π. Δημητρίου Μπόκου
Ἡ λαμπροφόρος ἡμέρα τῆς Ἀναστάσεως εἶναι τὸ κέντρο τοῦ ἐτήσιου ἑορτολογικοῦ ἐκκλησιαστικοῦ κύκλου. Ἀπὸ τὸ Πάσχα καθορίζεται ἡ τάξη (τὸ τυπικὸ) γιὰ τὶς ἀκολουθίες ὅλου τοῦ χρόνου μὲ τὴν ἐναλλαγὴ τῶν ὀκτὼ ἤχων (Ὀκτώηχος-Παρακλητική). Ἀπὸ τὴν ἡμέρα αὐτὴ ξεκινάει καὶ τὸ πρόγραμμα τῶν εὐαγγελικῶν καὶ ἀποστολικῶν ἀναγνωσμάτων, ποὺ διαβάζονται καθ’ ὅλη τὴ διάρκεια τοῦ λειτουργικοῦ ἔτους. Ἡ ἔναρξή τους γίνεται μὲ τὸ κατὰ Ἰωάννην Εὐαγγέλιο καὶ μὲ τὶς Πράξεις τῶν Ἀποστόλων.
Στὸ ἀναστάσιμο λοιπὸν ἀνάγνωσμα τῆς πασχαλινῆς Λειτουργίας ὁ εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης διακηρύττει τὴ θεότητα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, ποὺ τὸν ὀνομάζει καὶ Λόγο τοῦ Θεοῦ. «Καὶ Θεὸς ἦν ὁ Λόγος». Ὡς Θεὸς ὁ Χριστὸς φέρει μέσα του τὴ ζωή, εἶναι ὁ ἴδιος πηγὴ τῆς ζωῆς, δὲν παίρνει ζωὴ ἀπὸ ἀλλοῦ. «Ἐν αὐτῷ ζωὴ ἦν». Ταυτόχρονα εἶναι «τὸ φῶς τὸ ἀληθινόν», τὸ ὁποῖο «φωτίζει πάντα ἄνθρωπον ἐρχόμενον εἰς τὸν κόσμον». Εἶναι αὐτοφῶς, δὲν ἔχει ἀνάγκη νὰ λαμβάνει φῶς ἀπὸ ἄλλη πηγή. Γι’ αὐτὸ καὶ ἀποκαλεῖ ἀπερίφραστα τὸν ἑαυτό του ζωὴ καὶ φῶς. «Ἐγώ εἰμι ἡ ἀνάστασις καὶ ἡ ζωή, …ἐγώ εἰμι τὸ φῶς τοῦ κόσμου» (Ἰω. 1, 1-9. 11, 25. 8, 12).
Αὐτὸς λοιπὸν ὁ Θεὸς Λόγος ἔλαβε σάρκα, ἔγινε ἄνθρωπος ὅπως ἐμεῖς καὶ «ἐσκήνωσεν ἐν ἡμῖν» (Ἰω. 1, 14). Σκήνωμά του καὶ οἶκος του ἔγινε ἡ ἀνθρώπινη φύση του. Συναναστράφηκε μαζί μας, προσφέρθηκε θυσία ὑπὲρ ἡμῶν στὸν Σταυρό, ἀπέθανε καὶ ἐτάφη. Ἀλλὰ πῶς ἦταν δυνατὸν νὰ παραμείνει γιὰ πάντα στὸν θάνατο ἡ ἀληθινὴ ζωή, τὸ ἀληθινὸ φῶς στὸ σκοτάδι; «Οὐκ ἦν δυνατὸν κρατεῖσθαι ὑπὸ τῆς φθορᾶς τὸν ἀρχηγὸν τῆς ζωῆς» (ἅγ. Βασίλειος). Γι’ αὐτὸ καὶ ἀναστήθηκε «ἐν δυνάμει καὶ δόξῃ θεϊκῇ» (ἅγ. Γρηγόριος Παλαμᾶς). Ὄντας ὁ ἴδιος αὐτοζωὴ καὶ αὐτοφῶς, «ἀνέστη αὐτεξουσίως ὡς Θεός, …ἐξηγέρθη ἐκ νεκρῶν ὡς παντοδύναμος, …σκυλεύσας τὸν θάνατον». Ἡ ζωὴ συντρίβει τὸν θάνατο, τὸ φῶς νικᾶ τὸ σκοτάδι. Εἶναι εὔλογη ἡ ἀπορία τοῦ ἀγγέλου πρὸς τὶς Μυροφόρες: «Τί ζητεῖτε τὸν ζῶντα μετὰ τῶν νεκρῶν; Τί θρηνεῖτε τὸν ἄφθαρτον ὡς ἐν φθορᾷ;» Τί δουλειὰ ἔχει μὲ τοὺς νεκροὺς αὐτὸς ποὺ ἐξουσιάζει τὴ ζωὴ καὶ τὸν θάνατο; «Ἀνέστη αὐτεξουσίως», διότι «ζώντων καὶ νεκρῶν κυριεύει» (πρβλ. Ρωμ. 14, 9). Τὰ πάντα, ἀκόμα καὶ ὁ θάνατος, ὑποτάσσονται σ’ αὐτόν.
Συνεπῶς ὁ Χριστὸς δὲν χρειαζόταν καμιὰ ἔξωθεν δύναμη γιὰ νὰ ἀναστηθεῖ. Τὸ λεγόμενο στὸ Εὐαγγέλιο ὅτι ὁ Θεὸς Πατὴρ ἀνέστησε τὸν Υἱό του καὶ «ἤγειρεν αὐτὸν ἐκ νεκρῶν» (Πράξ.13, 30), εἶναι ταυτόσημο μὲ τὴν ἔκφραση ὅτι ὁ Χριστὸς ἀνέστησε τὸν ἑαυτό του, ἀναστήθηκε αὐτεξουσίως, ἀφ’ ἑαυτοῦ. Τὰ τρία πρόσωπα τοῦ τριαδικοῦ Θεοῦ ἐνεργοῦν μὲ μία ἐνέργεια. Τὰ πάντα γίνονται ἀπὸ τὸν Πατέρα διὰ τοῦ Υἱοῦ ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι. Εἴτε ποῦμε ὅτι ὁ Θεὸς Πατὴρ ἀνέστησε τὸν Χριστό, εἴτε ὅτι ὁ Χριστὸς ἀναστήθηκε ἀπὸ μόνος του, μὲ τὴ δική του δύναμη, εἶναι ἕνα καὶ τὸ αὐτό.
Ὡς Θεὸς λοιπὸν ὁ Χριστός, ὄντας ὁ ἴδιος φῶς καὶ ζωή, ἀνασταίνει μὲ τὴ θεία του φύση καὶ δύναμη τὸ σῶμα του, ποὺ πρὶν ἀπὸ τὴ σταύρωση ἦταν φθαρτὸ σὰν τὸ δικό μας. «Μετὰ δὲ τὴν ἀνάστασιν», αὐτὸς ὁ ἴδιος «ἐκ τοῦ μνημείου τοῦτο θεϊκῇ δυνάμει ἀνέστησεν», ἀφοῦ πρῶτα τὸ ἀλλοίωσε, τὸ μετέτρεψε ἀπὸ φθαρτὸ σὲ πνευματικὸ (ἅγ. Συμεὼν ὁ Νέος Θεολόγος).
Ἔγινε ἔτσι «πρωτότοκος ἐκ τῶν νεκρῶν» καὶ «ἀπαρχὴ τῶν κεκοιμημένων», γιὰ νὰ μᾶς δείξει καὶ νὰ μᾶς βεβαιώσει τί μέλλει γενέσθαι καὶ μὲ μᾶς, ὅτι δηλαδὴ «ὅμοιοι αὐτῷ ἐσόμεθα»(Κολ. 1, 18. Α΄ Κορ. 15, 20. Α΄ Ιω. 3, 2).
Χριστὸς ἀνέστη! Χρόνια πολλά! Καλὴ Διακαινήσιμη Ἑβδομάδα!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου