Η Εκκλησία είναι τόπος μυστικός. Είναι ο τόπος της Αναστάσεως. Είναι η αγκάλη του Κυρίου μας και η στοργή Του και η προστασία Του. Η Εκκλησία είναι μία, αγία, καθολική και αποστολική. Αυτό ομολογούμε στο Σύμβολον της Πίστεως, προ της εισόδου μας στον τόπο του μυστηρίου και του αγιασμού των Τιμίων Δώρων. Προκειμένου να μεταλάβουμε Σώμα και Αίμα Χριστού. Κοινωνούντες εν ταπεινότητι. Προσερχόμενοι «Μετά Φόβου Θεού, Πίστεως και Αγάπης.»
Και σκέφτομαι εσχάτως το κοσμικό φρόνημα που μας διακρίνει και μας διακατέχει κι ας έχουμε το προνόμιο να εισερχόμεθα μυστικώς στον τόπο της Εκκλησίας, στον τόπο του ιερού, αυτόν της εκκλησιαστικής Σύναξης και να μετέχουμε της μυστηριακής της ζωής. Ένα πειρασμικό κοσμικό φρόνημα, αυτό της δαιμονικής κατακρίσεως μας διακρίνει εν πολλοίς, που μας διαλύει εντέλει και μας κατατρώει.
Σκέφτομαι σήμερα να καταφύγω στο λόγο και στις Διδαχές του αγίου Κοσμά του Αιτωλού. Χωρίς σχόλια και αχρείαστους και φορτικοὺς διδακτισμούς, καθώς ο λόγος του αγίου είναι και παραμένει ένας απαλός ορθόδοξος λόγος εκκλησιαστικής αμεσότητος και ταπεινότητος. Λόγος διαφανής γιὰ όλους εμάς του κοσμικού πάθους και του εγωϊσμού.
«Διά τούτο σας παρακαλώ, άγιοι ιερείς, και σας παραγγέλλω να φροντίσητε διά τους κοσμικούς πώς να σωθώσι και εκείνοι και σεις. Ομοίως πάλιν οι κοσμικοί να τιμάτε τους ιερείς σας· και αν τύχη ένας ιερεύς και ένας βασιλεύς, τον ιερέα να προτιμήσῃς· και αν τύχη ένας ιερεὺς και ένας άγγελος, τον ιερέα να προτιμήσῃς, διότι ο ιερεύς είνε ανώτερος από τους Αγγέλους. Ο δε ιερεύς οπού θέλει το καλόν του, νὰ διαβάση τον Νόμον, να καταλάβη το χρέος του. Διά τους αγίους ιερείς δεν έχω να σας πω τίποτε. Εγώ έχω χρέος όταν απαντήσω ιερέα να σκύψω νὰ του φιλήσω τα χέρια και να τον παρακαλέσω να παρακαλή τον Θεόν διά τας αμαρτίας μου. Διότι όλος ο κόσμος να παρακαλέσῃ τον Θεόν δεν δύνανται να τελειώσουν τα Άχραντα Μυστήρια, και ένας ιερεύς, έστω και αμαρτωλός, δύναται με την χάριν του Αγίου Πνεύματος να τα τελειώση.…
Να προσέχετε, αδελφοί μου, οι κοσμικοί να μη κατηγορῆτε τους παπάδες σας, να μη τους υβρίζετε και να μη τους παραμελήτε, διότι βάνετε φωτιά και καίεσθε· διότι οι παπάδες είνε ανώτεροι και από τους Αγγέλους και από τους βασιλεῖς. Εγώ, αδελφοί μου, η γνώμη μου έτσι με λέγει να κάμω. Εὰν απαντώ ένα παπά και ένα βασιλέα, με φαίνεται εύλογον τον παπά να βάλω να καθήση υψηλότερα από τον βασιλέα· και εάν απαντήσω ένα παπά και ένα άγγελον, πρώτα θὰ χαιρετήσω τον παπά και έπειτα τον άγγελον. Διότι, αδελφοί μου, είνε ανώτερος και από την Αγίαν Τράπεζαν, ανώτερος και από το άγιον Ποτήριον· διότι τό άγιον Ποτήριον είνε άψυχον, μα ο ιερεύς μεταλαμβάνει τα άχραντα Μυστήρια καθ᾿ εκάστην ημέραν, το τίμιον σῶμα και αίμα του Κυρίου μας Ιησού Χριστού και Θεού. Εγώ, αδελφοί μου, δεν έχω καμμίαν κατηγορίαν να κάμω των παπάδων, διότι είνε παπάδες και έχουν τον Χριστόν οπού τους παιδεύει και ό,τι σφάλμα κάμουν οι παπάδες, έχει ο Χριστός μας ράβδον σιδηράν δι᾿ αυτούς.»
Αυτά τὰ ελάχιστα για το κοσμικό μας φρόνημα και την ευκολία της κατάκρισης, που μας διακρίνει πολλές φορές, που μας απομακρύνει από τον μυστικό τόπο του αγιασμού και της χάριτος και της σωτηρίας μέσα στους κόλπους της άκτιστης Εκκλησίας. Που μας απομακρύνει από την αγκάλη του Χριστού.
Του Νίκου Ορφανίδη – Εκκλησία Κύπρου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου