριοθέτηση συνέβαλε, επίσης, αποφασιστικά η τελική έκβαση των ναπολεόντειων πολέμων και η επικράτηση των δυνάμεων της παλινόρθωσης μετά το 1814. Έτσι, έννοιες όπως ο «ιακωβινισμός» ή ο «καρμποναρισμός», που σηματοδοτούσαν έναν ριζικό κοινωνικό μετασχηματισμό, τίθενται εκτός του ορίου νομιμοποίησης του όποιου εγχειρήματος, γι’ αυτό και χρησιμοποιούνται ως παραδείγματα προς αποφυγή κατά τη διάρκεια του Αγώνα του 1821.
Παράλληλα, οι μυστικές οργανώσεις και εταιρείες, που έδρασαν στην Ευρώπη την ίδια περίοδο, αποτέλεσαν τους φορείς της ενσωμάτωσης και τροποποίησης της επαναστατικής δράσης, με βάση τα δεδομένα της ήττας του ριζοσπαστισμού στην ευρωπαϊκή ήπειρο, αφενός υπό το πέλμα της Ναπολεόντειας δικτατορίας και αφετέρου εξαιτίας της ασφυκτικής συμπίεσης από τους πλοκάμους της νομιμόφρονος απολυταρχίας, πριν και μετά το 1815.[19] Η δράση της Φιλικής Εταιρείας -η οποία αποτέλεσε την τελική απόληξη των διεργασιών και των ζυμώσεων που ξεκίνησαν από άλλες οργανώσεις, όπως το Ελληνόγλωσσο Ξενοδοχείο και η Φιλόμουσος Εταιρεία[20]-, στην ελληνική περίπτωση, μπορεί να ιδωθεί μέσα στα προαναφερθέντα συμφραζόμενα. Σε αντίθεση με την αρχική φάση του ριζοσπαστικού επαναστατικού σεναρίου, έτσι όπως εκφράστηκε από τον Ρήγα και τον συγγραφέα της Νομαρχίας στη συνέχεια -όπου η απελευθέρωση από τον οθωμανικό ζυγό παρέμεινε προγραμματικά συνδεδεμένη με την προοπτική της ριζικής κοινωνικής αναμόρφωσης-, η δράση των μυστικών εταιρειών εισάγει μία νέα ιεράρχηση, όπου η εθνική αποκατάσταση τίθεται σε προτεραιότητα έναντι μίας ριζοσπαστικής πολιτικής και κοινωνικής συγκρότησης.[21] Αυτή η προτεραιότητα είναι έκδηλη στη δράση και την προετοιμασία της ελληνικής επανάστασης από τη Φιλική Εταιρεία.
[1] Βλ. Πασχάλης Κιτρομηλίδης, Η Γαλλική Επανάσταση Και η Νοτιοανατολική Ευρώπη (Αθήνα: Πορεία, 2000), 33–40.
[2]Οι επαναστατικές ζυμώσεις στην περιοχή λύθηκαν με παρέμβαση του επισκόπου Τρίκκης το 1798. Βλ. στο ίδιο, 38-39.
[3] Στο ίδιο, 44.
[4] Κ.Θ. Δημαράς, Νεοελληνικός Διαφωτισμός (Αθήνα: Ερμής, 2009), 336.
[5] Κιτρομηλίδης, Η Γαλλική Επανάσταση Και η Νοτιοανατολική Ευρώπη, ό.π., 96
[6] Στο ίδιο, 43.
[7] Για την φιλελεύθερη κριτική στη γαλλική επανάσταση βλ. στο ίδιο, 73-108.
[8] Στο ίδιο, 60.
[9] Δημήτριος Παντελοδήμος, Απηχήσεις Της Γαλλικής Επανάστασης Στον Ελληνικό Χώρο Κατά Το ΙΘ΄ Αιώνα (Αθήνα: Συμμετρία, 1993), 14–15.
[10] Πασχάλης Κιτρομηλίδης, Νεοελληνικός Διαφωτισμός (Αθήνα: ΜΙΕΤ, 2009), 444.
[11]Βλ. Παναγιώτης Κοδρικάς, Μελέτη Της Κοινής Ελληνικής Διαλέκτου, τ. Α΄ (Παρίσι: Τυπογραφείο Εβεράρτου, 1818).
[12] Κιτρομηλίδης, Νεοελληνικός Διαφωτισμός, ό.π., 445.
[13] Κιτρομηλίδης, Η Γαλλική Επανάσταση Και η Νοτιοανατολική Ευρώπη, ό.π., 61.
[14] Στο ίδιο, 61-62.
[15] Βλ. Καραμπελόπουλος, Ρήγας Βελεστινλής Και Το Στρατηγικό Σχέδιο Της Επανάστασής Του, ό.π., 99-100.
[16] Κιτρομηλίδης, Η Γαλλική Επανάσταση Και η Νοτιοανατολική Ευρώπη, ό.π., 65.
[17] William-Martin Leake, Researches in Greece (Λονδίνο: John Booth, Duke Street, Portland Place, 1814), 192–93.
[18] Πασχάλης Κιτρομηλίδης, “Η Πολιτική Σκέψη Του Νεοελληνικού Διαφωτισμού,” σε Ιστορία Του Νέου Ελληνισμού 1770-2000, τ. Β΄ (Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα, 2003), 31–34.
[19] Βλ. Κιτρομηλίδης, Η Γαλλική Επανάσταση Και η Νοτιοανατολική Ευρώπη, ό.π., 134.
[20] Βλ στο ίδιο, 134.
[21] Στο ίδιο, 134-35.
*Ο Μιχάλης Ρέττος είναι εκπαιδευτικός, απόφοιτος κλασικής φιλολογίας (ΕΚΠΑ) και εξειδικεύεται στο ΠΜΣ Νεότερης και Σύγχρονης Ιστορίας του τμήματος Ιστορίας & Αρχαιολογίας του ΕΚΠΑ.
https://www.antibaro.gr/article/29528
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου