Τετάρτη 26 Απριλίου 2023

Η αγία Ματρώνα (Νικόνοβα) η εν Μόσχα

Από τον Συναξαριστή 

Η αγία Ματρώνα γεννήθηκε το 1881 στους κόλπους μιας πτωχής οικογενείας στο χωριό Σεμπίνο-Επιφάνσκαγια (σημ. Κιμόφσκι) στην περιοχή της Τούλα, λίγα χιλιόμετρα μακριά από το πεδίο της περίφημης μάχης του Κουλίκοβο. Εκ γενετής τυφλή, με οφθαλμούς που δεν είχαν κόρη, υπέμεινε με ταπείνωση και καρτερία την αναπηρία αυτή και σε ανταμοιβή ο Κύριος την κατέστησε σκεύος εκλογής της χάριτος. Την ώρα της βάπτισής της, ο ιερέας είδε να εμφανίζεται πάνω από το βρέφος μία ελαφρά νεφέλη που ανέδιδε γλυκειά ευωδία, σημείο της εύνοιας του Θεού.

Σε ηλικία έξι ή επτά ετών εκδήλωσε εξαιρετικό διορατικό χάρισμα: διέκρινε τις ασθένειες της ψυχής και του σώματος των πολυάριθμων επισκεπτών της, τους φανέρωνε τα κρυφά αμαρτήματα και τα προβλήματά τους και τους θεράπευε προσευχόμενη ή τους έδινε σοφές συμβουλές.

Σε ηλικία δεκατεσσάρων ετών, επισκέφθηκε τα μεγάλα προσκυνήματα της Ρωσίας, συνοδευόμενη από μια ευλαβή ευεργέτισσα. Όταν έφθασαν στην Κρονστάνδη για να λάβουν την ευλογία του αγίου Ιωάννη [20 Δεκ.], κι ενώ είχαν χαθεί μέσα στο πλήθος, ο άγιος ξαφνικά φώναξε: «Ματρώνα, πλησίασε!» και πρόσθεσε: «Θα με διαδεχθεί και θα καταστεί ο όγδοος πυλώνας της Ρωσίας». Την ώρα εκείνη κανείς δεν κατάλαβε το νόημα της προφητείας.



Όταν έφθασε σε ηλικία δεκαεπτά ετών, η Ματρώνα προσεβλήθη από παραλυσία και έπαψε να περπατά. Γνωρίζοντας ότι αυτό ήταν θέλημα Θεού, ποτέ δεν παραπονέθηκε και πάντα ευχαριστούσε τον Κύριο. Καθ’ όλο τον υπόλοιπο βίο της, επί περισσότερα από πενήντα χρόνια, ζούσε σ’ ένα δωμάτιο γεμάτο εικόνες, καθισμένη οκλαδόν στο κρεβάτι της, με πρόσωπο φωτεινό και φωνή γαλήνια, και δεχόταν όλους όσοι την επισκέπτονταν για να λάβουν δια μέσου της ουράνια παρηγορία. Προανήγγειλε τις μεγάλες συμφορές που θα έπλητταν την πατρίδα της μετά την επανάσταση των μπολσεβίκων (1917) και έκανε χρήση του διορατικού της χαρίσματος για να υπηρετεί τον λαό του Θεού. Κάποιοι επισκέπτες την λυπόντουσαν για την αναπηρία της, αλλά εκείνη τους απαντούσε: «Μία ημέρα ο Θεός άνοιξε τους οφθαλμούς μου και είδα το φως του ηλίου και των άστρων και όλα όσα υπάρχουν στον κόσμο: δάση, ποτάμια, θάλασσες κι ολόκληρη την πλάση…».

Το 1925 έφυγε από την γενέτειρά της και εγκαταστάθηκε στην Μόσχα, και μετά τον θάνατο της μητέρας της, το 1945, άλλαζε συχνά διαμονή και την περιέθαλπαν κρυφά οι πιστοί, γιατί οι κομμουνιστές, φοβούμενοι την επιρροή της στον λαό, επεδίωκαν να την συλλάβουν. Κάθε φορά όμως ειδοποιείτο θαυματουργικά, και όταν έφθανε η αστυνομία διαπίστωνε ότι η Ματρώνα είχε μετακομίσει μόλις μία ή δύο ώρες νωρίτερα. Μία ημέρα παρουσιάστηκε ένας αστυνομικός για να την συλλάβει· η αγία τον συμβούλεψε να επιστρέψει στο σπίτι του το ταχύτερο δυνατόν, και του υποσχέθηκε ότι δεν θα επιχειρούσε να διαφύγει. Όταν ο αστυνομικός έφθασε στην κατοικία του, βρήκε την γυναίκα του να καίγεται και μόλις πρόλαβε να την μεταφέρει στο νοσοκομείο.



Στο κρεβάτι του πόνου η Ματρώνα ζούσε ασκητικά· νήστευε διαρκώς, κοιμόταν λίγο στηρίζοντας το κεφάλι στην γροθιά της και το μέτωπό της είχε βαθουλώσει από τις αναρίθμητες φορές που έκανε το σημείο του Σταυρού. Όχι μόνο οι κάτοικοι της Μόσχας, αλλά και πιστοί που έρχονταν από μακριά, προσέτρεχαν στην Ματρώνα, για να προσευχηθεί υπέρ αυτών ή για να λάβουν τις συμβουλές της, ώστε η θεοφόρος γυνή κατέστη πραγματικό στήριγμα του χειμαζομένου λαού, ιδίως κατά την διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Ο κόσμος πήγαινε ζητώντας να μάθει για τους συγγενείς τους που πολεμούσαν και η Ματρώνα άλλους διαβεβαίωνε ότι οι δικοί τους ζουν, ενώ σε άλλους έλεγε να τελέσουν μνημόσυνο.

Σε άλλους μιλούσε με τρόπο ευθύ και σε άλλους με παραβολές, στοχεύοντας στην ψυχική τους ωφέλεια και συμβουλεύοντάς τους να τηρούν τους ιερούς Κανόνες της Εκκλησίας, να τελούν θρησκευτικό γάμο, να εξομολογούνται και να μεταλαμβάνουν.

Όταν της έφερναν αρρώστους ή δαιμονισμένους, η Ματρώνα έθετε τα χέρια της στην κεφαλή τους, έλεγε κάποιες προσευχές ή εκδίωκε με αυθεντία το δαιμόνιο, επιμένοντας πάντοτε ότι η ίδια δεν έκανε τίποτε και ότι απλώς ενεργούσε δι’ αυτής ο Θεός και παρείχε την ίαση.

Όταν την ρωτούσαν τον λόγο για τους διωγμούς που ενέσκηψαν κατά της Εκκλησίας, απαντούσε ότι ήταν εξαιτίας των αμαρτιών και της ολιγοπιστίας των χριστιανών. «Όλοι οι λαοί που απομακρύνθηκαν από τον Θεό εξαφανίστηκαν από προσώπου της γης», έλεγε. «Χαλεποί καιροί μάς επιφυλάσσονται, αλλά εμείς οι χριστιανοί πρέπει να διαλέξουμε τον Σταυρό. Ο Χριστός μας έβαλε στο έλκηθρό Του και μας πάει όπου Εκείνος βούλεται».



Προανήγγειλε την ημέρα της εκδημίας της, έδωσε οδηγίες για την κηδεία της και πριν αναπαυθεί εν Κυρίω, στις 2 Μαΐου 1952 (19 Απριλίου σύμφωνα με το παλαιό ημερολόγιο), φώναξε: «Να έρχεστε όλοι κοντά μου και να μου λέτε τις θλίψεις σας, σαν να ήμουν ζωντανή! Εγώ θα σας βλέπω, θα σας ακούω και θα έρχομαι σε βοήθειά σας».

Πράγματι τα θαύματα πολλαπλασιάστηκαν στον τάφο της, και μετά την ανακομιδή των λειψάνων της και την κατάθεσή τους στην γυναικεία Μονή της Αγίας Σκέπης (13 Μαρτίου 1998), οι πιστοί που κατά χιλιάδες συρρέουν για να προσκυνήσουν την νέα πολιούχο της Μόσχας απευθύνονται στην εικόνα της και της λένε τα προβλήματά τους σαν να ήταν η αγία ζωντανή ανάμεσά τους.



Από το βιβλίο: Νέος Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας, υπό Ιερομονάχου Μακαρίου Σιμωνοπετρίτου. Τόμος όγδοος, Απρίλιος. Ίνδικτος, Αθήναι 2007.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου