Τρίτη 14 Οκτωβρίου 2025

Η αίρεση της «Νεορθοδοξίας»

«…στον θεολογικό ορίζοντα του ακαδημαϊκού χώρου από τις αρχές της δεκαετίας του 1970, ξεπροβάλλει το ιδιόμορφο αιρετικό κίνημα εκπροτεσταντισμού της Ορθοδοξίας, στην χυδαιότερη μορφή του»

Βαγγέλης Καζιάκος

Η εποχή μας διακρίνεται για την πνευματική σύγχυση, τον δαιμονικό οίστρο της αμαρτίας και της ασχημοσύνης, σε κάθε έκφανση της ζωής μας. Καθημερινά η ανθρωπότητα χειμάζεται, σε ατομικό και συλλογικό επίπεδο, από ποικίλες δυσκολίες, προβλήματα και αδιέξοδα. Η πολιτική διαφθορά, η έκπτωση των ηθών και η σχετικοκρατία επικρατούν και, πέραν όλων αυτών, ενέσκηψε και η θανατηφόρος πανδημία του κορωνοϊού, που, στην πνευματική της διάσταση, αποτελεί παιδαγωγική τιμωρία του Θεού, δια τας πολλάς αμαρτίας ημών, προς μετάνοιαν.

Το σημερινό μοντέλο και πρότυπο της Νέας Εποχής, του τεχνοκρατικού ανθρωποειδούς, οδηγεί στην πλήρη νέκρωση των πνευματικών αντανακλαστικών.

Η παγκοσμιοποίηση, ως χοάνη εκμηδένισης της πολιτιστικής ταυτότητος, ο οικουμενισμός, ως θρησκευτικός συγκρητισμός, η αναίδεια της ξετσίπωτης κουλτούρας του μεταμοντερνισμού και η ακόρεστη δίψα για ικανοποίηση του υλιστικού ευδαιμονισμού, αποτελούν στοιχεία της κατάντιας τόσο των Ελλήνων, όσο και της λοιπής ανθρωπότητας, που καμαρώνει – αν μή τι άλλο – για τις επιστημονικές της κατακτήσεις και συνάμα για την “τεχνοτροπία» απόκτησης “πάσης ηδονής”.

Μέσα σε όλα αυτά, στον θεολογικό ορίζοντα του ακαδημαϊκού χώρου από τις αρχές της δεκαετίας του 1970, ξεπροβάλλει το ιδιόμορφο αιρετικό κίνημα εκπροτεσταντισμού της Ορθοδοξίας, στην χυδαιότερη μορφή του, η λεγόμενη “Νεορθοδοξία” (ή “Νεο-ορθοδοξία”).

Κύριος θεωρητικός και συστηματικός εισηγητής, πατριάρχης και εκπρόσωπός της, ο γνωστός καθηγητής φιλοσοφίας, κ. Χρήστος Γιανναράς. Μέσα στην θεολογικο-φιλοσοφική του σκέψη, που έχει επηρεαστεί από διάφορα κινήματα σκέψης της Δύσεως, όπως η μεταφυσική θεώρηση του Χάιντεγκερ, ο περσοναλισμός, η βουλησιοκρατία, ο θεολογικός λιμπεραλισμός και η μανιώδης ρητορική περί έρωτος, γνήσια επιρροή από τους ρομαντικούς, ο καθηγητής Γιανναράς αναμειγνύει τεχνηέντως την αλήθεια με το ψεύδος, το ατόφιο με το κίβδηλο, την αίρεση με την Ορθοδοξία, προσπαθώντας όλα αυτά να τα κατοχυρώσει στην πατερική σκέψη.

Συνδράμει έτσι η αίρεση αυτή, στην αλλοίωση της ηθικο-πνευματικής διδασκαλίας της Ορθοδόξου Εκκλησίας, στην έκπτωση του ορθόδοξου φρονήματος των πιστών και στην εδραίωση του “μυστηρίου της ανομίας”, το οποίο διενεργεί ο αρχέκακος όφις, μετασχηματιζόμενος σε Εωσφόρο, εφευρίσκοντας πλάνες και θέλοντας να χτυπήσει το φως της Αλήθειας του Χριστού· πλανώντας τον Άνθρωπο, οδηγώντας τον στην δική του κληρονομιά, στο πυρ της γεένης (Ματθ. 25, 41).

Η “Νεορθοδοξία” αποτελεί αίρεση, καθώς οι ετεροδιδασκαλίες της αντίκεινται στην βιβλικο-πατερική και ιεροκανονική Παράδοση της Εκκλησίας.

Οι εκφρασθείσες κακοδοξίες του κ. Γιανναρά και “των συν αυτώ”, των ακόλουθων, Κληρικών και λαϊκών, μπορούν να συνοψιστούν τηλεγραφικώς, αλλά και να αντικρουστούν κάτω από το φως και το μέτρο της αγιο-πνευματικής διδασκαλίας των Αγίων Πατέρων, της Επιστήμης, της Ιστορίας και της Θρησκειολογίας, με τεκμηρίωση και σαφήνεια, ως εξής:

Πρώτον, η “Νεορθοδοξία” εισηγείται την αρχαία αίρεση του νικολαϊτισμού. Μέσα από την ρητορική της περί έρωτος, αμνηστεύει τα σαρκικά αμαρτήματα, βασιζόμενη σε μια αφηρημένη θεωρία περί του προσώπου και σε μια αγαπολογία αντίθετη στο ασκητικό και ησυχαστικό πνεύμα της Πίστεώς μας.

Διακηρύττει απροκάλυπτα πως ο σαρκικός ετεροφυλόφιλος έρωτας δύναται να έχει υπόσταση προγαμιαίως και πως οδηγεί στη Θεοφάνεια!

Κάτι τέτοιο στην ατόφια γλώσσα της χριστιανικής Πίστεως λέγεται πορνεία! Και αυτό όχι από “βίτσιο” κάποιων ηθικολόγων και συμπλεγματικών ανθρώπων, όπως υποστηρίζει ο κ. Γιανναράς, αλλά βάσει του εκκλησιαστικού δόγματος, ότι η αμαρτία έχει καταστροφικές πνευματικές συνέπειες, καθώς είναι αντίθετη στην προοπτική του Θεού για τον – κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσίν Του πλασθέντα – άνθρωπο.

Η αμαρτία είναι ενάντια στον νόμο του Θεού και στη φυσιολογία του ανθρώπου. Ιδίοις όμμασι βλέπουμε την οφθαλμοφανή, ξεδιάντροπη, διατύπωση των νεορθόδοξων και την λιμπεραλιστική επιρροή της στον χώρο της χριστιανικής ηθικής, που οδηγεί στη χαλάρωση των ηθών, κυρίως των νέων μελών της χριστιανικής Εκκλησίας.

Αυτό το αιρετικό φρόνημα οφείλεται, σύμφωνα με ορισμένους Γέροντες, και στις προσωπικές τραυματικές εμπειρίες του κ. Καθηγητού.

Ο ίδιος ο καθηγητής, καταπιεσμένος από το αυταρχικό – όπως το εβίωνε – περιβάλλον των “οργανωσιακών”, των Χριστιανικών Αδελφοτήτων, της εποχής του ’60, διατυπώνει σε ένα ψυχογράφημά του, πώς “απεγκλωβίστηκε” από τον “ζυγό των ενοχών”.

Βέβαια, ο ίδιος δεν δικαιολογείται, γιατί ευφυής όντας αφ’ ενός και θεολόγος αφ’ ετέρου, θα μπορούσε να διακρίνει το ήθος της αγιότητας, όπως αυτό εκφράζεται στα συγγράμματα των Πατέρων, από τον φαρισαϊσμό κάποιων στελεχών των Χριστιανικών Αδελφοτήτων και μερικών εργαζομένων Κατηχητών της εποχής.

Στις μέρες μας τείνει να απενεχοποιηθεί και το αμάρτημα της ομοφυλοφιλίας, κυρίως μέσα από τις βιβλιοσυγγραφές του π. Φιλόθεου Φάρου και του π. Βασιλείου Θερμού, “επομένων τοις ίχνεσι” του κ. Γιανναρά μέσα από την ειδικότερη θεώρηση της ψυχολογίας.

Τέτοια φαινόμενα κυριαρχούν στην αγγλικανική αιρετική παρασυναγωγή, όπου πέρα από τη χειροτονία γυναικών, χειροτονούν ομοφυλόφιλους πάστορες και ευλογούν ομοφυλόφιλους γάμους. Η κατρακύλα δεν έχει τέλος.

Συνοψίζοντας, ο νεο-νικολαϊτισμός της “Νεορθοδοξίας”, αντίκειται στην σύνολη διδασκαλία της Αγίας Γραφής και της ιεράς Παραδόσεως, η οποία χαρακτηρίζεται από το ασκητικό ιδεώδες, τον πόλεμο κατά της σαρκός και των κακών επιθυμιών, και η οποία μεγαλύνει, δοξάζει, την αρετή της παρθενίας στους χαρισματικούς λαϊκούς και στους Μοναχούς. Επίσης προτρέπει στον έγγαμο βίο ως ευλογημένη ένωση μεταξύ των συζύγων, βάσει του διαφυλικού, ετερόφυλου, έρωτα, απ΄ όπου πηγάζει η διαιώνιση της ζωής, για να εξελιχθεί σε πνευματική παιδαγωγία των συντρόφων, καθώς διακηρύσσεται η ιερότητα του θεσμού της οικογένειας και προτρέπονται σε εγκράτεια οι έγγαμοι πιστοί, προετοιμαζόμενοι για την αιώνια ζωή, την αγγελική, άκτιστη και άφθαρτη.

Η σεξουαλικότητα ως μεταπτωτική κατάσταση του Ανθρώπου, παρεκκλίνει εύκολα στα διαβλητά πάθη της σαρκός, όμως μετριάζεται αυτή κατ’ οικονομία Θεού, μέσω του Μυστηρίου του Γάμου, καθώς περιορίζεται στα πλαίσια του Γάμου, προς διαιώνιση της ζωής, και της εν Χριστώ ολοκλήρωσης των συζύγων και όχι προς ικανοποίηση των παθών.

Όμως ο εκτροχιασμός της σεξουαλικότητας δεν είναι η μόνη εκτροπή της “Νεορθοδοξίας”. Η δήθεν αντίθεση των όρων θρησκείας και Εκκλησίας, είναι επιρροή από μια από τις παραφυάδες του Προτεσταντισμού, που εκπροσωπεί ο θεολόγος Karl Barth. Ως καλβινιστής ο Barth βασίστηκε σε μια πολεμική ενάντια στον Παπισμό (Ρωμαιοκαθολικισμό), προτάσσοντας τον αρχέγονο Χριστιανισμό και κατηγορώντας τον Ρωμαιοκαθολικισμό για έκπτωση σε ειδωλολατρικές πρακτικές.

Άκριτα ο κ. Γιανναράς, εμπνεόμενος από την αναφερθείσα επιρροή, εισήγαγε την προβληματική αυτή στην Ορθοδοξία η οποία είναι άγνωστη στην δισχιλιόχρονη πορεία της.

Ο ίδιος ερμηνεύει το φαινόμενο της θρησκείας κάτω από το πρίσμα της λιμπεραλιστικής ψυχολογίας και του Φροϋδισμού. Λέγει πως η θρησκεία είναι ορμέμφυτη ανάγκη ικανοποιήσεως του μεταφυσικού φόβου, της τάσης του ανθρώπου να θωρακίζει το “εγώ” του με ιδεολογικές βεβαιότητες.

Αυτό επικράτησε στον χώρο της Ορθοδοξίας, ισχυρίζεται ο Γιανναράς, ως δήθεν θρησκειοποίηση του εκκλησιαστικού γεγονότος, που ως μετοχή στον Τριαδικό τρόπο υπάρξεως που προτάσσει ο Χριστιανισμός, δήθεν μετεβλήθη σε έναν οργανισμό ιδρυματικού τύπου, ο οποίος ικανοποιεί τον μεταφυσικό φόβο δια των ευσεβιστικών ιδεολογιών, ήτοι των Δογμάτων, και των μαγικών του τελετών, ήτοι των ιερών Μυστηρίων.

Φυσικά κάτι τέτοιο είναι βλάσφημο από πλευράς ορθοδόξου, θρησκειολογικά άτοπο και επιστημονικά αβάσιμο. 

Η παραπάνω τάση δείχνει ακριβώς την εμμονή του κ. Γιανναρά στον χαρακτήρα του. Ο ίδιος βλέπει με τρόπο εσφαλμένο την ορθόδοξη στάση απέναντι στην ιδεοληψία του νεο-νικολαϊτισμού, η οποία στάση εκφράζεται μέσω των Συνόδων, των Ιερών Κανόνων και της χριστιανικής ηθικής (Α΄ Κορ. 15, 33)· ο Γιανναράς επιτίθεται στον θεόσδοτο θεσμό των ιερών Συνόδων, των θείων Κανόνων και των εκφραστών τους, ισοπεδώνοντας όχι μόνο τη χριστιανική θρησκεία, αλλά και υπονομεύοντας το θρησκευτικό στοιχείο του πανανθρώπινου πολιτισμού.

Η θρησκεία ορίζεται ως η σχέσις του ανθρώπου με το Θείον, η οποία οδηγεί στην αυτοβελτίωση και την αυθυπέρβαση, ήτοι αποτελεί το παγιωμένο και συγκεκριμένο σε μορφή, είδος και περιεχόμενο σύστημα Πίστεως και Λατρείας στο Θείον· επίσης ορίζεται και ως τήρησις των θείων εντολών. Η Εκκλησία, ως Σώμα Χριστού, σαφώς δεν εξαντλείται στον ορισμό της θρησκείας, αλλά τόν περιλαμβάνει.

Το Θείον αποτελεί την υπερβατική αρμονία, την Ανωτέρα Δύναμη και την πηγή της πνευματικής εξάρτησης των δημιουργημάτων, και το Θείον το ποθούν εκ φύσεως όλοι οι άνθρωποι. Η Θρησκεία ως εκ τούτου είναι πανανθρώπινο φαινόμενο, αλλά ως πανανθρώπινος πόθος ικανοποιείται και “σβήνεται” μόνον από την εκ Θεού Αποκάλυψη, την οποίαν αποτελεί η Μία Εκκλησία, η Ορθοδοξία.

Ετυμολογικά η λέξη “θρησκεία”, όπως και η αντίστοιχη λατινική, “religio”, διαφέρουν· όμως εννοιολογικά είναι ταυτόσημες. Σημαίνουν τη μνήμη του Θείου, τον ιερό δεσμό με το Θείον, που γεννά την ευσέβεια και οδηγεί στη λατρεία του Θείου.

Φυσικά, με αυτό και μόνο η άποψη της “Νεορθοδοξίας” περί της θρησκείας ως δήθεν αντίθετης στον γνήσιο Χριστιανισμό είναι άκυρη.

Η Θρησκεία είναι σύστημα Πίστεως και λατρείας στον Θεό. Τα λοιπά θρησκεύματα – εκτός δηλαδή της μιας και αληθινής θρησκείας, του μονοθεϊσμού – είναι αποτέλεσμα πλάνης που επέφερε η πτώση από τον Παράδεισο, η λήθη του ενός και μοναδικού Θεού και η λατρεία των ακάθαρτων δαιμόνων. Και εκτός της Εκκλησίας και οι ίδιες οι μονοθεϊστικές θρησκείες (Ιουδαϊσμός, Μωαμεθανισμός) υπόκεινται είτε σε ελλείψεις είτε σε πλάνες. Αυτό όμως δεν είναι λόγος απόρριψης της θρησκείας, αλλά αναζήτησης της αληθινής θρησκείας και της σώζουσας Πίστης, της Οδού που άγει προς τον αληθινόν Θεόν, προς την Αγία Τριάδα.

Η θρησκεία ως γενικότερη έννοια, πίστη, ιερά διδασκαλία περί του Θεού, ως δόγμα, ήθος, λατρεία, “μεταφυσική”, επαληθεύεται στην πληρότητά της στον Χριστιανισμό. Αυτό έχει διατυπωθεί στην Αγία Γραφή, από αγίους και εκκλησιαστικούς συγγραφείς, όπως ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς, ο Λακτάντιος, ο ιερός Αυγουστίνος, ο Άγιος Νεκτάριος κ.ά. Όλες οι άλλες θρησκείες δεν είναι πράγματι θρησκείες, αλλά εκκλίνουν σε ειδωλολατρία, μαγεία και δεισιδαιμονία.

Ο άνθρωπος όταν έχασε την τρυφή του Παραδείσου, όμως ως δημιουργηθείς κατ’ εικόνα Θεού, είχε μέσα του την οντολογική αναγωγή προς τον Θεόν. Ο σατανάς, εκμεταλλευόμενος αυτήν την αναγωγή, τον έσυρε στην ειδωλολατρία και τον πανθεϊσμό, αφού ο ίδιος ο σατανάς θέλοντας να θεοποιηθεί, παρωδεί, μιμείται, διαστρέφει τον Θεό, όντας ο εισηγητής του Κακού.

Ο Ιησούς Χριστός, ο Αληθινός Θεός συν Πατρί και Αγίω Πνεύματι, δίδοντας τον Νόμο στον Θεόπτη Μωυσή, τον φωτισμό στους Προφήτες, τον σπερματικό λόγο στους Έλληνες φιλοσόφους, τελικά ενανθρωπήσας ο Ίδιος, ίδρυσε την αληθινή Θρησκεία, που φανερώνεται μέσα στο Σώμα Του, την Ορθόδοξον Εκκλησία, ως ένωσις του Θείου με το ανθρώπινον. Η Εκκλησία λοιπόν, η Ορθοδοξία, είναι μεταξύ άλλων, και “θρησκεία καθαρά και αμίαντος παρά τω Θεώ και Πατρί” (Ιακ. 1, 27).

Τρίτον, ο κ. Γιανναράς έχει διατυπώσει βλάσφημες κακοδοξίες περί του αειπαρθένου της Θεοτόκου, εμπαιγμό προς τον ορθόδοξο Κλήρο και υποτίμηση της ησυχαστικής Θεολογίας ως παρωχημένου ευσεβισμού.

Συμπερασματικά, η “Νεορθοδοξία” είναι μια προτεσταντίζουσα αίρεση, η οποία αποτελεί καρκίνωμα στους κόλπους της ορθοδόξου Θεολογίας.

Δι’ αυτό πρέπει η ποιμαίνουσα Εκκλησία να την αναθεματίσει. Όπως το υγιές σώμα αποβάλλει τις άχρηστες τροφές.

3 σχόλια:

  1. Καλή η αντιγιανναρική τοποθέτηση και επίκριση της γιανναρικής θεωρητικολογίας, του άρθρου!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Ακούνε οι φιλογιανναρικοί;;; Ακούνε;;;

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Καλή μετάνοια στους γιανναρολάτρες!!!!

    ΑπάντησηΔιαγραφή