Από τον Συναξαριστή
Μια ευλαβής γυναίκα είχε αιμορραγία που δεν την άφηνε να μεταλάβει. Tης είπαν να επισκεφθεί τον π. Ιερώνυμο τον Σιμωνοπετρίτη. Έτρεξε και τον βρήκε. Ήταν τότε Μεγάλη Σαρακοστή. Ο πνευματικός τής είπε:
– Να ετοιμασθείτε να κοινωνήσετε την Μεγάλη Πέμπτη.
– Κι αν αιμορραγήσω; ρώτησε κείνη.
– Εσείς να μεταλάβετε και η αμαρτία πάνω μου, της αποκρίθηκε.
Ο γιατρός Ιωάννης Ζαμάνης έπαθε έρπη ζωστήρα και είχε πόνους δυνατούς. Πήγε στον π. Ιερώνυμο τον Σιμωνοπετρίτη, να τον σταυρώσει. Ο γέροντας πήρε τον σταυρό και τον σταύρωσε, χωρίς να δείξει εκείνος πού πονούσε. Έγινε όμως αμέσως καλά! Ο ίδιος γιατρός επισκέφθηκε αργότερα μια γυναίκα που ήταν πολύ καιρό ασθενής και ο γιατρός της δεν έβρισκε την αιτία.
– Δεν πάτε να φωνάξετε, λέει στους οικείους της, τον γέροντα; Να έρθει να την σταυρώσει, αφού ο Θεός ακούει την προσευχή του. Πήγα κι εγώ σ’ αυτόν και θεραπεύθηκα…
Πήγε λοιπόν η μητέρα της και λέει στον γέροντα:
– Η Σταυρούλα μου δεν μπορεί. Δεν έρχεσθε να την σταυρώσετε;
Της απαντά ο γέροντας:
– Εγώ δεν θα μπορέσω να έρθω, αλλά πάρε αυτό, βάλε το πάνω της και θα γίνει καλά.
Της έδωσε ένα τεμάχιο από την παντόφλα του αγίου Σπυρίδωνος. Η άρρωστη το έβαλε πάνω της και μετά από λίγο ήταν καλά.
Βγήκε μάλιστα έξω με τον σύζυγό της και πήγαν στην Ανάληψη να ευχαριστήσουν τον γέροντα. Με υπερβολική χαρά επέστρεψαν στο σπίτι τους δοξάζοντας τον Θεό. Ο γέροντας δεν πήγε στην άρρωστη από ταπείνωση. Δεν ήθελε να πιστέψει ο κόσμος πως αυτός κάνει θαύματα, αλλά οι άγιοι του Θεού.
Ο Χαράλαμπος Μπογάκος, που έμενε στην Πεντέλη, υπέφερε πολύ από τα πόδια του και, πιασμένος καθώς ήταν, δεν μπορούσε να περπατήσει καθόλου. Μια μέρα λέει στη σύζυγό του:
– Θα πάρω ένα αυτοκίνητο και θα πάω στην Αθήνα, στον π. Ιερώνυμο τον Σιμωνοπετρίτη, να μου διαβάσει μια ευχή.
Εκείνη είχε αντιρρήσεις, γιατί ο άρρωστος δεν μπορούσε να κουνηθεί. Τελικά τον βοήθησαν να μπει στο αυτοκίνητο. Μόλις τελείωσε η θεία λειτουργία στην Ανάληψη κι έβγαινε ο γέροντας από την εκκλησία, τον χαιρέτησε και του είπε:
– Γιατί βαστάς μπαστούνι, κυρ-Χαράλαμπε;
Εκείνος απάντησε πως τον πονούν τα πόδια και δεν μπορεί να βαδίσει.
Και ο γέροντας του λέει:
– Άφησε το μπαστούνι κι έλα, κάθισε.
Όταν σηκώθηκε ήταν τελείως καλά, και είχε λησμονήσει πως είχε πάει με μπαστούνι. Το μπαστούνι ήταν πλέον τελείως άχρηστο.
Από το βιβλίο: ΧΑΡΙΣΜΑΤΑ ΚΑΙ ΧΑΡΙΣΜΑΤΟΥΧΟΙ. Τόμος πρώτος. Ιερά Μονή Παρακλήτου, Ωρωπός Αττικής 2008, σελ. 182.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου