Γράφει ο Κωνσταντίνος Χολέβας, Πολιτικός Επιστήμων
Στις αρχές της δεκαετίας του 1950 οι κυβερνήσεις της Ελλάδος συζητούσαν το ενδεχόμενο να προσφύγουν στον ΟΗΕ κατά της Μ. Βρετανίας και να ζητήσουν την Αυτοδιάθεση της Κύπρου, δηλαδή την Ένωση της Μεγαλονήσου με την Ελλάδα. Τότε η Βρετανική διπλωματία επεστράτευσε το όπλο των κατασκευασμένων μειονοτήτων και μας απείλησε ως εξής: Αν θέσετε το Κυπριακό στον ΟΗΕ, τότε και εμείς θα σας κατηγορήσουμε ότι καταπιέζετε τη «Μακεδονική μειονότητα»! Η κατασκευή μειονοτήτων και η διαστρέβλωση της ελληνικής Ιστορίας χρησιμοποιήθηκε ως μέσο πιέσεως στο παρελθόν, πιθανόν δε να χρησιμοποιηθεί και στο παρόν και στο μέλλον. Θεωρώ χρήσιμο, λοιπόν, να θυμηθούμε τις διάφορες προπαγάνδες που εξυφαίνονται εις βάρος της πατρίδας μας...
Ο Μισέλ Παγιαρές, Γάλλος δημοσιογράφος, έζησε στην τουρκοκρατούμενη τότε Μακεδονία τα ταραγμένα χρόνια του Μακεδονικού Αγώνα, έμαθε και είδε πολλά (1903-1907). Αυτές τις εντυπώσεις και εμπειρίες του κατέγραψε στο βιβλίο του «Η Μακεδονική θύελλα», το οποίο εκυκλοφορήθη πρώτα στα γαλλικά και πολύ αργότερα στα ελληνικά (εκδόσεις Τροχαλία, Αθήνα 1994). Στις σελίδες 541 και 542 αποκαλύπτει ένα ενδιαφέρον περιστατικό, το οποίο μας βοηθά να καταλάβουμε πως τα συμφέροντα των Μεγάλων Δυνάμεων και οι εθνικισμοί των μικροτέρων κρατών οδηγούν πολλές φορές στην κατασκευή ανυπάρκτων εθνικών συνειδήσεων και τεχνητών μειονοτήτων. Γράφει, λοιπόν:
«Ο κ. Μπάουρτσερ, ανταποκριτής των ΤΑΪΜΣ στα Βαλκάνια, υπήρξε ο μεγάλος ποντίφικας της αγγλοβουλγαρικής εκκλησίας… Το 1878 η βρετανική διπλωματία έκρινε ότι η Μακεδονία είναι ελληνική. Είκοσι πέντε χρόνια αργότερα ο κ. Μπάουρτσερ ανεκάλυπτε ότι είναι βουλγαρική. Μέσα στη βάρκα που μετέφερε τον διακεκριμένο συνάδελφό μου στην Καστοριά, πάνω στα πράσινα νερά της κοιμισμένης λίμνης, βρισκόταν ένας ξύπνιος Μακεδόνας με απότομους τρόπους: ήταν ο βαρκάρης. Ο κ. Μπάουρτσερ τον παρατηρεί με συμπάθεια και έπειτα του λέει:
- Είστε Βούλγαρος, έτσι δεν είναι;
- Ποιός, εγώ; εκπλήσσεται ο βαρκάρης και το κουπί του μένει μετέωρο για μια στιγμή.
- Ναι, εσείς!
- Μα την πίστη μου, όχι δεν είμαι Βούλγαρος!
- Τι είστε, λοιπόν
- Ω, μα το Θεό, είμαι Έλληνας!
- Ελάτε, λοιπόν, είστε Βούλγαρος. Δεν το βλέπετε ότι είστε Βούλγαρος;»!!!
Στην εποχή μας ακούμε και βλέπουμε να ανακινούνται διάφορα μειονοτικά ζητήματα εις βάρος της χώρας μας. Το ζήτημα πρέπει να το αντιμετωπίσουμε με μεγάλη προσοχή. Αφ’ ενός πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι η Ορθόδοξη Χριστιανική μας Παράδοση και η δημοκρατική συνείδηση του λαού μας διδάσκουν τον σεβασμό στην ετερότητα, στην διαφορετικότητα και στην προστασία των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων κάθε ανθρωπίνου προσώπου, πολύ περισσότερο όταν ζει στην χώρα μας. Το ίδιο επιτάσσουν και οι διεθνείς και ευρωπαϊκές συμβάσεις που έχει υπογράψει η χώρας μας. Αφ’ ετέρου, όμως, δεν είμαστε υποχρεωμένοι να ανεχθούμε την κατασκευή τεχνητών μειονοτικών ζητημάτων και την διαστρέβλωση της ιστορικής και εθνολογικής πραγματικότητος. Η προστασία των υπαρκτών μειονοτήτων είναι καθήκον μας προς τον Θεό και προς τον άνθρωπο. Όμως η συζήτηση για μη-οντότητες, δηλαδή για μειονότητες-φαντάσματα δεν εξυπηρετεί την ειρηνική συμβίωση των λαών και πολλές φορές υποκρύπτει άνομα γεωπολιτικά συμφέροντα.
Οι προπαγάνδες των τελευταίων κυρίως ετών χρεώνουν την πατρίδα μας με τις εξής μειονότητες και μη -οντότητες.
1. Μουσουλμάνοι ή Τούρκοι; Η Συνθήκη της Λωζάννης του 1923, την οποία υπέγραψαν η Ελλάδα, η Τουρκία και οι Μεγάλες Δυνάμεις της εποχής, κάνει λόγο για Μουσουλμανική (θρησκευτική) μειονότητα στην Ελληνική Θράκη και για Ελληνική (εθνική) μειονότητα στην περιοχή Κωνσταντινουπόλεως, στην Ίμβρο και στην Τένεδο. Μέσα στην Μουσουλμανική μειονότητα υπάρχουν τρεις διακριτές ομάδες: α) Οι τουρκοφανείς, οι οποίοι μιλούν τουρκικά και αρκετοί από αυτούς δηλώνουν Τούρκοι. β) Οι Πομάκοι, οι οποίοι ομιλούν ένα ανάμικτο ελληνοσλαβικό ιδίωμα και προέρχονται από εξισλαμισμό γηγενών Χριστιανών. Και γ) οι Αθίγγανοι. Η θρησκευτική ελευθερία των Μουσουλμάνων είναι και πρέπει να είναι απολύτως σεβαστή και στην Θράκη λειτουργούν πολλά τζαμιά. Οι μουφτήδες Ξάνθης, Κομοτηνής και Διδυμοτείχου είναι οι ανώτατοι θρησκευτικοί λειτουργοί και οι μουφτείες αναγνωρίζονται στην χώρα μας ως Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου. Η δημοτική εκπαίδευση των Μουσουλμανοπαίδων γίνεται κυρίως στην τουρκική γλώσσα. Όσοι αποφοιτήσουν από Ελληνικό ανεγνωρισμένο Λύκειο εισάγονται στα Α.Ε.Ι. και Τ.Ε.Ι. της χώρας μας χωρίς εισαγωγικές εξετάσεις (μέχρι ενός ποσοστού). Η πλειοψηφία των Μουσουλμάνων ζει ειρηνικά με το Χριστιανικό στοιχείο. Ελάχιστοι φανατικοί δημιουργούν κατά καιρούς προβλήματα. Ο Άρειος Πάγος απέρριψε το 2004 το αίτημα ενός σωματείου να αποκαλείται Τουρκική Ένωση Ξάνθης, διότι το όνομα αυτό δεν είναι σύμφωνο με την Συνθήκη της Λωζάννης. Το δικαίωμα του αυτοπροσδιορισμού αφορά άτομα και όχι μεγάλες ομάδες προσώπων. Η μοναδική, λοιπόν, μειονότητα στην χώρα μας είναι η μουσουλμανική - και όχι τουρκική - της Θράκης.
2. Αρβανίτες. Πολλοί τους μπερδεύουν με τους Αλβανούς είτε από άγνοια είτε σκοπίμως. Πρόκειται για Έλληνες Ορθοδόξους, οι οποίοι απλώς μιλούν ένα διαφορετικό γλωσσικό ιδίωμα, τα αρβανίτικα. Κατάγονται από το Άρβανον, μία περιοχή της Βορείου Ηπείρου, το οποίο αναφέρεται ήδη από τον 11ο αιώνα μ.Χ. στην «Αλεξιάδα» της Άννας Κομνηνής. Εκλήθησαν να βοηθήσουν τους Βυζαντινούς αυτοκράτορες σε διάφορες περιστάσεις και έτσι βρέθηκαν στον κυρίως ελλαδικό χώρο. Πολλοί από αυτούς μετά την Άλωση του 1453 εργάσθηκαν ως μισθοφόροι στον στρατό της Βενετίας και σε επίσημα έγγραφα των Βενετσιάνικων Αρχών αναφέρεται ότι οι ίδιοι οι Αρβανίτες δηλώνουν Έλληνες. Η ορθότερη ορολογία θα ήταν Αρβανιτόφωνοι Έλληνες. Πήραν μέρος σε όλους τους εθνικούς αγώνες του Ελληνισμού και πάντοτε τόνιζαν την ελληνικότητά τους (Μάρκος Μπότσαρης, Παύλος Κουντουριώτης κ.α.). Προσφάτως ορισμένες ανιστόρητες προπαγάνδες προσπαθούν να τους ταυτίσουν με τους Αλβανούς. Η ιστορία διδάσκει ότι άλλο Αρβανίτης και άλλο Αλβανός. Άλλωστε και η αρβανίτικη διάλεκτος ακολουθεί την σύνταξη και την δομή της ελληνικής και όχι της αλβανικής γλώσσας.
Ο Μισέλ Παγιαρές, Γάλλος δημοσιογράφος, έζησε στην τουρκοκρατούμενη τότε Μακεδονία τα ταραγμένα χρόνια του Μακεδονικού Αγώνα, έμαθε και είδε πολλά (1903-1907). Αυτές τις εντυπώσεις και εμπειρίες του κατέγραψε στο βιβλίο του «Η Μακεδονική θύελλα», το οποίο εκυκλοφορήθη πρώτα στα γαλλικά και πολύ αργότερα στα ελληνικά (εκδόσεις Τροχαλία, Αθήνα 1994). Στις σελίδες 541 και 542 αποκαλύπτει ένα ενδιαφέρον περιστατικό, το οποίο μας βοηθά να καταλάβουμε πως τα συμφέροντα των Μεγάλων Δυνάμεων και οι εθνικισμοί των μικροτέρων κρατών οδηγούν πολλές φορές στην κατασκευή ανυπάρκτων εθνικών συνειδήσεων και τεχνητών μειονοτήτων. Γράφει, λοιπόν:
«Ο κ. Μπάουρτσερ, ανταποκριτής των ΤΑΪΜΣ στα Βαλκάνια, υπήρξε ο μεγάλος ποντίφικας της αγγλοβουλγαρικής εκκλησίας… Το 1878 η βρετανική διπλωματία έκρινε ότι η Μακεδονία είναι ελληνική. Είκοσι πέντε χρόνια αργότερα ο κ. Μπάουρτσερ ανεκάλυπτε ότι είναι βουλγαρική. Μέσα στη βάρκα που μετέφερε τον διακεκριμένο συνάδελφό μου στην Καστοριά, πάνω στα πράσινα νερά της κοιμισμένης λίμνης, βρισκόταν ένας ξύπνιος Μακεδόνας με απότομους τρόπους: ήταν ο βαρκάρης. Ο κ. Μπάουρτσερ τον παρατηρεί με συμπάθεια και έπειτα του λέει:
- Είστε Βούλγαρος, έτσι δεν είναι;
- Ποιός, εγώ; εκπλήσσεται ο βαρκάρης και το κουπί του μένει μετέωρο για μια στιγμή.
- Ναι, εσείς!
- Μα την πίστη μου, όχι δεν είμαι Βούλγαρος!
- Τι είστε, λοιπόν
- Ω, μα το Θεό, είμαι Έλληνας!
- Ελάτε, λοιπόν, είστε Βούλγαρος. Δεν το βλέπετε ότι είστε Βούλγαρος;»!!!
Στην εποχή μας ακούμε και βλέπουμε να ανακινούνται διάφορα μειονοτικά ζητήματα εις βάρος της χώρας μας. Το ζήτημα πρέπει να το αντιμετωπίσουμε με μεγάλη προσοχή. Αφ’ ενός πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι η Ορθόδοξη Χριστιανική μας Παράδοση και η δημοκρατική συνείδηση του λαού μας διδάσκουν τον σεβασμό στην ετερότητα, στην διαφορετικότητα και στην προστασία των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων κάθε ανθρωπίνου προσώπου, πολύ περισσότερο όταν ζει στην χώρα μας. Το ίδιο επιτάσσουν και οι διεθνείς και ευρωπαϊκές συμβάσεις που έχει υπογράψει η χώρας μας. Αφ’ ετέρου, όμως, δεν είμαστε υποχρεωμένοι να ανεχθούμε την κατασκευή τεχνητών μειονοτικών ζητημάτων και την διαστρέβλωση της ιστορικής και εθνολογικής πραγματικότητος. Η προστασία των υπαρκτών μειονοτήτων είναι καθήκον μας προς τον Θεό και προς τον άνθρωπο. Όμως η συζήτηση για μη-οντότητες, δηλαδή για μειονότητες-φαντάσματα δεν εξυπηρετεί την ειρηνική συμβίωση των λαών και πολλές φορές υποκρύπτει άνομα γεωπολιτικά συμφέροντα.
Οι προπαγάνδες των τελευταίων κυρίως ετών χρεώνουν την πατρίδα μας με τις εξής μειονότητες και μη -οντότητες.
1. Μουσουλμάνοι ή Τούρκοι; Η Συνθήκη της Λωζάννης του 1923, την οποία υπέγραψαν η Ελλάδα, η Τουρκία και οι Μεγάλες Δυνάμεις της εποχής, κάνει λόγο για Μουσουλμανική (θρησκευτική) μειονότητα στην Ελληνική Θράκη και για Ελληνική (εθνική) μειονότητα στην περιοχή Κωνσταντινουπόλεως, στην Ίμβρο και στην Τένεδο. Μέσα στην Μουσουλμανική μειονότητα υπάρχουν τρεις διακριτές ομάδες: α) Οι τουρκοφανείς, οι οποίοι μιλούν τουρκικά και αρκετοί από αυτούς δηλώνουν Τούρκοι. β) Οι Πομάκοι, οι οποίοι ομιλούν ένα ανάμικτο ελληνοσλαβικό ιδίωμα και προέρχονται από εξισλαμισμό γηγενών Χριστιανών. Και γ) οι Αθίγγανοι. Η θρησκευτική ελευθερία των Μουσουλμάνων είναι και πρέπει να είναι απολύτως σεβαστή και στην Θράκη λειτουργούν πολλά τζαμιά. Οι μουφτήδες Ξάνθης, Κομοτηνής και Διδυμοτείχου είναι οι ανώτατοι θρησκευτικοί λειτουργοί και οι μουφτείες αναγνωρίζονται στην χώρα μας ως Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου. Η δημοτική εκπαίδευση των Μουσουλμανοπαίδων γίνεται κυρίως στην τουρκική γλώσσα. Όσοι αποφοιτήσουν από Ελληνικό ανεγνωρισμένο Λύκειο εισάγονται στα Α.Ε.Ι. και Τ.Ε.Ι. της χώρας μας χωρίς εισαγωγικές εξετάσεις (μέχρι ενός ποσοστού). Η πλειοψηφία των Μουσουλμάνων ζει ειρηνικά με το Χριστιανικό στοιχείο. Ελάχιστοι φανατικοί δημιουργούν κατά καιρούς προβλήματα. Ο Άρειος Πάγος απέρριψε το 2004 το αίτημα ενός σωματείου να αποκαλείται Τουρκική Ένωση Ξάνθης, διότι το όνομα αυτό δεν είναι σύμφωνο με την Συνθήκη της Λωζάννης. Το δικαίωμα του αυτοπροσδιορισμού αφορά άτομα και όχι μεγάλες ομάδες προσώπων. Η μοναδική, λοιπόν, μειονότητα στην χώρα μας είναι η μουσουλμανική - και όχι τουρκική - της Θράκης.
2. Αρβανίτες. Πολλοί τους μπερδεύουν με τους Αλβανούς είτε από άγνοια είτε σκοπίμως. Πρόκειται για Έλληνες Ορθοδόξους, οι οποίοι απλώς μιλούν ένα διαφορετικό γλωσσικό ιδίωμα, τα αρβανίτικα. Κατάγονται από το Άρβανον, μία περιοχή της Βορείου Ηπείρου, το οποίο αναφέρεται ήδη από τον 11ο αιώνα μ.Χ. στην «Αλεξιάδα» της Άννας Κομνηνής. Εκλήθησαν να βοηθήσουν τους Βυζαντινούς αυτοκράτορες σε διάφορες περιστάσεις και έτσι βρέθηκαν στον κυρίως ελλαδικό χώρο. Πολλοί από αυτούς μετά την Άλωση του 1453 εργάσθηκαν ως μισθοφόροι στον στρατό της Βενετίας και σε επίσημα έγγραφα των Βενετσιάνικων Αρχών αναφέρεται ότι οι ίδιοι οι Αρβανίτες δηλώνουν Έλληνες. Η ορθότερη ορολογία θα ήταν Αρβανιτόφωνοι Έλληνες. Πήραν μέρος σε όλους τους εθνικούς αγώνες του Ελληνισμού και πάντοτε τόνιζαν την ελληνικότητά τους (Μάρκος Μπότσαρης, Παύλος Κουντουριώτης κ.α.). Προσφάτως ορισμένες ανιστόρητες προπαγάνδες προσπαθούν να τους ταυτίσουν με τους Αλβανούς. Η ιστορία διδάσκει ότι άλλο Αρβανίτης και άλλο Αλβανός. Άλλωστε και η αρβανίτικη διάλεκτος ακολουθεί την σύνταξη και την δομή της ελληνικής και όχι της αλβανικής γλώσσας.
3. Τσάμηδες. Πρόκειται για ένα ζήτημα που εμφανίσθηκε ως διεκδίκηση ορισμένων εθνικιστικών κύκλων της Αλβανίας τα τελευταία χρόνια. Οι πρόγονοι των Τσάμηδων ζούσαν μέχρι τον 17ο αιώνα ως Ορθόδοξοι Έλληνες στην περιοχή της Ηπείρου. Εξισλαμίσθηκαν άλλοι βιαίως και άλλοι εκουσίως και μαζί με τη πίστη άλλαξαν και την εθνική τους συνείδηση. Έγιναν Τουρκαλβανοί και πήραν το όνομα Τσάμηδες από την παραφθορά του ονόματος Θύαμις, που είχε στην αρχαιότητα ο ποταμός Καλαμάς. Παρά την ανταλλαγή των πληθυσμών του 1923 περίπου 20.000 από αυτούς παρέμειναν στην Θεσπρωτία και δυστυχώς χρησιμοποιήθηκαν επί Γερμανοϊταλικής Κατοχής ως όργανα των κατακτητών. Για την εγκληματική δράση τους (1941-1944) οι επικεφαλής καταδικάσθηκαν ερήμην από το Δικαστήριο Δωσιλόγων Ιωαννίνων και οι περιουσίες τους δημεύθηκαν. Οι απόγονοι των Τσάμηδων αυτών ζουν σήμερα στην Αλβανία και διεκδικούν άλλοτε τις περιουσίες τους και άλλοτε τα εδάφη της ελληνικής Ηπείρου. Για την επίσημη Ελλάδα το θέμα θεωρείται κλειστό.
4. Βλάχοι. Πρόκειται για ακραιφνείς Έλληνες με καταγωγή από την Ήπειρο, την Μακεδονία και την Θεσσαλία, των οποίων οι πρόγονοι κατά την διάρκεια της Ρωμαιοκρατίας υπηρέτησαν στις ρωμαϊκές φάλαγγες και έμαθαν τα λατινικά. Έκτοτε οι Βλάχοι ομιλούν ένα ελληνολατινικό γλωσσικό ιδίωμα, τα Βλάχικα, το οποίο είναι μόνο προφορικό και όχι γραπτό. Βλάχος ουσιαστικά σημαίνει λατινόφωνος. Οι ίδιοι προτιμούν να ονομάζονται Αρωμούνοι η Αρμάνοι από την λέξη Ρωμανία, που είναι ένα από τα ιστορικά ονόματα της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. (Νέα Ρώμη =Κωνσταντινούπολη). Οι Βλάχοι ταξίδευαν επί Τουρκοκρατίας σε διάφορες ευρωπαϊκές χώρες και τα χρήματα που συγκέντρωναν τα έστελναν πίσω στο χωριά τους για να κτισθεί Ορθόδοξη Εκκλησία και ελληνικό σχολείο. Αντιστάθηκαν σθεναρά σε κάθε προπαγάνδα που επιχειρούσε να τους πείσει ότι δεν είναι Έλληνες. Σημαντικοί Εθνικοί Ευεργέτες του Ελληνισμού υπήρξαν Βλαχόφωνοι, όπως ο Σίνας (Ακαδημία), ο Ζάππας (Ζάππειο), ο Αρσάκης (Αρσάκειο), ο Αβέρωφ (Παναθηναϊκό Στάδιο και θωρηκτό Αβέρωφ), οι δωρητές - ιδρυτές του Εθνικού Μετσοβίου Πολυτεχνείου και πολλοί άλλοι. Ας μην ξεχνούμε ότι τον 18ο αιώνα οι Βλάχοι της Βορείου Ηπείρου μετέτρεψαν την Μοσχόπολη σε πνευματική Ακρόπολη του υποδούλου Ελληνισμού.
5. Σλαβόφωνοι –δίγλωσσοι της Μακεδονίας. Κατά τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας αρκετοί Ορθόδοξοι Ρωμηοί της Μακεδονίας άρχισαν να εμπορεύονται και να συμβιώνουν με σλαβικούς πληθυσμούς και έτσι συνήθισαν να μιλούν ένα γλωσσικό ιδίωμα ανάμικτο από βουλγαρικές και αρχαίες ελληνικές λέξεις. Επειδή η πρόσβαση στην ελληνική παιδεία εκείνη την εποχή ήταν δύσκολη, το φαινόμενο της σλαβοφωνίας - διγλωσσίας επεκτάθηκε σε σημαντικό αριθμό Ορθοδόξων ειδικά στην Δυτική Μακεδονία. Όμως στον Μακεδονικό Αγώνα του 1904 -1908 η συντριπτική πλειοψηφία των Σλαβοφώνων ετάχθη υπέρ του Πατριαρχείου και του Ελληνισμού και κατά της Βουλγαρικής εκκλησιαστικής και πολιτικής προπαγάνδας. Στον διάλογο που αναφέραμε στη αρχή του κειμένου προφανώς ο Άγγλος δημοσιογράφος Μπάουρτσερ εξεπλάγη διότι είδε έναν βαρκάρη να χρησιμοποιεί ανάμικτα τα ελληνικά και τα βουλγάρικα, αλλά να δηλώνει με έμφαση ότι είναι Έλληνας. Σήμερα έχει μείνει πολύ μικρός αριθμός διγλώσσων Ελλήνων που χρησιμοποιούν το ιδίωμα αυτό. Οι ίδιοι δεν θέτουν το παραμικρό μειονοτικό ζήτημα. Το πρόβλημα δημιουργείται από την αλυτρωτική προπαγάνδα των Σκοπίων που ανακαλύπτουν «μακεδονική» μειονότητα στην Ελλάδα. Οσάκις κατέβηκε στις εκλογές κόμμα που διεκήρυσσε ότι εκπροσωπεί την «μακεδονική» μειονότητα δεν συγκέντρωσε παρά 2.500 ψήφους σε όλους τους νομούς της Μακεδονίας. Πρόκειται για άλλη μία μη-οντότητα, την οποία κατά καιρούς θυμούνται ορισμένοι για να πιέζουν την χώρα μας σε διεθνή ζητήματα.
Η ιστορική, γλωσσολογική και εθνολογική έρευνα έχει αποδείξει ότι στην διάρκεια της Τουρκοκρατίας πολλοί ελληνογενείς πληθυσμοί αναγκάσθηκαν να αλλάξουν το γλωσσικό τους ιδίωμα, όμως αυτό δεν σήμαινε αυτομάτως και αλλαγή εθνικής συνειδήσεως. Το κύριο πνευματικό εφόδιο που διέσωζε την ελληνικότητα ήταν η εμμονή στην Ορθόδοξη Πίστη. Χαρακτηριστικό είναι και το παράδειγμα των τουρκοφώνων Ελλήνων της Καππαδοκίας. Αναγκάσθηκαν υπό τον ζυγό της δουλείας να μιλούν μόνο τουρκικά και ξέχασαν τα ελληνικά. Παρέμειναν όμως Ορθόδοξοι Χριστιανοί και έτσι διεφύλαξαν και την εθνική τους συνείδηση. Από τουρκόφωνη οικογένεια καταγόταν ο Άγιος Αρσένιος από τα Φάρασα της Καππαδοκίας (+ 1924). Είναι λάθος, λοιπόν, σύγχρονοι επιστήμονες η διπλωμάτες να ανακαλύπτουν ανύπαρκτες εθνικές μειονότητες μόνο και μόνο επειδή ορισμένοι Έλληνες χρησιμοποίησαν κάποτε μία διαφορετική γλώσσα ή διάλεκτο.
Ως Έλληνες Ορθόδοξοι και ως δημοκρατικοί πολίτες επιθυμούμε να συμβιώσουμε ειρηνικά με όλους τους λαούς της γειτονιάς μας και της Ανθρωπότητος. Τούτο, όμως, δεν σημαίνει ότι θα δεχόμαστε αδιαμαρτύρητα κάθε πρόκληση κατά της ιστορίας μας ή της εδαφικής μας ακεραιότητος. Καλούμε δε όλους εκείνους που ασχολούνται με τα μειονοτικά ζητήματα, αντί να αναζητούν μη-οντότητες να ασχοληθούν καλύτερα με την προστασία των υπαρκτών μειονοτήτων, όπως είναι ο Βορειοηπειρωτικός Ελληνισμός.4. Βλάχοι. Πρόκειται για ακραιφνείς Έλληνες με καταγωγή από την Ήπειρο, την Μακεδονία και την Θεσσαλία, των οποίων οι πρόγονοι κατά την διάρκεια της Ρωμαιοκρατίας υπηρέτησαν στις ρωμαϊκές φάλαγγες και έμαθαν τα λατινικά. Έκτοτε οι Βλάχοι ομιλούν ένα ελληνολατινικό γλωσσικό ιδίωμα, τα Βλάχικα, το οποίο είναι μόνο προφορικό και όχι γραπτό. Βλάχος ουσιαστικά σημαίνει λατινόφωνος. Οι ίδιοι προτιμούν να ονομάζονται Αρωμούνοι η Αρμάνοι από την λέξη Ρωμανία, που είναι ένα από τα ιστορικά ονόματα της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. (Νέα Ρώμη =Κωνσταντινούπολη). Οι Βλάχοι ταξίδευαν επί Τουρκοκρατίας σε διάφορες ευρωπαϊκές χώρες και τα χρήματα που συγκέντρωναν τα έστελναν πίσω στο χωριά τους για να κτισθεί Ορθόδοξη Εκκλησία και ελληνικό σχολείο. Αντιστάθηκαν σθεναρά σε κάθε προπαγάνδα που επιχειρούσε να τους πείσει ότι δεν είναι Έλληνες. Σημαντικοί Εθνικοί Ευεργέτες του Ελληνισμού υπήρξαν Βλαχόφωνοι, όπως ο Σίνας (Ακαδημία), ο Ζάππας (Ζάππειο), ο Αρσάκης (Αρσάκειο), ο Αβέρωφ (Παναθηναϊκό Στάδιο και θωρηκτό Αβέρωφ), οι δωρητές - ιδρυτές του Εθνικού Μετσοβίου Πολυτεχνείου και πολλοί άλλοι. Ας μην ξεχνούμε ότι τον 18ο αιώνα οι Βλάχοι της Βορείου Ηπείρου μετέτρεψαν την Μοσχόπολη σε πνευματική Ακρόπολη του υποδούλου Ελληνισμού.
5. Σλαβόφωνοι –δίγλωσσοι της Μακεδονίας. Κατά τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας αρκετοί Ορθόδοξοι Ρωμηοί της Μακεδονίας άρχισαν να εμπορεύονται και να συμβιώνουν με σλαβικούς πληθυσμούς και έτσι συνήθισαν να μιλούν ένα γλωσσικό ιδίωμα ανάμικτο από βουλγαρικές και αρχαίες ελληνικές λέξεις. Επειδή η πρόσβαση στην ελληνική παιδεία εκείνη την εποχή ήταν δύσκολη, το φαινόμενο της σλαβοφωνίας - διγλωσσίας επεκτάθηκε σε σημαντικό αριθμό Ορθοδόξων ειδικά στην Δυτική Μακεδονία. Όμως στον Μακεδονικό Αγώνα του 1904 -1908 η συντριπτική πλειοψηφία των Σλαβοφώνων ετάχθη υπέρ του Πατριαρχείου και του Ελληνισμού και κατά της Βουλγαρικής εκκλησιαστικής και πολιτικής προπαγάνδας. Στον διάλογο που αναφέραμε στη αρχή του κειμένου προφανώς ο Άγγλος δημοσιογράφος Μπάουρτσερ εξεπλάγη διότι είδε έναν βαρκάρη να χρησιμοποιεί ανάμικτα τα ελληνικά και τα βουλγάρικα, αλλά να δηλώνει με έμφαση ότι είναι Έλληνας. Σήμερα έχει μείνει πολύ μικρός αριθμός διγλώσσων Ελλήνων που χρησιμοποιούν το ιδίωμα αυτό. Οι ίδιοι δεν θέτουν το παραμικρό μειονοτικό ζήτημα. Το πρόβλημα δημιουργείται από την αλυτρωτική προπαγάνδα των Σκοπίων που ανακαλύπτουν «μακεδονική» μειονότητα στην Ελλάδα. Οσάκις κατέβηκε στις εκλογές κόμμα που διεκήρυσσε ότι εκπροσωπεί την «μακεδονική» μειονότητα δεν συγκέντρωσε παρά 2.500 ψήφους σε όλους τους νομούς της Μακεδονίας. Πρόκειται για άλλη μία μη-οντότητα, την οποία κατά καιρούς θυμούνται ορισμένοι για να πιέζουν την χώρα μας σε διεθνή ζητήματα.
Η ιστορική, γλωσσολογική και εθνολογική έρευνα έχει αποδείξει ότι στην διάρκεια της Τουρκοκρατίας πολλοί ελληνογενείς πληθυσμοί αναγκάσθηκαν να αλλάξουν το γλωσσικό τους ιδίωμα, όμως αυτό δεν σήμαινε αυτομάτως και αλλαγή εθνικής συνειδήσεως. Το κύριο πνευματικό εφόδιο που διέσωζε την ελληνικότητα ήταν η εμμονή στην Ορθόδοξη Πίστη. Χαρακτηριστικό είναι και το παράδειγμα των τουρκοφώνων Ελλήνων της Καππαδοκίας. Αναγκάσθηκαν υπό τον ζυγό της δουλείας να μιλούν μόνο τουρκικά και ξέχασαν τα ελληνικά. Παρέμειναν όμως Ορθόδοξοι Χριστιανοί και έτσι διεφύλαξαν και την εθνική τους συνείδηση. Από τουρκόφωνη οικογένεια καταγόταν ο Άγιος Αρσένιος από τα Φάρασα της Καππαδοκίας (+ 1924). Είναι λάθος, λοιπόν, σύγχρονοι επιστήμονες η διπλωμάτες να ανακαλύπτουν ανύπαρκτες εθνικές μειονότητες μόνο και μόνο επειδή ορισμένοι Έλληνες χρησιμοποίησαν κάποτε μία διαφορετική γλώσσα ή διάλεκτο.
πηγή: ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, 26/7και 2/8/2011
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου