Κυριακή 5 Ιανουαρίου 2014

«Ηθική και Παιδεία – Σύγχρονες προκλήσεις», Σταμάτης Πορτελάνος


Απόσπασμα από το βιβλίο «Ηθική και Παιδεία – Σύγχρονες προκλήσεις», Σταμάτης Πορτελάνος, εκδ. Έννοια, Αθήνα 2013

«Στην ουσία η “Εκκλησία”, η “Αγία Γραφή”, οι “άγιοι”, οι “μάρτυρες της πίστης” δεν συνιστούν ανθρώπινα δημιουργήματα ή κατασκευάσματα. Η απουσία ηθικών σταθερών στην παιδική ηλικία είναι η αιτία άλλου είδους «μύησης» των νέων σε ιδεολογικοπολιτικές ακρότητες, συμμετοχή σε παιχνίδια βίας, στην πρόσληψη ουσιών κ.ά. για πρόσληψη νοήματος. Στην παιδική ηλικία αποκτά μεγάλη σημασία η απόκτηση νοήματος για τη ζωή, τον πόνο, το χρόνο, την ευδαιμονία, την αλήθεια. Είναι δύσκολο να εκτιμήσουμε την πλύση εγκεφάλου που ασκούν στα παιδιά τα μέσα ενημέρωσης και το περιβάλλον, καθώς και τη βαθειά σύγκρουση που διαδραματίζεται μέσα τους ανάμεσα σε πεποιθήσεις του κόσμου και το περιεχόμενο μιας θρησκευτικής πίστης».

«Η ηθική και η πίστη, ως δυνάμεις υπαρξιακής αυτοσυνειδησίας και κοινωνικής συνοχής, μπορεί να θεωρηθούν μαθήματα συλλαβισμού και άσκησης σε τρόπο ζωής, απόκτησης βεβαιότητας και νοήματος στην παιδική ψυχή. Η ηθική και η πίστη που διαμορφώνουν προσωπική και συλλογική συνείδηση έχουν απασχολήσει όλες τις ανθρωπιστικές και θετικές επιστήμες από την ιστορία, τη φιλοσοφία, την ψυχολογία μέχρι τη βιολογία και την οικονομία, εφόσον συνδέονται με τη ζωή και το σκοπό της. Είναι η “γλώσσα” της ίδιας της ζωής, του κοινωνικού σώματος με την οποία οι λαοί συνθέτουν το βιβλίο της παιδείας/κουλτούρας και του πολιτισμού τους.

Η ηθική και η πίστη ως συγγενείς με την αλήθεια και τη νοηματοδότηση του κόσμου μπορεί να προέρχονται είτε από μια ανθρωποκεντρική ή κοινωνιοκεντρική θεώρηση της ζωής είτε από φυσιοκρατικές ή θρησκευτικές πεποιθήσεις. Ωστόσο, σημαντική θεωρείται η αφετηρία της ηθικής από θεοκεντρική ή θεανθρωποκεντρική θεώρηση. Θεωρίες, πράξεις, ιδέες, ονόματα, πράγματα, πρόσωπα συνέστησαν ηθικές και πίστεις σε τοπικό ή υπερτοπικό περιβάλλον. Επομένως, το ζήτημα της ηθικής και της πίστης συνδέεται τόσο με τη φυσική, τη μεταφυσική, τη θρησκεία, την αποκάλυψη όσο με τον πολιτισμό και τις εκφάνσεις του ανοίγοντας παράλληλα τη συζήτηση για μια ατομική, κοινωνική έως και αποκαλυπτική ηθική.

Γεννιούνται, όμως, μεθοδολογικά δύο θεματικοί προβληματισμοί:
Α) ως προς τους φορείς (θεσμικούς και μη) που αποφασίζουν για το περιεχόμενο ηθικής και πίστεων-πεποιθήσεων νοήματος ζωής στην πρωτοβάθμια ή δευτεροβάθμια παιδεία:
α) ο γηγενής πολιτισμός και η εγχώρια παιδεία συμβάλλει στην αναζήτηση μιας ηθικής και μιας πίστης που έχει σχέση με τα υπαρξιακά ζητήματα του ανθρώπου και την ενότητα γνώσης και ήθους, φυσικής και μεταφυσικής, συνείδησης και ασυνειδήτου;
β) πώς αξιοποιείται ο καταγωγικός δεσμός της ηθικής και πίστης από το γηγενή πολιτισμό και τα Προγράμματα Σπουδών; 
γ) πριν από τη διδακτική μεθοδολογία και την εξειδικευμένη διδακτική των γνωστικών αντικειμένων στην εκπαίδευση μήπως απαιτείται ένα περιεχόμενο παιδείας/κουλτούρας για να διαμορφωθεί η ηθική προσωπικότητα του παιδιού; Ποιος ο ρόλος της θρησκείας στη διαμόρφωση ηθικής συνείδησης του παιδιού;
και
Β) ως προς τη λειτουργική σχέση της αναγωγικής πίστης και ηθικής:
α) πώς μπορεί το παιδί να γνωρίσει την αλήθεια, ως στάση ζωής και ήθους;
β) υπάρχουν a priori αρχές ως βάση ηθικής;
γ) πώς διαμορφώνεται η συλλογική, πολιτισμική ή διαπολιτισμική συνείδηση σ’ ένα πολυκεντρικό-πολυδύναμο, πολιτισμικά, περιβάλλον;
δ) ποια θέση επέχει η “γνώση”, η “πράξη” και η “φυσική θεωρία”, ως λέξεις και έννοιες, σε μια υπερβατολογική ηθική;

Αυτά τα ερωτήματα και ζητήματα έχουν σχέση με το γενικότερο προσανατολισμό για τη διαμόρφωση προσώπου, μπορεί να αποτελέσουν το αλφαβητάρι μιας πίστης/συνθήκης, μιας στάσης ζωής. Η παιδεία δικαιώνει την ύπαρξή της όταν καλλιεργεί τους μαθητές με αρετές και αξίες που χαρακτηρίζουν την ηθική του ανθρώπινου προσώπου και είναι παράγοντες κοινωνικής συνοχής.

Μετανεωτερική κατήχηση;


Ο όρος πίστη ερμηνεύεται και αναλύεται από τις ανθρωπιστικές επιστήμες. Η ανθρωπολογία αποδίδει δυο ερμηνείες στην έννοια της πίστης: Στον πληθυντικό ο όρος “πίστεις” ενσαρκώνεται σε αντικείμενα που μπορεί να μελετηθούν από την εθνολογία λόγω της υπόστασής τους, ενώ στον ενικό “πίστη” εμφανίζεται ως νοητικό φαινόμενο με το οποίο ασχολείται και η ψυχολογία. Ωστόσο, με την περιγραφική γλώσσα με την οποία οι εθνολόγοι καταγράφουν στοιχεία για κοινωνίες και ομάδες ή κοινότητες που πιστεύουν, αποκαλύπτεται και η ιδιαιτερότητα των αντικειμένων της καθεμιάς πίστης. Ο ιστορικός Γ. Κάντγουελ-Σμιθ έκανε διάκριση του όρου πίστη με τη γαλλική διατύπωση. Δηλαδή χρησιμοποίησε τις δύο έννοιες: της “πίστης” με τη λέξη “foi” και της πίστης με τη λέξη “croyance”. Χαρακτήρισε την πρώτη έννοια ως θεμελιώδη κατηγορία, που είναι καθολική, δηλαδή ως το μόνο κοινό στοιχείο σε όλες τις θρησκείες, που δε διαφέρει παρά μόνο ως προς την ένταση. Η δεύτερη έννοια χρησιμοποιείται στον πληθυντικό αριθμό, εκφράζοντας τις τόσες πολλές μορφές του θρησκευτικού συναισθήματος από τη μία κοινωνία στην άλλη. 

Η αναζήτηση και η προσέγγιση της ηθικής και της πίστης είναι αποτέλεσμα εσωτερικής ανάγκης και υπέρβασης, αναπτύσσεται, βιώνεται επιτυγχάνεται ανάλογα με τις γεωπολιτισμικές και τοπολογικές συνθήκες και είναι κατόρθωμα σε άθλημα για τη σχέση με το Αγαθό και την Αλήθεια. Ηθική και πίστη, πίστη και γνώση, σύμβολά τους και αναγωγή λειτουργούν για να εξασφαλίσουν στον άνθρωπο ποιότητα σχέσεων, πληρότητα και ενότητα στην ύπαρξή του. Η ηθική και η παιδεία συναντώνται στην έννοια της αλήθειας, του αγαθού, της ετερότητας και της συμπεριφοράς (τρόπος ζωής), όπως αυτά καθορίζονται από το γηγενή πολιτισμό, αλλά και ανταποκρίνονται στα θεμελιώδη αναγνωρισμένα φυσικά δικαιώματα του ανθρώπου (δικαίωμα στη ζωή, ελευθερία στη σκέψη και στην έκφραση, ισότητα ενώπιον του νόμου κ.ά.).

Οι ορισμοί για το αγαθό σχετίζονται με τον ορισμό της ηθικής. Οι ηθικοί ορισμοί για το αγαθό είτε προκύπτουν από μια θρησκεία είτε από διάφορες ανθρωποκεντρικές, επιστημονικές ή προκείμενες θεωρίες και πρακτικές για τη ζωή όπως των αξιών – αρετών, του ηδονισμού, του ενστίκτου, του ωφελιμισμού, της κατηγορικής προσταγής κ.ά. Εφόσον το αγαθό έχει σχέση με τη ζωή και παρέχει νόημα στην ύπαρξη, τότε και η ηθική που σχετίζεται με αυτό έχει αξιολογικό – καθολικό - χαρακτήρα και αντέχει στο χρόνο. Είναι προαπαιτούμενο ένα περιεχόμενο ηθικής, που διαμορφώνει συνείδηση, για να ακολουθήσει η διδακτική μεθοδολογία και πρακτική στην τάξη και στη ζωή του παιδιού.

Στη σχολική ζωή, με το έμψυχο και άψυχο υλικό (δάσκαλοι, συμμαθητές, Προγράμματα Σπουδών, βιβλίο, τεχνολογικό υλικό), το παιδί μαθαίνει, βιώνει ένα τρόπο ζωής, ένα ήθος. Δικαιώματα, υποχρεώσεις, κανονιστικές αρχές οι οποίες προβάλλονται στην παιδική ηλικία από τις διατροφικές συνήθειες μέχρι το παιχνίδι, που αφορούν την υγεία του σώματος και της ψυχής, συνθέτουν μια πολιτισμική ηθική με γηγενείς και διαχρονικές αξίες, στις οποίες αναγνωρίζεται ο καθολικός και οικουμενικός χαρακτήρας τους. Ηθικές αξίες όπως, η αγάπη, ο σεβασμός προς τον άλλο, το διαφορετικό, η δικαιοσύνη, η ελευθερία έχουν καθολική ισχύ, αλλά και πατρίδα πολιτισμού που τις διδάσκει. Ωστόσο, η ηθική γίνεται ηθικισμός όταν απολυτοποιείται, γίνεται αυτοσκοπός, απομονώνεται και ταυτίζεται με την αυστηρή τήρηση κανόνων μέσω λογοκρισίας και άλλων μέτρων, ώστε να διασφαλιστεί χωρίς διαλεκτική και κριτική η υπάρχουσα ηθική τάξη.

Υπάρχει ηθική και πίστη που ο άνθρωπος ανακαλύπτει από τον εαυτό του (φυσική, εγγενής ηθική) και από τη σχέση του με τον κόσμο (επίκτητη/κοινωνική/πολιτισμική ηθική). Ωστόσο, η ηθική και η πίστη που αναφέρεται σε κάτι υπερλογικό – υπερφυσικό–, που ταυτίζεται με πρόσωπο, δεν αναφέρεται σε θεωρητικές υποθέσεις, σε αναγωγικούς συλλογισμούς και λογικές αποδείξεις. Η πρακτική ηθική είναι μεθεκτή, εμπειρική. Η ηθική και η πίστη εκτός του γνωσιολογικού χαρακτήρα που έχουν, είναι εμπειρία σχέσης, όπως κάθε αληθινή σχέση που βασίζεται στην πίστη – εμπιστοσύνη ανάμεσα στα πρόσωπα τα οποία μετέχουν σ’ αυτή.
……………………………………………………………………………………………..
 Ο φιλόσοφος Αλμπέρ Καμύ είχε πει σε συνέντευξή του ότι «ανάμεσα στην αφηρημένη ιδεολογία και το πρόσωπο προτιμώ το πρόσωπο» . 
………………………………………………………………………………………………
Το αλφαβητάρι της ηθικής απαιτεί μια «αρχή» ως χρόνο και αιτία-εξήγηση για την κουλτούρα της ηθικής. Αγωγή σε μια ηθική δεν σημαίνει γνώση της αρετής αλλά αρχή και σταδιακή ανάπτυξη των κατάλληλων συναισθηματικών αντιδράσεων με βάση κάποια αλήθεια και πίστη σε αρετές. Όταν υπάρχουν πολλά αλφαβητάρια ηθικής, τότε θα υπάρξουν αλληλοσυγκρουόμενα συναισθήματα. Σύμφωνα με τον Αριστοτέλη απαιτείται η «έξις» και η πράξη για να υπάρξει το ήθος, η αρετή . Ερμηνεύοντας αυτή τη θέση του Αριστοτέλη ο Gerard Hughes, Πρύτανης σε Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης με έργα στη φιλοσοφία της θρησκείας και την ηθική φιλοσοφία, θεωρεί ότι η ηθική εκπαίδευση δεν είναι τίποτε περισσότερο από μια κατήχηση. Ο Hughes συγκεκριμένα γράφει: 
«Πώς, λοιπόν, μπορούμε να διακρίνουμε την κατήχηση από τη γνήσια εκπαίδευση και μόρφωση; Γίνεται κάποιες φορές προσπάθεια να διακριθούν μεταξύ τους με βάση το ότι στην πραγματική μόρφωση οι σπουδαστές επιτρέπεται να διαμορφώσουν τη δική τους γνώμη για τα πράγματα, ενώ μια τέτοια ελευθερία δεν είναι δυνατή όταν κατηχούνται. Κανείς δεν σκέφτεται ότι τα παιδιά κατηχούνται με κάποιον ανεπιθύμητο τρόπο,… όταν ανατρέφονται έτσι ώστε να πιστεύουν ότι ο βιασμός είναι μια εσφαλμένη πράξη» .
              Ο Hughes υποστηρίζει ότι στα Ηθικά Νικομάχεια υπάρχουν ερείσματα για το ρόλο της κατήχησης στην ηθική, με βάση τον τρόπο με τον οποίο διδάσκονται κάποιες πεποιθήσεις για αξίες. Ο Αριστοτέλης με το περιεχόμενο της ενότητας των αρετών θεωρεί ότι στην ηθική υπάρχουν αληθείς και ψευδείς πεποιθήσεις. Υπάρχει διαφορά σε θέματα στα οποία εμπεριέχεται η αλήθεια και σε θέματα στα οποία η αλήθεια δεν εμπεριέχεται καθόλου. Ο Hughes επικαλούμενος τη διδασκαλία του Αριστοτέλη για τις αρετές συμπεραίνει ότι: α) «η κατήχηση εμφανίζεται όταν κάποιος αποσκοπεί να μας διδάξει αδιαμφισβήτητες ηθικές αλήθειες», β) τα συναισθήματα και οι αντιδράσεις είναι μέρος της ηθικής εκπαίδευσης και στη συνέχεια έχουν σημαντική επίδραση στις ηθικές κρίσεις και γ) η σπουδαιότητα της διδασκαλίας των αρετών από μικρή ηλικία συνιστά «ακριβώς κατήχηση»

            Ο ρηματικός τύπος «κατ-ηχέω» σημαίνει: ισχυρώς ηχώ, γεμίζω από ήχο. Με τον ήχο τέρπω, καθηδύνω, καταγοητεύω, διδάσκω από στόματος ή δια ζώσης φωνής.  Δηλαδή, δηλώνει την άμεση διδασκαλία με μέσα την ακρόαση και το ζωντανό λόγο. Κατά συνέπεια η κατήχηση ως τρόπος διδασκαλίας με την πλατειά και κλασική έννοια του όρου, δεν εφαρμόζεται μόνο στη διδασκαλία μιας θρησκείας (Χριστιανισμός, Μωαμεθανισμός κ.ά.), αλλά και για άλλα περιεχόμενα διδασκαλιών-μηνυμάτων που έχουν σχέση με το νόημα ζωής και τη διαμόρφωση ήθους. Μήπως στην παιδική ηλικία με αυτόν τον τρόπο διδασκαλίας (κατήχησης), καθημερινά, δεν κατευθύνονται διανοητικά ηθικά, ιδεολογικά και πολιτικά τα παιδιά; Με ποιο τρόπο, ποια μέσα και μηνύματα αφήνει η  διδασκαλία για απόκτηση παιδείας; Πόση συναισθηματική επίδραση ασκούν τα σύγχρονα Μέσα ενημέρωσης /πληροφόρησης, «κουλτούρας», ψυχαγωγίας και τεχνολογίας; Σε ιστοσελίδα του διαδικτύου υπάρχουν δημοσιεύσεις με τίτλο «η κατήχηση του επαναστάτη». Επομένως, η κατήχηση στην παιδική ηλικία, αξιοποιώντας τη βαθειά και συμβολική του όρου «κουλτούρα» (γεωργία, καλλιέργεια), σημαίνει φύτευμα στην ψυχή του παιδιού «σπόρων», δηλαδή αξιών, πίστεων, πεποιθήσεων, ιδεολογιών και εμπειριών.  Άλλωστε πώς άνθρωποι υπεύθυνοι αγωγής γονείς κ.ά. «στρατολογούν» παιδιά, ανώριμα, άμοιρα αξιοποίησης της ελευθερίας τους, χωρίς πολιτική και ηθική κρίση, και κατευθύνουν τη σκέψη και το συναίσθημά τους με φραγές και προδιαγραφές, στερώντας την αυτοδιάθεση και διαμόρφωση ηθικής κρίσης;

           Η αναζήτηση αυθεντικού τρόπου ζωής δεν απορρέει από ατομικές εκτιμήσεις και παρορμήσεις, αλλ’ ούτε χρησιμοποιείται ως μέσον ο αυταρχισμός. Η διαφορά της θρησκευτικής παιδείας από τα άλλα μαθήματα είναι ότι ο αυθεντικός λόγος για το ήθος και το νόημα ζωής δεν είναι ατομοκεντρικός. Στην ουσία η “Εκκλησία”, η “Αγία Γραφή”, οι “άγιοι”, οι “μάρτυρες της πίστης” δεν συνιστούν ανθρώπινα δημιουργήματα ή κατασκευάσματα. Η απουσία ηθικών σταθερών στην παιδική ηλικία είναι η αιτία άλλου είδους «μύησης» των νέων σε ιδεολογικοπολιτικές ακρότητες, συμμετοχή σε παιχνίδια βίας, στην πρόσληψη ουσιών κ.ά. για πρόσληψη νοήματος. Στην παιδική ηλικία αποκτά μεγάλη σημασία η απόκτηση νοήματος για τη ζωή, τον πόνο, το χρόνο, την ευδαιμονία, την αλήθεια. Είναι δύσκολο να εκτιμήσουμε την πλύση εγκεφάλου που ασκούν στα παιδιά τα μέσα ενημέρωσης και το περιβάλλον, καθώς και τη βαθειά σύγκρουση που διαδραματίζεται μέσα τους ανάμεσα σε πεποιθήσεις του κόσμου και το περιεχόμενο μιας θρησκευτικής πίστης.

            Η ρύθμιση των συναισθηματικών αντιδράσεων των παιδιών προέρχεται από τον τρόπο παιδαγωγίας και της σπουδαιότητας της διδασκαλίας των αρετών. Αυτό συνεπάγεται, σύμφωνα με τον Hughes, σημαντική επίδραση στις ηθικές κρίσεις του ανθρώπου, αλλά «στη μικρή ηλικία αποτελεί ακριβώς κατήχηση». Ως προς τη δυνατότητα και την ωριμότητα για να αποτιμήσουν τα παιδιά την αγωγή που τους δίδεται στη μικρή ηλικία ο Hughes γράφει:
«Το παιδί ή ο έφηβος μπορούν βέβαια μέχρι ενός σημείου να επιλέγουν οι ίδιοι αν πρέπει να ακούν τους γονείς τους και τους παιδαγωγούς τους ή όχι. Είναι, ωστόσο, εντελώς μη ρεαλιστικό να υποθέσει κανείς πως διαθέτουν τις απαραίτητες βάσεις για να αποτιμήσουν την ηθική στάση εντός της οποίας έχουν ανατραφεί. και όταν είναι πια ικανοί να την αποτιμήσουν, οι ηθικές τους κρίσεις έχουν ήδη παραμορφωθεί ανεπανόρθωτα».

Επομένως, η ηθική και η πίστη συνδέονται άμεσα με τη ζωή, με την αλήθεια σε διάφορα θέματα και τις σχέσεις που καλλιεργεί και αναπτύσσει ο άνθρωπος από παιδί ως πρόσωπο, ως ψυχοσωματική οντότητα – ενότητα. Η αντικειμενοποίηση της ηθικής και της πίστης μόνο με τη γνώση δεν επαρκεί για τη μαθητεία στην αλήθεια, η οποία βιώνεται από το υποκείμενο και γίνεται διυποκειμενική. Το περιεχόμενο και η ερμηνεία της ηθικής και της πίστης με τη θεολογική, θρησκευτική, ανθρωπολογική ή κοινωνιολογική τους διάσταση εξαρτάται και έχει άμεση σχέση με το περιεχόμενο της παιδείας που επιλέγεται από τους θεσμικούς εκπροσώπους μιας κοινωνίας αλλά ενίοτε συνδέεται και με σκοπιμότητες που υπηρετεί ένα πολιτικό σύστημα.

Η κουλτούρα και ο πολιτισμός όπως και η θεολογία μιας θρησκείας παρέχουν μια πρόταση και μόρφωμα ηθικής που είναι απόρροια αρετών –αξιών -, πεποιθήσεων και πίστεων. Ακόμη και ο εξανθρωπισμός αναζητεί πίστη/συνθήκη σε ηθικές και πανανθρώπινες αξίες, ενέργεια και όχι παθητικότητα. Ο Καντ με την κατηγορική προσταγή του αξιοποιεί την καθολική έμφυτη τάση/βούληση της ανθρώπινης φύσης: «πράττε έτσι, ώστε η ρυθμιστική αρχή της βούλησής σου να μπορεί, συγχρόνως, να καταστεί καθολικός νόμος». Το παιδί μαθαίνει στην πράξη. Και για την ηθική η μάθηση εκβάλλει στην πράξη. Η ατομική, θεωρητική γνώση για την αγάπη δεν έχει ηθική αξία. Για τον Αριστοτέλη η διανοητική ενέργεια από μόνη της δεν θέτει καμιά πράξη σε κίνηση αν δεν αποβλέπει σε κάποιο σκοπό και δεν έχει σχέση με τη διαμόρφωση του χαρακτήρα του ανθρώπου.  Ο Κωνσταντίνος ο Οικονόμος ο εξ Οικονόμων σημειώνει:
«Σκοπός της διδασκαλίας είναι, να στολίση (του παιδιού) εν ταυτώ και τον νουν δια των γνώσεων, και την καρδίαν δια της δικαιοσύνης και καλοκαγαθίας να εμπνεύσει εις αυτόν τιμιότητα και φιλομάθειαν και φιλανθρωπίαν, να εκριζώση την αμαθή υπεροψίαν, την τυφλήν φιλαυτίαν, το ανάλγητον και υβριστικόν ήθος και τας άλλας κακίας. Και τέλος να οικειώση αυτόν με την αληθή φιλοσοφίαν, δηλονότι την επίγνωσιν του Θεού, και την γνώσιν εαυτού, την γνώσιν των όντων, όστις είναι ο αληθής της παιδείας καρπός, προς ον ούτε πλούτος, ούτε δόξα, ούτε κάλλος, ούτε σώματος ανδρεία, ούτε αίματος ευγένεια δύνανται να παραβληθώσιν».

Η ατομική ηθική στο σχολείο θυσιάζεται για μια κοινωνική ηθική που προγραμματίζεται, ώστε να επιτευχθεί με τη συναίνεση όλων των σχολικών μονάδων και με τη χρήση του διδακτικού υλικού, η διαμόρφωση συλλογικής ηθικής συνείδησης και η κοινωνικοποίηση των μαθητών. Εννοείται ότι τα Προγράμματα σπουδών, που διέπονται από τη σχέση ηθικής με την παιδεία και την εκπαίδευση, τυγχάνουν πριν εφαρμοστούν την απαραίτητη διαλεκτική και ζύμωση μεταξύ των θεσμικών οργάνων της πολιτείας και των εκπαιδευτικών, αλλά υπο-λογίζουν και την ιστορικότητα, ταυτότητα ενός πολιτισμού. Και αυτό συνιστά σεβασμό σ’ ένα corpus συνέχειας, από τη σύλ-ληψή του μέχρι και τη δι-αιώνιση του πολιτισμού.  Συνιστά λόγο αλληλεπίδρασης πολιτισμικής ηθικής, πολιτικής ηθικής και παιδαγωγικής για κατίσχυση αυτού που αληθεύει στην ιστορική διαδρομή ενός πολιτισμού και νοηματοδοτεί την παιδεία.

Το κοινωνικό σώμα για να αρθρωθεί χρειάζεται ηγεμονικός νους, Πνεύμα φρόνησης και ενότητας των αρετών όπως ο Αριστοτέλης προβάλλει. Για τον Αριστοτέλη ο ορθός λόγος συνδέεται με τη συνήθεια για την αρετή που διαμορφώνει το ήθος.  Απαιτείται, δηλαδή, η ύπαρξη ενός βαθύτερου συστήματος αξιών, ώστε να αναγνωρίζει ο άνθρωπος τα λάθη του. Απαιτείται η ανάκληση στη μνήμη ή η ανεύρεση μιας αληθινής αιτίας για να κατευθύνει την επιθυμία του. Σύμφωνα με τον Λακάν αυτό που διακυβεύεται δεν είναι το “ευ ζην”, αλλά η αλήθεια. Η πίστη σε μια α-λήθεια κατευθύνει τον άνθρωπο στην αυτογνωσία, στη διόρθωση του λάθους, στη βελτίωση, στην ελπίδα για το καλύτερο.»
……………………………………………………………………………………………….

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου