Παρασκευή 28 Ιανουαρίου 2022

Αποφθέγματα (Άγιος Μακάριος ο Αιγύπτιος)

Επιλογές αποφθεγμάτων του Αγίου από το Βιβλίο «Η ΦΙΛΟΚΑΛΙΑ ΤΩΝ ΙΕΡΩΝ ΝΗΠΤΙΚΩΝ»

145. Όταν ο άνθρωπος καταπάτησε την εντολή του Θεού και ξέπεσε από τη ζωή του Παραδείσου, επακολούθησε το δέσιμό του με δύο αλυσίδες. Η μία είναι ο δεσμός των βιοτικών πραγμάτων και των σαρκικών ηδονών, όπως είναι ο πλούτος, η δόξα, η φιλία, η γυναίκα, τα παιδιά, οι συγγενείς, η πατρίδα, τα κτήματα και γενικά όλα τα ορατά, από τα οποία ο λόγος του Θεού μας διατάζει να λυνόμαστε με τη θέλησή μας.

Η άλλη αλυσίδα είναι αόρατη και εσωτερική. Είναι δηλαδή δεμένη η ψυχή με σκοτεινά δεσμά από τα πονηρά πνεύματα, εξαιτίας των οποίων ούτε το Θεό να αγαπήσει μπορεί, ούτε να πιστέψει, ούτε να προσευχηθεί όπως θέλει. Γιατί από την παράβαση του πρώτου ανθρώπου, όλοι συναντούμε μέσα μας αντίσταση σε όλα, και στα φανερά και στα αφανή.

Όταν κανείς υπακούσει στο λόγο του Θεού και απομακρυνθεί από όλα τα βιοτικά πράγματα και απαρνηθεί όλες τις σαρκικές ηδονές, τότε αφού παραμείνει κοντά στο Θεό και αφοσιωθεί σ’ Αυτόν, παίρνει θεία δύναμη και μαθαίνει ότι μέσα στα άδυτα της καρδιάς κρύβεται κάποια άλλη πάλη και κάποιος άλλος πόλεμος λογισμών.

Και αν παραμείνει έτσι κοντά στο Θεό και επικαλείται την ευσπλαχνία του Χριστού, με μεγάλη πίστη και υπομονή, αλλά και με τη βοήθεια του Θεού, μπορεί να ελευθερωθεί από τα δεσμά και τους φραγμούς εκείνους και το σκοτάδι των πονηρών πνευμάτων, δηλαδή από τις ενέργειες των κρυμμένων παθών.

Αυτόν τον πόλεμο, με τη χάρη και τη δύναμη του Χριστού, μπορούμε να τον καταργήσομε. Χωρίς όμως τη βοήθεια του Θεού, είναι εντελώς αδύνατο να λυτρώσει κανείς τον εαυτό του ώστε να ελευθερωθεί από την πάλη των λογισμών. Το μόνο που μπορεί κανείς, είναι να αντιλέγει στους λογισμούς και να μην ευχαριστείται μ’ αυτούς.

 

141. Όσο κανείς με την δική του επιμέλεια και πίστη έγινε κοινωνός της ουράνιας δόξας του Αγίου Πνεύματος και στόλισε την ψυχή του με αγαθά έργα, τόσο και το σώμα του εκείνη την ημέρα θα γίνει άξιο να συνδοξαστεί.

Ό,τι δηλαδή αποθησαύρισε κανείς τώρα μέσα του, αυτό τότε παρουσιάζεται έξω, όπως και ο καρπός που είναι μέσα στα δένδρα το χειμώνα, παρουσιάζεται έξω την άνοιξη, όπως είπαμε και άλλοτε. Η θεόμορφη λοιπόν εικόνα του Πνεύματος που οι Άγιοι έχουν κατά κάποιο τρόπο σαν τυπωμένη από τώρα μέσα τους, θα κάνει τότε και το σώμα εξωτερικά θεόμορφο και ουράνιο.

Στους βέβηλους όμως και αμαρτωλούς, αλοίμονο, το σκοτεινό κάλυμμα του κοσμικού πνεύματος που τύλιξε την ψυχή και με την ασχήμια των παθών έκανε το νου τους σκοτεινό και άσχημο, θα παρουσιάσει τότε εξωτερικά και το σώμα σκοτεινό και γεμάτο από κάθε ντροπή.

 

136. Εκείνοι που αγάπησαν αληθινά το Θεό, ούτε για την ουράνια βασιλεία θέλησαν να τον υπηρετούν, σαν να επιζητούν εμπορικό κέρδος, ούτε πάλι για την κόλαση που περιμένει τους αμαρτωλούς, αλλά γιατί τον αγάπησαν ως μόνο Θεό και Δημιουργό τους και κατανόησαν ότι οι δούλοι οφείλουν να ευαρεστούν τον Κύριο και Δημιουργό.

Αυτοί και με μεγάλη σύνεση αντιμετωπίζουν ό,τι τους συμβαίνει· γιατί είναι πολλά τα εμπόδια για την ευαρέστηση του Θεού. Επειδή δεν είναι μόνον η φτώχεια και η αφάνεια, αλλά παρόμοια και ο πλούτος και η τιμή γίνονται πειρασμοί για την ψυχή. Κατά ένα μέρος, και αυτή η παρηγοριά και η ανάπαυση, με την οποία γεμίζει την ψυχή η χάρη· αν δεν την αντιληφθεί η ψυχή που καταξιώθηκε να την λάβει και δεν τη χρησιμοποιήσει με μεγάλη μετριοφροσύνη και σύνεση, είναι πολύ εύκολο να της γίνει πειρασμός μάλλον και εμπόδιο.

Γιατί η κακία με πρόφαση αυτή τη χάρη χαλαρώνει τον τόνο της ψυχής και προξενεί με πανουργία τη χαύνωση και την αδιαφορία. Γι’ αυτό η χάρη χρειάζεται για να τη δεχθεί ευλαβή και συνετή ψυχή, ώστε να την τιμήσει και να παρουσιάσει άξιους καρπούς. Υπάρχει λοιπόν κίνδυνος, όχι μόνον οι θλίψεις, αλλά και οι ανέσεις να γίνουν πειρασμός της ψυχής, γιατί και με τα δύο αυτά δοκιμάζονται από τον Δημιουργό οι ψυχές, για να φανερωθούν καθαρά ποιες δε θεωρούν αίτια κέρδους την αγάπη τους προς Εκείνον, αλλά θεωρούν μοναδικό κέρδος τους Αυτόν που πράγματι είναι άξιος πολλής αγάπης και τιμής.

Στον αμελή και φτωχό στην πίστη και νήπιο στο φρόνημα, αυτά γίνονται εμπόδιο για την αιώνια ζωή, δηλαδή τα λυπηρά και επίπονα, ασθένειες, φτώχεια και ασημότητα, ή και τα αντίθετα, πλούτος, δόξα και έπαινοι από τους ανθρώπους· επιπλέον και ο πόλεμος του πονηρού που προσβάλλει χωρίς να φαίνεται. Αντιστρέφοντας τώρα τα παραπάνω, θα βρεις ότι στον πιστό και συνετό και γενναίο, αυτά συνεργούν μάλλον στην απόκτηση της βασιλείας του Θεού.

Γιατί ο ταπεινός δεν πέφτει ποτέΠού δηλαδή να πέσει εκείνος που έχει τον εαυτό του κάτω απ’ όλους; θα του δώσει οπωσδήποτε τη χάρη να πράττει χωρίς κόπ.ο Επίσης στο να μην κατηγορεί κανένα, να μην κατακρίνει, να μην υπερηφανεύεται. Έτσι βλέποντάς τον ο Κύριος ότι πιέζει τον εαυτό του, (προς το καλό) όπως είπαμε, και ότι τον ωθεί με τη βία, θα του δώσει οπωσδήποτε τη χάρη να πράττει χωρίς κόπο και με ευκολία εκείνα που πρωτύτερα ούτε με τη βία δεν μπορούσε να κάνει, εξαιτίας της πονηρίας που είχε συγκάτοικό του. Και τότε γίνονται όλα αυτά τα έργα της αρετής κατά κάποιο τρόπο φύση, επειδή πια ο Κύριος ήρθε, σύμφωνα με την υπόσχεσή Του, και ενώθηκε μαζί του (Ιω. 15, 5), και αυτός επίσης ενώθηκε με τον Κύριο, οπότε με τη χάρη Του εκπληρώνει με μεγάλη ευκολία τις αρετές.

 

134. Εκείνος που προσήλθε στο Χριστό, πρέπει ακόμη και με τη βία να ωθεί τον εαυτό του προς το καλό, και ας μη θέλει η καρδιά. Γιατί λέει ο αψευδής Κύριος: «Η βασιλεία των ουρανών κερδίζεται με την βία και την ιδιοποιούνται όσοι βιάζουν τον εαυτό τους» (Ματθ. 11, 12), και πάλι: «Αγωνίζεστε να μπείτε από τη στενή πύλη» (Λουκ. 13, 24).

Πρέπει λοιπόν, όπως είπαμε, και χωρίς να θέλομε, να ωθούμε τον εαυτό μας στην αρετή: δηλαδή στην αγάπη, ενώ δεν έχομε αγάπη· στην πραότητα, ενώ αυτή μας λείπει· στο να έχομε συμπαθή και φιλάνθρωπη καρδιά, να ανεχόμαστε τις προβολές και τον παραμερισμό και να εγκαρτερούμε με τους καταφρονεμένους, ενώ ακόμη δεν έχομε αυτή τη συνήθεια· στην προσευχή, αν και δεν έχομε ακόμη πνευματική προσευχή.

Αν ο Θεός δει ότι αγωνιζόμαστε έτσι και ωθούμε με τη βία τον εαυτό μας προς το καλό, έστω κι αν η καρδιά μας αντιστέκεται, τότε μας δίνει προσευχή αληθινή, μας δίνει σπλαχνική καρδιά, υπομονή, μακροθυμία, και γενικά, μας γεμίζει με όλους τους καρπούς του Αγίου Πνεύματος (Γαλ. 5, 22).

 

133. Αν θέλομε να υποφέρομε με ευκολία την κάθε θλίψη και τους πειρασμούς, ας επιθυμούμε και ας έχομε εμπρός στα μάτια μας πάντοτε το θάνατο για χάρη του Χριστού. Τέτοια μάλιστα εντολή έχομε, να σηκώνομε το σταυρό και να τον ακολουθούμε (Ματθ. 16, 24), που σημαίνει να είμαστε πρόθυμοι και έτοιμοι για το θάνατο.

Αν έχομε τέτοια διάθεση, θα υπομείνομε, όπως είπαμε, πολύ ευκολότερα κάθε θλίψη, φανερή ή αφανή. Γιατί εκείνος που επιθυμεί να πεθάνει για το Χριστό, καθόλου δε θα δυσκολευτεί στα επίπονα και λυπηρά.

 

132. Επειδή ο δρόμος που οδηγεί στην ουράνια ζωή είναι ομολογουμένως στενός και γεμάτος θλίψεις (Ματθ. 7, 14), και είναι λίγοι εκείνοι που τον βαδίζουν, γι’ αυτό πρέπει για χάρη της ελπίδας του ουρανού να υπομένομε σταθερά κάθε δοκιμασία του πονηρού.

Γιατί όσες θλίψεις και αν υποφέρομε, τι μπορούμε να προσφέρομε αντάξιο του μέλλοντος που μας υποσχέθηκε ο Θεός, ή της παρηγορίας που δίνει από εδώ στις ψυχές μας το αγαθό πνεύμα, ή της λυτρώσεώς μας από το σκοτάδι των παθών της κακίας, ή για το χρέος του πλήθους των αμαρτιών μας; Τα παθήματα του καιρού τούτου δεν ισοσταθμίζουν τη δόξα που μέλλει να μας δοθεί (Ρωμ. 8, 18).

Όπως λοιπόν είπαμε, όλα πρέπει να τα υπομείνομε για τον Κύριο, σαν γενναίοι στρατιώτες που πεθαίνομε για τον βασιλιά μας. Γιατί άραγε, όταν βρισκόμασταν στον κόσμο και στα βιοτικά πράγματα, δε μας έβρισκαν τέτοια λυπηρά, αλλά τώρα που ήρθαμε να υπηρετήσομε το Θεό, υποφέρομε τους πολύτροπους αυτούς πειρασμούς; Βλέπεις λοιπόν ότι οι θλίψεις είναι για το Χριστό, επειδή φθονεί ο εχθρός την ανταπόδοση που ελπίζομε και θέλει να βάλει μέσα στις ψυχές μας τη χαύνωση και τη ραθυμία, για να μη ζήσομε ευάρεστα στο Θεό και αξιωθούμε τη βασιλεία Του;

Όσο λοιπόν ο πονηρός κι αν οπλίζεται εναντίον μας, αν εμείς υποφέρομε τις επιθέσεις του με γενναιοψυχία, όλες οι μηχανές του εναντίον μας διαλύονται με τη συμμαχία του Χριστού. Γιατί έχομε τον Ιησού υπερασπιστή και προστάτη μας. Ας θυμηθούμε ότι και Εκείνος έτσι πέρασε σ’ αυτόν τον κόσμο, υβριζόμενος, διωκόμενος, εμπαιζόμενος, και τέλος θανατώθηκε με ατιμωτικό τρόπο επάνω στο Σταυρό.

 

130. Αν το κανάβι δεν χτυπηθεί πολύ, δεν μπορεί να γίνει κατάλληλο να χρησιμοποιηθεί για λεπτότατα νήματα, αλλά όσο χτυπιέται και ξαίνεται, τόσο πιο καθαρό και εύχρηστο γίνεται· και αν το νεόπλαστο πήλινο σκεύος δεν μπει στη φωτιά, δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί από τους ανθρώπους· και το νήπιο είναι άπειρο ακόμη για τις δουλειές του κόσμου, γιατί ούτε να χτίζει, ούτε να φυτεύει, ούτε να σπέρνει, ούτε άλλη δουλειά μπορεί να κάνει.

Έτσι συχνά και κάποιες ψυχές, αν και έλαβαν τη θεία χάρη και έχουν εσωτερική βεβαιότητα από τη γλυκύτητα και την ανάπαυση του Πνεύματος εξαιτίας της νηπιότητάς τους, από αγαθότητα του Κυρίου, επειδή όμως ακόμη δε δοκιμάστηκαν, ούτε ελέγχθηκαν από τα πονηρά πνεύματα με διάφορες θλίψεις, εξακολουθούν να είναι νήπιες, και για να πω έτσι, δεν είναι ακόμη κατάλληλες για τη βασιλεία των ουρανών. «Αν δεν έχετε τη διαπαιδαγώγηση —λέει ο Απόστολος— που έχουν πάρει όλοι, τότε είστε νόθα παιδιά και όχι γνήσια» (Εβρ. 12, 8).

Ώστε και οι πειρασμοί και οι θλίψεις για το συμφέρον στέλνονται στους ανθρώπους, και κάνουν την ψυχή πιο γνήσια και πιο στερεή. Και αν αυτή υπομείνει μέχρι τέλους με την ελπίδα της στον Κύριο, είναι αδύνατο να μην επιτύχει την υπόσχεση του Πνεύματος και την απολύτρωση από τα πάθη της κακίας.

Ο Θεός κρατά τις υποσχέσεις Του. Ουδέποτε όμως ο Θεός άφησε την ψυχή που ελπίζει σ’ Αυτόν να καταβληθεί από τους πειρασμούς ώστε να φτάσει σε αδιέξοδο. Όπως λέει ο Απόστολος: «Ο Θεός κρατά τις υποσχέσεις Του και δε θα αφήσει να δοκιμάσετε πειρασμό πάνω από τη δύναμή σας, αλλά όταν έρθει ο πειρασμός, θα δώσει μαζί και τον τρόπο εξόδου από αυτόν, ώστε να μπορέσετε να τον αντέξετε» (Α΄ Κορ. 10, 13).

Αλλά και ο πονηρός, δεν στενοχωρεί την ψυχή όσο θέλει αυτός, αλλά όσο του επιτρέπει ο Θεός. Οι άνθρωποι γνωρίζουν πόσο βάρος μπορεί να σηκώσει ο ημίονος, πόσο ο όνος, πόσο η καμήλα, και τόσο τα φορτώνουν· και ο κεραμοποιός γνωρίζει πόση ώρα να βάλει τα κεραμικά σκεύη στη φωτιά, για να μη σπάσουν αν μείνουν περισσότερο, μήτε πάλι να γίνουν άχρηστα βγαίνοντας πριν από το κανονικό ψήσιμο.

Αν λοιπόν ο άνθρωπος έχει τόση σύνεση, πολύ περισσότερο, απείρως περισσότερο η σύνεση του Θεού γνωρίζει πόσον πειρασμό πρέπει να επιτρέψει να έρθει σε κάθε ψυχή, για να γίνει δόκιμη και κατάλληλη για τη βασιλεία των ουρανών.

 

129. Εκείνος λοιπόν που θέλει να γίνει μιμητής του Χριστού, για να ονομαστεί και αυτός υιός Θεού, γεννημένος από το πνεύμα, οφείλει πριν απ’ όλα να υπομένει τις θλίψεις που έρχονται, δηλαδή τις σωματικές ασθένειες ή τις ύβρεις και τους ονειδισμούς από τους ανθρώπους, ακόμη και τις επιθέσεις των αοράτων εχθρών, με γενναιοψυχία και καρτερία.

Γιατί κατ’ οικονομίαν Θεού παραχωρείται στις ψυχές η δοκιμασία των διαφόρων θλίψεων, για να φανερωθούν οι ψυχές που τον αγαπούν ειλικρινά. Αυτό είναι το σημάδι των Αγίων όλων των αιώνων, Πατριαρχών, Προφητών, Αποστόλων και Μαρτύρων, ότι πέρασαν όχι από αλλού, αλλά από το στενό δρόμο των πειρασμών και των θλίψεων και έτσι ευαρέστησαν το Θεό. «Παιδί μου, λέει η Γραφή, αν έρχεσαι για να υπηρετήσεις τον Κύριο, ετοίμασε την ψυχή σου για πειρασμούς. Έχε ευθύτητα στην καρδιά και καρτερία» (Σ. Σειράχ 2, 1-2). Και αλλού λέει: «Όλα όσα σου έρχονται, δέξου τα σαν καλά, γνωρίζοντας ότι χωρίς να θέλει ο Θεός τίποτε δεν γίνεται».

 

Όταν ακούσεις ότι ο Χριστός κατέβηκε στον άδη και ελευθέρωσε όλες τις ψυχές που ήταν εκεί, μη νομίζεις ότι αυτό είναι μακριά και από όσα γίνονται σήμερα. Να θεωρείς δηλαδή ότι η καρδιά είναι τάφος και εκεί είναι θαμμένοι οι λογισμοί και ο νους, μέσα σε βαθύ σκοτάδι.

Έρχεται λοιπόν ο Κύριος στις ψυχές που τον επικαλούνται από τον άδη, δηλαδή στο βάθος της καρδιάς, και εκεί διατάζει το θάνατο· «άφησε, του λέει, ελεύθερες τις φυλακισμένες ψυχές, οι οποίες ζητούν Εμένα που μπορώ να τις σώσω».

Κατόπιν, αφού σηκώσει τη βαριά πέτρα που σκεπάζει την ψυχή, ανοίγει τον τάφο και ανασταίνει τον πράγματι νεκρό και ελευθερώνει τη φυλακισμένη ψυχή από τη σκοτεινή φυλακή.

Όπως το είπαμε και προηγουμένως, τέχνη του σατανά είναι και αυτή, να υποχωρεί θεληματικά αρκετά χρόνια και να μην ενεργεί όσα συνηθίζει, οπωσδήποτε με το σκοπό να βάλει στο νου όσων ασκούνται την ψεύτικη ιδέα ότι έφτασαν στην τελειότητα. Μήπως όμως εκείνος που φυτεύει αμπέλι, παίρνει αμέσως και τον καρπό; Ή εκείνος που σπέρνει, θερίζει αμέσως; Ή μήπως το νεογέννητο βρέφος γίνεται αμέσως τέλειος άνδρας;

Κοίταξε τον Ιησού· από ποια δόξα, Υιός του Θεού και Θεός ο Χριστός, σε ποιά πάθη και ατιμία και σταυρό και θάνατο κατέβηκε. Και πάλι, πώς για την ταπείνωσή Του αυτή υπερυψώθηκε και κάθισε στα δεξιά του Πατέρα (Εφ. 1, 20). Ο πονηρός όμως όφις, με το να σπείρει εξαρχής μέσα στον Αδάμ την επιθυμία να γίνει θεός (Γεν. 3, 5), σε ποια ατιμία τον κατέβασε, με αυτή ακριβώς την υπερήφανη ιδέα. Αυτά λοιπόν και συ έχοντας στο νου σου, φύλαγε τον εαυτό σου όσο μπορείς, και φρόντιζε με μεγάλη επιμέλεια να έχεις πάντοτε την καρδιά σου ταπεινή και συντετριμμένη.

 

114. Καλή είναι η νηστεία και η αγρυπνία, καλή είναι επίσης και η άσκηση και η ξενιτεία. Αλλά αυτά οπωσδήποτε είναι κάποια αρχή και τα πρόθυρα της θεάρεστης ζωής, ώστε είναι παράλογο να θαρρεύεται κανείς ολωσδιόλου σ’ αυτά. Γιατί καμιά φορά, όπως προηγουμένως είπαμε, και τη χάρη έχομε σε κάποιο βαθμό, μα και η κακία παραφυλάει μέσα μας και πονηρεύεται και υποχωρεί θεληματικά και δεν ενεργεί τα δικά της, αλλά κάνει τον άνθρωπο να νομίσει ότι έχει καθαρθεί ο νους του, και τον οδηγεί σε έπαρση για την τελειότητά του.

Κατόπιν επιτίθεται σαν ληστής και τον ρίχνει σε βαθύτατα βάραθρα. Γιατί συχνά άνθρωποι, είκοσι χρόνια ληστές ή επαγγελματίες στρατιώτες, γνωρίζουν άριστα να βάζουν παγίδες στους αντιπάλους και παραφυλάγουν και επινοούν ενέδρες και προσβάλλουν τα νώτα των εχθρών και τους εξοντώνουν με αιφνιδιαστική επίθεση.

Πόσο λοιπόν περισσότερο η κακία, που έχει ηλικία τόσων χιλιάδων ετών και αυτό είναι το προθυμότατο έργο της, να οδηγεί τις ψυχές στην απώλεια, δε γνωρίζει να επινοεί τέτοιες ενέδρες στα απόκρυφα της καρδιάς και, όταν θέλει, να μένει ακίνητη επίτηδες και να μην ενεργεί, ώστε να παρασύρει την ψυχή στην έπαρση ότι έχει φτάσει στην τελειότητα;

Το θεμέλιο λοιπόν του Χριστιανισμού είναι, και αν έχει κανείς όλες τις αρετές, να μην εφησυχάζει, ούτε να παίρνει θάρρος, ούτε να νομίζει ότι κατόρθωσε κάτι σπουδαίο. Και αν ακόμη γίνει μέτοχος της χάρης, να μη νομίσει ότι πέτυχε κάτι, ούτε να αισθάνεται κορεσμό, αλλά μάλλον τότε να πεινά και να διψά περισσότερο, να πενθεί και να κλαίει και να έχει την καρδιά του ολότελα συντετριμμένη.

 

Η Αγία Τριάδα κατοικεί μέσα στην καθαρή ψυχή με συνεργεία και της θείας αγαθότητας. Κατοικεί βέβαια όχι όπως υπάρχει, γιατί είναι αχώρητη και σε όλη την κτίση ακόμη, αλλά όσο είναι κατάλληλος και δεκτικός ο άνθρωπος.

Όταν όμως αλλάξει κάπως πορεία ο άνθρωπος από την αυτοπροαίρετη κατά Θεόν διαγωγή και λυπήσει το θείο πνεύμα, απομακρύνεται ο νους και στερείται την πνευματική ευφροσύνη, καθώς συστέλλονται η θεία χάρη και η αγάπη και κάθε αγαθή ενέργεια του Πνεύματος και ο νους παραδίνεται σε θλίψεις και πειρασμούς και σε πονηρά πνεύματα, μέχρις ότου ορθοποδίσει και πάλι η ψυχή για την ευαρέστηση του Πνεύματος.

Κατόπιν, αφού δείξει τη μετάνοιά της με κάθε εξομολόγηση και ταπείνωση, πάλι αξιώνεται να την επισκεφθεί η χάρη και απολαμβάνει την ουράνια ευφροσύνη περισσότερο από πρώτα. Αν αντίθετα δεν λυπήσει διόλου το πνεύμα, αλλά συνεχίσει να ζει θεάρεστα και να αντιτάσσεται σε όλους τους πονηρούς λογισμούς και να μένει διαρκώς προσκολλημένη στον Κύριο, τότε δικαίως και με συνέπεια, σύμφωνα με τη στάση της, προκόβει αυτή η ψυχή και αξιώνεται να λάβει ανέκφραστες δωρεές, και προχωρεί από δόξα σε δόξα (Β΄ Κορ. 3, 18) και από ανάπαυση σε τελειότερη ανάπαυση.

 

108. Είναι αδύνατο να λάβει κανείς το Πανάγιο πνεύμα με άλλο τρόπο, αν δεν αποξενωθεί ολότελα από τα πράγματα του κόσμου τούτου και δεν αφιερωθεί στην επιδίωξη της αγάπης του Χριστού, για να ελευθερωθεί ο νους από όλες τις μέριμνες της ύλης και έτσι να αξιωθεί να γίνει ένα πνεύμα με τον Κύριο, όπως λέει ο Απόστολος: «Όποιος ενώνεται με τον Κύριο, θα γίνει ένα πνεύμα μαζί Του» (Α΄ Κορ. 6, 17). Η ψυχή τώρα που είναι δεμένη έστω και με κάτι του κόσμου τούτου και κλίνει προς αυτό, είτε πρόκειται για πλούτο, είτε για δόξα, είτε κοσμική φιλία, δεν είναι δυνατό να διαφύγει και να περάσει από το σκότος των πονηρών δυνάμεων.

 

89. Εκείνοι που αξιώθηκαν να γίνουν τέκνα Θεού και έχουν το Χριστό να ακτινοβολεί μέσα τους, διευθύνονται από ποικίλους και διαφόρους τρόπους του Πνεύματος και περιθάλπονται στα βάθη της καρδιάς τους από τη χάρη. Δεν είναι ανάρμοστο να φέρομε παραδείγματα από τις κοσμικές απολαύσεις, για να πάρομε κάποια ιδέα των θείων ενεργημάτων της χάρης μέσα στην ψυχή.

Συμβαίνει δηλαδή καμιά φορά οι άνθρωποι αυτοί σαν να βρίσκονται σε βασιλικό δείπνο να ευφραίνονται και να χαίρονται με κάποια ανέκφραστη και ανείπωτη αγαλλίαση. Και άλλοτε, σαν νεόνυμφοι να νιώθουν πνευματική ηδονή, ενώ άλλοτε σαν ασώματοι άγγελοι να αισθάνονται τόση ελαφρότητα στο σώμα τους, ώστε να νομίζουν ότι δεν έχουν σώμα. Και άλλοτε σαν να ευφραίνονται και να μεθούν με την ανέκφραστη μέθη των μυστηρίων του Πνεύματος, ενώ άλλοτε κλαίνε και οδύρονται προσευχόμενοι για τη σωτηρία των ανθρώπων.

Γιατί πυρπολούνται από τη θεία αγάπη του Πνεύματος προς όλους τους ανθρώπους και παίρνουν επάνω τους το πένθος όλων των απογόνων του Αδάμ. Άλλοτε πάλι, το πνεύμα άναψε μέσα τους τόση αγάπη, ενωμένη με ανείπωτη ηδονή, ώστε αν ήταν δυνατόν κάθε άνθρωπο να τον αγκαλιάσουν, χωρίς να ξεχωρίζουν καλό ή κακό.

Άλλοτε, τόσο πολύ εξουδένωσαν τον εαυτό τους, ώστε να νομίζουν ότι κανένας δεν είναι παρακάτω απ’ αυτούς, αλλά ότι είναι τελευταίοι απ’ όλους. Κάποτε τους πλημμυρίζει κάποια ανέκφραστη πνευματική χαρά, ενώ κάποτε, παρόμοια με ένα χειροδύναμο που φόρεσε βασιλική πανοπλία και αφού κατέβηκε στον πόλεμο, κατατρόπωσε τους εχθρούς, και αυτοί οπλίσθηκαν με τα όπλα του Πνεύματος και συγκρούσθηκαν με τους αόρατους εχθρούς και τους έριξαν κάτω από τα πόδια τους.

Πότε τους κυκλώνει μεγάλη γαλήνη και ησυχία και τους αγκαλιάζει η ειρήνη και τους κυριεύει μια θαυμαστή πνευματική ηδονή, και πότε γεμίζουν σύνεση και θεία σοφία και ανεξιχνίαστη πνευματική γνώση. Και γενικά, δέχονται τόση σοφία από τη χάρη του Χριστού, όση δεν μπορεί καμιά γλώσσα να διηγηθεί. Ωστόσο συχνά έχουν εξωτερική όψη όπως όλοι οι άλλοι.

Έτσι η θεία χάρη με πολλούς τρόπους αλλάζει και διαφοροποιείται μέσα σ’ αυτούς, σαν να θέλει να παιδαγωγεί και να γυμνάζει την ψυχή, για να την παρουσιάσει τέλεια και άμεμπτη και καθαρότατη στον επουράνιο Πατέρα.

 

90. Τα παραπάνω ενεργήματα του Πνεύματος ανήκουν στα υψηλά πνευματικά μέτρα που είναι πολύ κοντά στην τελειότητα.

Σκέψου ότι ο Θεός σου και Βασιλιάς, αλλά και Υιός του Θεού, κένωσε τον εαυτό Του παίρνοντας μορφή δούλου (Φιλιπ. 2, 7), ότι έγινε φτωχός (Β΄ Κορ. 8, 9) και συγκαταριθμήθηκε μεταξύ των ατίμων (Μαρκ. 15, 28) και σταυρώθηκε. Αν έτσι έγινε με το Θεό, εσύ ο άνθρωπος που αποτελείσαι από σάρκα και αίμα, που είσαι χώμα και στάχτη (Γεν. 18, 27) και που —αλοίμονο— δεν έχεις τίποτε το αγαθό, αλλά είσαι τελείως ακάθαρτος, πώς έχεις μεγάλη ιδέα και αλαζονεύεσαι; Εσύ λοιπόν, αν βέβαια είσαι συνετός, ακόμη και για κάτι καλό που έλαβες από το Θεό, να λές: «Αυτό δεν είναι δικό μου, από Άλλον το πήρα· και αν Αυτός το κρίνει σκόπιμο, θα μου το πάρει πίσω». Έτσι κάθε καλό να το αποδίδεις στον Κύριο, κάθε κακό στον εαυτό σου.

Εσύ που τα υποστηρίζεις αυτά, πέρασε μέσα σου με την επιστασία στους λογισμούς σου, και σκύψε πάνω στο νου σου, τον αιχμάλωτο και δούλο της αμαρτίας, και δες το φίδι που φωλιάζει πιο κάτω κι από το νου και πιο βαθιά από τους λογισμούς, στα λεγόμενα άδυτα της ψυχής σου, και επιδιώκει να σε σκοτώνει πλήττοντας τα πιο ουσιώδη μέρη της ψυχής σου. Γιατί αληθινά είναι άβυσσος ακατανόητη η καρδιά.

 

64. Εκείνοι που φροντίζουν να κατορθώνουν όσο είναι δυνατόν καλύτερα το βίο του Χριστιανού, πρέπει πρώτα-πρώτα να φροντίζουν με μεγάλη επιμέλεια για το διανοητικό και διακριτικό και ηγεμονικό μέρος της ψυχής, ώστε να διακρίνουν ακριβώς το καλό από το κακό και να βγάλουν έξω από την καθαρή φύση όσα πάθη εισήλθαν έπειτα παρά φύση, και έτσι να μπορούν να ζουν χωρίς προσκόμματα, χρησιμοποιώντας ως μάτι το όργανο της διακρίσεως, και να μένουν ανεπηρέαστοι από τις αφορμές της κακίας.

Γιατί θέλημα της ψυχής είναι, να διατηρεί τα μέλη του σώματος αμόλυντα από τη βλάβη των αισθήσεων, να αποκλείσει τον εαυτό της από τους περισπασμούς του κόσμου και να φυλάξει την καρδιά να μην απλώνει στον κόσμο τα ενεργήματα των λογισμών της, αλλά να τα περιορίζει από παντού και να τα συγκρατεί από κάθε χαμαίζηλη φροντίδα και ηδονή.

Κι όταν δει ο Κύριος κάποιον να ζει με αυτόν τον τρόπο και να φροντίζει να διατηρεί τέτοια ακρίβεια και προσοχή και να έχει την πρόθεση να τον υπηρετεί με φόβο και τρόμο (Ψαλμ. 2, 11), τότε του προσφέρει και τη βοήθεια της χάρης Του. Τι όμως να κάνει ο Θεός σ’ εκείνον που προσφέρει τον εαυτό του στον κόσμο και τρέχει πίσω από τις ηδονές του;

 

Τη βασιλεία την επιθυμούν και πόρνες και τελώνες και κάθε άνθρωπος, αλλά γι’ αυτό είναι οι πειρασμοί και οι δοκιμασίες, για να φανερωθεί ποιοι αγάπησαν αληθινά τον Κύριό τους, ώστε δίκαια να κληρονομήσουν τη βασιλεία των ουρανών.

 

Οι περισσότεροι άνθρωποι είναι τόσο ανόητοι, ώστε θέλουν να αποκτήσουν την ουράνια βασιλεία και να κληρονομήσουν την αιώνια ζωή και να βασιλέψουν χωρίς τέλος μαζί με το Χριστό —πράγμα μέγα και πάνω από κάθε έννοια—, χωρίς να πάψουν να ζούνε με τα δικά τους θελήματα και να ακολουθούν αυτά, ή μάλλον εκείνον που σπέρνει αυτά που είναι μάταια και ολοφάνερα βλαβερά.

 

55. Αυτοί είναι που παραμένουν μέχρι το τέλος άπτωτοι, όποιοι δηλαδή μίσησαν ολότελα όλες τις επιθυμίες του κόσμου και τους εαυτούς των, τις φαντασιώσεις του κόσμου και τις ηδονές και τις κοσμικές ασχολίες. Γιατί αυτό θα πει να απαρνηθείς τον εαυτό σου (Ματθ. 16, 24). Ώστε με τη δική του θέληση ο καθένας διώχνεται από τη βασιλεία, επειδή δηλαδή δεν προτίμησε αληθινά τους κόπους και δεν απαρνήθηκε τον εαυτό του, αλλά θέλει μαζί με το θεϊκό πόθο να δοκιμάζει και μερικές ευχαριστήσεις αυτού του κόσμου και να μην αφήνει το θέλημά του να κλίνει ακέραιο στο Θεό.

Τούτο θα γίνει σαφές μ’ ένα παράδειγμα: Εξετάζοντας τα πράγματα καθένας διακρίνει και δεν του διαφεύγει ότι είναι άτοπο αυτό που πάει να κάνει. Πρώτα δηλαδή νιώθει στην καρδιά του την αμφιβολία, και η ζυγαριά της συνειδήσεως κλίνει φανερά προς το μέρος είτε της αγάπης του Θεού είτε της αγάπης του κόσμου, και τότε εκδηλώνεται εξωτερικά.

Φιλονεικεί, ας πούμε, κάποιος με έναν αδελφό και εξετάζοντας διακρίνει, όπως ειπώθηκε, ότι πρώτα συγκρούεται με τον εαυτό του και αντιλέγει: «Να μιλήσω ή να μη μιλήσω; Να απαντήσω σ’ αυτές τις βρισιές που μου είπε; Ή καλύτερα να σωπάσω;». Έτσι δηλαδή και τις εντολές του Θεού ακολουθεί, αλλά και δεν εγκαταλείπει τη δική του γνώμη, ούτε προτιμά να απαρνηθεί εντελώς τον εαυτό του.

Αν λοιπόν η ζυγαριά της καρδιάς γείρει έστω και λίγο προς το μέρος της αγάπης του κόσμου, αμέσως ο κακός λόγος φτάνει μέχρι τα χείλη. Κατόπιν ο νους τεντώνεται σαν τόξο από μέσα και χτυπά τον πλησίον με τα λόγια, και το κακό φτάνει στα χέρια, καμιά φορά και σε τραύματα, αλλά και μέχρι το φόνο.

Βλέπομε λοιπόν από που άρχισε και που έφτασε μια μικρή κίνηση της ψυχής. Έτσι συμβαίνει σε κάθε αμάρτημα και πράξη, όπου η κακία κολακεύει και χαϊδεύει το θέλημα της ψυχής με κοσμικές επιθυμίες και σαρκικές ηδονές. Έτσι γίνεται και η μοιχεία, έτσι και η κλοπή, έτσι και η πλεονεξία, έτσι και η κενοδοξία, έτσι το οποιοδήποτε κακό.

Και είναι πολύ λίγοι εκείνοι που στην καλή αρχή βάζουν και καλό τέλος και μένουν ως το τέλος χωρίς να σκοντάψουν. Γιατί πολλοί έρχονται σε κατάνυξη και πολλοί γίνονται μέτοχοι της ουράνιας χάρης και πληγώνονται με θείο έρωτα.

Αλλά επειδή δεν υπέφεραν τους ακόλουθους κόπους και τους πειρασμούς του πονηρού, ο οποίος επιτίθεται με πολλά και ποικίλα τεχνάσματα, έμειναν στον κόσμο και βούλιαξαν στο βυθό του, από χαυνότητα και αδυναμία της γνώμης τους, ή και γιατί αιχμαλωτίσθηκαν από κάποια εμπαθή κλίση σε κάτι γήινο. Γιατί όσοι θέλουν να τρέξουν με ασφάλεια μέχρι τέλους το δρόμο, δεν ανέχονται να αναμείξουν άλλον έρωτα και άλλη αγάπη με εκείνη την επουράνια.

Αν θέλεις να επιστρέψεις στον εαυτό σου, άνθρωπε, και να αποκτήσεις τη δόξα που είχες στην αρχή και που χάθηκε λόγω της παρακοής, κάνε το εξής: Όπως παραμέλησες τις εντολές του Θεού και έδωσες προσοχή στις διαταγές και τη συμβουλή του εχθρού, έτσι τώρα αφού απομακρυνθείς από εκείνον στον οποίο υπάκουσες, επίστρεψε στον Κύριο.

Αλλά, γνώριζε ότι με πολύ κόπο και ιδρώτα του προσώπου σου (Γεν. 3, 19) θα πάρεις πίσω τον πλούτο σου. Δεν είναι ωφέλιμη για σένα η χωρίς κόπο απόκτηση του αγαθού, γιατί παίρνοντας στην αρχή χωρίς κόπους και ιδρώτα, έχασες ό,τι πήρες και παρέδωσες στον εχθρό την κληρονομιά σου.

Ας εννοήσομε λοιπόν ο καθένας τι χάσαμε και ας θρηνήσομε σαν τον Προφήτη, γιατί πραγματικά η κληρονομιά μας δόθηκε σε εχθρούς και τα σπίτια μας σε ξένους (Θρ. Ιερ. 5, 2). Και αυτό επειδή παρακούμε την εντολή και υποχωρούμε στα θελήματά μας και ευχαριστιόμαστε με τους ακάθαρτους και γήινους λογισμούς, οπότε και η ψυχή μας βρίσκεται σε μεγάλη απόσταση από το Θεό και μοιάζομε με ορφανούς που δεν έχουν πατέρα.

Όποιος λοιπόν νοιάζεται για την ψυχή του, πρέπει να αγωνιστεί με όλη του τη δύναμη να ανατρέπει λογισμούς πονηρούς και κάθε τι που ορθώνεται με αλαζονεία κατά της γνώσεως του Θεού (Β΄ Κορ. 10, 5), και να βιάζει τον εαυτό του να διατηρεί το ναό του Θεού άσπιλο. Τότε έρχεται Εκείνος που υποσχέθηκε ότι θα κατοικήσει μέσα μας και θα περπατήσει μαζί μας (Λευϊτ. 26, 12). Και τότε παίρνει στα χέρια της την κληρονομιά η ψυχή και καταξιώνεται να γίνει ναός Θεού. Γιατί ο ίδιος ο Θεός, αφού με το στράτευμά Του διώξει τον πονηρό, θα βασιλέψει στο εξής μέσα μας.

Ο φίλος της αρετής πρέπει να έχει πολλή διάκριση, ώστε να γνωρίζει καλά τη διαφορά του καλού και του κακού και να ελέγχει και να κατανοεί τα ποικίλα τεχνάσματα του πονηρού, ο οποίος συνηθίζει να εξαπατά τους περισσότερους με αληθοφανείς φαντασίες. Πλην όμως η επιφύλαξη είναι πάντοτε ωφέλιμη.

Όπως δηλαδή κανείς που θέλει να βεβαιωθεί για τη σωφροσύνη της γυναίκας του, πηγαίνει σ’ αυτήν νύχτα σαν ξένος, και αν δει ότι τον διώχνει, χαίρεται που είναι απλησίαστη και επιδοκιμάζει την επιφυλακτικότητά της, έτσι πρέπει κι εμείς να είμαστε επιφυλακτικοί κατά τις επισκέψεις των νοερών δυνάμεων.

Γιατί αν απωθήσεις τους ουρανίους, περισσότερο θα ευχαριστηθούν και θα σε ετοιμάσουν να μετάσχεις σε περισσότερη χάρη και θα σε γεμίσουν πνευματική απόλαυση, με το να πάρουν απόδειξη από τη στάση σου για την προς τον Κύριο αγάπη σου. Μη λοιπόν από διανοητική ελαφρότητα ανοίγεσαι αμέσως σε νοερές επισκέψεις, ακόμη και αν είναι οι ουράνιοι Άγγελοι, αλλά μένε σταθερός και υπόβαλέ τα όλα αυτά σε αυστηρό έλεγχο.

Και έτσι, δεχόμενος το καλό και απωθώντας το κακό, θα κάνεις να αυξηθούν μέσα σου οι εκδηλώσεις της χάρης, τις οποίες η αμαρτία, όσο και αν υποκρίνεται το πρόσωπο του αγαθού, δεν μπορεί διόλου να δώσει. Γιατί, όπως λέει ο Απόστολος, γνωρίζει ο σατανάς να μετασχηματίζεται σε φωτεινό άγγελο (Β΄ Κορ. 11, 14), για να εξαπατήσει· αλλά και αν παρουσιαστεί με λαμπρή εμφάνιση, δεν μπορεί, όπως είπαμε, να δώσει αγαθή ενέργεια, και από αυτό φανερώνεται το ψεύτικο προσωπείο του.

Ούτε δηλαδή αγάπη στο Θεό ή στον πλησίον, ούτε πραότητα, ούτε ταπείνωση, ούτε χαρά, ούτε ειρήνη, ούτε καθαρότητα λογισμών, ούτε μίσος του κόσμου, ούτε ανάπαυση πνευματική, ούτε επιθυμία των ουρανίων μπορεί να προξενήσει, ούτε να καταστείλει τις ηδονές και τα πάθη. Όλα αυτά είναι ολοφάνερα ενεργήματα της χάρης· όπως λέει και ο Απόστολος, οι καρποί του Πνεύματος είναι αγάπη, χαρά, ειρήνη κλπ. (Γαλ. 5, 22).

Αντίθετα, ίσως και έπαρση και υψηλοφροσύνη είναι πολύ επιτήδειος και ικανός να προκαλέσει. Από την ενέργεια λοιπόν θα καταλάβεις αν το φως που έλαμψε στην ψυχή σου είναι από το Θεό ή από το σατανά. Αλλά και αυτή η ίδια η ψυχή, αν έχει δυνατή διάκριση, ευθύς από τη νοερή αίσθηση αναγνωρίζει τη διαφορά. Όπως το ξύδι και το κρασί στην όραση είναι τα ίδια, μετά τη γεύση όμως τα διακρίνει ο λάρυγγας, έτσι και η ψυχή από αυτή τη νοερή αίσθηση και ενέργεια μπορεί να διακρίνει τα χαρίσματα του Πνεύματος και τα φαντάσματα του σατανά.

… Εξάλλου, αν δε δώσει ο άνθρωπος αφορμή στο σατανά, δεν μπορεί αυτός να κυριαρχήσει πάνω του με τη βία. Γι’ αυτό το λόγο κανείς δεν είναι με βεβαιότητα του Χριστού ή του σατανά· αλλά αν παραμείνει με τη χάρη ως το τέλος, πηγαίνει με το μέρος του Χριστού, ενώ αν δεν κάνει έτσι, τότε ακόμη και αν γεννήθηκε από το πνεύμα κι αν έγινε μέτοχος του Αγίου Πνεύματος, θα ακολουθήσει το θέλημα του σατανά με δική του ευθύνη. Γιατί αν είτε ο Κύριος, είτε ο σατανάς έπαιρναν μαζί τους τον άνθρωπο με τη βία, αυτός δε θα ήταν αίτιος ούτε στην κόλαση να ριχτεί, ούτε τη βασιλεία να κερδίσει.

41. Σ’ εκείνους που απορούν λέγοντας ότι «έρχεται μέρα που και μίσος έχω κατά του αδελφού, ή και άλλα κακά μού έρχονται στο νου, τα οποία μου συμβαίνουν και χωρίς να θέλω», πρέπει να ειπωθούν τα εξής: Όλος ο αγώνας και η επιμέλεια του ανθρώπου ας είναι να αντιστέκεται στον πονηρό και στους πονηρούς λογισμούς.

Είναι όμως αδύνατον, όπου είναι το σκοτάδι των παθών και ο θάνατος, δηλαδή το σαρκικό φρόνημα, να μην παρουσιάζεται και κάποιος ιδιαίτερος καρπός της κακίας, κρυφά ή φανερά. Ένα τραύμα που υπάρχει στο σώμα, μέχρις ότου γιατρευθεί τελείως, είναι αδύνατο να μη βγάζει έστω και λίγο πύον, ή να μην είναι υγρό και να σαπίζει, ή να μη φουσκώνει και να πρήζεται, παρ’ όλο που του γίνεται θεραπεία και δεν παραλείπεται τίποτε απ’ όσα συντελούν στην περιποίησή του· αν μάλιστα παραμεληθεί, φέρνει σήψη και καμιά φορά τέλεια καταστροφή σε όλο το σώμα.

Κατά τον ίδιο τρόπο εννόησε ότι και τα πάθη της ψυχής, αν και απορροφούν πολλή φροντίδα μας, εντούτοις επιμένουν να σιγοκαίνε εσωτερικά. Αλλά με την επίμονη επιμέλεια, με τη χάρη και τη βοήθεια του Χριστού, θεραπεύονται εντελώς. Γιατί υπάρχει ένας κρυφός ρύπος και ένα πυκνό σκοτάδι των παθών, το οποίο παρά την καθαρή φύση του ανθρώπου διείσδυσε κρυφά με την παράβαση του Αδάμ σ’ όλη την ανθρωπότητα, και αυτό θολώνει και καταμολύνει και το σώμα και την ψυχή.

Αλλά καθώς το σίδερο καθαρίζεται όταν πυρώνεται και σφυροκοπιέται, ή όταν ο χρυσός ανακατωθεί με χαλκό ή σίδερο, μόνο με τη φωτιά ξεχωρίζεται, έτσι και η ψυχή καθαρίζεται από κάθε πάθος και κάθε αμαρτία όταν πυρώνεται και χτυπιέται από το αγαθό πνεύμα με τα άχραντα πάθη του Σωτήρα.

… πρέπει να γνωρίζετε τούτο, αγαπητοί· ότι οι αρετές είναι δεμένες μεταξύ τους και ακολουθούν η μία την άλλη, σαν κάποια ιερή αλυσίδα, πιασμένες η μία από την άλλη.

Η προσευχή, για παράδειγμα, από την αγάπη, η αγάπη από τη χαρά, η χαρά από την πραότητα, η πραότητα από την ταπεινοφροσύνη, η ταπεινοφροσύνη από την διακονία, η διακονία από την ελπίδα, η ελπίδα από την πίστη, η πίστη από την υπακοή, η υπακοή από την απλότητα.

Επίσης και τα αντίθετα είναι δεμένα το ένα με το άλλο. Το μίσος με το θυμό, ο θυμός με την υπερηφάνεια, αυτή με την κενοδοξία· τούτη με την απιστία, η απιστία με τη σκληροκαρδία, αυτή με την αμέλεια, η αμέλεια με την χαύνωση, με την ολιγωρία τούτη, αυτή πάλι με την ακηδία, όπως επίσης κι αυτή με την ανυπομονησία, ενώ τούτη με τη φιληδονία. Έτσι και οι υπόλοιπες κακίες, η μία ακολουθεί την άλλη.

«Να επιδιώκετε να πράττετε το αγαθό για τη δόξα του Θεού και όχι για δική σας δόξα, ούτε να σας κινεί έρωτας για ανθρώπινους επαίνους». Γιατί ο Κύριος φανέρωσε ότι οι τέτοιοι άνθρωποι είναι άπιστοι, λέγοντας: «Πώς μπορείτε να έχετε πίστη, αφού αποζητάτε τον έπαινο ο ένας του άλλου και δε ζητάτε τη δόξα από τον μόνο Θεό;» (Ιω. 5, 44).

Πρόσεξε και τον Απόστολο, πώς απαιτεί ακρίβεια ακόμη και μέχρι το φαγητό και το ποτό. Δίνει εντολή, όλες οι πράξεις μας να αποβλέπουν στη δόξα του Θεού, λέγοντας: «Είτε τρώτε, είτε πίνετε, είτε κάνετε ο,τιδήποτε, όλα να τα κάνετε για τη δόξα του Θεού» (Α΄ Κορ. 10, 31).

 

5. Η ψυχή που επιθυμεί να διατηρήσει την παρθενικότητά της και να ενωθεί με το Θεό, δεν πρέπει να μένει αγνή μόνο από τα φανερά αμαρτήματα, όπως είναι η πορνεία, ο φόνος, η κλοπή, η γαστριμαργία, η κατάκριση, το ψεύδος, η φιλαργυρία, η πλεονεξία και τα όμοια, αλλά πολύ περισσότερο από τα αφανή, όπως προείπαμε. Δηλαδή από επιθυμία, κενοδοξία, ανθρωπαρέσκεια, υποκρισία, φιλαρχία, δολιότητα, κακοήθεια, μίσος, απιστία, φθόνο, φιλαυτία, υπερηφάνεια και τα όμοια. Κατά την Γραφή, τα εσωτερικά αυτά αμαρτήματα είναι ίσα με τα εξωτερικά.

 

 

(Από την ΦΙΛΟΚΑΛΙΑ ΤΩΝ ΙΕΡΩΝ ΝΗΠΤΙΚΩΝ, Απόδοση στη νέα Ελληνική: Αντώνιος Γαλίτης
Εκδόσεις “Το περιβόλι της Παναγίας”, 1986)

https://alopsis.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου