του π.Δημητρίου Θεοφίλου
Ο μακαριστός π. Ιουστίνος Πόποβιτς, αναφορικά με τη σχέση ανθρώπου και χρόνου, γράφει: «Όταν από τον χρόνο αφαιρεθεί ή αμαρτία και ό θάνατος, τότε ό χρόνος γίνεται ένα θαυμάσιο προοίμιο στη θεία αιωνιότητα, μία εξοχή εισαγωγή στη θεανθρωπότητα, σύμφωνα με τον παναληθινό λόγο του Αιωνίου, του Θεανθρώπου: «Ό πιστεύων εις εμέ έχει ζωήν αιώνιον»(Ίωάν. 6,47). Ή πικρία του χρόνου προέρχεται από τον θάνατο και την αμαρτία• και γίνεται γλυκύς ό χρόνος με την αθανασία και την αναμαρτησία. Χωρίς τον Χριστό, τον Μόνο Παντοδύναμο, ό χρόνος είναι ένα βαρύ φορτίο. Μαζί Του γίνεται ελαφρό. Άλλα και ό παράδοξος δίδυμος αδελφός του χρόνου, ό χώρος, με ότι περικλείει μέσα του, και αυτός με όλο το βάρος του πιέζει και συντρίβει τον άνθρωπο. Φοβερό λοιπόν και τρομακτικό είναι το φορτίο του άνθρωπου• βαρύς και ακανθώδης ό ζυγός του. Μόνον με τη βοήθεια του πανάγαθου και παντοδυνάμου Θεανθρώπου ό ζυγός αυτός γίνεται «χρηστός» και το φορτίο «ελαφρόν». Κατά τον αληθινό λόγο της Αλήθειας: «Ό ζυγός μου χρηστός και το φορτίον μου ελαφρόν εστί»(Ματθ. 11,30).
Είναι βασανιστικός ό ζυγός της ζωής και βαρύ το φορτίο της υπάρξεως, έφ' όσον την βαρύνουν οι αλυσίδες της αμαρτίας και του θανάτου. Όταν με την δύναμη του Αναστάντος Κυρίου αφαιρεθούν τα δεσμά της αμαρτίας και του θανάτου από την ρίζα της ζωής και της υπάρξεως, τότε ό ζυγός της ζωής γίνεται «χρηστός» και το φορτίο «έλαφρόν». Επιπλέον, ή ζωή μεταμορφώνεται σε χαρά, ή ύπαρξη σε αγαλλίαση. Εδώ πρόκειται για εκείνη την χαρά της ζωής και της υπάρξεως, ή οποία δεν σταματά ούτε σ' αυτό ούτε στον άλλο κόσμο. Όταν ό Αιώνιος Θεάνθρωπος ενδυναμώσει και καταστήσει αληθινό και αθάνατο τον άνθρωπο, τότε ό ζυγός της ζωής αποβαίνει χρηστός και το φορτίο της υπάρξεως ελαφρό. Τότε ό άνθρωπος με όλο του το είναι αισθάνεται να τον πλημμυρίζει φως ιλαρό και θείο από όλα τα έλλογα βάθη και ύψη του Θεοκτίστου χώρου και χρόνου. Για τον σκεπτόμενο άνθρωπο, και ό χώρος και ό χρόνος είναι τέρατα, αν δεν αποκτήσουν νόημα δια της αιωνιότητας, δηλαδή δια της Θεανθρωπότητας. Διότι εμείς δεν γνωρίζουμε την αιωνιότητα παρά μόνο μέσα κατηγορία, μέσα στο γεγονός, μέσα στην πραγματικότητα της Θεανθρωπότητας του Χριστού.
Ολόκληρη ή αιωνιότητα, ενωμένη με τον χρόνο, στάθηκε για πρώτη φορά μπροστά στην ανθρώπινη συνείδηση στο Πρόσωπο του Θεανθρώπου Χριστού. Ό Θεός είναι ό κάτοχος και φορέας της αιωνιότητας, ό άνθρωπος, εκπρόσωπος του χρόνου, ενώ ό Θεάνθρωπος είναι ή υψίστη, ή πληρέστατη και τελειότατη σύνθεση της αιωνιότητας και του χρόνου. Ό χρόνος αποκτά το πραγματικό του νόημα δια της ενώσεως με την αιωνιότητα μέσα στην Θεανθρώπινη ζωή του Κυρίου Ιησού. Φωτιζόμενος από τον Θεάνθρωπο, ό χρόνος δείχνει όλα τα λογικά ιδιώματά του, διότι και αυτός δια του Λόγου έγινε (πρβλ. Ίωάν. 1,3). Στην ουσία του ό χρόνος είναι λογικός και για αυτό αποτελεί την εισαγωγή στην αιωνιότητα του Λόγου δια της Θεανθρωπότητας. Ό σαρκωθείς Θεός Λόγος απέδειξε με βεβαιότητα ότι ό χρόνος είναι προετοιμασία για την αιωνιότητα. Εκείνος πού θα εισέλθει στο χρόνο, εισέρχεται ταυτόχρονα στον προθάλαμο της αιωνιότητας. Τέτοιος είναι ο νόμος της υπάρξεως μας. Ευρισκόμενος στο χρόνο ό άνθρωπος είναι ένα όν, πού προπαρασκευάζεται για την αιωνιότητα. Αν χωρίς τον Θεό Λόγο είναι φοβερή, ανόητη και βασανιστική ή επίγεια μέσα στο χρόνο ζωή, πόσο μάλλον ή αιωνιότητα; Ή αιωνιότητα χωρίς τον Θεό Λόγο δεν είναι παρά ή κόλαση. Και ή επίγεια ζωή χωρίς το Λόγο αποτελεί το προοίμιο και την προετοιμασία της κολάσεως. Διότι ή κόλαση δεν είναι τίποτε άλλο παρά ζωή χωρίς τον Λόγο, χωρίς Θείο Νόημα, χωρίς Θεία Λογική. Μόνο στην κόλαση δεν υπάρχει ούτε λόγος, ούτε λογικότητα, ούτε νόημα. Ή κόλαση του ανθρώπου αρχίζει ήδη εδώ στην γη, εάν ό άνθρωπος δεν ζει με τον Λόγο, με τον Χριστό. Άλλα και ό παράδεισος του ανθρώπου αρχίζει ήδη εδώ στη γη, αν ό άνθρωπος ζει με τον Θείο Λόγο, με τον Θεάνθρωπο Χριστό. Ό σαρκωθείς Θεός Λόγος είναι και το νόημα, και ή λογικότητα, και ό παράδεισος για το ανθρώπινο είναι•. Κάθε τι το αντί-λογικό και ά-λογο είναι συγχρόνως παράλογο και ανόητο. Και αυτό είναι εκείνο που δημιουργεί στον άνθρωπο σατανικές διαθέσεις, οι όποιες μετατρέπουν τη ζωή του σε κόλαση». (Από το βιβλίο «Άνθρωπος και Θεάνθρωπος»).
Σε λίγες ώρες από τα ημερολόγια θα διαγραφεί το έτος 2011 και θα αρχίσουν να καταγράφονται τα γεγονότα του νέου έτους 2012. Ένα ακόμη έτος στους ώμους της ανθρωπότητας ως συνόλου, και στους ώμους του κάθε ανθρώπου ιδιαιτέρα και ατομικά. Τι συνέβη στο παρελθόν έτος είναι γνωστό. Τι θα συμβεί στο μελλοντικό έτος είναι το άγνωστο, που πολλές φορές προκαλεί τον φόβο και την αγωνία στους ανθρώπους. Πάντοτε ο «Χρόνος» για τον άνθρωπο ήταν και παραμένει ένα μυστήριο που απασχόλησε και συνεχίζει να απασχολεί την θεολογία και την φιλοσοφία διότι η πρόσθεση κάθε νέου έτους στους ώμους εκάστου ανθρώπου είναι αλήθεια ότι μας οδηγεί πλησιέστερα στα έσχατα, στην τελική κρίση. Για τον λόγο αυτό πολλές φορές οι άνθρωποι προσπαθούν απεγνωσμένα να «εξορκίσουν» την έννοια του πανδαμάτορα χρόνου. Ας δούμε όμως μέσα από την προσεκτική μελέτη των θεολογικών συγγραμμάτων του Μεγάλου Βασιλείου, ποιά είναι η περί του Χρόνου και της αιωνιότητας διδασκαλία του. Ο χρόνος κατά τον Μ. Βασίλειο είναι συνυφασμένος με την κτιστή, φθαρτή και πεπερασμένη πραγματικότητα και οντολογία. Έτσι, μπορούμε με κάθε βεβαιότητα να πούμε ότι το μόνον άχρονο και υπέρχρονο είναι το άκτιστο, δηλαδή η άκτιστη, άφθαρτη και ατελεύτητη τριαδική θεότητα της πίστης μας. Ο άχρονος και υπέρχρονος τριαδικός Θεός, αντιδιαστέλλεται με κάθε υποταγμένη στην δύναμη του χρόνου, κτιστή πραγματικότητα και γι’ αυτό τον λόγο ο Θεός μας, ονομάζεται «αΐδιος» και «αιώνιος» και φυσικά αντιδιαστέλλεται, με όλα τα κτιστά όντα που θνήσκουν και φθείρονται υπό την δύναμη του πανδαμάτορα χρόνου. Και ναι μεν ο τριαδικός Θεός ονομάζεται «αΐδιος» και «αιώνιος», αλλά κατά τον Μ. Βασίλειο ο Θεός βρίσκεται πέρα και επάνω από όλους τους αιώνες ανθρώπινης ιστορίας και προϊστορίας, αφού υπήρχε και πριν από αυτούς ως η μόνη άκτιστη δημιουργική δύναμη που δημιουργεί το κάθε τι που έρχεται στο είναι της υπάρξεως και συνεπώς υποτάσσεται στη φθοροποιό δύναμη του χρόνου.
Σε άλλο σημείο ο Μ. Βασίλειος και συγκεκριμένα στο σύγγραμμά του, με τίτλο «Εξαήμερος», αναφέρει χαρακτηριστικά ότι υπήρξε κάποτε μια κατάσταση «πρεσβυτέρα», δηλαδή προγενέστερη, της γέννεσης του κόσμου, την οποία ονομάζει ως «υπέρχονη», «αιώνια» και «αΐδια». Σε αυτή την κατάσταση υπάρχων ο Θεός, πέρα και έξω και πάνω από τον χρόνο, δημιούργησε όλα τα κτιστά όντα. Κατά τον Μ. Βασίλειο ο χρόνος δεν υφίσταται ως ιδιαίτερη και ανεξάρτητη διάσταση, αφού είναι απολύτως συμφυής με τον κόσμο και όλα τα κτιστά όντα. Επειδή ο κτιστός κόσμος είναι μια ακατάπαυστη ροή, όπου τίποτε το σταθερό και το στατικό δεν υπάρχει, όπως ακριβώς συμβαίνει και με την ρευστή και συνεχώς μεταβαλλόμενη φύση, ο Μέγας Βασίλειος λέγει χαρακτηριστικά ότι στην διάσταση του χρόνου οι άνθρωποι εύκολα μπορούμε να εξαπατηθούμε, επειδή «το παρελθόν ε ξαφανίζεται, το μέλλον δεν είναι ακόμη στο προσκήνιο και το παρόν, πριν το καταλάβει κανείς, φεύγει και χάνεται». Μια ροή φευγαλέα και ασύλληπτη που είναι συνυφασμένη με την ρευστή δομή και φύση των πραγμάτων που μας περιβάλλουν. Τα ίδια τα πράγματα, τα φυτά, τα ζώα και ο άνθρωπος καθώς βρίσκονται στις ρευστές αλλαγές και διακυμάνσεις εκφράζουν αυτό που λέγεται χρόνος. Έτσι, ο χρόνος είναι αδιανόητος, έξω από την φυσική πραγματικότητα. Υπάρχει χρόνος επειδή υπάρχει η κτιστή και φθαρτή φυσική πραγματικότητα. Σε άλλο σημείο ο Μ. Βασίλειος δέχεται ότι σε αυτή την ρευστή, φυσική χρονική κίνηση δεσπόζει ο κύκλος, που είναι ίδιον γνώρισμα της κτιστής φύσεως των όντων. Γι’ αυτό προτρέπει τους ακροατές του κηρύγματός του να μην παραπλανηθούν από την κυκλική φορά των κτιστών όντων και πραγμάτων και να μην πιστέψουν ότι όλα είναι άναρχα. Ο κύκλος του χρόνου είναι νόμος φυσικός της κτιστής πραγματικότητας. Αυτός ο κύκλος του χρόνου, που είναι και κύκλος της φθοράς του σύμπαντος κόσμου, σπάει όταν τα πάντα κατευθύνονται προς την τελειότητα, απειρότητα και αφθαρσία του ακτίστου και υπέρχονου τριαδικού Θεού. Με άλλους λόγους, ο κύκλος αυτός σπάει μέσα στην άπειρη και ευθύγραμμη πορεία της βασιλείας του Θεού και το ρήγμα στον χώρο και στον χρόνο, το ρήγμα αυτής της κυκλικής κίνησης, σημαίνει άνοιγμα, άπλωμα και επέκταση στη γραμμή της απειρότητας του Θεού. Η σχέση λοιπόν του Θεού προς τον κόσμο και τον άνθρωπο παρέχει αυτό το μεγάλο άνοιγμα και σ’ αυτό ακριβώς το σημείο εκδηλώνεται το μυστήριο της σωτηρίας του ανθρώπου. Ο κύκλος του χρόνου είναι συνυφασμένος με τον θάνατο, ενώ το άνοιγμα προς τον Θεό ως σπάσιμο του κύκλου είναι ζωή, αθανασία, βασιλεία Θεού. Ο κύκλος του χρόνου είναι μια φθοροποιός επανάληψη, η οποία παύει να υφίσταται όταν εισέρχεται δυναμικά στον κόσμο η θεϊκή ζωή της Τριάδος και η βασιλεία του Θεού. Έτσι, σπάει ο κύκλος και ανοίγει μια πόρτα για να βρει η δημιουργία την πληρότητα και τον τελειωτικό της δρόμο και ο άνθρωπος να γίνει πολίτης της βασιλείας του Θεού.
Μετά από μια τέτοια θεώρηση της ζωής και της ανθρώπινης προοπτικής, είναι αυταπόδειχτη η σχετικότητα του χρόνου, με ότι αυτός εμπεριέχει ως παρελθόν, παρόν και μέλλον, με όλες τις καθημερινές χαρές και πίκρες, μεγαλοσύνες και μικρότητες, αρετές και αμαρτίες μας. Ανοίγοντας ένα δρόμο πορείας για την αιωνιότητα, μέσα από το κοινό «στίβο» του μέλλοντός μας, στην οποία μελλοντική μας πορεία, καλούμαστε να συμπέσουμε σε ταύτιση, στόχου και σκοπού ύπαρξης, που δεν μπορεί να είναι άλλος από την τόσο βέβαιη όσο και κοινή εσχατολογική πορεία μας προς τον ουρανό, και την συμμετοχή μας στην άκτιστη πραγματικότητα της Βασιλείας, Εκείνου, που χαρίζει και δεν δικαιώνει, Εκείνου, που αγαπά και δε προσημειώνει, Εκείνου, που θυσιάζεται και δεν εξουσιάζει, Εκείνου, που συγχωρεί και δεν τιμωρεί.
Κάθε
χρόνο με χαρά και ανυπομονησία, περιμένουμε τον ερχομό του νέου έτους.
Όμως ο καινούργιος χρόνος δεν θα έλθει ποτέ. Ο νέος χρόνος θα είναι
ακριβώς όπως και ο παλαιός. Στην πραγματικότητα ο νέος χρόνος θα είναι ο
παλαιός χρόνος. Αφού άλλωστε ο χρόνος δεν υπάρχει. Είναι ένα συμβατικό
φυσικό μέγεθος ανθρώπινης επινόησης και κατασκευής, δίχως οντότητα. Η
ανακαίνιση του χρόνου μπορεί να συμβεί μόνο σε υπαρξιακό-βιωματικό
επίπεδο. Ο χρόνος γίνεται νέος, με θετικές αλλαγές, με την επιτυχία, τον
έρωτα και την αγάπη.
Ο χρόνος γίνεται γέρος (παλαιότερος του παλαιού) με την αποτυχία, την εμμονή στο παλαιό συμπτωματικό εαυτό μας, τη θλίψη και τη μοναξιά. Ο χρόνος καταργείται με την απελευθέρωση από τους περιορισμούς της ενδο-κοσμικής αναγκαιότητας. Ο χρόνος καταργείται με τη γεύση της Χάριτος. Ο μύστης και ο Άγιος ζουν μοναδικά
στη διάσταση
της αιωνιότητας. Έχουν το πολίτευμά τους στον ουρανό, εκεί όπου ανήκουν
και πουθενά αλλού. Δηλαδή η καρδιά τους αναφέρεται συνεχώς, στη
παρουσία και την Αγάπη του Θεού. Η σχέση με την επικαιρότητα αδυνατίζει,
και εντείνεται η σχέση με την αδιάπτωτη Αλήθεια, που υπερβαίνει και
νικάει το χώρο και το χρόνο. Η αιωνιότητα είναι ο καινούργιος χρόνος, ως
κοινή προοπτική του μέλλοντός μας. Η διάσταση της απόλυτης Αγάπης.
Εκεί είναι τα πάντα καινά. Στο φως της αιωνιότητας ανακαινίζεται
ολόκληρη η ύπαρξη και μαζί ολόκληρο το υλικό σύμπαν. Στον νέο, άχρονο
χρόνο δεν έχει ιδιαίτερη σημασία το ενδοκοσμικό δράμα. Το ιστορικό
«γίγνεσθαι» αποκτά συντελεστή σημαντικότητας, μόνο στο βαθμό που
σηματοδοτεί-σημαίνει την μετα-ιστορική Αλήθεια. Σημαντικό είναι αυτό που
οδηγεί στο νέο χρόνο, στην καινή ζωή, στη νίκη του θανάτου. Στην
αιωνιότητα μαζί με τον χρόνο καταργείται και ο θάνατος. Ο Άγιος δεν
μπορεί να πεθάνει διότι δεν είναι γήινος. Κινείται στον χωρόχρονο αλλά η
καρδιά του είναι σε συνεχή κοινωνία με την Θεία αιωνιότητα. Ο Άγιος
υπάρχει, κινείται και είναι μέσα στον Θεό. Ο Άγιος είναι η αιωνιότητα,
βιωμένη ως κάθετη, οντολογική έξοδος από το χωροχρονικό συνεχές. Η
αδιάλειπτη κοινωνία με τον Θεό λουσμένη στη Χάρη του Πνεύματος του
Αγίου.Ο χρόνος γίνεται γέρος (παλαιότερος του παλαιού) με την αποτυχία, την εμμονή στο παλαιό συμπτωματικό εαυτό μας, τη θλίψη και τη μοναξιά. Ο χρόνος καταργείται με την απελευθέρωση από τους περιορισμούς της ενδο-κοσμικής αναγκαιότητας. Ο χρόνος καταργείται με τη γεύση της Χάριτος. Ο μύστης και ο Άγιος ζουν μοναδικά
Ο μακαριστός π. Ιουστίνος Πόποβιτς, αναφορικά με τη σχέση ανθρώπου και χρόνου, γράφει: «Όταν από τον χρόνο αφαιρεθεί ή αμαρτία και ό θάνατος, τότε ό χρόνος γίνεται ένα θαυμάσιο προοίμιο στη θεία αιωνιότητα, μία εξοχή εισαγωγή στη θεανθρωπότητα, σύμφωνα με τον παναληθινό λόγο του Αιωνίου, του Θεανθρώπου: «Ό πιστεύων εις εμέ έχει ζωήν αιώνιον»(Ίωάν. 6,47). Ή πικρία του χρόνου προέρχεται από τον θάνατο και την αμαρτία• και γίνεται γλυκύς ό χρόνος με την αθανασία και την αναμαρτησία. Χωρίς τον Χριστό, τον Μόνο Παντοδύναμο, ό χρόνος είναι ένα βαρύ φορτίο. Μαζί Του γίνεται ελαφρό. Άλλα και ό παράδοξος δίδυμος αδελφός του χρόνου, ό χώρος, με ότι περικλείει μέσα του, και αυτός με όλο το βάρος του πιέζει και συντρίβει τον άνθρωπο. Φοβερό λοιπόν και τρομακτικό είναι το φορτίο του άνθρωπου• βαρύς και ακανθώδης ό ζυγός του. Μόνον με τη βοήθεια του πανάγαθου και παντοδυνάμου Θεανθρώπου ό ζυγός αυτός γίνεται «χρηστός» και το φορτίο «ελαφρόν». Κατά τον αληθινό λόγο της Αλήθειας: «Ό ζυγός μου χρηστός και το φορτίον μου ελαφρόν εστί»(Ματθ. 11,30).
Είναι βασανιστικός ό ζυγός της ζωής και βαρύ το φορτίο της υπάρξεως, έφ' όσον την βαρύνουν οι αλυσίδες της αμαρτίας και του θανάτου. Όταν με την δύναμη του Αναστάντος Κυρίου αφαιρεθούν τα δεσμά της αμαρτίας και του θανάτου από την ρίζα της ζωής και της υπάρξεως, τότε ό ζυγός της ζωής γίνεται «χρηστός» και το φορτίο «έλαφρόν». Επιπλέον, ή ζωή μεταμορφώνεται σε χαρά, ή ύπαρξη σε αγαλλίαση. Εδώ πρόκειται για εκείνη την χαρά της ζωής και της υπάρξεως, ή οποία δεν σταματά ούτε σ' αυτό ούτε στον άλλο κόσμο. Όταν ό Αιώνιος Θεάνθρωπος ενδυναμώσει και καταστήσει αληθινό και αθάνατο τον άνθρωπο, τότε ό ζυγός της ζωής αποβαίνει χρηστός και το φορτίο της υπάρξεως ελαφρό. Τότε ό άνθρωπος με όλο του το είναι αισθάνεται να τον πλημμυρίζει φως ιλαρό και θείο από όλα τα έλλογα βάθη και ύψη του Θεοκτίστου χώρου και χρόνου. Για τον σκεπτόμενο άνθρωπο, και ό χώρος και ό χρόνος είναι τέρατα, αν δεν αποκτήσουν νόημα δια της αιωνιότητας, δηλαδή δια της Θεανθρωπότητας. Διότι εμείς δεν γνωρίζουμε την αιωνιότητα παρά μόνο μέσα κατηγορία, μέσα στο γεγονός, μέσα στην πραγματικότητα της Θεανθρωπότητας του Χριστού.
Ολόκληρη ή αιωνιότητα, ενωμένη με τον χρόνο, στάθηκε για πρώτη φορά μπροστά στην ανθρώπινη συνείδηση στο Πρόσωπο του Θεανθρώπου Χριστού. Ό Θεός είναι ό κάτοχος και φορέας της αιωνιότητας, ό άνθρωπος, εκπρόσωπος του χρόνου, ενώ ό Θεάνθρωπος είναι ή υψίστη, ή πληρέστατη και τελειότατη σύνθεση της αιωνιότητας και του χρόνου. Ό χρόνος αποκτά το πραγματικό του νόημα δια της ενώσεως με την αιωνιότητα μέσα στην Θεανθρώπινη ζωή του Κυρίου Ιησού. Φωτιζόμενος από τον Θεάνθρωπο, ό χρόνος δείχνει όλα τα λογικά ιδιώματά του, διότι και αυτός δια του Λόγου έγινε (πρβλ. Ίωάν. 1,3). Στην ουσία του ό χρόνος είναι λογικός και για αυτό αποτελεί την εισαγωγή στην αιωνιότητα του Λόγου δια της Θεανθρωπότητας. Ό σαρκωθείς Θεός Λόγος απέδειξε με βεβαιότητα ότι ό χρόνος είναι προετοιμασία για την αιωνιότητα. Εκείνος πού θα εισέλθει στο χρόνο, εισέρχεται ταυτόχρονα στον προθάλαμο της αιωνιότητας. Τέτοιος είναι ο νόμος της υπάρξεως μας. Ευρισκόμενος στο χρόνο ό άνθρωπος είναι ένα όν, πού προπαρασκευάζεται για την αιωνιότητα. Αν χωρίς τον Θεό Λόγο είναι φοβερή, ανόητη και βασανιστική ή επίγεια μέσα στο χρόνο ζωή, πόσο μάλλον ή αιωνιότητα; Ή αιωνιότητα χωρίς τον Θεό Λόγο δεν είναι παρά ή κόλαση. Και ή επίγεια ζωή χωρίς το Λόγο αποτελεί το προοίμιο και την προετοιμασία της κολάσεως. Διότι ή κόλαση δεν είναι τίποτε άλλο παρά ζωή χωρίς τον Λόγο, χωρίς Θείο Νόημα, χωρίς Θεία Λογική. Μόνο στην κόλαση δεν υπάρχει ούτε λόγος, ούτε λογικότητα, ούτε νόημα. Ή κόλαση του ανθρώπου αρχίζει ήδη εδώ στην γη, εάν ό άνθρωπος δεν ζει με τον Λόγο, με τον Χριστό. Άλλα και ό παράδεισος του ανθρώπου αρχίζει ήδη εδώ στη γη, αν ό άνθρωπος ζει με τον Θείο Λόγο, με τον Θεάνθρωπο Χριστό. Ό σαρκωθείς Θεός Λόγος είναι και το νόημα, και ή λογικότητα, και ό παράδεισος για το ανθρώπινο είναι•. Κάθε τι το αντί-λογικό και ά-λογο είναι συγχρόνως παράλογο και ανόητο. Και αυτό είναι εκείνο που δημιουργεί στον άνθρωπο σατανικές διαθέσεις, οι όποιες μετατρέπουν τη ζωή του σε κόλαση». (Από το βιβλίο «Άνθρωπος και Θεάνθρωπος»).
Σε λίγες ώρες από τα ημερολόγια θα διαγραφεί το έτος 2011 και θα αρχίσουν να καταγράφονται τα γεγονότα του νέου έτους 2012. Ένα ακόμη έτος στους ώμους της ανθρωπότητας ως συνόλου, και στους ώμους του κάθε ανθρώπου ιδιαιτέρα και ατομικά. Τι συνέβη στο παρελθόν έτος είναι γνωστό. Τι θα συμβεί στο μελλοντικό έτος είναι το άγνωστο, που πολλές φορές προκαλεί τον φόβο και την αγωνία στους ανθρώπους. Πάντοτε ο «Χρόνος» για τον άνθρωπο ήταν και παραμένει ένα μυστήριο που απασχόλησε και συνεχίζει να απασχολεί την θεολογία και την φιλοσοφία διότι η πρόσθεση κάθε νέου έτους στους ώμους εκάστου ανθρώπου είναι αλήθεια ότι μας οδηγεί πλησιέστερα στα έσχατα, στην τελική κρίση. Για τον λόγο αυτό πολλές φορές οι άνθρωποι προσπαθούν απεγνωσμένα να «εξορκίσουν» την έννοια του πανδαμάτορα χρόνου. Ας δούμε όμως μέσα από την προσεκτική μελέτη των θεολογικών συγγραμμάτων του Μεγάλου Βασιλείου, ποιά είναι η περί του Χρόνου και της αιωνιότητας διδασκαλία του. Ο χρόνος κατά τον Μ. Βασίλειο είναι συνυφασμένος με την κτιστή, φθαρτή και πεπερασμένη πραγματικότητα και οντολογία. Έτσι, μπορούμε με κάθε βεβαιότητα να πούμε ότι το μόνον άχρονο και υπέρχρονο είναι το άκτιστο, δηλαδή η άκτιστη, άφθαρτη και ατελεύτητη τριαδική θεότητα της πίστης μας. Ο άχρονος και υπέρχρονος τριαδικός Θεός, αντιδιαστέλλεται με κάθε υποταγμένη στην δύναμη του χρόνου, κτιστή πραγματικότητα και γι’ αυτό τον λόγο ο Θεός μας, ονομάζεται «αΐδιος» και «αιώνιος» και φυσικά αντιδιαστέλλεται, με όλα τα κτιστά όντα που θνήσκουν και φθείρονται υπό την δύναμη του πανδαμάτορα χρόνου. Και ναι μεν ο τριαδικός Θεός ονομάζεται «αΐδιος» και «αιώνιος», αλλά κατά τον Μ. Βασίλειο ο Θεός βρίσκεται πέρα και επάνω από όλους τους αιώνες ανθρώπινης ιστορίας και προϊστορίας, αφού υπήρχε και πριν από αυτούς ως η μόνη άκτιστη δημιουργική δύναμη που δημιουργεί το κάθε τι που έρχεται στο είναι της υπάρξεως και συνεπώς υποτάσσεται στη φθοροποιό δύναμη του χρόνου.
Σε άλλο σημείο ο Μ. Βασίλειος και συγκεκριμένα στο σύγγραμμά του, με τίτλο «Εξαήμερος», αναφέρει χαρακτηριστικά ότι υπήρξε κάποτε μια κατάσταση «πρεσβυτέρα», δηλαδή προγενέστερη, της γέννεσης του κόσμου, την οποία ονομάζει ως «υπέρχονη», «αιώνια» και «αΐδια». Σε αυτή την κατάσταση υπάρχων ο Θεός, πέρα και έξω και πάνω από τον χρόνο, δημιούργησε όλα τα κτιστά όντα. Κατά τον Μ. Βασίλειο ο χρόνος δεν υφίσταται ως ιδιαίτερη και ανεξάρτητη διάσταση, αφού είναι απολύτως συμφυής με τον κόσμο και όλα τα κτιστά όντα. Επειδή ο κτιστός κόσμος είναι μια ακατάπαυστη ροή, όπου τίποτε το σταθερό και το στατικό δεν υπάρχει, όπως ακριβώς συμβαίνει και με την ρευστή και συνεχώς μεταβαλλόμενη φύση, ο Μέγας Βασίλειος λέγει χαρακτηριστικά ότι στην διάσταση του χρόνου οι άνθρωποι εύκολα μπορούμε να εξαπατηθούμε, επειδή «το παρελθόν ε ξαφανίζεται, το μέλλον δεν είναι ακόμη στο προσκήνιο και το παρόν, πριν το καταλάβει κανείς, φεύγει και χάνεται». Μια ροή φευγαλέα και ασύλληπτη που είναι συνυφασμένη με την ρευστή δομή και φύση των πραγμάτων που μας περιβάλλουν. Τα ίδια τα πράγματα, τα φυτά, τα ζώα και ο άνθρωπος καθώς βρίσκονται στις ρευστές αλλαγές και διακυμάνσεις εκφράζουν αυτό που λέγεται χρόνος. Έτσι, ο χρόνος είναι αδιανόητος, έξω από την φυσική πραγματικότητα. Υπάρχει χρόνος επειδή υπάρχει η κτιστή και φθαρτή φυσική πραγματικότητα. Σε άλλο σημείο ο Μ. Βασίλειος δέχεται ότι σε αυτή την ρευστή, φυσική χρονική κίνηση δεσπόζει ο κύκλος, που είναι ίδιον γνώρισμα της κτιστής φύσεως των όντων. Γι’ αυτό προτρέπει τους ακροατές του κηρύγματός του να μην παραπλανηθούν από την κυκλική φορά των κτιστών όντων και πραγμάτων και να μην πιστέψουν ότι όλα είναι άναρχα. Ο κύκλος του χρόνου είναι νόμος φυσικός της κτιστής πραγματικότητας. Αυτός ο κύκλος του χρόνου, που είναι και κύκλος της φθοράς του σύμπαντος κόσμου, σπάει όταν τα πάντα κατευθύνονται προς την τελειότητα, απειρότητα και αφθαρσία του ακτίστου και υπέρχονου τριαδικού Θεού. Με άλλους λόγους, ο κύκλος αυτός σπάει μέσα στην άπειρη και ευθύγραμμη πορεία της βασιλείας του Θεού και το ρήγμα στον χώρο και στον χρόνο, το ρήγμα αυτής της κυκλικής κίνησης, σημαίνει άνοιγμα, άπλωμα και επέκταση στη γραμμή της απειρότητας του Θεού. Η σχέση λοιπόν του Θεού προς τον κόσμο και τον άνθρωπο παρέχει αυτό το μεγάλο άνοιγμα και σ’ αυτό ακριβώς το σημείο εκδηλώνεται το μυστήριο της σωτηρίας του ανθρώπου. Ο κύκλος του χρόνου είναι συνυφασμένος με τον θάνατο, ενώ το άνοιγμα προς τον Θεό ως σπάσιμο του κύκλου είναι ζωή, αθανασία, βασιλεία Θεού. Ο κύκλος του χρόνου είναι μια φθοροποιός επανάληψη, η οποία παύει να υφίσταται όταν εισέρχεται δυναμικά στον κόσμο η θεϊκή ζωή της Τριάδος και η βασιλεία του Θεού. Έτσι, σπάει ο κύκλος και ανοίγει μια πόρτα για να βρει η δημιουργία την πληρότητα και τον τελειωτικό της δρόμο και ο άνθρωπος να γίνει πολίτης της βασιλείας του Θεού.
Μετά από μια τέτοια θεώρηση της ζωής και της ανθρώπινης προοπτικής, είναι αυταπόδειχτη η σχετικότητα του χρόνου, με ότι αυτός εμπεριέχει ως παρελθόν, παρόν και μέλλον, με όλες τις καθημερινές χαρές και πίκρες, μεγαλοσύνες και μικρότητες, αρετές και αμαρτίες μας. Ανοίγοντας ένα δρόμο πορείας για την αιωνιότητα, μέσα από το κοινό «στίβο» του μέλλοντός μας, στην οποία μελλοντική μας πορεία, καλούμαστε να συμπέσουμε σε ταύτιση, στόχου και σκοπού ύπαρξης, που δεν μπορεί να είναι άλλος από την τόσο βέβαιη όσο και κοινή εσχατολογική πορεία μας προς τον ουρανό, και την συμμετοχή μας στην άκτιστη πραγματικότητα της Βασιλείας, Εκείνου, που χαρίζει και δεν δικαιώνει, Εκείνου, που αγαπά και δε προσημειώνει, Εκείνου, που θυσιάζεται και δεν εξουσιάζει, Εκείνου, που συγχωρεί και δεν τιμωρεί.
Σημείωση: O
παπα-Δημήτρης Θεοφίλου είναι εφημέριος στον Ι.Ν. Αγίου Χαραλάμπους
Ιτέας, Φωκίδας. Είναι έγγαμος, πατέρας 3 παιδιών, Πτυχ. Θεολογίας, Πτυχ.
Ψυχολογίας, Μaster Θεολογίας, Πτυχ. βυζαντινής μουσικής.
http://amen.gr/index.php?mod=news&op=article&aid=7938
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου