1.-. Θά ἤθελα νά ὑμνήσω τήν ἀρετή τῆς ἀγάπης, ἀλλά τό μεγαλεῖο της δέν μπορεῖ μέ λόγια νά περιγραφεῖ. Γιατί αὐτή, ἡ πιό σπουδαία ἀνάμεσα σ’ ὅλες τίς ἄλλες ἀρετές, ὡς κεφαλή τῶν καλῶν, μπορεῖ νά κατανοηθεῖ μόνον ἐμπειρικά, ὅταν, δηλαδή, τήν λειτουργεῖ κανείς καί τή βιώνει ὡς προσωπικό κτῆμα του. Γι’ αὐτό καί τή θαυμάσια αὐτή ἀρετή τῆς ἀγάπης τήν γνωρίζουν ὅσοι ἀξιώθηκαν νά βαδίσουν τόν δρόμο της.
Τήν ἀγάπη πολλοί τήν περιγράφουν μέ λόγια, ἀλλά μόνο ἐκεῖνοι πού τήν ἔχουν κάνει κτῆμα τῆς καρδιᾶς τους, τήν ἐμφανίζουν μέ τά θεάρεστα ἔργα τους. Αὐτοί οἱ δεύτεροι εἶναι πολύ περισσότερο ἄξιοι θαυμασμοῦ. Παρ’ ὅλο, ὅμως, πού ἡ μεγάλη ἀξία τῆς ἀρετῆς τῆς ἀγάπης ὑπερβαίνει τίς δυνατότητες τοῦ λόγου μου, θά τολμήσω νά τήν ἐξυμνήσω μέ συντομία, γιά νά παρακινήσω πολλούς ὥστε νά τήν ἐγκολπωθοῦν καί νά τή λειτουργήσουν.
2.-. Ἡ ἀγάπη, ἀγαπητές Ἀδελφές μου, εἶναι ἔργο πού συντελεῖται στήν ψυχή, θερμαίνει τήν καρδιά, φωτίζει τόν νοῦ, ἐνεργοποιεῖ τή διάνοια πρός μελέτη τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ καί διεγείρει ὅλες τίς ψυχοσωματικές δυνάμεις πρός ἐργασία τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ.
Τό δῶρο τῆς ἀγάπης τό ἔχει χαρίσει ὁ Θεός στόν ἄνθρωπο ἀπό τή στιγμή τῆς δημιουργίας του. Αὐτήν ἔλαβε ὁ ἄνθρωπος καί τή φόρεσε ὡς στολή πανέμορφη καί εὐπρεπέστατη, ἀλλά ὁ ληστής τῶν ψυχῶν μας, ὁ διάβολος, τήν ξέσχισε καί ἄφησε τόν ἄνθρωπο γυμνό καί καταντροπιασμένο.
3.-. Ἀκοῦστε, ὅμως, πῶς ὁ χιτώνας τῆς ἀγάπης ξεσχίζεται, ἀλλά καί πῶς περισώζεται.
Ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἀγαπᾶ μέ ὅλη τήν καρδιά του τόν Θεό καί κάνει τό θέλημά Του, τότε ὅλη ἡ ἀγάπη τῆς ψυχῆς παραμένει ἀδιαλώβητη, ἐπειδή ὅλη ἡ ἀγαπητική δύναμή της παραμένει στόν Θεό. Τότε ἡ ψυχή εἶναι λαμπροφορεμένη μέ τήν ὀμορφιά τῆς ἀγάπης, σάν μέ πορφύρα ντυμένη, καί ἡ θέα της μοιάζει μέ αὐτήν τῆς χρυσόφτερης περιστερᾶς.
Ἀλλά, ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἀρχίζει νά ἀγαπᾶ τό χρυσάφι καί τό ἀσήμι, τούς πολύτιμους λίθους καί κάθε ἄλλον ἐπίγειο θησαυρό ἤ ἀκόμα καί τήν ποικιλία τῶν ἀπολαυστικῶν τροφῶν, τή ζωή στήν ὑπηρεσία τῆς θνητῆς σάρκας καί τήν ἐφήμερη ἀνθρώπινη δόξα, καί ἔτσι παραδώσει σέ ὅλα αὐτά τήν ἀγαπητική δύναμη τῆς ψυχῆς του, τότε ὁ χιτῶνας τῆς ἀγάπης ξεσχίζεται καί γίνεται χίλια κομμάτια.
Ὅταν ἡ ἀγαπητική δύναμη τῆς ψυχῆς κατατεμαχιστεῖ καί παραδοθεῖ στίς ἀγάπες αὐτοῦ τοῦ κόσμου, τότε ὁ ἄνθρωπος γυμνώνεται καί γίνεται ἐλεεινό θέαμα. Ὅπως, ὅταν κανείς ξεσχίσει τό ἔνδυμα κάποιου, τόν ἀφήνει ἀκάλυπτο καί ἔκθετο, ὥστε νά γίνει πασιφανής ἡ σωματική ἀσχήμια του, ἔτσι ἀκριβῶς κάνει καί ὁ διάβολος. Ἁρπάζει τήν καλή ἐπιθυμία πού ἔχει βάλει ὁ Θεός στόν ἄνθρωπο κατά τή δημιουργία του, τήν κατακερματίζει καί τή διασκορπίζει στή μέριμνα τῶν πραγμάτων αὐτοῦ τοῦ κόσμου, ἀπογυμνώνει τήν ψυχή ἀπό τή δύναμη τῆς θεάρεστης ἀγάπης καί τήν ἀφήνει ἀκάλυπτη ἀπό τή σκέπη καί τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ.
4.-. Τήν ἀλήθεια τοῦ ὅτι ἐκεῖνος πού δέν ἀγαπᾶ τόν Θεό, στερεῖται καί τή βοήθειά Του, τήν κάνει φανερή ἕνα τροπάριο πού ψάλλουμε στήν Ἐκκλησία μας. Σ’ αὐτό, ἡ ψυχή πού νιώθει ὅτι εἶναι γυμνή ἀπό τίς ἀρετές καί πτωχή ἀπό ἀγάπη, βλέποντας τήν ἀσχήμια της καί πενθῶντας γιά τήν ἐλεεινότητα της, λέει: «Τον νυμφώνα σου βλέπω, Σωτήρ μου, κεκοσμημένον και ένδυμα ουκ έχω, ίνα εισέλθω εν αυτώ· λάμπρυνόν μου την στολήν της ψυχής, Φωτοδώτα, και σώσον με / Τόν νυμφώνα Σου βλέπω, Σωτήρα μου, καταστολισμένο, ἀλλά δέν ἔχω ἔνδυμα κατάλληλο γιά νά εἰσέλθω σ’ αὐτόν. Λάμπρυνέ μου τή στολή τῆς ψυχῆς».
«Βλέπω, Σωτῆρα μου», λέει ὁ Ὑμνωδός, «τόν νυμφῶνα τῆς δικῆς Σου βοήθειας γεμᾶτο εὐλογία καί καθετί καλό, ἀλλά δέν ἔχω τό ἔνδυμα τῆς ἀγάπης, γιά νά μπῶ στό φρούριο τῆς βοήθειας πού Ἐσύ παρέχεις. Γι’ αὐτό, Ἐσύ πού χαρίζεις τό φῶς, λάμπρυνέ μου τή διάνοια μέ τή στολή τῆς δικῆς Σου ἀγάπης. Καί σῶσε με, ὥστε καταστολισμένος πλέον μέ τήν ἀγάπη νά ἀξιωθῶ νά ἐπιτύχω τή σωτηρία μου».
5.-. Αὐτήν τήν ἀγάπη θέλει νά φυτεύσει πάλι στίς καρδιές τῶν ἀνθρώπων ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ. Γι’ αὐτό ἦλθε στή γῆ καί τήν ψυχή, πού ὁ διάβολος εἶχε κατακομματιάσει στίς ἀγάπες καί στήν ἐπιθυμία τοῦ κόσμου, τήν μάζεψε καί τήν συνέρραψε. Ἔτσι, ἀκέραια καί τέλεια τήν ἀνύψωσε στήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, τῆς ξαναφόρεσε τήν πρώτη στολή της καί τῆς ἔδωσε τήν ἀρχέγονη ὡραιότητά της.
Γι’ αὐτό ἀκριβῶς ὁ Κύριος λέει: «Πυρ ήλθον βαλείν επί την γην, και τί θέλω ει ήδη ανήφθη!» (Λουκ. 12, 49). Ἦλθα νά βάλω φωτιά ἐπάνω στή γῆ. Καί τί περισσότερο θέλω, ἄν τώρα κιόλας ἔχει ἀνάψει;». Νομίζω πώς ὁ Κύριος μέ τή λέξη «φωτιά» ἐννοεῖ τήν ἀγάπη, τήν ὁποία εἶχε σβήσει ὁ διάβολος, ἀλλά τήν ἄναψε πάλι ὁ Χριστός μέ τήν ἅγια ζωή Του καί μέ τίς ἀξιοσέβαστες ἐντολές Του. Ἡ ἀγάπη εἶναι συνώνυμη μέ τόν Χριστό καί εἶναι γνώρισμα Ἐκείνου, ὁ Ὁποῖος λέει: «ἐν τούτῳ γνώσονται πάντες ὅτι ἐμοὶ μαθηταί ἐστε, ἐὰν ἀγάπην ἔχητε ἐν ἀλλήλοις, (Ιωά. 13, 35) .’Από αὐτό θά ἀναγνωρίζουν ὅλοι ὅτι εἴσαστε μαθητές μου, ἄν, δηλαδή, ἀγαπᾶτε ὁ ἕνας τόν ἄλλο».
6.-. Ἡ πληθώρα τῶν ἁμαρτιῶν ἀφανίζει τήν ἀγάπη. «Ἐπειδή», λέει ὁ Κύριος, «θά πληθύνει ἡ ἁμαρτία στόν κόσμο, θά ψυχρανθεῖ ἡ ἀγάπη τοῦ μεγαλύτερου μέρους τῆς ἀνθρωπότητας». Γιατί, ὅπως ἡ συσσώρευση τοῦ νεροῦ σαπίζει τούς καρπούς στή γῆ, ἔτσι καί τό πλῆθος τῶν ἁμαρτιῶν ἐξαλείφει ἀπό τήν ψυχή τά κινήματα τῆς ἀγάπης.
7.-. Ἀπ’ αὐτήν τήν ἀγάπη πληγώθηκε ὁ μεγάλος ἀπόστολος Παῦλος καί εἶπε: «Θά εὐχόμουν νά χωριστῶ ἀπό τόν Χριστό γιά πάντα, γιά χάρη τῶν ἀδελφῶν καί τῶν κατά σάρκα συγγενῶν μου». Αὐτή εἶναι ἡ φύση καί ἡ ποιότητα τῆς ἀγάπης. Ὅπως τό κερί λιώνει ἀπό τή φωτιά καί γίνεται φῶς πού φωτίζει ὅποιον τό κρατάει ἀναμμένο, ἔτσι εἶναι καί ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Ὅταν αὐτή κατοικεῖ στήν ψυχή καί κατακαίει τήν καρδιά, διαπερνᾶ μέ τή θερμότητά της ὁλόκληρη τήν ὕπαρξη καί ἐμπνέει τό σῶμα, ὥστε νά κοπιάζει καί νά ριψοκινδυνεύει γιά χάρη τῆς σωτηρίας τῶν ἀνθρώπων.
8.-. Αὐτῆς τῆς ἀγάπης τή σπίθα διαπίστωσα καί στή δική μου ψυχή. Ἀπ’ αὐτόν τόν σπινθήρ ἄναψε μέσα μου φωτιά καί παρέβλεψα τή δική μου ζωή. Πέρασα θάλασσες, ποτάμια καί ἀπόκρημνα βουνά. Καταβασάνισε τό σῶμα μου ὁ βαρύς χειμῶνας, ἀλλά, παρ’ ὅλα αὐτά, ἡ ἀγάπη πού γλύκαινε τήν ψυχή μου, μοῦ ἔδινε δύναμη καί θάρρος, ὥστε νά ὑπομένω ὅλα αὐτά τά θλιβερά καί ἐπώδυνα. Αὐτά, ἀσφαλῶς, ἦταν κατόρθωμα τῆς θερμῆς ἀγάπης μου πρός ἐσᾶς, ἡ ὁποία ἁπάλυνε τόν χειμῶνα τῶν πειρασμῶν πού μέ περίμεναν κατά τό ταξίδι. Τί, λοιπόν, ἐπιζητοῦσα νά σᾶς προσφέρω; Ἤθελα νά σᾶς ἀπαλλάξω ἀπό τίς θλίψεις πού σᾶς βασάνιζαν καί νά σᾶς ἐπιβεβαιώσω τήν ἀγάπη μου πρός ἐσᾶς, καθώς καί τή φροντίδα καί τό ἐνδιαφέρον μου γιά τή σωτηρία σας.
9.-. Ὁ καρπός, λοιπόν, κάθε ἀνθρώπου γνωρίζεται ἀπό τό ὅλο ἦθος καί τίς σχέσεις μέ τούς συνανθρώπους του. «Ἀπό τούς καρπούς τους», λέει ὁ Κύριος, «θά τούς ἀναγνωρίσετε». Γιατί, ὅπως, ὅταν βλέπουμε τούς καρπούς, ἀναγνωρίζουμε ποιά εἶναι τά καλά καί ποιά τά ἄρρωστα δένδρα, ἔτσι ἀκριβῶς ἀναγνωρίζουμε τίς φιλάνθρωπες καί τίς φιλόθεες ψυχές καί θεωροῦμε τούς λόγους τους ἀξιόπιστους καί ἀληθινούς, ἐπειδή αὐτοί εἶναι στηριγμένοι στήν Ἁγία Γραφή καί ἐκφέρονται ὡς καρπός τῆς προσωπικῆς ἐμπειρίας τους.
10.-. Γι’ αὐτό, νά μήν παρασύρεσθε ἀπό τόν ἄνεμο τῶν λόγων τοῦ κάθε ψευδοδιδασκάλου γιατί ἔτσι διώχνετε ἀπό τή ζωή σας τήν Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, χωρίζοντας τόν ἑαυτό σας ἀπό τήν Ἐκκλησία καί χάνοντας τόν καιρό σας σέ ἀνόητες καί ἀργόσχολες συναναστροφές. Μέ βαθιά ἐμπιστοσύνη ἡ μία στήν ἄλλη, ἑνωμένες καί ὁμόφρονες, μήν παραλείπετε νά ὑμνεῖτε ἀδιάλειπτα τόν Κύριο πού μᾶς ἀγάπησε, μᾶς ἐξαγόρασε μέ τό Τίμιο Αἷμα Του καί μᾶς ἕνωσε ὅλους σέ μία ποίμνη καί μία Ἐκκλησία.
Γιατί σ’ Αὐτόν πρέπει κάθε δόξα, τιμή καί προσκύνηση, τώρα καί πάντοτε καί στούς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου